ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ


Henri Lefebvre

Η εισβολή του Μάη


ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΚΤΟΣ ΓΡΑΜΜΗΣ


Το κίνημα για ζωτικό χώρο ενάντια στον αγώνα για αναγνώριση ταυτοτήτων
ΘΕΩΡΙΑ |
Δευ, 19/10/2015 - 13:24

Το κίνημα για ζωτικό χώρο ενάντια στον αγώνα για αναγνώριση ταυτοτήτων


Στη δεκαετία του 1970 ο αγώνας για τα δικαιώματα των γυναικών και οι περισσότερες εκδοχές του ριζοσπαστικού φεμινιστικού κινήματος στη Δυτική Ευρώπη και στις ΗΠΑ ανέπτυξαν στον λόγο και στη δράση τους μια πλήρη αντίθεση στους κρατικούς θεσμούς, θεωρώντας τους μηχανισμούς πατριαρχίας και αποκλεισμού των γυναικών από τη δημόσια ζωή.

Με την παρουσία τους διακριτή από το κράτος αλλά και από τα πολιτικά κόμματα και τα εργατικά συνδικάτα, δεν διεκδίκησαν να επηρεάσουν το κράτος και τις πολιτικές του, αλλά να τροποποιήσουν τις κυρίαρχες κοινωνικά απόψεις για το φύλο και τον ρόλο των γυναικών. Στις δεκαετίες του ’80 και του ’90 τα φεμινιστικά αιτήματα, ιδίως στην Ευρώπη, στόχευαν τους κρατικούς, πολιτικούς και εργατικούς θεσμούς, διεκδικώντας τη συμμετοχή των γυναικών στα κέντρα λήψης των αποφάσεων και θεωρώντας ότι ένα είδος θεσμοθετημένου φεμινισμού μπορεί να είναι αποτελεσματικό. Στην Ελλάδα η πορεία αυτή εμφάνισε μια χρονική υστέρηση λόγω της δικτατορίας, αλλά, τηρουμένων των αναλογιών, είχε ανάλογη εξέλιξη.

Μπορούμε να προσεγγίσουμε και να αναλύσουμε τις μεταλλαγές του κράτους υπό τους όρους της παγκοσμιοποίησης και σε συνθήκες πολιτικής κυριαρχίας του νεοφιλελευθερισμού από την οπτική του φύλου;

 

Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης

Τα εθνικά κράτη διεθνοποιούνται και αποεθνικοποιούνται, αλλάζουν μορφή και λειτουργίες και σε εθνικό και σε διεθνές επίπεδο· και τα επίπεδα αυτά σήμερα διαπλέκονται σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι στο παρελθόν. Τούτες οι αλλαγές στις μορφές και στις λειτουργίες των κρατών μπορεί να θεωρηθούν και πρόκληση για τα γυναικεία κινήματα, τις γυναικείες πολιτικές και τον θεσμοποιημένο φεμινισμό (αν έτσι μπορεί να ονομαστεί η πολιτική και οι δραστηριότητες των γραφείων και των επιτροπών ισότητας κρατικών και αυτοδιοικητικών οργανισμών, κομμάτων και συνδικάτων): με την έννοια ότι οι αλλαγές αυτές μπορεί να αποτελέσουν ευκαιρίες για κατακτήσεις ή αιτίες οπισθοχώρησης στις πολιτικές ισότητας, έως και αποκατάστασης ή επαναφοράς παρωχημένων πατριαρχικών δομών. Αντίστοιχα, τα γυναικεία κινήματα μέσα από τις αλλαγές αυτές μπορεί θα ενισχυθούν ή να αποδυναμωθούν, αφού χωρίς αμφιβολία οι κοινωνικοί αγώνες και οι πολιτικοί συμβιβασμοί για τις σχέσεις και τα όρια κρατών και αγορών, παραγωγής και αναπαραγωγής, δημοσίου και ιδιωτικού, ενέχουν έμφυλη διάσταση.

Ποια μπορεί να είναι η έκβαση της στενής διαπλοκής αγοράς και κράτους στην εποχή της παγκοσμιοποίησης της αγοράς και της διεθνοποίησης του κράτους; Θα διευρυνθεί η συμμετοχή των γυναικών στους θεσμούς και τα κέντρα λήψης αποφάσεων και, ακόμα παραπέρα, θα είναι πλέον σε θέση τα θεσμοθετημένα γραφεία και οι επιτροπές ισότητας να διαμεσολαβούν τα αιτήματα των αυτόνομων γυναικείων κινημάτων ή των παλιών και νέων γυναικείων συλλογικοτήτων, επηρεάζοντας τις κρατικές πολιτικές; Η διεθνοποίηση, δηλαδή η μεταφορά αρμοδιοτήτων των εθνικών κρατών σε υπερεθνικούς οργανισμούς και διεθνείς ενώσεις –Ε.Ε., ΟΗΕ– έχει αποτέλεσμα τον πολλαπλασιασμό ή την υβριδική μορφή εθνικών νόμων, κανονισμών, αποφάσεων διεθνών δικαστηρίων, διακρατικών συμφωνιών κ.λπ., θέτοντας διαρκώς το ζήτημα της μεταφοράς τους σε ένα κράτος υπό διαρκή μετασχηματισμό, με δεδομένο ότι οι περισσότερες από τις αποφάσεις αυτές απαιτούν εθνική επικύρωση. Οι πολιτικές για την ισότητα των φύλων παγιδεύονται πολλές φορές ανάμεσα σε αυτά τα επίπεδα, γιατί ακριβώς δεν υπάρχει ένα σαφές δίκτυο επικοινωνίας και πολιτικής συνεργασίας των τοπικών, των εθνικών και των διεθνικών γραφείων και επιτροπών ισότητας, το οποίο να προωθεί και να διευκολύνει τη διαμόρφωση και την εφαρμογή των διεθνικών αποφάσεων, χωρίς να αλλοιώνει τον τοπικό ή εθνικό χαρακτήρα των γυναικείων προβλημάτων. Με ποιους τρόπους τα τοπικά και εθνικά θεσμοθετημένα γραφεία ισότητας, και αντίστοιχα τα εθνικά γυναικεία κινήματα, θα συναρθρωθούν με τα διεθνικά ή υπερεθνικά όργανα προώθησης της ισότητας και τα αντίστοιχα κινήματα; Υπάρχει βέβαια και ένα παράλληλο ερώτημα: Ποιες γυναίκες εκπροσωπούνται και από ποιους θεσμούς, από την άποψη της εθνικότητας και της κοινωνικής τάξης σε αυτή τη διεθνοποιημένη πραγματικότητα;

