1. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος της 5ης Ιούλη αποτέλεσε μια συγκλονιστική απόδειξη των δυναμικών που υπάρχουν μέσα στην ελληνική κοινωνία και των βαθιών κοινωνικών, πολιτικών και ιδεολογικών ρηγμάτων που τη διαπερνούν ως αποτέλεσμα της περιόδου της κρίσης και των μεγάλων κινημάτων που προηγήθηκαν. Η ψήφος στο δημοψήφισμα ήταν μια ψήφος λαϊκή και βαθιά ταξική, μια ψήφος που συμπύκνωσε πραγματική διάθεση σύγκρουσης με τις πολιτικές της καταστροφής.
2. Το ποσοστό συμμετοχής ξεπέρασε αυτό των Ευρωεκλογών και ήταν λίγο μικρότερο από αυτό των εθνικών εκλογών του 2015. Επομένως, είναι ιδιαίτερα υψηλό, ιδίως εάν αναλογιστούμε το πόσο σύντομη ήταν η διαδικασία και τα πρακτικά προβλήματα που μπορεί να υπήρξαν ως προς τις μετακινήσεις. Αυτό σημαίνει ότι ήταν μια στιγμή μεγάλης πολιτικοποίησης και ενεργοποίησης που διαπέρασε το σύνολο της κοινωνίας. Το υψηλό ποσοστό συμμετοχής κάνει ακόμη πιο εντυπωσιακό το ποσοστό που πήρε το ΟΧΙ, κάνοντάς το ένα αποτέλεσμα που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από κανένα.
3. Η δυναμική του ΟΧΙ γίνεται ακόμη πιο εντυπωσιακή, εάν αναλογιστούμε τον πρωτοφανή εκβιασμό που δέχτηκε η ελληνική κοινωνία για να ψηφίσει υπέρ του ΝΑΙ. Δεν ήταν μόνο η ομοφωνία των συστημικών μέσων ενημέρωσης που ξεπέρασαν κάθε όριο ως προς την προπαγάνδα ή η συσπείρωση όλων των συστημικών δυνάμεων. Πάνω από όλα, ήταν ότι ο εκβιασμός δεν ήταν συμβολικός ή ιδεολογικός αλλά πραγματικός, καθώς το δημοψήφισμα έγινε με κλειστές τις τράπεζες και όλη την ταλαιπωρία που έκανε πολύ πιο πραγματικές τις απειλές των Ευρωπαίων και τις αλλεπάλληλες πραξικοπηματικές παρεμβάσεις τους για να επηρεάσουν το αποτέλεσμα. Ούτε μπορεί να υποτιμηθεί η σημασία που είχαν και οι κάθε λογής εργοδοτικοί εκβιασμοί που ξεδιπλώθηκαν. Με αυτά τα δεδομένα είναι σαφές ότι η δυναμική του ΟΧΙ έχει βάθος και αποτυπώνει και πραγματική διάθεση σύγκρουσης και ρήξης. Η δυναμική του ΟΧΙ αποτυπώθηκε και στην εκπληκτική μαζικότητα και παλμό που είχε το συλλαλητήριο της Παρασκευής 3 Ιούλη. Εκεί φάνηκε καθαρά ο τρόπος που ευρύτερα στρώματα αναγνωρίζονταν σε αυτό το αίτημα και στρατεύονταν υπέρ του ΟΧΙ.
4. Η ψήφος στο ΟΧΙ ήταν βαθιά ταξική και αποκάλυπτε τις πραγματικές διαιρετικές γραμμές μέσα στην ελληνική κοινωνία. Στο ΟΧΙ αναγνωρίστηκαν κατεξοχήν οι νέοι, οι εργάτες, οι μισθωτοί, οι άνεργοι, τα κατώτερα εισοδήματα σε αντιδιαστολή με τη συσπείρωση γύρω από το όχι των αστικών στρωμάτων και των ανώτερων μερίδων των νέων μικροαστικών στρωμάτων. Η πόλωση γύρω από ταξικά κριτήρια ήταν πιο έντονη από ό,τι στις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές και με αυτή την έννοια το ΟΧΙ δεν είναι ευθεία αντανάκλαση της αντιμνημονιακής ψήφου στις εκλογές του 2015. Αυτό εξηγεί επίσης και την εσωτερική ταλάντευση εντός του κομματικού οργανισμού του ΣΥΡΙΖΑ, ως αντανάκλαση και της εσωτερικής διαπάλης ανάμεσα στα κοινωνικά στρώματα που πολιτικά αναγνωρίστηκαν σε αυτόν.
