ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ


Henri Lefebvre

Η εισβολή του Μάη


ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΚΤΟΣ ΓΡΑΜΜΗΣ


Σήμερα, η αριστερή στρατηγική δεν μπορεί παρά να είναι «ευρωσκεπτικιστική», με προμετωπίδα την αποδέσμευση από τον ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.

Εξάντληση, αυτοκριτική και επανίδρυση: Για τη ΛΑΕ και την αριστερή στρατηγική σήμερα


 

Στρατηγική ήττα και ήττα στρατηγικής

Ναι, μπορούμε να συμφωνήσουμε: δεν έχουμε στρατηγική ήττα. Αυτό θα σήμαινε ότι έχουμε χάσει τον πόλεμο και καθένας και καθεμιά παλεύει όπως μπορεί για να επιβιώσει προσωπικά, σε μια άτακτη υποχώρηση. Δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο και η συνδιάσκεψή μας είναι μία από τις αποδείξεις γι’ αυτό: είμαστε εδώ γιατί προσπαθούμε να σταματήσουμε τις τάσεις ιδιώτευσης, να ανασυγκροτήσουμε, να ανασυνθέσουμε, να επανιδρύσουμε τον λαό, την αριστερά και τους εαυτούς μας, ατομικά και συλλογικά.

Δεν έχουμε στρατηγική ήττα λοιπόν. Έχουμε όμως ήττα στρατηγικής. Το καλοκαίρι του 2015 δεν ηττήθηκε απλώς η ιδιαίτερη διαχείριση που συνέθεσαν τα επιτελεία Τσίπρα και Δραγασάκη. Ηττήθηκε η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ όπως παρουσιάστηκε ιδιαίτερα μετά τις εκλογές του 2012, ως μια προσπάθεια για διαπραγμάτευση εντός ευρώ· ηττήθηκε η στρατηγική που έλεγε ότι στο πλαίσιο της ευρωζώνης και της Ε.Ε. μπορεί πράγματι να υπάρξει δυνατότητα μιας άλλης, φιλολαϊκής πορείας, έξω από το μνημονιακό κλουβί.

Και ηττήθηκε, αν μπορώ να το πάω ένα βήμα παραπέρα, μια στρατηγική της αριστεράς ως εγγυήτριας δύναμης της πολιτικής «σταθερότητας»· που ακόμα και στις στιγμές των μεγάλων λαϊκών ξεσηκωμών, την ύστατη ώρα, κινήθηκε με γνώμονα «να μην ξεφύγει η κατάσταση», να διατηρήσουμε πάση θυσία τον έλεγχο, να μη μας οδηγήσει η καθάρια φωνή του ΟΧΙ των πλατιών λαϊκών μαζών σε «αχαρτογράφητα νερά». Η μεταπήδηση στο στρατηγικό πεδίο του αντιπάλου –η ηγεμόνευση– ήταν δεδομένη αλλά, όπως σωστά ειπώθηκε εισηγητικά, εδώ είχαμε μεταπήδηση στο στρατόπεδο του αντιπάλου, είχαμε ενεργητική προσχώρηση σ’ αυτό.

Εμείς είμαστε με την αριστερά του αγώνα, που χαίρεται όταν ο ταξικός της αντίπαλος βρίσκεται σε πολιτική αστάθεια και δρα αποφασιστικά για να την οξύνει. Γιατί, σε τελική ανάλυση, το μνημόνιο δεν είναι πρωτίστως οικονομική αλλά πολιτική συνθήκη. Και άρα το επίδικο για την αντιμετώπισή του δεν είναι το ένα ή το άλλο λογιστικό μέγεθος αλλά η θέση ότι σήμερα εμείς θα βάλουμε στο τιμόνι της πολιτικής μας το συμφέρον μιας κοινωνικής συμμαχίας υπό την ηγεμονία των εργαζόμενων τάξεων και θα κάνουμε ό,τι μπορούμε για να έρθει στο προσκήνιο και να διεκδικήσει το ταξικό της, οικονομικό και πολιτικό, συμφέρον.