 

Δομικές αλλαγές στο εσωτερικό του κράτους

Στο εσωτερικό των κρατικών μηχανισμών εξελίσσονται δομικές αλλαγές δύο τύπων. Ο ένας τύπος περιλαμβάνει τις διάφορες μορφές αποκέντρωσης και μεταφοράς κρατικών αρμοδιοτήτων και κεντρικών μορφών λήψης αποφάσεων σε τοπικά ή περιφερειακά όργανα (στην περίπτωση της Ελλάδας η διοικητική αναδιάρθρωση «Καποδίστριας» και το σχέδιο «Καλλικράτης», φαινόμενο το οποίο αποτυπώνει τις νέες μορφές κοινωνικών ισορροπιών και πολιτικών σχέσεων στους κρατικούς θεσμούς), ενώ ένας δεύτερος τύπος αλλαγών περιλαμβάνει κάθε μορφή μεταφοράς αρμοδιοτήτων λήψης αποφάσεων από εκλεγμένα όργανα σε εκτελεστικές επιτροπές, διορισμένες ομάδες ειδικών εμπειρογνωμόνων και νομικά σώματα, φαινόμενο χαρακτηριστικό της αποδυνάμωσης του κράτους κατά τις απαιτήσεις της αγοράς.

Δημιουργούν οι διάφορες μορφές αποκέντρωσης νέες πολιτικές ευκαιρίες οργάνωσης, συμμετοχής και δράσης των γυναικών, με δεδομένη την όποια μέχρι σήμερα αποτίμηση της ποσόστωσης μεταξύ ανδρών και γυναικών στις δημοτικές και βουλευτικές εκλογές; Κυρίως όμως, διευκολύνει ή δυσχεραίνει η αποκέντρωση την ανάδειξη νέων ζητημάτων και ευκαιριών των γυναικείων κινημάτων και οργανώσεων ή εκ των πραγμάτων αποδυναμώνει τον όποιο θετικό ρόλο των γραφείων και των επιτροπών ισότητας, χωρίς να μεταφέρει σε τοπικό ή περιφερειακό επίπεδο τις σημερινές δυνατότητες παρέμβασής τους; Αντίστοιχα, η αντικατάσταση εκλεγμένων οργάνων από διοικητικές, νομικές και εκτελεστικές επιτροπές, επηρεάζει θετικά ή αρνητικά τα φεμινιστικά κινήματα και τα γυναικεία αιτήματα;

Τα ερωτήματα αυτά, μεταξύ άλλων και μάλλον πολλών, αποτελούν κομβικά σημεία μιας αιτούμενης φεμινιστικής ανάλυσης των κρατικών μετασχηματισμών και μιας προσέγγισης αυτού που ονομάζουμε «θεσμικό φεμινισμό». Από το φεμινιστικό κίνημα της δεκαετίας του ’70 στον θεσμοθετημένο φεμινισμό της δεκαετίας του ’90 και στην πολιτική και κοινωνική ρευστότητα του σήμερα πλήθος ερωτήματα για τα τις πολιτικές της ισότητας του φύλου αναζητά απαντήσεις.

 

Η νέα σύγχρονη οπτική του gender και η θεωρία της κλίμακας

Η φεμινιστική κριτική της ορθολογικότητας, ακολουθώντας την εξέλιξη της φεμινιστικής σκέψης, αρχικά υπεραμύνθηκε της ικανότητας των γυναικών να είναι εξίσου ευφυείς και ορθολογικές με τους άνδρες. Σταδιακά, ωστόσο, η οπτική αυτή εγκαταλείφθηκε ως προσχώρηση των γυναικών στα ανδρικά πρότυπα, και οι φεμινίστριες στράφηκαν στην ιδιαιτερότητα της γυναικείας σκέψης και των γυναικείων εμπειριών. Ενδεικτικό του ρεύματος αυτού, που έλαβε τον τίτλο «φεμινισμός της διαφοράς», είναι το έργο In a Different Voice της Κάρολ Κίλλιγκαν. Η Κίλλιγκαν υποστηρίζει ότι η συμμετοχή των γυναικών σε δραστηριότητες σχετικές με τη μέριμνα οδηγεί σε εμπειρικά αναγνωρίσιμες διαφορές στον τρόπο με τον οποίο οι γυναίκες και οι άνδρες σκέφτονται και αναπτύσσουν τις ηθικές απόψεις τους για τον κόσμο.