5. Η καμπάνια για το ΟΧΙ απελευθέρωσε κοινωνικές και πολιτικές δυναμικές. Για πρώτη φορά ένας κόσμος που είχε να κινητοποιηθεί από την μάχη της ΕΡΤ το καλοκαίρι του 2013 βγήκε στο προσκήνιο, έτρεξε, πάλεψε, άνοιξε συζητήσεις, πήρε πρωτοβουλίες, έδωσε μια μάχη. Έσπασε η μακρά περίοδος της αμηχανίας και του μείγματος μειωμένων προσδοκιών και διάψευσης που είχε κυριαρχήσει μετά τις εκλογές του 2013. Διεκδικήθηκε ξανά η παρουσία στο δρόμο.
6. Το ΟΧΙ εκφράζει μια κοινωνική δυναμική και απαίτηση που υπερβαίνει τα όρια τη διαπραγμάτευσης και τα όρια της τοποθέτησης του ΣΥΡΙΖΑ για λύση εντός της ευρωζώνης. Στην πραγματικότητα, ευρύτερα κοινωνικά κομμάτια είναι έτοιμα να ακολουθήσουν και περισσότερο ριζοσπαστικούς δρόμους, είναι έτοιμα να δουν και το ενδεχόμενο της εξόδου από το ευρώ και της ρήξης με την ΕΕ. Ας μην ξεχνάμε ότι μιλάμε για ένα δημοψήφισμα που έγινε υπό την προπαγάνδα ότι ψήφος στο όχι είναι και ψήφος για ρήξη με το ευρώ και την ΕΕ.
7. Η στάση των Ευρωπαίων σε όλη την περίοδο του δημοψηφίσματος ήταν μια σαφής ένδειξη της βαθιά αντιδημοκρατικής μετάλλαξης και της «Ενωμένης Ευρώπης» και των ευρωπαϊκών συστημικών κομμάτων. Η ΕΕ και οι κυρίαρχες τάξεις στην Ευρώπη είναι αλλεργικές στα δημοψηφίσματα και γενικά απέναντι στις εκφράσεις της λαϊκής κυριαρχίας. Ακόμη περισσότερο, αυτή τη στιγμή για τις ευρωπαϊκές ολιγαρχίες δεν διακυβεύεται απλώς εάν θα συνεχιστούν οι πολιτικές λιτότητας, αλλά εάν θα μπορέσουν να κατοχυρώσουν ότι μπορεί να λειτουργήσει η «ευρωπαϊκή οικονομική διακυβέρνηση», δηλαδή η ικανότητα επιβολής ενός άλλου κοινωνικού και αναπτυξιακού μοντέλου σε μια χώρα, ικανότητα επιβολής που είναι ο πυρήνας του τρέχοντος ηγεμονικού πειθαρχικού νεοφιλελευθερισμού στην ΕΕ. Με αυτή την έννοια, είναι σαφές ότι θα συνεχίσουν στο δρόμο της πίεσης και των εκβιασμών, με βασικό όπλο την απειλή του ακόμη μεγαλύτερου περιορισμού στην πρόσβαση σε ρευστότητα. Με δεδομένη τη συντριπτική ήττα των μνημονιακών δυνάμεων στο δημοψήφισμα που ανέκοψε τα σχέδια για πολιτικές ανατροπές, επιδιώκουν να επικεντρώσουν στο πώς θα επιβάλλουν μια συμφωνία που αντικειμενικά μόνο ως ταπεινωτική μπορεί να χαρακτηριστεί. Άλλωστε, ως προς αυτό δεν έχουν κάποια ιδιαίτερη πίεση ούτε από τους Αμερικανούς που μπορεί να θέλουν να ανακόψουν την Γερμανική ροπή προς την καταστροφική λιτότητα που συμπαρασύρει την παγκόσμια οικονομία σε υφεσιακές κατευθύνσεις, αλλά ταυτόχρονα θέλουν να διατηρηθεί η Ευρωζώνη την οποία θεωρούν ένα κυρίως Γερμανικό πεδίο. Αυτό εξηγεί και γιατί ήταν λανθασμένη η τακτική της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ να επενδύει σε τυχόν διαφοροποιήσεις από τη μεριά των ΗΠΑ.
