Η Χρυσή Αυγή την προηγούμενη βδομάδα είχε στο site της ένα άρθρο που πανηγύριζε για «κάποιο γκάλοπ» που την έδινε δεύτερο κόμμα και το άρθρο αυτό κατέληγε λέγοντας ότι «η Χρυσή Αυγή είναι πλέον το μόνο κόμμα που μπορεί να συγκυβερνήσει με τη ΝΔ». Το τελευταίο διάστημα έχει μειωθεί ο αριθμός των φασιστικών επιθέσεων που συνδέονται ευθέως με τη ΧΑ (αυτό ανοίγει βέβαια χώρο στους ΑΜΕ – Ανένταχτους Μαιάνδριους Εθνικιστές – , αν υποθέσουμε ότι δεν είναι κατόπιν συνεννόησης). Ο Μιχαλολιάκος δημόσια ανέφερε ότι «το Ολοκαύτωμα μπορεί και να υπήρξε». Γενικά, φαίνεται μια μετατόπιση στο δημόσιο λόγο και εικόνα της ΧΑ για να γίνει πιο ανεκτή. Τι συνέβη; Το πολιτικό σύστημα επαλήθευσε το ρητό «βάλτους στη Βουλή και θα ηρεμήσουν»;
Είναι εξαιρετικά λάθος να το πιστεύουμε αυτό. Αν δεχτεί κανείς την ανάλυση που λέει ότι η ΧΑ ακολουθεί βήμα – βήμα τις κινήσεις των αυθεντικών ναζί, τότε πρέπει να έχει στο νου του αυτό που σύμφωνα με τον ιστορικό Robert Paxton έκανε τη διαφορά στη Γερμανία του ’33 ήταν η δυνατότητα του Χίτλερ να κάνει τους αναγκαίους συμβιβασμούς. Αυτό τον έφερε στην κυβέρνηση – όχι χωρίς κόστος πχ ξεκαθαρίσματα SA με SS – και η συνέχεια είναι γνωστή. Θα ήταν λάθος να υποστηριχθεί ότι η ιστορία απλά θα επαναληφθεί, όμως είναι εξίσου λάθος να μην αναγνωρίζουμε τέτοιες κινήσεις και την πιθανότητα σε επόμενη εκλογική μάχη να φτιαχτεί κυβέρνηση ΝΔ – ΧΑ. Άλλωστε, αυτές τις μέρες για παράδειγμα η Χρυσή Αυγή διέγραψε στην Πάτρα αρκετά στελέχη και λόγω αναποτελεσματικότητας αλλά και λόγω ιδεολογικών διαφορών (βλέπε παρακάτω).
Είναι ανάγκη να προετοιμαστούμε από τώρα για ένα τέτοιο ενδεχόμενο, αλλά είναι μεγαλύτερη ανάγκη να ξεδιπλώσουμε την ατζέντα του αντιφασιστικού αγώνα άμεσα και δυναμικά. Ο φασισμός στην Ελλάδα σήμερα έχει όνομα και λέγεται Χρυσή Αυγή. Δεν υπάρχει περιθώριο να συνεχίσουμε να αντιμετωπίζουμε το θέμα ως απλά δευτερεύον που θα λυθεί παρέα με την συνολική λύση του αινίγματος «η κρίση στην Ελλάδα», ούτε είναι γραμμικά συνδεδεμένο με την καταπάτηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων, ούτε θα λυθεί με μια καμπάνια αποκάλυψης του γεγονότος ότι η ΧΑ είναι ναζί.
Τι είναι η Χρυσή Αυγή
Η Χρυσή Αυγή είναι ναζί. Δηλαδή πιστεύει ότι η οργάνωση της κοινωνίας πρέπει να είναι στη βάση μιας Λαϊκής Κοινότητας (εδώ η έννοια του λαού δεν έχει την αριστερή της φόρτιση αλλά την εθνικιστική – ολοκληρωτική χροιά) που συγκροτείται από το Έθνος – Φυλή. Είναι ένα βαθιά αντισημιτικό κόμμα που στηρίζεται στο δόγμα «Αίμα – Γη – Τιμή» που συγκρότησε και το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα στη Γερμανία του ’20. Δεν είναι ένα εθνικιστικό κόμμα (δε θέλει απλά τη δόξα του έθνους), ούτε είναι ένα χουντικό ή βασιλικό κόμμα. Αντιθέτως, ενώ τα στελέχη της είχαν επαφές με τους δικτάτορες, η άρνηση των τελευταίων να στρέψουν τη δικτατορία σε ένα εθνικοσοσιαλιστικό μοντέλο με πλατιά βάση και σαφή ιδεολογικά χαρακτηριστικά αποτέλεσε σημείο τομής με το ρεύμα που σήμερα εκπροσωπεί η ΧΑ.
