ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ


Henri Lefebvre

Η εισβολή του Μάη


ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΚΤΟΣ ΓΡΑΜΜΗΣ


Το ΚΚΕ και το αναγκαίο μέτωπο


«Το λένε τα πουλάκια μέσ’ στα ρέματα…17% δεν είναι ψέματα» έλεγε ένα σατιρικό σύνθημα τη δεκαετία του ’80 για τον περίφημο στόχο του 17%, ώστε να συμμετέχει το κόμμα στη δεύτερη κατανομή των εκλογών του 1981. Η ειρωνεία της ζωής έφερε τελικά ένα 17%, μόνο που αυτό δεν το πήρε το ΚΚΕ, αλλά οι «οπορτουνιστές» του ΣΥΡΙΖΑ. Εν όψει, μάλιστα, των εκλογών της 17ης Ιούνη είναι σχεδόν βέβαιο ότι το 17% θα ανέβει σημαντικά παραπάνω και το ΚΚΕ θα κατρακυλήσει σε εκλογικά νούμερα που ίσως δεν απέχουν πολύ από το 4,5% των κρίσιμων εκλογών του 1993, των πρώτων εκλογών μετά τη διάσπαση με τους «ανανεωτικούς» το ’91. Αυτές οι εξελίξεις θα σημάνουν άραγε αλλαγή πλεύσης για την τακτική του ΚΚΕ στο κίνημα και τις σχέσεις του με την υπόλοιπη Αριστερά;

Όποιος εκτιμά ότι η τακτική του σημερινού ΚΚΕ αλλάζει άμεσα κάτω από τις πιέσεις της συγκυρίας, γνωρίζει ελάχιστα για το συγκεκριμένο κομματικό μηχανισμό και τρέφει φρούδες ελπίδες. Οι αλλαγές πλεύσης στο σύγχρονο ΚΚΕ δεν γίνονται έτσι απλά και όποιος ενδιαφέρεται να καταλάβει τη φύση, τις αντιφάσεις και τις δυναμικές στο εσωτερικό του οφείλει να βλέπει πιο βαθιά. Ακόμα και αν υπάρξει αλλαγή σε σχετικά σύντομο χρόνο, δεν θα οφείλεται σε αυτό το εκλογικό αποτέλεσμα, που μόνο ως καταλύτης μπορεί να λειτουργήσει σε μία ήδη ενεργή συζήτηση και προβληματισμό. Και τέτοιος προβληματισμός φαίνεται ότι υποβόσκει καιρό και αξίζει να αναφερθούμε λίγο πιο αναλυτικά.

Το ΚΚΕ πέρασε μία δύσκολη περίοδο τα πρώτα χρόνια μετά τη διάσπαση του ’91. Επέλεξε να αντισταθεί στο αντιδραστικό ιδεολογικό κλίμα που διαμορφώθηκε μετά την πτώση της ΕΣΣΔ και να αναδιοργανωθεί πολιτικά και οργανωτικά, κατοχυρώνοντας και τη θέση του στο πολιτικό σκηνικό και την Αριστερά. Ομολογουμένως, αυτή η διαδικασία στέφθηκε με επιτυχία και το κόμμα ανέκαμψε εκλογικά και οργανωτικά, η ΚΝΕ ανασυγκροτήθηκε και στο τέλος της δεκαετίας αναπτύχθηκαν σημαντικά, με τις αντιιμπεριαλιστικές-αντιπολεμικές κινητοποιήσεις ενάντια στους βομβαρδισμούς στη Γιουγκοσλαβία. Σε αυτή την πορεία, το κόμμα έκανε Συνδιάσκεψη για την ΕΕ το 1993, Πανελλαδική Συνδιάσκεψη για την εκτίμηση των παραγόντων της πτώσης της ΕΣΣΔ το ’95 και το προγραμματικό 15ο Συνέδριο τον ίδιο χρόνο. Σε αυτά διαμορφώθηκαν κριτήρια, η γραμμή και το πλαίσιο πάλης για τη δημιουργία του Αντιιμπεριαλιστικού Αντιμονοπωλιακού Δημοκρατικού Μετώπου (ΑΑΔΜ), που αποτέλεσε το βασικό πρόταγμα του ΚΚΕ για την περίοδο μέχρι τις αρχές της επόμενης δεκαετίας.

