Τον Νοέμβριο του 1977, από το βήμα του περίφημου συνεδρίου για την εξουσία και την αντιπολίτευση στις μετεπαναστατικές κοινωνίες που διοργάνωσε στη Βενετία η ιταλική κομμουνιστική εφημερίδα Il Manifesto, ο Αλτουσέρ αναφωνεί «Επιτέλους, η κρίση του μαρξισμού!». Μια φράση που ηχεί ακόμη αδιανόητη στα αφτιά ενός ορθόδοξου, σοβιετικού μαρξισμού, αλλά που για τον Αλτουσέρ σηματοδοτεί την επείγουσα ανάγκη να έρθει στην επιφάνεια ακριβώς το ιστορικό γεγονός της κρίσης αυτής ώστε να αναζητηθούν οι θεωρητικές και πολιτικές της αιτίες. Να αναζητηθούν στις πολιτικές πρακτικές, την οργανωτική συγκρότηση και τη στρατηγική των κυρίαρχων κομμουνιστικών κομμάτων σε Ανατολή και Δύση· να αναζητηθούν όμως και στο ίδιο το σώμα των μειζόνων μαρξικών κειμένων, στις απουσίες και τις δυναμικές τους, ταυτόχρονα θεμελιώδεις αλλά και σε όψεις τους αντιφατικές.
Η κρίση του μαρξισμού άλλωστε σοβεί, όπως θα υποστηρίξει ο Αλτουσέρ, από τη δεκαετία του 1930. Είναι ως εκ τούτου μια κρίση απωθημένη, μια κρίση που έχει καταπιεστεί επί δεκαετίες προς όφελος μιας πρακτικής του μαρξισμού ως δόγματος, ως επίσημης κρατικής ιδεολογίας που επιστρατεύτηκε για να νομιμοποιεί και να αναπαράγει την κρατική πολιτική ισχύ, ακυρώνοντας καθημερινά τη δυνατότητά του να εγγράφεται σε μια «πραγματική κίνηση που καταργεί την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων».
Αφορμή για το δημόσιο πολιτικό διάβημα του Αλτουσέρ σε όλη αυτή την περίοδο θα αποτελέσει η αντιπαράθεση στους κόλπους του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος γύρω από το 22ό Συνέδριό του, το 1976, επίδικο της οποίας συνιστά η απόφαση να απαλειφθεί κάθε αναφορά στην έννοια της δικτατορίας του προλεταριάτου. Πρόκειται για απόφαση που κατά τον Αλτουσέρ και τους συνεργάτες του δεν απηχεί μόνο θεωρητική υποχώρηση και παγίωση μιας στρατηγικής στροφής αλλά ταυτόχρονα αποτυπώνει και αναπαράγει όλα τα χαρακτηριστικά που τροφοδοτούν την κρίση του μαρξισμού. Και πρωτίστως την απουσία, πέρα από κάποιες αρνητικές οριοθετήσεις, μιας συστηματικής θεωρίας για το κράτος και την πολιτική στο μαρξικό έργο· που, για τον Αλτουσέρ, συμπληρώνεται από άλλες, επίσης σημαντικές απουσίες, όπως η απουσία μιας θεωρίας για το κόμμα, τις μορφές οργάνωσης και την ιδεολογία, οι οποίες επενδύονται με μια θετικιστική αντίληψη για την επιστημονική φύση του μαρξισμού. Κύρια πηγή αυτής της θεώρησης είναι για τον Αλτουσέρ οι επιλογές του ίδιου του Μαρξ στο Κεφάλαιο, και δη η εγελιανής επιρροής κύρια τάξη έκθεσης των εννοιών του εκεί, που μοιάζει να αποκλείει την ταξική πάλη, για να τη συμπεριλάβει σε μια δεύτερη, υποτελή τάξη έκθεσης, ιστορικού αυτή τη φορά χαρακτήρα.
Η διετία αυτής της αντιπαράθεσης θα βρει τον Αλτουσέρ να διατυπώνει έναν λόγο πολύ πιο άμεσα πολιτικό αλλά και ταυτόχρονα για πρώτη φορά δημόσια ανταγωνιστικό, έναν λόγο ανοιχτής ρήξης με την ηγεσία του ΓΚΚ και εξίσου ανοιχτής αποκήρυξης της ΕΣΣΔ.
❦
Τα κείμενα του τόμου αυτού συγκροτούν το βασικό σώμα των δημόσιων παρεμβάσεων του Αλτουσέρ γύρω από την κρίση του μαρξισμού, ορίζοντας την προβληματική της όπως την ανέδειξε ο ίδιος τη διετία 1976-78. Πρόκειται για κείμενα που προκάλεσαν έκτοτε σημαντική πολιτική και θεωρητική αντιπαράθεση με διακύβευμα τη φύση του μαρξισμού και τη στρατηγική του κομμουνιστικού κινήματος.