Η Χρυσή Αυγή χρησιμοποιεί, όπως γράφει και ο Δημήτρης Ψαρράς, τη βία ως μήνυμα και όχι ως μέσο. Άλλοι πολιτικοί χώροι στην προσπάθειά τους να πετύχουν ένα στόχο μπορεί να προσφύγουν στη βία. Για τη Χρυσή Αυγή όμως, η βία είναι η πολιτική της ατζέντα, είναι το όραμά της και η φυσιογνωμία που ευαγγελίζεται για την κοινωνία. Όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Ψαρράς:
«Η βία για τη Χρυσή Αυγή αποτελεί συστατικό στοιχείο της ύπαρξής της. Η βία είναι το πολιτικό της μήνυμα. Δεν είναι μέσο, όπως συμβαίνει για άλλες μορφές πολιτικής βίας. Αυτό είναι το μεγάλο της πλεονέκτημα, σε μια εποχή βαθιάς κρίσης σαν τη σημερινή. Η βία, ως απάντηση ή συμπλήρωμα στην πραγματική και συμβολική βία που υφίσταται καθημερινά ο πολίτης στη σημερινή συγκυρία, όχι μόνο δεν στοιχίζει σε δημοφιλία στην οργάνωση, αλλά αποτέλεσε το βάθρο για τη δημοσκοπική αρχικά και εν συνεχεία εκλογική εκτίναξη των ποσοστών της».
Η Χρυσή Αυγή λειτουργεί επίσης με το φόβο. Όταν ανοίξει γραφεία σε μια γειτονιά, ο (αριστερός) κόσμος φοβάται να περάσει από κει. Στην πιθανότητα να συγκυβερνήσουν με τη ΝΔ, ο (αριστερός) κόσμος σκέφτεται σε ποια χώρα της Ευρώπης θα μετακομίσει. Αυτά αποτελούν κέρδος για την πολιτική της και ανοίγουν διαύλους για τη διάδοση της ιδεολογίας της που βασίζεται στο μίσος και στο φόβο.
Η Χρυσή Αυγή έχει σπουδάσει την προπαγάνδα. Με τη βία και το φόβο και με πολύ έξυπνη χρήση των social media φροντίζει ώστε προκαλώντας διαδοχικά σοκ να βρίσκεται πάντα στο επίκεντρο της δημοσιότητας. Στα πλαίσια της προπαγάνδας της είναι οι κινήσεις αλληλεγγύης που κάνει, αρκετά από τα χτυπήματα σε μετανάστες, το ξύλο στην Κανέλλη.
Η Χρυσή Αυγή λειτουργεί στρατιωτικά και όχι «πολιτικά». Προσπαθεί να καταλαμβάνει το δημόσιο χώρο, να στήνει βάσεις σε γειτονιές, να οργανώνει αρχηγεία, να εφορμά. Αντίστοιχα, όταν τρώει χτυπήματα αναδιπλώνεται, μετακινείται, αλλάζει τα κέντρα της δραστηριότητάς της. Μαρκάρει το χώρο της με στόχους και συνθήματα σε μια προσπάθεια οριοθέτησης της περιοχής της (γι’ αυτό έχει νόημα να σβήνονται – είναι συμβολικό χτύπημα και αμφισβήτηση των ορίων). Η Χρυσή Αυγή στρατολογεί μπράβους, κομμάτια της ελληνικής (ή και αλβανικής) μαφίας και υλοποιεί την γεωγραφική της εξάπλωση με εκβιασμούς, εξαγορές κλπ.