8. Είναι σαφές ότι για την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ και για τον ίδιο τον Α. Τσίπρα, το δημοψήφισμα δεν αντιμετωπίστηκε ποτέ ως ρήξη αλλά ως διαπραγματευτικός μοχλός πίεσης. Αυτό παρέβλεπε και τη στάση των Ευρωπαίων και τον αντικειμενικό χαρακτήρα ρήξης που είχε μια τέτοιας μορφής αμφισβήτηση της ικανότητας της ΕΕ να επιβάλει πολιτικές και τη δυναμική που θα ξεδιπλωνόταν. Ούτε μπορούμε να παραβλέψουμε ότι στο ίδιο το εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ και των ηγετικών του κλιμακίων στην πραγματικότητα είχαμε και ανοιχτή αμφισβήτηση ακόμη και της επιλογής να γίνει το δημοψήφισμα, όπως εκφράστηκε στη γραμμή π.χ. του Δραγασάκη ή του Σταθάκη για συμφωνία με κάθε κόστος και αποφυγή του δημοψηφίσματος. Αυτό μπορεί να εξηγήσει και τις παλινωδίες μέσα στην ίδια την μάχη του δημοψηφίσματος με τις δηλώσεις για συμφωνία ακόμη και την τελευταία στιγμή ή για ετοιμότητα ακόμη και να ψηφίσουν ναι εάν γίνουν προτάσεις. Οι αντιφάσεις αυτές αποτυπώνουν τα απόλυτα όρια του αριστερού ευρωπαϊσμού και της απροθυμίας σύγκρουσης με την ΕΕ, απροθυμία που απειλεί να ανοίξει δρόμο για ταπεινωτικές υποχωρήσεις. Δείχνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να υπήρξε εκλογικά η βασική έκφραση της αντίθεσης στα μνημόνια αλλά σε κανένα βαθμό δεν έχει εκείνη τη γραμμή που μπορεί να μετασχηματίσει αυτή τη δυναμική σε νικηφόρα κατεύθυνση.
9. Ωστόσο, δεν μπορούμε να υπογραμμίσουμε ότι μέσα στην όξυνση των αντιφάσεων της γραμμής «συμφωνία με κάθε κόστος» και τη διάψευσή της μπροστά στην σκλήρυνση της στάσης των ευρωπαίων, απελευθερώθηκαν και στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ ευρύτερες δυναμικές και καταγράφηκε ένα φάσμα δυνάμεων και απόψεων που είναι έτοιμες να δουν και το ενδεχόμενο μιας ρήξης με την ΕΕ και το ευρώ, φάσμα που υπερβαίνει τα όρια της Αριστερής Πλατφόρμας ή του Αριστερού Ρεύματος, με το τελευταίο μάλιστα να παραμένει σε μια αντιφατική τοποθέτηση ανάμεσα στην επικριτικότητά του για τους χειρισμούς και την επιμονή του σε μια κατεύθυνση κομματικής νομιμοφροσύνης. Αυτό δείχνει τον τρόπο που αντικειμενικά η συγκυρία και τα ερωτήματα που βάζει απελευθερώνουν κοινωνικές και πολιτικές δυναμικές.