Όπως γράφει χαρακτηριστικά η Κίλιγγκαν: «Έτσι, οι γυναίκες διαμορφώνουν μια διαφορετική αίσθηση της εμπειρίας, η οποία βασίζεται στη γνώση των διανθρώπινων σχέσεων. Καθώς οι γυναίκες βιώνουν την πραγματικότητα της σχέσης ως κατάσταση δεδομένη και όχι ως ελεύθερη σύμβαση, οι σκέψεις τους για τη ζωή αντικατοπτρίζουν τα όρια της αυτονομίας και του ελέγχου. Κατά συνέπεια, η ηθική ανάπτυξη των γυναικών χαράσσει το μονοπάτι όχι μόνο προς μια λιγότερο βίαιη ζωή, αλλά και προς μια ωριμότητα που εκδηλώνεται μέσω της αλληλεξάρτησης και της φροντίδας». Από το ίδιο μετερίζι η Βιρτζίνια Χελντ υπογραμμίζει ότι «ενώ μια ηθική της δικαιοσύνης αναζητά μια δίκαιη λύση ανάμεσα στα ανταγωνιστικά συμφέροντα και τα δικαιώματα των ατόμων, μια ηθική της μέριμνας βλέπει τα συμφέροντα όσων μεριμνούν και όσων απολαμβάνουν τη μέριμνα μάλλον ως αλληλένδετα και όχι ως ανταγωνιστικά. Ενώ η δικαιοσύνη προστατεύει την ισότητα και την ελευθερία, η μέριμνα ενισχύει τους κοινωνικούς δεσμούς και τη συνεργασία».

 

Η δόμηση της ταυτότητας του φύλου

Σύμφωνα με τις βιολογικές εξηγήσεις του Σάιμον Λε Βέυ, η δομή του υποθαλάμου διαφέρει ανάμεσα σε ετεροφυλόφιλους και ομοφυλόφιλους άνδρες. Ωστόσο το ερώτημα γιατί υφίσταται αυτή η διαφορά και πως επηρεάζει τον φυλετικό προσανατολισμό, παραμένει αναπάντητο. Καταρχήν το παιδί κατασκευάζει τη σεξουαλικότητά του βασισμένη στη σχέση του με τους γονείς. Εν συνεχεία σχηματίζεται η σωματική γνωριμία του Εγώ, αντιλαμβανόμενη την ψυχοσωματική ύπαρξη ως ενότητα που στηρίζει τη σκέψη της σε σχηματική βάση. Κατόπιν ορισμένοι παράγοντες που λειτουργούν με αλληλεπιδρώντες κανόνες όπως η παρατήρηση, η συνταύτιση, η αποζημίωση και η τιμωρία, παίζουν σημαντικό ρόλο στο σχηματισμό του φύλου (Ψυχοπαιδαγωγική Εγκυκλοπαίδεια, 1991).

 

Ταυτότητα και πολιτικές της ταυτότητας

Γιατί το θέμα της ταυτότητας έχει γίνει τόσο προβληματικό στη φεμινιστική θεωρία και πρακτική; Γιατί έχει ασκηθεί τόσο ευρεία κριτική στην ταυτότητα, γιατί έχει εξυβριστεί από φεμινίστριες πολλών διαφορετικών αντιλήψεων; Γιατί τα ζητήματα που εγείρονται από την ταυτότητα και οι πολιτικές της ταυτότητας μοιάζουν τόσο ατίθασα, γιατί αποτυγχάνουν να ενδώσουν σε οποιαδήποτε από τις πολλές λύσεις που έχουν προταθεί για να τα επιλύσουν; Παρά την πάνω από μια δεκαετία συζήτηση, τα προβλήματα που εγείρονται από την ταυτότητα και τις πολιτικές της ταυτότητας, μακράν του να εξαφανίζονται, γίνονται κάτι σαν εμμονή για τις φεμινίστριες.

Το γιατί έχει έτσι η κατάσταση δεν είναι άμεσα εμφανές. Οι πολιτικές της ταυτότητας, παρομοίως, φαίνεται να αποτελούν το απαραίτητο αντίδοτο για τα προβλήματα που έχουν αντιμετωπίσει οι γυναίκες στο πολιτικό πεδίο. Ο φεμινισμός του πρώτου κύματος, δίνοντας έμφαση στην ισότητα των ανδρών και των γυναικών, απευθύνθηκε στο πρόβλημα της πολιτικής ταυτότητας των γυναικών επιχειρώντας να χωρέσει τις γυναίκες στην παγκόσμια κατηγορία του «πολίτη». Η ανακάλυψη του δεύτερου κύματος του φεμινισμού ότι αυτή η κατηγορία ήταν μάλλον εγγενώς παρά συμπτωματικά αρρενωπή ακύρωσε αποτελεσματικά τη στρατηγική αυτή. Αλλά η λύση που προσέφερε ο φεμινισμός του δεύτερου κύματος, δίνοντας έμφαση στις διαφορές ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες και ορίζοντας τις φεμινιστικές πολιτικές με τους όρους της παγκόσμιας κατηγορίας «γυναίκα», απεδείχθη εξίσου ελαττωματική. Η κατηγορία της «γυναίκας» διατήρησε την ηγεμονία της λευκής, μεσαίας τάξης, ετεροσεξουαλικής γυναίκας, ξαποστέλνοντας τις άλλες γυναίκες στα όρια των φεμινιστικών πολιτικών.

Από τη σκοπιά αυτή η έλευση των πολιτικών της ταυτότητας φάνηκε να είναι η τέλεια λύση για τις φεμινιστικές πολιτικές. Οι πολιτικές της ταυτότητας προσφέρουν πληθώρα ταυτοτήτων από τις οποίες οι γυναίκες μπορούν να διαλέξουν. Αντί να περιορίζονται σε μια γενική και αναγκαστικά ιεραρχική κατηγορία «γυναίκα», οι γυναίκες μπορούν να διαλέξουν μια ταυτότητα που να τους ταιριάζει, μια που να αντηχεί την ιδιαίτερη κατάστασή τους. Οι πολιτικές της ταυτότητας έχουν ξεπεράσει τις ομογενοποιητικές τάσεις του δεύτερου κύματος του φεμινισμού αναγνωρίζοντας τις διαφορές ανάμεσα στις γυναίκες και, πιο σημαντικά, επιτιθέμενες στην ιεραρχία που συγκαλύπτεται πίσω από την έννοια «γυναίκα».