Το ακροδεξιό ρεύμα στην Ελλάδα για χρόνια μετά το 1974 και την πτώση της Χούντας αναζητούσε την ενότητα γύρω από ένα πολιτικό φορέα, αλλά όλες οι προσπάθειες (ΕΝΕΠ, ΕΝΕΚ, ΕΠΕΝ, Κόμμα των Προοδευτικών κλπ) κατέληξαν είτε εκλογικά ηττημένες είτε ιδεολογικά διασπασμένες στα τρία κύρια ρεύματα: χουντικοί, εθνικιστές, ναζί. Η Χρυσή Αυγή από το Δεκέμβρη του 1980 και μέχρι σήμερα υπήρξε το μόνο ρεύμα που ήταν σκληρό και συνεπές ιδεολογικά και γι’ αυτό διατηρεί την ιδιαίτερη συγκρότηση που έχει εσωτερικά. Η προηγούμενη προσπάθεια να ενοποιηθεί ο ακροδεξιός χώρος γύρω από το ΛΑΟΣ κατέρρευσε γιατί το μοντέλο της κοσμοπολίτικης ευρωπαϊκού τύπου πολιτικής ακροδεξιάς ήταν «λίγο» σε σχέση με τις συνθήκες έκτακτης ανάγκης που η κρίση έχει δημιουργήσει. Σε αυτές τις συνθήκες είναι απαραίτητο για το κράτος ένα κόμμα με εσωτερική ιδεολογική συνοχή και σκληρό επιθετικό προφίλ. Την ηγεμονία και τη συσπείρωση του ακροδεξιού χώρου (όλων των ρευμάτων) είναι σαφές ότι πλέον την έχει η Χρυσή Αυγή. Μόνο η ομάδα Σαμαρά μέσα στη ΝΔ μπορεί να διαπεράσει αυτή τη στιγμή αυτό το χώρο.
Η Χρυσή Αυγή είναι ένα κόμμα των εφοπλιστών και των τραπεζιτών. Έχει συνδέσεις με τα διεθνή ελληνικά καπιταλιστικά κέντρα (με αυτό τον όρο αναφερόμαστε σε κομμάτια της ελληνικής αστικής τάξης που ζουν και δραστηριοποιούνται κατά βάση από το εξωτερικό). Χρηματοδοτείται από αυτά τα κέντρα συστηματικά εδώ και χρόνια και τους το ξεπληρώνει με αντίστοιχες χάρες πχ φοροαπαλλαγή εφοπλιστών, ξεπούλημα της Αγροτικής Τράπεζας. Οι εφοπλιστές και οι τραπεζίτες αυτοί δεν αντιμετωπίζουν απλά ως πιόνι τη Χρυσή Αυγή, αλλά είναι γόνοι αστών που επωφελήθηκαν από την Κατοχή αλλά και από το αντικομουνιστικής κατεύθυνσης σχέδιο Μάρσαλ (βλέπε πλοία Liberty) και τρέφουν ιδιαίτερη συμπάθεια προς την ακροδεξιά.
Η Χρυσή Αυγή έχει στελέχη τα οποία συνδέονται από χρόνια – από την δικτατορία – με τον κρατικό μηχανισμό, την εκκλησία, το στρατό (λιγότερο) και την αστυνομία. Δεν είναι μια περιθωριακή ομάδα και ο βασικός της πυρήνας συνδέθηκε με τις εθνικιστικές πολιτικές του ελληνικού βαθέως κράτους την περίοδο των διαδηλώσεων για τη Μακεδονία και των εντάσεων στη Βόρεια Ήπειρο. Ένα κομμάτι της στρατηγικής του κράτους (το πιο επιθετικό) αναπτύσσεται και θα αναπτυχθεί διαμέσου αυτού του πόλου.
Παρόλα αυτά, η Χρυσή Αυγή δεν είναι το τέρας της αποκάλυψης, δεν είναι ένας γιγάντιος μηχανισμός που καταπίνει στα γρανάζια του τα πάντα και πάνω απ’ όλα δεν είναι ένα μαζικό κίνημα στο δρόμο. Οι ήττες που έχει δεχτεί στο δρόμο το τελευταίο εξάμηνο μπορούν να ανακόψουν την πορεία τους και δείχνουν ότι ένα αντιφασιστικό κίνημα έχει αρχίσει να ξυπνά. Είναι χαρακτηριστικό δείγμα της χαμηλής δυναμικής τους ότι αποφεύγουν συστηματικά να έρθουν σε ανοιχτή αντιπαράθεση με το κίνημα, παρά μόνο χρησιμοποιούν σκοτεινές και τρομοκρατικές μεθόδους. Μπορεί να είναι πιο φοβιστικές, είναι όμως σημείο αδυναμίας και όχι δύναμης.