10. Η επιλογή του ΚΚΕ σε μια κατεύθυνση άκυρου - αποχής ήταν το αποκορύφωμα μιας κατεύθυνσης αδιέξοδης όπου ο εγκεφαλικός φραστικός αντικαπιταλισμός στην πραγματικότητα συγκαλύπτει μια τοποθέτηση ηττοπαθή και συντηρητική που υποτιμά πλήρως τις δυνατότητες της περιόδου και ακόμη περισσότερο επιθυμεί να τις ανακόψει και να τις υπονομεύσει. Αυτό οδηγεί την ηγεσία του ΚΚΕ σε μια επιλογή που για πρώτη φορά ίσως στην ιστορία του το φέρνει σε τόσο ευθεία σύγκρουση με τις επιλογές και το «ταξικό ένστικτο» των εργατικών και λαϊκών στρωμάτων. Εξ ου και το εξαιρετικά χαμηλό ποσοστό στο οποίο πέρασε η γραμμή στο ακροατήριό του. Δεν είναι τυχαίο, επομένως, ότι φαίνεται ότι ανοίγει και μια περίοδος μεγάλων αντιθέσεων και στο εσωτερικό του, που μπορεί να οδηγήσει και σε ευρύτερες ανακατατάξεις μέσα στο τοπίο της Αριστεράς.
11. Ο χώρος της ευρύτερης αντικαπιταλιστικής και αντι-ΕΕ Αριστεράς, ο χώρος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και της ΜΑΡΣ κατάφερε να δείξει σε αυτή τη μάχη καλά πολιτικά αντανακλαστικά, να πάρει τη σωστή θέση για συμμετοχή στο δημοψήφισμα με τη μεριά του ΟΧΙ, να μπορέσει να επανακατοχυρώσει μια παρουσία σημαντική στα μάτια των λαϊκών τάξεων. Αυτό, όμως, δεν μειώνει την αντιφατικότητα που διαπερνά αυτό το χώρο, στο σύνολο των εκφράσεών του, ανάμεσα στην επιμονή στο μεταβατικό πρόγραμμα, τη γραμμή μαζών, τη λογική της παρέμβασης στο όνομα του ρήγματος και του «παράθυρου ευκαιρίας» που ο ίδιος ο λαϊκός παράγοντας άνοιξε, και από την άλλη ένα φοβικό αριστερισμό που απλώς αναμένει την αναπόφευκτη συνθηκολόγηση για να καταγγείλει. Αυτό φαινόταν και στην ταλάντευση μέσα στην ίδια την προεκλογική εκστρατεία ανάμεσα στην αναγκαία προβολή του «δικού μας όχι», δηλ. της σύνδεσης ανάμεσα στο όχι και το αναγκαίο μεταβατικό πρόγραμμα και από την άλλη μια λογική «διμέτωπου αγώνα» που κυρίως αγχωνόταν να προσθέσει το «ήττα της κυβερνητικής πολιτικής» στο αναγκαίο «όχι στους εκβιασμούς των δανειστών – ρήξη με ΕΕ και ΔΝΤ». Φαινόταν επίσης στην υποτίμηση της κοινής δράσης σε όλα τα επίπεδα μέσα στη μάχη του δημοψηφίσματος.
12. Η ίδια, όμως, η μάχη του δημοψηφίσματος, αλλά και ενωτικές πρακτικές όπως π.χ. οι επιτροπές του ΟΧΙ που φτιάχτηκαν σε ορισμένες περιοχές ή ο τρόπος που σχήματα ή λαϊκές συνελεύσεις λειτούργησαν ως τέτοια οχήματα, έδειξαν ότι υπάρχει ένα ευρύτερο μέτωπο δυνάμεων και ρευμάτων του «όχι μέχρι τέλους» που συσπειρώνεται γύρω από την αναγκαιότητα της ρήξης με ΕΕ και ΔΝΤ, και το οποίο περιλαμβάνει εκτός από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και τη ΜΑΡΣ, ρεύματα και αγωνιστές μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ, ρεύματα διαφοροποίησης μέσα στο ΚΚΕ, αλλά και ανένταχτους αγωνιστές. Αυτό είναι πολύ σημαντικό γιατί αναδεικνύει ευρύτερες δυνατότητες συσπείρωσης και παρέμβασης, ειδικά στην περίοδο που ανοίγεται μπροστά μας και τις προκλήσεις τις οποίες θέτει.