Το κόμμα πάλευε για τη συσπείρωση κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων σε αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση και τη συγκρότηση ενός τέτοιου μετώπου. Στα τέλη της δεκαετίας του ’90 αυτή η γραμμή είχε μετουσιωθεί και σε πολιτική συνεργασιών με το ΔΗΚΚΙ και την ΑΚΟΑ, και κατόπιν με την Κομμουνιστική Ανανέωση, παρόλο που γενικά η στάση του ΚΚΕ ήταν εχθρική προς την υπόλοιπη Αριστερά. Σταδιακά, όμως, αναπτύχθηκε μία ακόμα μεγαλύτερη σεχταριστική σκλήρυνση, που οδήγησε σε μία ολοένα και περισσότερο διακριτή δράση στα συνδικάτα μέσω του ΠΑΜΕ (που ιδρύθηκε το 1999) και κατέληξε και σε διακοπή των όποιων κεντρικών πολιτικών συνεργασιών.

Αυτή η πορεία κλιμακώθηκε από το 17ο Συνέδριο (2005) και ύστερα. Πλέον, οι κεντρικές αναφορές στο ΑΑΔΜ, που σταδιακά έφθιναν, εξαφανίστηκαν εντελώς στο δημόσιο λόγο του κόμματος, που ολοένα και περισσότερο αναφερόταν στην ισχυροποίησή του, που τέθηκε εμφανώς ως το βασικό καθήκον στα συνέδρια του ΚΚΕ και της ΚΝΕ αυτής της περιόδου. Η πορεία αυτή εντάθηκε και στο 18ο Συνέδριο του 2009, που έκανε μία πιο εκτενή εκτίμηση για το «σοσιαλισμό που γνωρίσαμε» και τις αιτίες «ανατροπής» (και όχι «κατάρρευσής» του…).

Πλέον, η «μετωπική» γραμμή αφορούσε στη συσπείρωση κοινωνικών δυνάμεων μέσα από «μετωπικά» εγχειρήματα των συνδικαλιστικών εκφράσεων του κόμματος ανά χώρο: ΠΑΜΕ για τα εργατικά, ΠΑΣΥ στους αγρότες, ΠΑΣΕΒΕ για τους μικρομεσαίους, ΜΑΣ για τους φοιτητές και Συντονιστικά Αγώνα για τους μαθητές. Και ήταν μια πορεία που κατέγραψε σταδιακή πτώση της κοινωνικής επιρροής και της δυνατότητας κινητοποίησης των δυνάμεων του κόμματος, τόσο στο φοιτητικό και το μαθητικό όσο και στο εργατικό και αγροτικό κίνημα.

Αυτή η πορεία εντεινόμενης σεχταριστικής αναδίπλωσης ενός ήδη αρκετά κλειστού πολιτικού σχηματισμού και τα αντιφατικά αποτελέσματά της δημιούργησαν ερωτηματικά σε ένα δυναμικό γαλουχημένο σε μια διαφορετική γραμμή συνεργασιών σε όλη τη Μεταπολίτευση, αλλά και μετά τη διάσπαση με τη γραμμή του ΑΑΔΜ. Έκφραση αυτής της διαφωνίας ήταν και η αποχώρηση κάποιων λίγων στελεχών και μελών το 2000, που ήθελαν συνεργασία με την υπόλοιπη Αριστερά και συγκρότησαν την ΚΕΔΑ που συνεργάστηκε με το ΣΥΝ. Ως συνήθως, όμως, οι οργανωτικοί διαχωρισμοί δεν εξαφανίζουν τα πολιτικά ερωτήματα που τους δημιούργησαν. Για αυτό ήταν εμφανές, ήδη από το 17ο Συνέδριο και τον προσυνεδριακό διάλογο, ότι υπήρχαν τοποθετήσεις που έθεταν ζητήματα για την τακτική, τις συνεργασίες και την πολιτική συμμαχιών του κόμματος σε κοινωνικό (και υπόρρητα και σε πολιτικό) επίπεδο. Και οι μαζικές διαγραφές στην ΚΝΕ, κυρίως στη Σπουδάζουσα το 2007, είχαν σχέση, όπως φάνηκε, με μια διαφορετική αντίληψη για την πολιτική συμμαχιών στο φοιτητικό κίνημα.

