Η προκήρυξη δημοψηφίσματος ανοίγει με δραματικό τρόπο εκ νέου το πεδίο συζήτησης στην Αριστερά.
Εκ του αποτελέσματος μέχρι σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ είχε αναγνώσει καλύτερα τις δυνατότητες που άνοιγε η κρίση στον Ελληνικό Κοινωνικό Σχηματισμό και είχε προβεί σε καλύτερες κινήσεις τακτικής απέναντι στους υπόλοιπους σχηματισμούς της Αριστεράς. Αυτό όμως δεν σημαίνει ούτε ότι η συζήτηση είχε κλείσει ούτε ότι η πραγματικότητα επιβεβαιώνει μακροπρόθεσμα την εκδοχή του ρεφορμιστικού σχεδίου που εφαρμόζει ο ΣΥΡΙΖΑ. Τους τελευταίους μήνες αποδεικνύεται η δοκιμασία της πολιτικής γραμμής του ΣΥΡΙΖΑ που ισχυριζόταν ότι υπάρχει φιλολαϊκή ή «προοδευτική» λύση στην σημερινή συγκυρία εντός της Ε.Ε και του Ευρώ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ μετά 5 μήνες διαπραγματεύσεων δεν είχε κρατήσει σχεδόν καμία από τις βασικές προεκλογικές του υποσχέσεις (ακύρωση μνημονίων, εφαρμογή προγράμματος Θεσσαλονίκης, κλπ) και είχε φθάσει στο σημείο να αποδέχεται το 80% ενός νέου αντιδραστικού προγράμματος. Δεν είχε κρατήσει ούτε μια «κόκκινη γραμμή» και σε αντάλλαγμα εισέπραξε από τους «θεσμούς» (όπως αποκαλούν πλέον την Τρόϊκα) κόκκινες γραμμές που έσβηναν ακόμη και σημεία που είχαν συμφωνηθεί τους προηγούμενους μήνες. Το δημοψήφισμα λοιπόν που προκηρύχθηκε είναι μια προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να ξεπεράσει με τακτική κίνηση αυτή την στρατηγική αδυναμία. Το αποτέλεσμα του όμως δεν θα είναι απλώς μια μάχη που θα μετρηθούν μόνο τακτικά σχέδια της μιας ή της άλλης εκδοχής της Αριστερας, αλλά μια μάχη που καθορίζει στρατηγικά την Αριστερά. Οσο λάθος λοιπόν κάνουν οι «καταπιεσμένοι Συριζαίοι» οι οποίοι βλέπουν το δημοψήφισμα σαν μια ευκαιρία να επαναβεβαιωθούν απέναντι στην υπόλοιπη Αριστερά , έτσι και το ΚΚΕ ή η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα κάνουν μεγάλο λάθος να μην καταλάβουν τι είναι αυτό που διακυβεύεται με το δημοψήφισμα πέρα από τους ενδοαριστςερούς συσχετισμούς (δυστυχώς το ΚΚΕ δεν φαίνεται να το αντιλαμβάνεται).
Το ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μέχρι σήμερα έχει δείξει είτε στάση συμβιβασμού είτε υποταγής έναντι ανταλλαγμάτων, στις νεοφιλελευθερες απαιτήσεις της Τρόικας είναι γεγονός και αυτή η πρόθεση δεν πρόκειται να αλλάξει. Το θέμα όμως είναι αν θα του αφήσουν περιθώριο για κάποιου είδους συμβιβασμό ο οποίος δεν θα τον εκθέτει ανεπανόρθωτα, γιατί κανένα κόμμα δεν θέλει να αυτοκτονήσει πολιτικά. Υπάρχουν 2 κομβικά σημεία το αμέσως επόμενο διάστημα που θα καθορίσουν αν υπάρχει δυνατότητα κινήσεων τακτικής εντός του ρεφορμιστικού σχεδίου του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτά τα 2 είναι η απόφαση της ΕΚΤ της Κυριακής 28/6 και η κίνηση των αγορών την εβδομάδα που έρχεται (μεχρι τώρα δεν είναι γνωστά).