Η συμπερίληψή τους σε έναν κοινό τόμο συνιστά, εκτός από εκδοτική επιλογή, και μια πολιτική χειρονομία: Δεν είναι μόνο τα κείμενα καθ’ εαυτά και οι αναλύσεις τους που διατηρούν ακέραιη την επικαιρότητα και τον επείγοντα χαρακτήρα τους· είναι η συνολική προβληματική της κρίσης του μαρξισμού που εξακολουθεί να συνιστά την αναγκαία αφετηρία για κάθε απόπειρα επαναστατικής ανανέωσής του. Διότι ακόμα και σήμερα, αρκετές δεκαετίες μετά, καθόλου δεν έχουμε απαλλαγεί από την ηγεμονία της πρόσληψης του μαρξισμού ως ενός συνονθυλεύματος οικονομισμού, παραγωγισμού και κρατικισμού, ούτε έχουμε καταφέρει να θεραπεύσουμε βασικές πλευρές των προβλημάτων και των απουσιών που εντοπίζει ο Αλτουσέρ.
Άλλωστε, η απόπειρα του Αλτουσέρ να καταδείξει την κρίση του μαρξισμού και να σκιαγραφήσει τις βασικές τις προκείμενες έμεινε και η ίδια ημιτελής. Δεν θα μπορούσε διαφορετικά: Οποιαδήποτε απόπειρα μαρξιστικής θεωρητικής αναζήτησης είναι αδύνατο να ευδοκιμήσει σε περιβάλλον ήττας και υποχώρησης του κομμουνιστικού κινήματος, όπως αυτό που εδραιώνονταν τότε με τις οριστικές αποστάσεις των δυτικών κομμουνιστικών κομμάτων από στρατηγικές αρχές και καταστατικές έννοιες του μαρξισμού. Επιπλέον, η κρίση ενός ανοιχτού, ερευνητικού εγχειρήματος, μιας εξ ορισμού συγκρουσιακής θεωρίας όπως ο μαρξισμός, δεν θα ήταν δυνατό να έχει την τυπική επίλυση ενός αριθμητικού προβλήματος· θα έπρεπε να αρκεστεί στη διαρκή επερώτηση πρακτικών και θέσεων· στη διαρκή προσπάθεια απεγκλωβισμού από τη στρέβλωση που παρήγαγε η ιδεαλιστική πρόσληψή του με όρους κλειστού και ολοκληρωμένου συστήματος.
Η απόπειρα του Αλτουσέρ έμεινε όμως ημιτελής και εξαιτίας των δικών της εσωτερικών αντιφάσεων. Η επιλογή του ίδιου να επιμείνει στη στράτευση μέσα από τις γραμμές του ΓΚΚ, θεωρώντας το αναντικατάστατο κανάλι απεύθυνσης στις μάζες, φέρνει στο προσκήνιο την αδυναμία του να συλλάβει το εύρος των αποτελεσμάτων που η κρίση του μαρξισμού είχε παραγάγει.
Μετά το αδιέξοδο της παρέμβασης εντός του ΓΚΚ, που κινούνταν ραγδαία προς την οριστική ενσωμάτωση στον αστικό πολιτικό ιδεολογικό μηχανισμό, και τη σειρά άρθρων με τίτλο Τι πρέπει να αλλάξει στο Κομμουνιστικό Κόμμα, που δημοσιεύτηκαν τον Απρίλιο του 1978 στη Le Monde, ο Αλτουσέρ αποσύρεται σχεδόν οριστικά από τη δημόσια συζήτηση που είχε ο ίδιος προκαλέσει. Και παρότι θα συνεχίσει για μερικούς μήνες ακόμη να εργάζεται θεωρητικά πάνω στην προβληματική της κρίσης του μαρξισμού (παράγοντας ένα μεγάλο χειρόγραφο το οποίο παρέμενε αδημοσίευτο όσο ζούσε, για να εκδοθεί μετά θάνατον υπό τον τίτλο «Ο Μαρξ στα όριά του»), η απόσυρσή του θα σηματοδοτήσει de facto την αποδοχή της ήττας αυτής της τελευταίας πολιτικής του παρέμβασης, διαμορφώνοντας το περιβάλλον της δικής του ιδιότυπης θεωρητικής και πολιτικής μοναξιάς, κατ’ αναλογία με την ιστορική θεωρητική μοναξιά που ήδη απέδιδε στον Μακιαβέλλι.
εκδόσεις Εκτός Γραμμής
Δεκέμβριος 2021
ΔΙΑΒΑΣΤΕ