 

Η αυτοκριτική ως στρατηγική συνθήκη

Όμως, αυτή η ήττα στρατηγικής, και η ίδια, δεν είναι κάποιο απλώς «αριθμητικό» ή λογιστικό μέγεθος. Δεν παίχτηκε σε ένα απόγευμα ή σε μια απόφαση, δεν αφορά απλώς τη διαχείριση ενός ταμείου ή την κατεύθυνση κάποιων δισεκατομμυρίων ευρώ. Αυτή η ήττα στρατηγικής συμπύκνωσε, ανέδειξε και σηματοδότησε το πραγματικό, τελικό όριο στην ανάπτυξη της μεταπολιτευτικής αριστεράς στον τόπο μας.

Γι’ αυτό σήμερα η αυτοκριτική μας –όλων μας– είναι αναγκαία. Όχι για να κουνήσει κανείς το δάχτυλο σε κανέναν. Ούτε πολύ περισσότερο για να διαγράψει με ευκολία τις τεράστιες προσωπικές και συλλογικές θυσίες που έφεραν εδώ όσους βρίσκονται σε αυτή την αίθουσα, αλλά και σε άλλες, παρόμοιες αίθουσες και χώρους της ανυπότακτης αριστεράς. Είναι αναγκαία για την κατανόηση ακριβώς του ορίου στο οποίο βρέθηκε όλη η αριστερά τον Ιούλιο του 2015. Είναι αναγκαία για την κατανόηση ότι βρισκόμαστε σε μια συνθήκη οριστικής εξάντλησης των διαφορετικών υποδειγμάτων αριστερής πολιτικής που αναπτύχθηκαν μεταπολιτευτικά και που μας (ανα)παρήγαγαν όλους και όλες.

Πρόκειται για την εξάντληση του υποδείγματος μιας σεχταριστικής στρατηγικής συγκρότησης που απωθεί το κατεξοχήν επίδικο της ταξικής αναμέτρησης, την εξουσία, στο επέκεινα κάποιου αόριστου σοσιαλιστικού μέλλοντος, τείνοντας αντικειμενικά να ενισχύει την ηγεμονία και τη σταθερότητα του ταξικού αντιπάλου, ομνύοντας ενίοτε στην «αυτοδυναμία» των κινημάτων, αλλά σε κάθε περίπτωση υποτιμώντας, συνήθως απωθώντας, σε τελική ανάλυση, στη στιγμή της πολιτικής.

Πρόκειται όμως και για την εξάντληση του κυβερνητισμού ως ιδιαίτερης εκδοχής διαχείρισης του υπάρχοντος με ορίζοντα ακριβώς την αναπαραγωγή του και επιδίωξη μια ευνοϊκότερη για τα λαϊκά στρώματα εκδοχή διακυβέρνησης, που όμως δεν μπορεί (όπως και έγινε) παρά να διαψευστεί δραματικά. Η εξουσία σήμερα για εμάς δεν μπορεί να σηματοδοτεί απλώς μια άλλη «διαχείριση» του κρατικού μηχανισμού, αλλά απαιτεί συνολικά μια άλλη πρακτική της πολιτικής και την επιβολή, ευθύς εξαρχής, στρατηγικών μέτρων και τομών στον μηχανισμό αυτόν: σε επίπεδο διεύθυνσης, θεσμών, δημοκρατίας, ταξικών προτεραιοτήτων και συνολικής κατεύθυνσης. Η αριστερή στρατηγική μπορεί να συμπεριλάβει ως βήμα της την κατάκτηση της κυβέρνησης του αστικού κράτους μόνο υπό την προοπτική μιας στρατηγικής για τον ριζικό και διαρκή μετασχηματισμό και, τελικά, τη διάλυσή του.