Η απόφαση της ΕΚΤ είναι κρίσιμη γιατί θα φανεί αν οι Ευρωπαίοι αφήνουν διέξοδο διαφυγής στο ΣΥΡΙΖΑ, ή το σχέδιο τους είναι «να τελειώνουμε με αυτούς». Παρα την απόφαση του Eurogroup για μη παράταση του προγράμματος στήριξης (δηλαδή μνημόνιο) η ΕΚΤ μπορεί να κάνει χρήση του καταστατικού της που επιβάλλει την προστασία του νομίσματος και των τραπεζών σε όλη την Ευρωζώνη και ΝΑ ΣΥΝΕΧΙΣΕΙ ΤΗΝ ΠΑΡΟΧΗ του ELA. Αν αντιθέτως υιοθετήσει την λογική ότι για την παροχή ρευστότητας στις ελληνικές τράπεζες τα συμφέροντα των μετόχων της ΕΚΤ επιβάλλουν την ύπαρξη προγράμματος στήριξης, τότε θα πάμε σε capital controls στις Ελληνικές τράπεζες και με οικονομική αναταραχή μέχρι την υπογραφή νέου μνημονίου. Η απόφαση είναι πολιτική και κατ ουσία σημαίνει ότι με την πρώτη αφήνει περιθώρια συμβιβασμού στο ΣΥΡΙΖΑ, ενώ αν υιοθετηθεί η δεύτερη επιλογή σημαίνει ότι τα περιθώρια για τον ΣΥΡΙΖΑ στενεύουν και οι επιλογές του θα είναι είτε να υιοθετήσει μεσοπρόθεσμα δραχμή και να πάει σε άλλη κατεύθυνση είτε να πέσει. Αν ακολουθηθεί η δεύτερη επιλογή (σκληρή γραμμή ΕΚΤ) το μόνο που θα μπορούσε να επαναφέρει το ρεφορμιστικό σχέδιο ξανά στο τραπέζι θα είναι αν οι αγορές την επόμενη βδομάδα αντιδράσουν πολύ αρνητικά οπότε θα ενεργοποιηθούν «πυροσβεστικές πρωτοβουλίες’. Αυτή είναι μια πιθανότητα που ποντάρει πολύ ο ΣΥΡΙΖΑ, όμως εκτιμώ ότι υπερβάλλουν στο εύρο της. Οι Ευρωπαίοι είναι περισσότερο ετοιμασμένοι για αυτό το ενδεχόμενο και κυρίως οι αγορές είναι αμφίβολο αν θα ερμηνεύσουν την «Ελληνική τιμωρία» σαν σημαντική απώλεια κεφαλαίων και όχι σαν επιλογή των Ευρωπαίων να εφαρμόσουν πολιτική σκληρού νομίσματος και πολιτικής οικονομικής πειθαρχίας που πρέπει να επιβραβευτεί.
Οι μαρξιστές οφείλουν να βλέπουν πολλές φορές «πίσω από τις γραμμές» και να αναγιγνώσκουν τα πράγματα πέρα από προφανείς προθέσεις των πρωταγωνιστών. Το ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να βρει διέξοδο διαφυγής ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα του Δημοψηφίσματος είναι γεγονός. Το ίδιο το ερώτημα του δημοψηφίσματος θεωρητικά του δίνει ευρύτερα περιθώρια επιλογών, όπως να δεχθεί μια άλλη συμφωνία παρόμοια με αυτή της Τρόικας. Οι ίδιες οι δηλώσεις στελεχών του δίνουν αυτή την εικόνα και δεν γίνονται μόνο για επικοινωνιακούς λόγους . π.χ. η δήλωση Βαρουφάκη το Σάββατο στο Eurogroup ότι θα ψηφίσουμε ΝΑΙ στο δημοψήφισμα αν έχουμε άλλη καλύτερη πρόταση από τους θεσμούς !!, ή η δήλωση Φλαμπουράρη ότι αν έχουμε καλύτερη πρόταση θα δούμε τι θα γίνει με το δημοψήφισμα, κλπ. Το θέμα όμως είναι πόσο εφικτές γίνονται αυτές οι προθέσεις. Αν η ΕΚΤ (δηλαδή οι Ευρωπαίοι) υιοθετήσει την σκληρή γραμμή ο ΣΥΡΙΖΑ θα βρεθεί με το μαχαίρι στο λαιμό ανεξαρτήτου αποτελέσματος. Αν το αποτέλεσμα είναι ΟΧΙ θα ενισχυθεί η