Η υπόσχεση που ακολουθεί τη νέα φεμινιστική θεωρία της ταυτότητας και τις φεμινιστικές πολιτικές της ταυτότητας, ωστόσο, δεν έχει υλοποιηθεί. Πολλές φεμινίστριες έχουν υποστηρίξει ότι η θεωρία της ταυτότητας της Μπάτλερ φτάνει μέχρι την αποσταθεροποίηση της ταυτότητας. Αλλά το ποιο ακριβώς είναι το πρόβλημα με τη θεωρία της Μπάτλερ και με τι θα μπορούσαμε να την αντικαταστήσουμε παραμένει ασαφές. Οι πολιτικές της ταυτότητας σαν στρατηγική για την πολιτική ενίσχυση των γυναικών έχουν επίσης υποστεί ευρεία κριτική. Παρά τις κριτικές αυτές, ωστόσο, πολλές φεμινίστριες είναι επιφυλακτικές στο να εγκαταλείψουν εντελώς αυτή τη στρατηγική, επειδή φαίνεται να αποτελεί απαραίτητο όχημα για το πολυποίκιλο σύνολο γυναικών στο πολιτικό πεδίο.

Πεποίθησή μου είναι ότι αυτό το αδιέξοδο είναι αποτέλεσμα δυο θεμελιωδών προβλημάτων. Πρώτον, η θεωρία της ταυτότητας που προωθεί η Μπάτλερ και διαμορφώνει τη βάση πολλών φεμινιστικών κριτικών των πολιτικών της ταυτότητας κείται πάνω σε μια υποκείμενη παρεξήγηση: ότι δεν υπάρχει ενδιάμεσο έδαφος μεταξύ του μεταφυσικού υποκειμένου του μοντερνισμού από τη μία και της πλήρους αποδόμησης της ταυτότητας από την άλλη. Στον ζήλο της να αποδομήσει το υποκείμενο του μοντερνισμού, η Μπάτλερ ενστερνίζεται το εκ διαμέτρου αντίθετό του: το υποκείμενο ως φανταστική κατασκευή, φαντασία, παιχνίδι. Υποστηρίζω ότι αυτή είναι μια λαθεμένη αντίθεση και ότι ένα ενδιάμεσο έδαφος για την ταυτότητα είναι και εφικτό και απαραίτητο. Η θέση μου είναι ότι η ταυτότητα μπορεί και πρέπει να οριστεί ως έχουσα ένα σταθερό έδαφος, αυτό που ονομάζω ένα μη γειωμένο έδαφος (ungrounded ground), αλλά ότι ο ορισμός αυτός δεν προϋποθέτει το μεταφυσικό φορτίο του υποκειμένου του μοντερνισμού. Το δεύτερο πρόβλημα στη συζήτηση σχετικά με την ταυτότητα και τις πολιτικές της ταυτότητας σχετίζεται και με το υποκείμενο του μοντερνισμού. Το υποκείμενο του μοντερνισμού που η Μπάτλερ απορρίπτει είναι ορθολογικό, αυτόνομο και, πιο σημαντικά, αποσωματοποιημένο. Στο πολιτικό πεδίο αυτό το υποκείμενο μεταφράζεται στον «παγκόσμιο πολίτη» ο οποίος δεν έχει φυλή, τάξη, φύλο, ή πολιτισμό. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, αυτός ο παγκόσμιος πολίτης έχει μια πολύ διακριτή ταυτότητα –λευκός άνδρας, ιδιοκτήτης, της λοκιανής παράδοσης– και αυτή η συγκεκριμένη ταυτότητα είναι προϋπόθεση για την πολιτική συμμετοχή. Αυτή η ταυτότητα είναι που έχει δημιουργήσει το πρόβλημα που προσπαθούν να αντιμετωπίσουν οι πολιτικές της ταυτότητας. Η θέση μου είναι ότι το αντίδοτο σε αυτές τις πολιτικές δεν είναι μια εξάπλωση πολλαπλών ταυτοτήτων στην πολιτική αλλά, μάλλον, η αφαίρεση της ταυτότητας εντελώς από τη σφαίρα της πολιτικής.

Δε θα είμαστε σε θέση να προχωρήσουμε πέρα από τα προβλήματα που έχουν δημιουργήσει το παρόν φεμινιστικό αδιέξοδο όσον αφορά την ταυτότητα και τις πολιτικές της ταυτότητας, εκτός κι αν κατανοήσουμε τις ρίζες των προβλημάτων αυτών. Σκοπός μου είναι στην ακόλουθη κριτική της θεωρίας της ταυτότητας της Μπάτλερ και των κριτικών των πολιτικών της ταυτότητας είναι τόσο να αποκαλύψω τις ρίζες αυτές όσο και να προτείνω εναλλακτικές. Η θέση μου για, πρώτον, ένα ενδιάμεσο έδαφος όσον αφορά την έννοια της ταυτότητας και, δεύτερον, μια πολιτική πέρα από την ταυτότητα ενισχύεται από την πεποίθηση ότι οι φεμινίστριες πρέπει να υπερβούν μάλλον παρά να αντικαταστήσουν τα λάθη της ταυτότητας.