 

Η κεντρική κατεύθυνση: Αποδέσμευση από την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση

Πρόκειται για την εξάντληση του ευρωπαϊσμού ως δήθεν συνώνυμου κάποιας δυνατότητας προοδευτικής κατεύθυνσης ενός, οποιουδήποτε, ευρωπαϊκού τόπου. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, ιδιαίτερα μετά τα δύο μεγάλα ΟΧΙ σε Ελλάδα και Βρετανία, μεγάλα όσο και διαφορετικά φυσικά, είναι εμφανές ότι η αριστερή στρατηγική δεν μπορεί παρά να είναι μια στρατηγική «ευρωσκεπτικιστική», μια στρατηγική που θα έχει ως προμετωπίδα της την αποδέσμευση της χώρας από τον ευρωπαϊκό ιμπεριαλιστικό οικονομικό και πολιτικό μηχανισμό, την αποδέσμευση από την ευρωζώνη και την Ε.Ε. και τη διάλυσή τους. Όχι φυσικά από τη σκοπιά κάποιου εθνικού απομονωτισμού ή αναδίπλωσης· αλλά από τη σκοπιά ενός αποφασιστικού χτυπήματος σε αυτό που συνιστά σήμερα την κεντρική ταξική στρατηγική των ευρωπαϊκών αστικών τάξεων –και της δικής μας– για τη θωράκιση και την αναπαραγωγή του ταξικού τους συμφέροντος.

Φυσικά, δεν μπορούμε να υποτιμήσουμε τους κινδύνους που ενέχονται στο Brexit. Δεν είμαστε αφελείς ούτε σημαντικό τμήμα των Ελλήνων (και των άλλων εθνικοτήτων) μεταναστών στη Βρετανία, που είναι σήμερα τρομαγμένοι, είναι στην πλειονότητά τους «κοσμοπολίτες» που έχουν καταπιεί το παραμύθι του «κοινού ευρωπαϊκού σπιτιού», που υποτίθεται, σύμφωνα με τις διαρκείς αναφορές Τσίπρα, πως συνιστά η Ε.Ε. Ο κίνδυνος της ακροδεξιάς είναι υπαρκτός. Και είναι υπαρκτός γιατί στον κοινωνικό ανταγωνισμό δεν υπάρχει κενός χώρος. Άρα θα είναι υπαρκτός όσο η ευρωπαϊκή αριστερά λιβανίζει τα περί «ευρωπαϊκής προοπτικής», αναπαράγοντας ως «αυτονόητη» την κεντρική στρατηγική του ταξικού αντιπάλου. Είναι ένας παραπάνω λόγος για τον οποίον είμαστε εμείς που θα πρέπει να καθοδηγήσουμε αυτή την κεντρική ταξική αντιπαράθεση.

Να είμαστε όμως καθαροί. Την αποδέσμευση από ευρωζώνη και Ε.Ε. δεν τη θέτουμε από τη σκοπιά της υιοθέτησης μιας θέσης ταυτόχρονης εξόδου, που συνιστά κατά τη γνώμη μας συνθηματολογία και αναπαραγωγή ενός «αποκαλυπτικού» ιδεολογικού στερεοτύπου της αριστεράς. Είναι όμως ζωτικής σημασίας σήμερα η ΛΑΕ να έχει θέση ρητή, σαφή και δημόσια, πέρα και έξω από κάθε αναπαραγωγή ενός άλλου, συνηθισμένου επίσης στα καθ’ ημάς, στερεοτύπου ότι «θα τρομάξουν οι μάζες», που συνήθως συνιστά τη μετωνυμία δεδομένων επιλογών ταξικών συνεργασιών. Και τούτο ανεξάρτητα από την ιδιαίτερη τακτική με την οποία αυτή η θέση θα επιχειρήσει να υλοποιηθεί σε μαζική πολιτική πρακτική· ανεξάρτητα δηλαδή από το εάν αυτή η κατεύθυνση θα υλοποιηθεί μέσω δημοψηφίσματος (που σήμερα φαντάζει και πιθανώς είναι η κατεξοχήν θετική δυνατότητα) ή όποιου άλλου τρόπου αναδείξει η συγκυρία της ταξικής πάλης ως καταλληλότερου. Η ΛΑΕ πρέπει από εδώ να φύγει έχοντας ως προμετωπίδα της ότι είναι δύναμη που παλεύει για την αποδέσμευση της χώρας από την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, ότι παλεύει για την αποδέσμευση της Ελλάδας από την ευρωζώνη και την Ε.Ε. και τη διάλυσή τους και σε αυτή την κατεύθυνση να δουλέψει σκληρά, βαθιά και άμεσα, σήμερα. Σήμερα που οι αστικές τάξεις της Ευρώπης βρίσκονται σοκαρισμένες απέναντι στο Brexit και κατεργάζονται σχέδια για να σταθεροποιήσουν το μεταπολεμικό «ευρωπαϊκό» οικοδόμημα· σήμερα, που ίσως για πρώτη φορά από τη δημιουργία του αυτό δέχεται τέτοιο πλήγμα που να απειλεί άμεσα την πολιτική και όχι απλώς την οικονομική του ευστάθεια, σήμερα είναι που πρέπει εμείς να καλέσουμε τον λαό σε πάλη για την αποδέσμευση από αυτό το οικοδόμημα, από κοινωνικά προοδευτική σκοπιά.