Αυτή η διαπάλη, όμως, αφορούσε και κάτι ευρύτερο πλέον. Την αντίληψη του ΚΚΕ για το σύγχρονο ιμπεριαλισμό και καπιταλισμό και την ανάλογη διαμόρφωση κεντρικής γραμμής για την περίοδο. Έτσι, σταδιακά διαμορφώθηκε μια αντίληψη ότι η Ελλάδα δεν είναι πλέον «εξαρτημένη» χώρα, αλλά σε «ενδιάμεση θέση» στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα, κάτι που αναδεικνύει τη σημασία της σύγκρουσης με την εγχώρια αστική τάξη και την πιο έντονη αναφορά στη σοσιαλιστική επανάσταση σε αντιδιαστολή με «τη λογική των σταδίων» και τις αντιλήψεις περί ύπαρξης «εθνικής αστικής τάξης». Η εκτίμηση αυτή συνοδεύτηκε από μια ιδεολογική σκλήρυνση με την ανοιχτή αποκατάσταση της σταλινικής περιόδου και κριτική στην πορεία της ΕΣΣΔ μετά το 20ό Συνέδριο του ’56. Αυτές οι (ορθότερες συγκριτικά με τις πρότερες) απόψεις εισάγονταν σταδιακά, με συστηματική αρθρογραφία στην «ΚΟΜΕΠ» και το «Ριζοσπάστη», και με εκδόσεις [1], προτού επισημοποιηθούν σε κομματικά ντοκουμέντα.

Η στροφή αυτή επένδυσε θεωρητικά τη σκληρή αναδίπλωση του ΚΚΕ και επεκτάθηκε και στην αποτίμηση της πολιτικής ιστορίας του, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το τελευταίο δοκίμιο για αυτήν. Η παλιά πολιτική συμμαχιών σταδιακά καταδικάζεται, ξεκινώντας από την πιο πρόσφορη περίοδο για αυτό, την περίοδο της διάλυσης των κομματικών οργανώσεων το ’58 και του ακολουθητισμού της ΕΔΑ στην Ένωση Κέντρου. Δεν είναι τυχαίο, όμως, ότι τώρα πια το ΚΚΕ σπάνια αναφέρεται ρητά και στην περίοδο του εαμικού εγχειρήματος, ενώ έχει αναδείξει υπέρμετρα, σε σχέση με το παρελθόν, την περίοδο της ανοιχτής αντιπαράθεσης για την εξουσία πλέον, με τον ηρωικό αγώνα του ΔΣΕ.

Με το ξέσπασμα της κρίσης, η στάση του ΚΚΕ ήταν συνεπής με τη στροφή της δεκαετίας του 2000. Δεν επεξεργάστηκε καμία ιδιαίτερη μετωπική γραμμή, πέραν της συσπείρωσης στα «μέτωπα» των κομματικών δυνάμεων του. Δεν επεξεργάστηκε αρχικά κανένα ιδιαίτερο σώμα μεταβατικών αιτημάτων. Απεναντίας, κινήθηκε ακόμα περισσότερο σε μια κατεύθυνση κομματικής περιχαράκωσης και γενικής αντικαπιταλιστικής καταγγελίας. Η στάση του προς την υπόλοιπη Αριστερά έγινε ακόμα πιο ανοιχτά εχθρική, θυμίζοντας εν πολλοίς την τραγική για την κομμουνιστική Αριστερά περίοδο του «σοσιαλφασισμού» στο Μεσοπόλεμο.