επιλογή της ρήξης, και το πισωγύρισμα θα είναι πιο δύσκολο. Με τις τράπεζες σε έλλειψη ρευστότητας είναι θέμα χρόνου να μεταφερθεί αυτό στην πραγματική οικονομία. Και αυτό δεν αφορά κυρίως τους μικροκαταθέτες οι οποίοι δεν έχουν να φοβηθούν πολλά από όριο αναλήψεων (πχ 100 ευρώ ανα ημέρα) αλλά κυρίως τις επιχειρήσεις και στις ελλείψεις στα ράφια. Τότε η υιοθέτηση νέου νομίσματος θα τεθεί στο τραπέζι επιτακτικά και λαμβάνοντας υπόψη τη συγκυρία, η υιοθέτηση ενός «Αλλου δρόμου» ρήξης γίνεται πολύ πιθανή. Αν επικρατήσει το ΝΑΙ τότε θα πάμε σε εκλογές και το δίλλημα λόγω της οικονομικής κατάστασης θα είναι «κυβέρνηση ευρώ» ή « κυβέρνηση δραχμής»
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ οφείλει να δεί τις ευκαριές και τους κινδύνους που ανοίγονται με το δημοψήφισμα. Εξάλλου κατά την γνώμη μου έπρεπε η ίδια να ζητά την διενέργεια του. Υπάρχει ένα σημαντικό κομμάτι κόσμου το οποίο παρά την τρομοκρατία (υπολογίζεται σε 35% από μετρήσεις) επιθυμεί την ρήξη με την Τρόϊκα. Με αυτό το κομμάτι πρέπει να αναπτυχθούν δεσμοί. Το δε αποτέλεσμα του ΟΧΙ εκ των πραγμάτων ανοίγει την προοπτική της ρήξης και δυσκολεύει τον συμβιβασμό που επιθυμεί η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Αντίθετα αν επικρατήσει το ΝΑΙ ο κίνδυνος να υπάρξει μια ρεβανσιστική επικράτηση από τις καθαρά φιλομνημονιακές δυνάμεις θα φέρει τον κοινωνικό και πολιτικό συσχετισμό σε ακόμη πιο δυσμενή θέση για τις δυνάμεις της ανατροπής και της αντικαπιταλιστικής προοπτικής. Και αυτή είναι η μεγάλη εικόνα γιατί σε επίπεδο ενδοαριστερό καταλαβαίνουμε όλοι τι σημαίνει όταν ο λαός επιλέγει τον φόβο ( χωρίς να αναφερθώ τι θα σήμαινε διενέργεια εκλογών σε τέτοιο ενδεχόμενο).
Από τα μέχρι σήμερα είναι προφανές ότι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα σηκώσει το γάντι του ΟΧΙ. Ο κόσμος μας οφείλει όχι απλώς να «τρέξει», αλλά οφείλει να τρέξει διπλά. Οχι μόνο για την προοπτική που ανοίγεται αλλά και γιατί πρέπει να καλύψει το κενό που αφήνουν οι άλλες δυνάμεις στην Αριστερά. Το ΚΚΕ με την στάση του, φαίνεται να ενδιαφέρεται περισσότερο να αποκαλύψει ή να αποτύχει ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο δε ΣΥΡΙΖΑ με την πολιτική της ανάθεσης και την ευρωλαγνείας που καλλιέργησε, θα είναι δύσκολο να πείσει όλο τον κόσμο του να κινητοποιηθεί ή ακόμη και να ψηφίσει (ο μηχανισμός και τα μέλη του θα τρέξουν γιατί καταλαβαίνουν ότι παίζεται η κυβέρνηση) . Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα θέτουμε το δικό μας πρόγραμμα και δεν θα δίνουμε την δική μας διάσταση στο ΟΧΙ. Είναι η ώρα της δράσης , και ευκαιρίες δεν δίνονται πολλές . Το αποτέλεσμα δεν είναι καθόλου δεδομένο. ΕΜΠΡΟΣ για ένα περήφανο ΟΧΙ. Το δικό μας ΟΧΙ.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