Γιατί δεν αρκούν οι ιστορικές απαντήσεις
Μέχρι ώρας το κίνημα, η Αριστερά και αρκετά κομμάτια της αναρχίας χρησιμοποίησαν το χαρτί ότι η Χρυσή Αυγή είναι ναζί για να συνδέσουν τους σύγχρονους ναζί με τους Γερμανούς προγόνους τους και με αναφορά στα εγκλήματα πολέμου και τις σφαγές των Γερμανών στη χώρα μας την περίοδο 1940-45, να ξυπνήσουν την ιστορική μνήμη του λαϊκού κόσμου. Αυτή η λογική είναι ορθή, όμως έχει κενά και όρια.
Τα κενά είναι ότι δεν απαντά στη ρητορική που αναπτύσσει σήμερα η Χρυσή Αυγή, δεν απαντά στην ίδια την άρνηση της Χρυσής Αυγής να ταυτιστεί με το Γερμανικό εθνικοσοσιαλιστικό κίνημα (παρά τις παλινωδίες) και κατά βάση δεν απαντά στον ιδεολογικό – ιστορικό πυρήνα που προβάλλει η ίδια και που αφορά στην λαθρανάγνωση της αρχαίας ελληνικής ιστορίας και το ένδοξο παρελθόν που μπορεί να γίνει ξανά παρόν και μέλλον. Σε αυτό φταίει και ο άτυπος διαχωρισμός ότι η αρχαία Ελλάδα είναι πεδίο μελέτης των συντηρητικών ενώ η σύγχρονη ιστορία είναι των προοδευτικών.
Το πιο σημαντικό όμως είναι το όριο που έχει αυτή η σύνδεση: την περίοδο 1940-45 ο ελληνικός λαός με μπροστάρη το ΚΚΕ και το ΕΑΜ ξεσηκώθηκε για να πολεμήσει το Γερμανό ΝαζίΚατακτητή. Η συνθήκη του Εθνικοαπελευθερωτικού πολέμου απέναντι στον Ξένο/Εχθρό Κατακτητή είναι πολύ διαφορετική απ’ ότι τώρα που οι ναζί είναι εγχώριοι και είναι ασαφές σε πολύ κόσμο το αν είναι Φίλοι ή Εχθροί. Οι παππούδες μας τουφέκιζαν τους δικούς τους ναζί, εμείς πρέπει να δούμε τι θα κάνουμε με τους δικούς μας ναζί.
Η τωρινή κατάσταση
Η κατάσταση του αντιφασιστικού κινήματος είναι χαοτική, με τις περισσότερες κινήσεις να έχουν πρωτοβουλιακά χαρακτηριστικά όσον αφορά τον κόσμο της Αριστεράς. Υπάρχουν γειτονιές – εξαιρέσεις που έχουν στηθεί πλατιές αντιφασιστικές πρωτοβουλίες, όμως η γενική εικόνα είναι μεταξύ αδράνειας, απουσίας παρέμβασης, περιστασιακής δραστηριότητας (συνήθως όταν έχουν οι ΧΑ κάποια εκδήλωση) ή κομματικής/καμπανιακής λογικής (ΚΕΕΡΦΑ, ΚΑΡ). Ακόμα όμως και αυτή η ελλιπής και περιστασιακή δραστηριοποίηση αποδείχτηκε αρκετή για να ακυρώσει φιέστες της Χρυσής Αυγής και να συστρατεύσει κόσμο.