Και αυτό σημαίνει ότι πρέπει ταυτόχρονα να δουλέψουμε προγραμματικά, όχι λογιστικά ή σχολαστικά· Να δουλέψουμε στρατηγικά προγραμματικά, για να στοχαστούμε και να βάλουμε σε άξονες πολιτικής διεκδίκησης και καθημερινής πάλης όσα η αποδέσμευση αυτή σημαίνει για το πού μπορούμε να πάμε αυτή τη χώρα: για την παραγωγή, για τις κοινωνικές και παραγωγικές της σχέσεις, για την εργασία, την επιβίωση, τη διατροφική και την ενεργειακή επάρκεια, για τις διεθνείς της σχέσεις. Αλλά και για τον τρόπο κοινωνικής και πολιτικής της οργάνωσης. Είμαστε το «άλλο», δεν (πρέπει να) είμαστε συνέχεια καμιάς ομαλής μετεξέλιξης, αλλά εκείνοι που θα περιγράψουν και θα επιχειρήσουν μια ριζικά ανταγωνιστική, ταξική, κοινωνική και «εθνική» πορεία.

Και φυσικά, τα παραπάνω σημαίνουν αναγνώριση ότι δεν είμαστε οι μόνη δύναμη που σκέφτεται όλα αυτά. Σημαίνουν ότι πρέπει να δουλέψουμε μετωπικά. Σημαίνουν ότι πρέπει να βάλουμε στο τιμόνι της πολιτικής μας την ανάγκη για να μπει η αριστερά και οι προοδευτικές αντιμνημονιακές δυνάμεις σε κοινό πολιτικό μέτωπο με προμετωπίδα την αποδέσμευση από τον μηχανισμό της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Και εμείς είμαστε εκείνοι που πρέπει να αναλάβουμε αυτές τις πρωτοβουλίες, εμείς μπορούμε, και εμείς, σε τελική ανάλυση, έχουμε την ευθύνη να το κάνουμε.

 

Το νέο κοινωνικό υπόδειγμα και η νεολαία στη στρατηγική μας

Ίσως όμως το αποφασιστικό σημείο της εξάντλησης για την οποία μιλήσαμε είναι αυτό της «κοινωνικής ισορροπίας», που η ανάπτυξη των μεταπολιτευτικών δεκαετιών προσέφερε ως ελάχιστη αφετηρία για το μεγαλύτερο μέρος των (μη εργατικής προέλευσης πλέον τότε) φορέων της αριστεράς. Σήμερα όμως ο κόσμος της αριστεράς δεν έχει τις οικονομικές και κοινωνικές εφεδρείες που είχε στις δεκαετίες του ’70, του ’80 και του ’90. Είναι ρημαγμένος, χτυπημένος και φτωχοποιημένος από την κρίση. Είναι κατά κανόνα προλεταριοποιημένος: άνεργος, φτωχός, μαύρα, ελαστικά ή μη υπερεργαζόμενος, χαμηλόμισθος, καλύπτει κατά κανόνα χαμηλές θέσεις του κοινωνικού καταμερισμού ή κακοπληρωμένα και επισφαλή επαγγέλματα. Όμως, αυτό ταυτόχρονα σημαίνει ότι εμείς οι ίδιοι είμαστε σήμερα πολύ περισσότερο μέρος της κοινωνικής συμμαχίας που πρέπει να οικοδομήσουμε, δεν είμαστε εξωτερικοί της, είμαστε κατεξοχήν μέρος του λαού που θέλουμε να εκφράσουμε πολιτικά.