 

Πράττοντες και πράξεις: Η θεωρία της ταυτότητας της Μπάτλερ

Το να πούμε ότι το Αναταραχή φύλου της Τζούντιθ Μπάτλερ άλλαξε το θεωρητικό τοπίο των φεμινιστικών θεωριών της ταυτότητας είναι λίγο· είναι πιο ακριβές το να πούμε ότι από το Αναταραχή φύλου και μετά, οποιαδήποτε φεμινιστική ανάλυση της ταυτότητας πρέπει να συνεκτιμήσει τη θεωρία της Μπάτλερ. Είναι προφανές, επιπλέον, ότι το να αλλάξει πλήρως τις φεμινιστικές θεωρίες της ταυτότητας και τη φεμινιστική πρακτική των πολιτικών της ταυτότητας ήταν ακριβώς η πρόθεση της Μπάτλερ. Οι πρώτες σελίδες του Αναταραχή φύλου κάνουν ξεκάθαρο το ότι αντικείμενα της κριτικής της Μπάτλερ είναι η ταυτότητα «γυναίκα» και τα είδη της πολιτικής που διαμορφώνονται από την ταυτότητα αυτή. Ειδικά, πρόθεσή της είναι να αποκαλύψει την ευαλωτότητα της πρώτης και, ακολούθως, τη ματαιότητα των δεύτερων. Στην κριτική μου για την Μπάτλερ, πρόθεσή μου είναι να δείξω ότι η έννοια της ταυτότητας φύλου την οποία προτείνει σαν εναλλακτική στη «γυναίκα» είναι τόσο προβληματική όσο και η πρωτότυπη έννοια και, ακολούθως, ότι η έννοια της αντίστασης την οποία υποστηρίζει σαν αντίθετη στις πολιτικές της ταυτότητας είναι εξίσου προβληματική.

Το αντικείμενο της κριτικής της ταυτότητας που κάνει η Μπάτλερ είναι το υποκείμενο του μοντερνισμού, ένα υποκείμενο που ορίζεται ως συντελούμενο από μια αμετάβλητη ουσία, μια πυρηνική ταυτότητα. Η κεντρική της θέση είναι ότι τα κλειδιά σε αυτή την αμετάβλητη ταυτότητα είναι οι σταθεροποιητικές έννοιες του βιολογικού φύλου (sex), του φύλου (gender), και της σεξουαλικότητας. Ενάντια σε αυτή τη σύλληψη της ταυτότητας του υποκειμένου η Μπάτλερ προσφέρει πλήθος επιχειρήματα. Πρώτον, ισχυρίζεται ότι το υποκείμενο του μοντερνισμού κείται πάνω σε ένα οντολογικό λάθος. Δεν υπάρχει, υποστηρίζει, καμία «αμετάβλητη ουσία» που να ονομάζεται «άνδρας» ή «γυναίκα», αλλά μάλλον οι ταυτότητες αυτές παράγονται μέσα από την εξαναγκαστική διευθέτηση (κάποιων) χαρακτηριστικών σε συμπαγείς ακολουθίες του φύλου. Η οντολογική υπόθεση του υποκειμένου του μοντερνισμού, επομένως, είναι λαθεμένη: δεν υπάρχει κανένα «εκεί» εκεί: «Δεν υπάρχει κανένα φύλο πίσω από τις εκφράσεις του φύλου»· το έμφυλο σώμα «δεν έχει κανένα οντολογικό καθεστώς πέρα από τις ποικίλες πράξεις που συντελούν την πραγματικότητά του».

Το δεύτερο επιχείρημα της Μπάτλερ είναι ότι αυτή η οντολογική φανταστική κατασκευή, η ταυτότητα «γυναίκα», συγκαλύπτει τις πράξεις μέσα από της οποίες συντελείται. Η υπόθεση ότι η «γυναίκα» είναι μια σταθερή οντότητα, με άλλα λόγια, μας τυφλώνει ως προς τη σύσταση αυτής της οντότητας· τη βλέπει αντίθετα ως «φυσική». Ενάντια σε αυτό, η Μπάτλερ υποστηρίζει ότι στόχος της είναι να παραγάγει μια «γενεαλογία του φύλου» που να αποκαλύπτει τις ενδεχόμενες πράξεις που συνιστούν την εμφάνιση της φυσικής αναγκαιότητας. Αν η «αμετάβλητη ουσία» «άνδρας» ή «γυναίκα» παράγεται μέσα από την εξαναγκαστική διευθέτηση χαρακτηριστικών σε συμπαγείς ακολουθίες του φύλου, τότε η Μπάτλερ θέλει να αποκαλύψει την πηγή της εξαναγκαστικότητας πίσω από αυτή τη διαδικασία.

 

Ταυτότητα: Το μη γειωμένο έδαφος

Στόχος μου σε ότι ακολουθεί είναι να βρω έναν τρόπο εξόδου από αυτό το αδιέξοδο ορίζοντας ένα υποκείμενο που θα αποφεύγει τις πολικές αντιθέσεις του μοντέρνου, ουσιοκρατικού υποκειμένου, από τη μια, και του φανταστικού υποκειμένου από την άλλη. Στρατηγική μου είναι να υποστηρίξω τη δυνατότητα ενός ενδιάμεσου εδάφους στην θέσμιση του υποκειμένου, ενός πράττοντος ο οποίος δεν είναι ούτε ουσιώδης ούτε ενσάρκωση μια παγκόσμιας ουσίας, αλλά παρόλα αυτά διαθέτει μια σταθερή αντίληψη του εαυτού. Το επιχείρημά μου είναι ότι αυτό που λείπει στη συζήτηση σχετικά με την ταυτότητα είναι η έννοια ενός εαυτού που να αποτελεί ένα μη γειωμένο έδαφος.