Η βασική γραμμή που διαπερνά την παρέμβαση της Αριστεράς για το αντιφασιστικό ζήτημα είναι εν πολλοίς η εξής: κάνουμε αγώνα για έξοδο από την κρίση με ένα φιλολαϊκό/αντικαπιταλιστικό/επαναστατικό πρόγραμμα διεκδικώντας την κυβέρνηση/πολιτική εξουσία/λαϊκή εξουσία με περισσότερο ή λιγότερο κίνημα και αν κερδίσουμε σε αυτό το στόχο ο φασισμός θα χτυπηθεί. Αυτή η λογική εδράζεται στην ανάλυση (σωστή αλλά υπερβολικά χοντροκομμένη και ακραία γραμμική) ότι ο φασισμός είναι ο πολιτικός βραχίονας του καπιταλιστικού συστήματος και του ιμπεριαλισμού στην επιθετική του φάση. Φυσικά και προτεραιότητα έχει η πάλη για την αντικαπιταλιστική – σοσιαλιστική έξοδο από την κρίση με τους εργαζόμενους να έχουν το πάνω χέρι, αλλά το να κινούμαστε μονοθεματικά ενέχει τον κίνδυνο της περικύκλωσης ή της ναρκοθέτησης του εδάφους. Ακόμα και αν πετύχει ένα από τα σχέδια της Αριστεράς άμεσα, με τη Χρυσή Αυγή να βρίσκεται σε ένα ποσοστό κοντά στο 15% με 20% τα πράγματα δεν θα είναι καθόλου δεδομένα.
Επίσης, είναι προβληματική η ανάλυση που θεωρεί ότι η άνοδος ναζιστικού/φασιστικού τύπου κομμάτων είναι σύμφυτη με ένα δομικό μετασχηματισμό ή με μια νέα φάση του καπιταλισμού στην οποία η περιστολή των δημοκρατικών δικαιωμάτων και ο εκφασισμός πάνε χέρι – χέρι. Αυτή η ανάλυση αδυνατεί να δει ποια δομικά στοιχεία της αστικής δημοκρατίας βγαίνουν στο προσκήνιο χωρίς αυτό να συνιστά μετασχηματισμό (πχ η εντονότερη καταστολή και τα δικαστικά πραξικοπήματα μάλλον συνιστούν κρίση ηγεμονίας παρά μετασχηματισμό της «δημοκρατίας»), ποια στοιχεία εμφανίζουν ποιοτικές τομές, ποια στοιχεία ανήκουν πλήρως στη φασιστική/ναζιστική πτέρυγα.
Η καμπανιακή λογική εκδηλώσεων και πορειών σίγουρα είναι ένα βήμα μπροστά στην απουσία παρέμβασης στο αντιφασιστικό κίνημα. Η συμβολή του είναι θετική και οι απειλές που έχουν δεχτεί οι αγωνιστές από τις αντίστοιχες κινήσεις είναι δείγμα ότι ενοχλεί. Είναι όμως ένα λειψό, κουτσό βήμα που δε δίνει τη δυνατότητα βαθιάς και μόνιμης διείσδυσης του αντιφασιστικού κινήματος στις γειτονιές και στους χώρους δουλειάς. Επιπλέον, η αποκάλυψη ότι η Χρυσή Αυγή είναι ναζί και η ενημέρωση για το τι κινήσεις κάνουν δεν φαίνεται να αγγίζει τους ψηφοφόρους και τους συμπαθόντες της: η λογική της ανάθεσης/αντιπροσώπευσης είναι βαθιά και δεν θα παραδεχτεί κανείς εύκολα ότι «έκανε λάθος» ή «δεν ήξερε τι ψηφίζει». Η πολιτική επιδρά στη βάση, κάποιος ψήφισε Χρυσή Αυγή για ένα θέμα και στη συνέχεια στρατεύει τον εαυτό του σε αυτή του την επιλογή, ενημερώνεται για το τι κάνει το κόμμα που ψήφισε, τι λέει, εκνευρίζεται με την κριτική που δέχεται, υιοθετεί το στυλ ομιλίας ή τα θέματα της ατζέντας, τα συζητά με τους συναδέλφους ή τους γείτονες, μιλάει στα παιδιά του γι’ αυτά ή μπορεί να τα πάει και σε μια εκδήλωση κλπ (αυτά ισχύουν ιδιαίτερα για νέους ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής που είναι και η πλειοψηφία και ειδικά σε μια φάση που το κόμμα δείχνει δυναμική και άνοδο).