Και στην περίπτωση της νεολαίας, με την ευρεία, ηλικιακή έννοια, που περιλαμβάνει εκπαίδευση, ανεργία, επισφάλεια, μαύρη εργασία και κακοπληρωμένη υπερεργασία, είμαστε μάλλον ακριβώς στον πυρήνα της. Και τούτο σημαίνει ότι πρέπει να δώσουμε πολιτικό βήμα σε αυτή τη νεολαία και σε αυτή τη γενιά. Είναι μέγιστο καθήκον: η ΛΑΕ πρέπει να κατακλυστεί, να «μολυνθεί» από αυτή τη γενιά, στις θέσεις της, τον τόνο της, το λεξιλόγιό της, την εκπροσώπησή της. Όχι από «νέους» που θα αναπαράγουν ένα αποξενωμένο από τη νεολαία λεξιλόγιο, όχι από νέους πολιτευτές, αλλά από νέους που βρίσκονται εκεί όπου ζει και αναπνέει η νεολαία: στα σχολεία, στα πανεπιστήμια, στις πλατείες και στα παγκάκια με τις περιπτερόμπιρες, στη γειτονιά, στους χώρους δουλειάς, στα παπάκια των ντιλίβερι, στον πολιτισμό, τη μουσική και τη λογοτεχνία, στη θεωρία. Η νεολαία δεν (μπορεί να) είναι βασικά πεδίο αναπαραγωγής και στρατολόγησης, χώρος μιας αναγκαίας πολιτικής προπαίδειας για τη μελλοντική «ισότιμη» ένταξη στον εκάστοτε πολιτικό οργανισμό της αριστεράς και στις αποφάσεις του· πρέπει να είναι ο πυρήνας του πολιτικού μας σχεδίου.

 

Το κείμενο συνιστά μια ελαφρώς αναπτυγμένη εκδοχή της ομιλίας του γράφοντος στην Ιδρυτική Συνδιάσκεψη της ΛΑΕ, που διεξήχθη στις 24, 25 και 26 Ιουνίου 2016 στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας.

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ

ΕΚΤΟΣ ΥΛΗΣ|
30/05/2023 - 12:10

Η Απάντηση στον Τζων Λιούις συνιστά πριν απ’ όλα μια εξαιρετική εισαγωγή στον μαρξισμό του Αλτουσέρ, ένα αλτουσεριανό μανιφέστο.

ΕΚΤΟΣ ΥΛΗΣ|
17/01/2023 - 17:34

Ο Φεμινισμός για το 99%, από τα πιο σημαίνοντα κείμενα του ρεύματος της κοινωνικής αναπαραγωγής, είναι γέννημα-θρέμμα της Παγκόσμιας Φεμινιστικής Απεργίας.

ΘΕΩΡΙΑ|
16/12/2021 - 14:44

Τον Νοέμβριο του 1977, από το βήμα του συνεδρίου που διοργάνωσε στη Βενετία η εφημερίδα Il Manifesto, ο Αλτουσέρ αναφωνεί «Επιτέλους, η κρίση του μαρξισμού!».

ΚΟΙΝΩΝΙΑ/ΚΙΝΗΜΑΤΑ|
09/02/2021 - 16:16

Ένα κίνημα για δημόσιο, δωρεάν και δημοκρατικό πανεπιστήμιο, είναι πρώτα απ’ όλα ένα κίνημα για ανοιχτό πανεπιστήμιο.