13. Την επαύριον του δημοψηφίσματος η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ έδειξε ότι θέλει να συνεχίσει στην ίδια αδιέξοδη κατεύθυνση της διαπραγμάτευσης μιας συμφωνίας με οδυνηρές παραχωρήσεις στους δανειστές. Αυτό φάνηκε από τις απαράδεκτες δηλώσεις ήδη από το βράδυ του δημοψηφίσματος ότι το ΟΧΙ είναι ΝΑΙ στην ευρωπαϊκή προοπτική, αλλά κυρίως μέσα από την επιλογή να δοθεί τόνος «εθνικής ομοψυχίας» γύρω από το συμβούλιο αρχηγών. Ουσιαστικά, η ηγετική ομάδα εκμεταλλεύεται την πολιτικά κυρίαρχη θέση που έχει και τη βαθιά κρίση των μνημονιακών κομμάτων μετά τη νίκη του ΟΧΙ, με κορυφαίο παράδειγμα την παραίτηση Σαμαρά, για να επικυρώσει την κατεύθυνση της διαπραγμάτευσης και να επιδιώξει κάποιου τύπου συμφωνία. Σε αυτό συντείνουν και κινήσεις όπως η «θυσία» Βαρουφάκη προς κατευνασμό των δανειστών (με ταυτόχρονη τοποθέτηση Τσακαλώτου προς κατευνασμό των πιο αριστερών φωνών), αλλά και ο τρόπος που επαναπροσδιορίστηκαν οι κόκκινες γραμμές. Ωστόσο, αυτό δεν αναιρεί την πιθανότητα η διαπραγμάτευση να φτάσει πάλι σε αδιέξοδο, καθώς δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι οι ευρωπαίοι θα δεχτούν ακόμη και μια συμφωνία που θα περιλαμβάνει τις προτάσεις Γιουνκέρ μαζί με αναδιάρθρωση χρέους. Αυτό σημαίνει ότι το πιο πιθανό θα είναι το σημείο ισορροπίας να είναι μια μεταβατική συμφωνία, με σκληρά μνημονιακά μέτρα, επιπλέον δανεισμό για τα άμεσα και μια υπόσχεση για αναδιάρθρωση χρέους που δεν θα είναι απαραίτητα δεσμευτική (σημειωτέον ότι και η αναδιάρθρωση χρέους που ζητά η κυβέρνηση, δηλ. η παροχή νέου δανείου από τον ESM, στην πραγματικότητα απαιτεί και την υπογραφή νέου μνημονίου) και αναφορά σε αναπτυξιακό πακέτο που δεν θα είναι άλλο από το επόμενο ΕΣΠΑ. Σε αυτή την κατεύθυνση, όμως, δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι μια τέτοια συμφωνία θα είναι διαφορετική από αυτή που οδήγησε στην κατάρρευση των διαπραγματεύσεων. Επομένως, είναι πολύ πιθανό να ξαναπάμε σε συνθήκη αδιεξόδου, με την ελληνική πλευρά να καλείται να αποδεχτεί προτάσεις που να υπερβαίνουν τα όρια αντοχής της. Η λογική που λέει ότι οι Ευρωπαίοι θα προσπαθήσουν να κλείσουν κάπως μια συμφωνία για να μην έχουν εσωτερικό πρόβλημα από την εικόνα ότι αμφισβητούν μια τόσο σαφή έκφραση λαϊκής βούλησης, μπορεί να έχει μια βάση, αλλά ακόμη μεγαλύτερη βάση έχει ότι οι Ευρωπαίοι με τίποτα δεν θέλουν να δώσουν και την εικόνα ότι υποχωρούν και ότι τροποποιούν τον πυρήνα της λιτότητας και της επιτροπείας.