Στο χώρο της Αναρχίας φαίνεται σε κάποιες περιπτώσεις να υπάρχει μεγαλύτερη συνέπεια στην αντιφασιστική πάλη. Αυτό έχει να κάνει με τη λογική της άμεσης κοινωνικής δράσης/απάντησης που διαπερνά αυτό το χώρο αλλά και τη σχετική μονοθεματικότητα που επιδεικνύει αρκετές φορές. Φυσικά και εκεί υπάρχουν ανοιχτές αντιθέσεις για το ποια η γραμμή αντιμετώπισης των φασιστών, μεταξύ αυτονομίας, πολιτικής αναρχίας και μηδενισμού. Ο σκληρός αντιφασισμός του χώρου της αυτονομίας, παρά τις αιχμηρές αναλύσεις της, καταλήγει να δρα σαν παραμορφωτικός καθρέπτης όπου τα πάντα αντιμετωπίζονται σαν φασισμός, όπου οτιδήποτε εθνικό είναι αυτόματα και ταξικά εχθρικό σε βαθμό να ξεχνιούνται οι εθνικισμοί γειτονικών κρατών. Ο μηδενιστικός χώρος έχει την αναγκαία συγκρουσιακότητα, αλλά αδυνατεί (αδιαφορεί;) να δει την μεγάλη εικόνα και αντίστοιχα να δράσει στοιχειωδώς πολιτικά γύρω από αυτό το ζήτημα. Αντίθετα προτάσσει την αντικοινωνικότητα, τον αγώνα και το μίσος απέναντι σχεδόν στο σύνολο της κοινωνίας που χαρακτηρίζεται σύμφωνα με τα γραπτά τους από «μικροαστική σαπίλα».
Τέσσερα επίπεδα δράσης
Είναι αναγκαία η αυτοτελής συγκρότηση αντιφασιστικού κινήματος παράλληλα με την κεντρική πολιτική πάλη της Αριστεράς. Στα πλαίσια του παρατεταμένου πολέμου που διεξάγεται μεταξύ των στρατοπέδων της εργασίας και του κεφαλαίου τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, η κατάληψη κοινωνικών και γεωγραφικών θέσεων από πλευράς της σε χώρους και γειτονιές είναι κρίσιμη. Η αποφυγή της περικύκλωσης από τις επιθετικές δυνάμεις των νεοναζί της Χρυσής Αυγής και το τσάκισμα κάθε προσπάθειας να τρομοκρατηθεί το κίνημα είναι τα πρώτα βήματα, που βάζουν φρένο στην οικοδόμηση του στρατού της αντίδρασης, στη διάχυση του ναζιστικού δηλητηρίου στα μυαλά των εργαζομένων και της νεολαίας και στο ανέβασμα της αυτοπεποίθησης των αγωνιστών. Το πέρασμα στην αντεπίθεση απέναντι στους νεοναζί με μπλοκάρισμα των εκδηλώσεων, ανακατάληψη των δημόσιων χώρων, απόσπαση μαζών από τα ακροατήρια τους είναι το άμεσο δεύτερο βήμα που οφείλουμε να προωθούμε παράλληλα.
Τέσσερα επίπεδα δράσης αντιστοιχούν σε μια ολοκληρωμένη αντιφασιστική κίνηση:
Ιδεολογικό – Ιστορικό επίπεδο: είναι αναγκαία η αποδόμηση των στοιχείων της ιδεολογίας της Χρυσής Αυγής με απλό, μεστό λόγο και η προβολή των δημοκρατικών, προοδευτικών, σοσιαλιστικών, κομμουνιστικών ιδεών κατ’ αντιπαράθεση. Με ζύμωση στον κόσμο και ειδικά στη νεολαία (τα σχολεία αποτελούν κρισιμότατο κρίκο, ΧΑ ήδη κάνει ιδεολογική δουλειά και υπάρχουν κρούσματα μαθητών να σηκώνονται στο μάθημα και να λένε ότι το σχολείο τους μαθαίνει ψέμματα κλπ). Αντίστοιχα, οφείλουν να αξιοποιηθούν ιστορικά στοιχεία από την περίοδο του μεσοπολέμου σε Γερμανία και Ιταλία που να αποκαλύπτουν το βηματισμό των εγχώριων μιμητών τους αλλά και στοιχεία από τη σύγχρονη συγκρότηση των νεοναζιστικών και φασιστικών οργανώσεων και τη στρατηγική της έντασης που χρησιμοποιούν. Στην αντιπαράθεση με την Ιδεολογία της Χρυσής Αυγής θα χρειαστεί να φέρουμε στην επιφάνεια προοδευτικές αναλύσεις για την αρχαιότητα και για τη συγκρότηση του σύγχρονου ελληνικού κράτους.