Η Μπάτλερ και οι άλλοι θεωρητικοί οι οποίοι ορίζουν την ταυτότητα σαν φανταστική κατασκευή καταλήγουν να αρνούνται ένα απαραίτητο συστατικό της συγκρότησης (της αίσθησης) του εαυτού: μια σταθερή αίσθηση του εαυτού η οποία παρέχει τη βάση από την οποία λαμβάνονται οι αποφάσεις. Υποστήριξα παραπάνω ότι τόσο η Μπάτλερ όσο και ο Κόνολι υπαινίσσονται την αναγκαιότητα ενός τέτοιου υποκειμένου. Αλλά και οι δύο θεωρητικοί είναι τόσο απασχολημένοι με τους κινδύνους της καθήλωσης των ταυτοτήτων ώστε αγνοούν τους κινδύνους της άρνησης αυτού του εαυτού. Ενάντια και στους δυο θα ήθελα να υποστηρίξω ότι οι κίνδυνοι του να αγνοούμε αυτόν τον πυκνό εαυτό, το αναγκαίο λάθος της ταυτότητας, είναι εξίσου μεγάλοι όσο και ο κίνδυνος της καθήλωσης των ταυτοτήτων.

Η φιλολογία της ταυτότητας και των πολιτικών της ταυτότητας δεν έχει πολλά να πει για τον κίνδυνο αυτό. Μια από τις λίγες εξαιρέσεις σε αυτόν τον κανόνα, το Διαλυμένοι εαυτοί του Τζέιμς Γκλας (1993), σπάνια αναφέρεται στις συζητήσεις που περιστρέφονται γύρω από την ταυτότητα. Ο Γκλας υποστηρίζει ότι η μεταμοντέρνα αντίληψη του εαυτού και της ταυτότητας είναι επικίνδυνη, με την έννοια του ότι περιγράφει τους κατακερματισμένους, διαλυμένους εαυτούς της διαταραχής της πολλαπλής προσωπικότητας. Το επιχείρημά του προσανατολίζεται ειδικά ενάντια στους μεταμοντέρνους θεωρητικούς οι οποίοι συνηγορούν υπέρ μιας παιγνιώδους, δημιουργικής προσέγγισης της ταυτότητας και, πιο σημαντικά, ορίζουν τη σχιζοφρένεια και τις πολλαπλές προσωπικότητες σαν απελευθερωτικές αποδομήσεις της ταυτότητας. Ενάντια σε αυτό, ο Γκλας υποστηρίζει ότι οι κατακερματισμένες, διαλυμένες ταυτότητες αποτελούν ενδείξεις πόνου, και όχι απελευθέρωσης. Σχολιάζοντας σχετικά με ένα θύμα πολλαπλών προσωπικοτήτων, υποστηρίζει: «Η δική της εμπειρία δεν είναι απελευθερωτική, παιγνιώδης· οι πολλαπλές της πραγματικότητες εξολοθρεύουν τη συναισθηματική δυνατότητα του εαυτού, καταστρέφουν τα ψυχολογικά θεμέλια της συναίνεσης, διαλύουν τις κοινές εμπειρίες της ιστορικής γνώσης».

 

Πέρα από την ταυτότητα: Από την ταυτότητα στην ταύτιση

Το επιχείρημά μου λοιπόν όσον αφορά τις φεμινιστικές θεωρίες της ταυτότητας είναι ότι χρειαζόμαστε μια έννοια με περισσότερη ουσία από ότι μας έχουν παρέχει οι μεταμοντερνιστές. Το επιχείρημά μου αναφορικά με τις πολιτικές της ταυτότητας θα φαίνεται, αντιμέτωπο με αυτές, αντιφατικό. Υποστηρίζω ότι οι πολιτικές της ταυτότητας έχουν πολύ ταυτότητα μέσα τους και ότι πρέπει να περάσουμε σε μια πολιτική πέρα από την ταυτότητα. Αυτή η αντίφαση, ωστόσο, είναι μόνο φαινομενική. Και τα δυο προβλήματα έχουν την ίδια πηγή: μια τοποθετημένη σε λάθος θέση προσκόλληση στο υποκείμενο του μοντερνισμού. Το πρόβλημα με τη μεταμοντέρνα έννοια της ταυτότητας την οποία υπερασπίζονται η Μπάτλερ και οι άλλοι είναι ότι υιοθετεί το εκ διαμέτρου αντίθετο ως προς το υποκείμενο του μοντερνισμού και έτσι περιορίζεται από αυτή την έννοια. Παρομοίως, θα υποστηρίξω ότι η κυριαρχία του υποκειμένου του μοντερνισμού στη φιλελεύθερη πολιτεία είναι που έχει δημιουργήσει τα προβλήματα που περιβάλουν τις πολιτικές της ταυτότητας. Οι φεμινίστριες αρχικά ξεκίνησαν το σχέδιο των πολιτικών της ταυτότητας επειδή έβρισκαν τη διαθέσιμη στις γυναίκες πολιτική ταυτότητα ακατάλληλη. Αισθάνονταν αποκλεισμένες από τη φιλελεύθερη πολιτεία, παρά τις αξιώσεις της να συμπεριλάβει όλους τους πολίτες εξίσου. Ήταν μια προσπάθεια να αντιστραφεί αυτός ο αποκλεισμός έτσι ώστε οι γυναίκες στράφηκαν αρχικά στην ταυτότητα «γυναίκα» και αργότερα σε πολλαπλές ταυτότητες. Αυτές οι προσπάθειες επανακαθορισμού της πολιτικής ταυτότητας οδήγησαν σε συγχύσεις και αντιφάσεις και στο παρόν αδιέξοδο πάνω στο ζήτημα των πολιτικών της ταυτότητας.