14. Αυτό σημαίνει ότι στην πραγματικότητα η γραμμή που λέει «όχι μέχρι τέλους» σήμερα αποκτά ξεχωριστή επικαιρότητα και επιτακτικότητα. Απέναντι στα αδιέξοδα της διαπραγμάτευσης, χρειάζεται όχι μόνο να υπάρξει η πιο πλατιά συσπείρωση των δυνάμεων και των αγωνιστών που είναι με το «όχι της ρήξης» αλλά και η προβολή μιας εναλλακτικής κατεύθυνσης, κοινώς να δείξουμε πώς μπορεί σήμερα η ρήξη να είναι εφικτή και αναγκαία. Μια τέτοια πολιτική γραμμή σήμερα μπορεί να εξειδικευτεί σε μια σειρά από κατευθύνσεις
- Το όχι του λαού ήταν όχι ρήξης και όχι συνέχισης μιας αδιέξοδη διαπραγμάτευσης
- Δεδομένης της κλίμακας του εκβιασμού είναι σαφές ότι ευρύτερα κομμάτια είναι περισσότερο παρά ποτέ έτοιμα να ακολουθήσουν και να βάλουν πλάτη για μια κατεύθυνση εξόδου από το ευρώ, ρήξης με την ΕΕ, παύσης πληρωμών στο χρέος, εθνικοποιήσεων και παραγωγικής ανασυγκρότησης.
- Τυχόν υπογραφή συμφωνίας, που αντικειμενικά θα είναι σε μνημονιακή και αντιλαϊκή κατεύθυνση θα είναι σε σύγκρουση με την πραγματική λαϊκή βούληση και θα σπαταλάει την τεράστια δυναμική που ξεδιπλώθηκε στο δημοψήφισμα.
15. Η απάντηση στην οικονομική τρομοκρατία και τον εκβιασμό των δανειστών δεν μπορεί να είναι η άρον-άρον υπογραφή μνημονιακής συμφωνίας αλλά ένας άλλος δρόμος που να περιλαμβάνει τα ακόλουθα μέτρα
- Τη διακοπή των διαπραγματεύσεων
- Την ανακοίνωση μονομερούς παύσης πληρωμών στο χρέος
- Την εκκίνηση της διαδικασίας μετάβασης στο νέο νόμισμα πλήρη ανάκτηση του δημόσιου ελέγχου στο τραπεζικό σύστημα με την εκδίωξη Στουρνάρα από την ΤτΕ, την εθνικοποίηση των τραπεζών, τη χρήση εθνικών μέσων κάλυψης της ρευστότητας και ανακεφαλαιοποίησης των Τραπεζών, τη διατήρηση αυστηρών ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων (αλλά και στην τιμή βασικών προϊόντων), την χρήση πιστωτικών υποκατάστατων μέχρι την πλήρη κυκλοφορία του εθνικού νομίσματος.
- Την εθνικοποίηση των στρατηγικών τομέων της οικονομίας ώστε να εξασφαλιστεί η λειτουργία των αναγκαίων υποδομών.
- Την πλήρη επαναφορά των εργατικών δικαιωμάτων και την αύξηση του κατώτατου μισθού
-Τη ριζική αναδιανομή εισοδήματος και την αύξηση της δημόσιας δαπάνης με στόχο την αύξηση της απασχόλησης.
- Την εφαρμογή ενός άλλου παραγωγικού υποδείγματος που να ενσωματώνει την εμπειρία από τις ίδιες πρακτικές και τους πειραματισμούς που υπήρξαν στην περίοδο της κρίσης, με έμφαση στην αυτοδιαχείριση, τα εναλλακτικά δίκτυα διανομής, τη διατήρηση και γενίκευση μορφών κοινωνικής αλληλεγγύης.
- Την πρόσκληση σε όλες και όλους που αναγκάστηκαν να ξενιτευτούν να επιστρέψουν για να βάλουν πλάτη στη συλλογική προσπάθεια ανασυγκρότησης της κοινωνίας.
