



Από όλες τις πλευρές του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα και της δράσης του ΕΑΜικού κινήματος, η δράση της ΟΠΛΑ (Οργάνωση Περιφρούρησης Λαϊκού Αγώνα) είναι η πιο παραμελημένη στη σχετική συζήτηση. Σε αυτό συντέλεσε και η αποσιώπηση από την ίδια την Αριστερά μιας σκληρής και επίμονης ένοπλης δράσης που στόχο είχε κυρίως όχι τόσο τον κατακτητή όσο τους έλληνες συνεργάτες του αλλά και, από ένα σημείο και μετά, όσους άμεσα εμπλέκονταν ως αντίπαλοι σε έναν εμφύλιο πόλεμο, ακήρυκτο μεν, αλλά εξαιρετικά αιματηρό. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι στη μυθολογία της Δεξιάς τα «εγκλήματα» της ΟΠΛΑ πάντοτε έπαιζαν κεντρικό ρόλο.
Ένα τέτοιο κενό έρχεται να καλύψει το βιβλίο του Ιάσονα Χανδρινού. Το αντικείμενό του είναι η ένοπλη δράση του ΕΛΑΣ και της ΟΠΛΑ μέσα στην κατεχόμενη Αθήνα στην περίοδο 1942-44. Στηριζόμενος σε γραπτές μαρτυρίες, αρχειακό υλικό και προφορικές συνεντεύξεις με επιζώντες αγωνιστές της ΟΠΛΑ, παρουσιάζει αναλυτικά την κλιμάκωση της ένοπλης δράσης μέσα στην κατεχόμενη πρωτεύουσα από την περιφρούρηση των λαϊκών κινητοποιήσεων, στην προσπάθεια να χτυπηθούν οι συνεργάτες των Γερμανών, ιδίως από τη στιγμή που σταδιακά διαμορφωνόταν ένα ολόκληρο πλέγμα ένοπλων μηχανισμών με το βλέμμα στραμμένο όχι μόνο στη διατήρηση του κατοχικού μηχανισμού αλλά και στο συσχετισμό δύναμης μετά την Απελευθέρωση.
Αυτό που βγαίνει σαν εικόνα είναι ακριβώς μια εκτεταμένη και ηρωική ένοπλη πάλη, που, σε πείσμα της εικόνας μιας «αδελφοκτόνου» σύγκρουσης, δεν ήταν απλώς μια μάχη πολιτικών παρατάξεων, αλλά και μια μάχη ανάμεσα στην εργατική, φτωχή και λαϊκή Αθήνα και όλα τα κοινωνικά στηρίγματα των αστικών δυνάμεων. Η βία που αυτή η σύγκρουση περιείχε δεν είχε καμιά σχέση με την ταύτιση «ερυθρής» και «μαύρης» βίας στην οποία έχει στηριχτεί ο ιστορικός αναθεωρητισμός του Καλύβα και του Μαραντζίδη, ήταν βία λαϊκή και επαναστατική, αναγκαστικά προσαρμοσμένη στη λογική «χτύπημα το χτύπημα», με συνειδητό στόχο την τρομοκράτηση των αντιπάλων, αλλά και στην ουσία της νομιμοποιημένη στα μάτια ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων που έζησαν ταυτόχρονα τη μάχη της επιβίωσης από τη μία, και τη φρίκη των «μπλόκων» από την άλλη.
Σε κάθε περίπτωση, έχουμε να κάνουμε με μια σημαντική μελέτη η οποία έχει πολλά να προσφέρει στην κατανόηση των πολιτικών και κοινωνικών δυναμικών που αναπτύχθηκαν στην Κατοχή, και η οποία, σε μια εποχή που επιστρέφει το αποκρουστικό πρόσωπο του φασισμού, μας θυμίζει ότι υπήρξαν εποχές που το «τιμωρό χέρι του λαού» μπορούσε να δίνει αποτελεσματικές απαντήσεις.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