Αλλά οι πολιτικές της ταυτότητας υπηρέτησαν και έναν χρήσιμο σκοπό. Καθώς ξεδιπλώθηκαν τις πρόσφατες δεκαετίες, οι πολιτικές της ταυτότητας αποκάλυψαν τα μειονεκτήματα του «πολίτη» που αποτελεί το έδαφος της φιλελεύθερης πολιτείας. Πρώτον, έχουν υπογραμμίσει την υποκρισία της αξίωσης για μια παγκόσμια ιθαγένεια, η οποία αξίωση διαμορφώνει τη φιλελεύθερη ιδεολογία. Οι πολιτικές της ταυτότητας, δείχνοντας την αντίσταση σε «άλλους» στην πολιτική αρένα, αποκάλυψε ότι ο παγκόσμιος πολίτης/υποκείμενο δεν είναι τίποτα τέτοιο. Αυτός (sic), είναι μάλλον ο λευκός άνδρας ιδιοκτήτης, προερχόμενος από τον λοκιανό φιλελευθερισμό. Δεύτερον, οι πολιτικές της ταυτότητας έχουν υπογραμμίσει τη θέσμιση του μοντέρνου/φιλελεύθερου υποκειμένου: το ορθολογικό, αυτόνομο ασώματο υποκείμενο της παράδοσης του Διαφωτισμού. Οι πολιτικές της ταυτότητας, αντίθετα, εισάγουν μια άλλη έννοια του υποκειμένου: το σχετικιστικό υποκείμενο που συντελείται από τις κοινωνικές/πολιτισμικές επιδράσεις της ιδιαίτερης κατάστασής του/της. Εντέλει, οι ταυτότητες των πολιτικών της ταυτότητας δεν μπορούν να χωρέσουν στον φιλελευθερισμό γιατί ενσωματώνουν στοιχεία τα οποία το φιλελεύθερο υποκείμενο ορίζει ως εκτός νόμου.Οι δυσκολίες τού να χωρέσουν πολιτικές όπως η καταφατική δράση αναπαριστούν αυτή τη διάσταση. Οι πολίτες δεν πρέπει να έχουν φυλή, τάξη, φύλο· αυτά τα στοιχεία δεν μπορούν να χωρέσουν στη φιλελεύθερη πολιτεία χωρίς να παραβιάζουν τα βασικά της αξιώματα.
Ειρωνικά, επομένως, η εφαρμογή των πολιτικών της ταυτότητας έχει αποκαλύψει το γιατί οι πολιτικές αυτές δεν αποτελούν λύση στα προβλήματα που έχουν αποκαλυφθεί. Αν για τον φιλελευθερισμό η ταυτότητα είναι όντως κεντρική για την πολιτική και η συμμόρφωση σε μια συγκεκριμένη ταυτότητα είναι προϋπόθεση για την πολιτική συμμετοχή, οι πολιτικές της ταυτότητας προσπάθησαν να αλλάξουν αυτή την προϋπόθεση επανακαθορίζοντας ριζικά τον πολίτη. Οι πολιτικές της ταυτότητας όρισαν ένα σύνολο ταυτοτήτων που οι συμμετέχοντες στην πολιτική θα μπορούσαν να υιοθετήσουν. Το λάθος αυτής της στρατηγικής είναι ότι συμμορφώνεται στη φιλελεύθερη/μοντέρνα παράδοση που κάνει μια συγκεκριμένη ταυτότητα απαραίτητη προϋπόθεση για την πολιτική συμμετοχή. Έτσι διαπερνά μάλλον παρά υπερβαίνει τις πολιτικές αυτές.

Σαν αντίβαρο στις πολιτικές αυτές προτείνω μια πολιτική πέρα από την ταυτότητα με μια ριζική έννοια: να αφαιρέσουμε την προϋπόθεση της ταυτότητας πλήρως από την πολιτική. Αυτή η φεμινιστική πολιτική πέρα από την ταυτότητα εμπεριέχει δύο στοιχεία. Πρώτον, συνεπάγεται την αμφισβήτηση των πολιτικών που απαιτούν μια μοναδική ταυτότητα πλήρους ιθαγένειας. Τον ουδέτερο, ασώματο πολίτη του φιλελευθερισμού που συγκαλύπτεται από την ηγεμονία ενός συγκεκριμένου υποκειμένου, το οποίο περιθωριοποιεί αποτελεσματικά τα άλλα υποκείμενα. Θα πρέπει να αποφύγουμε αυτή την ταυτότητα και κάθε προσπάθεια να επιβληθεί μια ταυτότητα η οποία αποκλείει συγκεκριμένες κατηγορίες ατόμων από την πολιτική συμμετοχή. Το δεύτερο στοιχείο της πρότασής μου είναι ότι οι πολιτική συμμετοχή δε θα έπρεπε να στηρίζεται σε καμιά κατανόηση της ταυτότητας, ακόμα κι αν ένα ποικίλο σύνολο ταυτοτήτων είναι διαθέσιμο. Οι παλιές πολιτικές του φιλελευθερισμού/μοντερνισμού είχαν να κάνουν, παρά τις διαμαρτυρίες για το αντίθετο, με την ταυτότητα· οι νέες πολιτικές του φεμινισμού δε θα έπρεπε να το κάνουν αυτό.

Όπως έχει δείξει η εμπειρία των πολιτικών της ταυτότητας, δεν υπάρχει βιώσιμος τρόπος να ορίσουμε την ταυτότητα με πολιτικούς όρους· το να το κάνουμε αυτό αναπόφευκτα οδηγεί στην καθήλωση των ταυτοτήτων. Ο ορισμός των ταυτοτήτων είναι ένας ολισθηρός δρόμος· οποιοσδήποτε ορισμός θα σβήσει τις διαφορές εντός της κατηγορίας που κατασκευάζεται· εντέλει καθένας έχει μια μοναδική ταυτότητα. Το πολιτικό συμπέρασμα για τον φεμινισμό θα πρέπει να είναι μια πολιτική μη ταυτότητας η οποία θα ορίζει την πολιτική με όρους πρακτικής πολιτικής δράσης και θα επιτυχάνει στέρεους πολιτικούς στόχους.