16. Σε αυτό το πλαίσιο είναι πολύ σημαντικό να υπάρξουν τώρα πρωτοβουλίες για τη συσπείρωση και συγκρότηση του αναγκαίου Μετώπου του ΟΧΙ μέχρι τέλους με ανοιχτό κάλεσμα σε οργανώσεις, συλλογικότητες, ρεύματα, αγωνιστές για συστράτευση σε κοινό αγώνα με κεντρικές αιχμές: Το όχι του λαού είναι όχι σε όλα τα μνημόνια είναι απαίτηση ρήξης και όχι υποταγής - Όχι σε νέα μνημονιακή συμφωνία, διακοπή των διαπραγματεύσεων - Εδώ και τώρα παύση πληρωμών στο χρέος και έξοδος από το ευρώ. Μια τέτοια συσπείρωση πρέπει να πάρει και τα χαρακτηριστικά κεντρικής καμπάνιας και μαζικών κινητοποιήσεων που να προσπαθήσουν να ασκήσουν τη μέγιστη δυνατή πίεση και προς την κυβέρνηση ώστε να μην υπογραφεί νέα μνημονιακή συμφωνία και να μην μετατραπεί μια μεγάλη νίκη του λαού σε ταπεινωτική ήττα. Το Μέτωπο αυτό είναι σήμερα περισσότερο παρά ποτέ αναγκαίο και πρέπει να το διαμορφώσουμε ανοιχτόκαρδα και αποφασιστικά, αφήνοντας στο πλάι ταλαντεύσεις και καθυστερήσεις, ακριβώς επειδή σήμερα, με νωπές τις αναμνήσεις από τη μεγάλη μάχη για το ΟΧΙ αυτό είναι εφικτό να επικοινωνήσει με την αναζήτηση πολύ ευρύτερων κομματιών και να λειτουργήσει καταλυτικά. Το Μέτωπο αυτό πρέπει και να δώσει τη μάχη ενάντια σε κάθε μνημονιακή συμφωνία και για να διατηρηθεί η αυτοπεποίθηση των λαϊκών τάξεων στις μεγάλες συγκρούσεις που είναι μπροστά μας, αλλά και να πρωτοστατήσει στις πρακτικές αλληλεγγύης που σήμερα αποκτούν ξεχωριστή επικαιρότητα όχι μόνο για την αντιμετώπιση πραγματικά επειγόντων προβλημάτων αλλά και ως τμήμα της αναγκαίας «τεχνικής της ρήξης» για ένα εναλλακτικό παραγωγικό υπόδειγμα.
17. Όλα αυτά καθιστούν επιτακτικές και πρωτοβουλίες για την Αριστερά που θα μπορεί να εκπροσωπήσει νικηφόρες δυναμικές. Σήμερα το τοπίο στην Αριστερά παραμένει αναντίστοιχο των δυνατοτήτων και των ιστορικών ευθυνών που είναι μπροστά μας. Κύρια, λείπει εκείνη η κομμουνιστική Αριστερά που θα μπορεί να εκπροσωπήσει τη συνάρθρωση της αντικαπιταλιστικής με την αντιιμπεριαλιστική οπτική, θα αναμετριέται με τα ερωτήματα της εξουσίας και της ηγεμονίας, θα μπορεί να έχει όχι απλώς συνθήματα αλλά μια επεξεργασμένη αφήγηση για ένα νέο ιστορικό μπλοκ, θα είναι εργατική και λαϊκή με τρόπο που θα επικοινωνεί με όλες τις εκδοχές των δυνάμεων της εργασίας, της γνώσης και του πολιτισμού, θα πρωτοστατεί στο κίνημα αλλά και θα είναι η αναγκαία ραχοκοκαλιά του αριστερού ριζοσπαστικού μετώπου που θα μπορεί να ηγηθεί μια διαδικασίας κοινωνικού μετασχηματισμού. Σε ρήξη με τον ευρωπαϊσμό αλλά αφήνοντας πίσω το φοβικό αριστερισμό, ακριβώς για να μπορεί να επικοινωνήσει με δυναμικές που, όπως ζήσαμε, μπορούν να είναι ακόμη και πλειοψηφικές. Πρέπει όλοι μας, αυτοκριτικά, να παραδεχτούμε τις αδυναμίες και τα λάθη μας και την καθυστέρηση και στη διαμόρφωση του αναγκαίου μετώπου και στην μετατροπή του μεταβατικού προγράμματος σε πραγματική και συγκεκριμένη αφήγηση. Και να δώσουμε τη μάχη για να ξεπεράσουμε αυτές τις αδυναμίες και αυτές τις καθυστερήσεις και να αναλάβουμε την ιστορική ευθύνη που μας αναλογεί. Η ιστορία, ευτυχώς, κάθε άλλο παρά τελείωσε.
7 Ιούλη 2015
Το πανελλαδικό γραφείο της Αριστερής Ανασύνθεσης
ΔΙΑΒΑΣΤΕ