Πολιτικό επίπεδο: σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να υποχωρήσει η ζύμωση του αντικαπιταλιστικού μεταβατικού προγράμματος για έναν άλλο δρόμο στην ελληνική κοινωνία με βασικούς άξονες την κατάργηση των Μνημονίων, την έξοδο από Ευρώ – ΕΕ, τη διαγραφή του χρέους, την κατεύθυνση της ανασυγκρότησης της οικονομίας και της παραγωγής σε σοσιαλιστική εργατική βάση, τη συγκρότηση παντού δομών εργατικού και κοινωνικού ελέγχου και απόφασης. Με πρόταγμα να πάρει ο κόσμος της εργασίας την τύχη στα χέρια του. Στο πολιτικό επίπεδο χρειάζεται μελέτη και αντιπαράθεση με την πολιτική πρόταση της Χρυσής Αυγής που έχει σε επίπεδο λόγου παρόμοια στοιχεία αλλά σε τελείως διαφορετική βάση. Για παράδειγμα, η διακυβέρνηση βάσει δημοψηφισμάτων που τάζει συνέχεια η Χρυσή Αυγή είναι κάτι που πρέπει άμεσα να απαντηθεί γιατί φαντάζει εξαιρετικά δημοκρατικό (!).
Κοινωνικό επίπεδο: Οργάνωση του κόσμου για τον εαυτό του στις γειτονιές μέσα από ανοιχτές δημοκρατικές συνελεύσεις επικουρικά στην ευρύτερη κίνηση των πολιτικών δυνάμεων της Αριστεράς. Πόρτα στη Χρυσή Αυγή σε σωματεία και συλλόγους, ανάδειξη, και κριτική σωματείων και συλλόγων που αποδέχονται φασίστες, ανάδειξη σε παράδειγμα σωματείων και συλλόγων που απορρίπτουν τους φασίστες. Εμπλοκή των μαζικών φορέων στην αντιφασιστική δράση με κινητοποίηση των μελών τους.
Στο δρόμο: Οργανωτική σύγκρουση κάθε φορά που δοκιμάζουν να προχωρήσουν σε επιθετικές ενέργειες και ανοίγματα. Ανακατάληψη των δημόσιων χώρων, διαγραφή συνθημάτων, οριοθέτηση περιοχών και αναγραφή αντιφασιστικών συνθημάτων. Σε κεντρικές συγκεντρώσεις με προβεβλημένα στελέχη, διοργάνωση αντισυγκεντρώσεων με στόχο να χαλάσει η φιέστα τους.
Τακτική
Για να υλοποιηθούν τα παραπάνω, το σύνολο των δυνάμεων που βλέπουν την αναγκαιότητα αντιφασιστικού κινήματος επιθυμούμε να συντονιστούν σε πολυεπίπεδη δράση με όχημα κοινές αντιφασιστικές πρωτοβουλίες, επιτροπές, συνελεύσεις. Ο ενωτικός βηματισμός σε αυτό το μέτωπο είναι αναγκαίος αλλά και εφικτός. Εκεί που υπάρχει κάτι ήδη πρέπει να ενισχυθεί, αν δεν υπάρχει να δημιουργηθεί και αν υπάρχουν παράλληλες δομές να επιδιώκουν το συντονισμό στις δράσεις. Η ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α. μπορεί να προχωρήσει σε θεματική συζήτηση στις τοπικές επιτροπές για την αντιφασιστική πάλη και να προετοιμάσει τα μέλη της σε αυτή την κατεύθυνση. Παράλληλα, οι δυνάμεις της ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α., στα πλαίσια του αγωνιστικού μετώπου ρήξης και ανατροπής μπορούν να καλέσουν το σύνολο των δυνάμεων που έχουν αντίστοιχη κατεύθυνση στην αντιφασιστική πάλη σε κεντρικό και τοπικό επίπεδο και από κοινού να βάλουν πλάτη στο να στηθούν κατάλληλες δομές στις γειτονιές και κατάλληλη παρέμβαση στους μαζικούς χώρους. Ακόμα και αν δεν υπάρχει συμφωνία, η ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α. μπορεί να προχωρήσει σε συγκρότηση αντιφασιστικής πρωτοβουλίας εκεί που έχει δυνάμεις. Η κίνηση όλων αυτών των πρωτοβουλιών οφείλει να είναι πρώτα και κύρια προς τις μάζες και εξώστρεφα και σε κρίσιμες στιγμές ενάντια στους νεοναζί.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