Ένας άλλος τρόπος να τεθούν αυτά τα ζητήματα είναι, πρώτον, αντί να απαιτούμε το ευρύ φάσμα των ταυτοτήτων να αναγνωριστεί πολιτικά, θα έπρεπε αντίθετα να απαιτούμε οι πολιτικοί θεσμοί να πάψουν να αποδίδουν προνόμια στη βάση των ιδιαίτερων ταυτοτήτων. Για αιώνες η φιλελεύθερη πολιτεία απέδιδε προνόμια στη βάση της συμμόρφωσης ως προς ένα συγκεκριμένο υποκείμενο: τον άνδρα, τον λευκό, τον ιδιοκτήτη. Η προσπάθεια να πολεμηθεί αυτό το πράγμα ορίζοντας ένα σύνολο ταυτοτήτων απέτυχε με τους τρόπους που απαριθμήθηκαν παραπάνω. Είναι καιρός να αναγνωρίσουμε ότι αυτή η τακτική χωλαίνει. Δεύτερον, υποστηρίζω ότι μετακινούμαστε από τις πολιτικές της ταυτότητας σε μια πολιτική της ταύτισης. Υποστηρίζω μια πολιτική στην οποία οι πολιτικοί δρώντες ταυτίζονται με συγκεκριμένους πολιτικούς σκοπούς και κινητοποιούνται για να επιτύχουν συγκεκριμένους πολιτικούς στόχους. Οι ταυτίσεις που οι πολιτικοί δρώντες επιλέγουν είναι ριζωμένοι σε στοιχεία της ταυτότητάς τους· οι λόγοι για αυτές τις ταυτίσεις ποικίλουν, αλλά η υιοθέτηση μιας ταύτισης δε συνεπάγεται την καθήλωση του συνόλου της ταυτότητας ενός πολίτη σε μια συγκεκριμένη θέση. Οι πολιτικές του γυναικείου κινήματος αναδεικνύουν αυτό το θέμα. Με μια αυστηρή έννοια, το γυναικείο κίνημα έχει να κάνει με την ταύτιση, όχι με την ταυτότητα. Πολλές οι οποίες κατέχουν την ταυτότητα «γυναίκα» δεν έχουν ταυτιστεί με το γυναικείο κίνημα. Όσες το έχουν κάνει το υποδέχονται σαν μια ταύτιση η οποία αντανακλά ένα συγκεκριμένο στοιχείο της ταυτότητάς τους.

 

Αντί επιλόγου

Ο εγκλωβισμός που παράγεται μέσα στο σύγχρονο αστικό πλαίσιο αυταρχικού καπιταλισμού μετατρέπει τις ταυτότητες (ομοφυλόφιλες ή ετεροφυλόφιλες) σε κελιά. Η σύγχρονη φυλακή του να αναπαράγεις τον κοινωνικό ρόλο του ματσό στρ8 άντρα ή της γραφικής αυταρχικής ομοφυλόφιλης γυναίκας ή οτιδήποτε είναι τόσο εγκλωβιστική όσο και ο συγχρονος καπιταλισμός των καταναλωτικών ταυτοτήτων και του κοινωνιολογικού και συμπεριφορικού εποικοδομήματος που αυτές παράγουν. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι πρέπει να προχωρήσουμε σε ακόμα πιο ριζοσπαστικό φιλελευθερισμό ρευστοποίησης των ταυτοτήτων, αλλά σε ένα κίνημα ζωτικού χώρου της ύπαρξης μας πέρα και έξω από τον καπιταλισμό, πέρα και έξω από την οικογένεια, πέρα και έξω από μια διπολική και ξεπερασμένη διάκριση ομοφυλόφιλου ετεροφυλόφιλου. Αντιθέτως πρέπει να υπάρξει ένα κίνημα για ζωτικό χώρο. Ένα κίνημα που δε θα εγκλωβίζεται στην πατριαρχία αλλά ούτε στη στερεοτυπική αντεστραμμένα σεξιστική αντανάκλαση των προβολών της.

* Το Εκτός Γραμμής, επιθυμώντας να αποτελέσει πεδίο διαλόγου για κρίσιμα ζητήματα σήμερα, φιλοξενεί συνεισφορές και θεωρητικές επεξεργασίες αναφορικά με αυτά, χωρίς οι απόψεις των συγγραφέων να υιοθετούνται απαραίτητα απο τη συντακτική ομάδα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ

ΕΚΤΟΣ ΥΛΗΣ|
30/05/2023 - 12:10

Η Απάντηση στον Τζων Λιούις συνιστά πριν απ’ όλα μια εξαιρετική εισαγωγή στον μαρξισμό του Αλτουσέρ, ένα αλτουσεριανό μανιφέστο.

ΕΚΤΟΣ ΥΛΗΣ|
17/01/2023 - 17:34

Ο Φεμινισμός για το 99%, από τα πιο σημαίνοντα κείμενα του ρεύματος της κοινωνικής αναπαραγωγής, είναι γέννημα-θρέμμα της Παγκόσμιας Φεμινιστικής Απεργίας.

ΘΕΩΡΙΑ|
16/12/2021 - 14:44

Τον Νοέμβριο του 1977, από το βήμα του συνεδρίου που διοργάνωσε στη Βενετία η εφημερίδα Il Manifesto, ο Αλτουσέρ αναφωνεί «Επιτέλους, η κρίση του μαρξισμού!».

ΚΟΙΝΩΝΙΑ/ΚΙΝΗΜΑΤΑ|
09/02/2021 - 16:16

Ένα κίνημα για δημόσιο, δωρεάν και δημοκρατικό πανεπιστήμιο, είναι πρώτα απ’ όλα ένα κίνημα για ανοιχτό πανεπιστήμιο.