Σε αυτό το φόντο, τα ερωτηματικά και η σποραδική κριτική προς τη γραμμή εντάθηκαν, λόγω και της πίεσης από την ίδια την κοινωνική πραγματικότητα της κρίσης στη βάση του κόμματος, αλλά και από αρνητικά αποτελέσματα σε κοινωνικό επίπεδο. Άρχισαν, μάλιστα, να μορφοποιούνται και σε μια πιο συγκροτημένη αναφορά στην ανάγκη επαναφοράς και υλοποίησης της (προγραμματικής) θέσης για μετωπική πολιτική μέσω του ΑΑΔΜ, με κριτική στην ηγεσία ότι άρρητα έχει αποκλίνει από αυτή τη θέση. Αυτή η κριτική δεν θα μπορούσε παρά να επενδυθεί προφανώς και με μια θεωρητική επιστροφή στο κλασικό σχήμα της εξάρτησης, που θεμελιώνει την ανάγκη μιας «αντιμονοπωλιακής» μετωπικής γραμμής [2]. Παρουσιάζεται, λοιπόν, μια θεωρητική και πολιτική (επι)στροφή στη γραμμή της προηγούμενης δεκαετίας και μια σαφής αναφορά γενικότερα στη μεταπολιτευτική γραμμή του ΚΚΕ, με συμβολική αναφορά στο πρόσωπο του Χαρίλαου Φλωράκη.

Στην περίοδο που ζούμε, είναι σημαντικό να κρίνουμε τον καθέναν όχι κυρίως με βάση τις θεωρητικές απόψεις του, αλλά με βάση την πολιτική πρακτική του, όσο και αν αυτές πάντα συνδέονται σε τελική ανάλυση με αυτή. Και η αλήθεια είναι ότι οι αγωνίες του δυναμικού που κινείται σε αυτή την κατεύθυνση τέμνονται αντικειμενικά με τις αγωνίες ενός δυναμικού της ριζοσπαστικής και αντικαπιταλιστικής Αριστεράς που βρίσκονται διάσπαρτες στο ΣΥΡΙΖΑ (Αριστερό Ρεύμα), στο Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής, στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ και σε μικρότερες εξωκοινοβουλευτικές δυνάμεις, όπως η Κ.Ο. Ανασύνταξη. Αυτή η οριζόντια συνταύτιση ενός δυναμικού συμπυκνώνεται στα κρίσιμα ζητήματα ενός σύγχρονου μεταβατικού προγράμματος σε αντιιμπεριαλιστική και αντικαπιταλιστική κατεύθυνση (παύση πληρωμών του χρέους, εθνικοποιήσεις τραπεζών και μεγάλων επιχειρήσεων, ριζική αναδιανομή προς όφελος των δυνάμεων της εργασίας, έξοδος από ευρώ-ΟΝΕ-ΕΕ κ.ά.), στην αναζήτηση του αναγκαίου πολιτικού μετώπου για την ανατροπή της αντιδραστικής επίθεσης και την αντεπίθεση των λαϊκών δυνάμεων, και στην αναζήτηση της σύγχρονης κομμουνιστικής προοπτικής. Και αυτή η σύγκλιση δεν δημιουργήθηκε εγκεφαλικά, αλλά μέσα από τα ζητήματα που έθεσε σε ένα κομμάτι του κινήματος η ίδια η πραγματικότητα της κρίσης και των μνημονίων. Όσο η κρίση βαθαίνει, εκτιμούμε ότι οι συγκλίσεις κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που μέχρι πρότινος βρίσκονταν σε απόσταση θα ενταθούν. Μήπως πρέπει, τελικά, όλοι να βάλουμε το χεράκι μας για να πραγματοποιηθούν πιο γρήγορα, πριν οι πιο μαύρες εκδοχές της κρίσης και του αστικού πολιτικού συστήματος έρθουν ξανά στο προσκήνιο;

[1] Είναι χαρακτηριστικό, π.χ., ότι η μάλλον πρώτη αποκατάσταση του Ζαχαριάδη έγινε σε υποσημείωση μιας μπροσούρας για τον αντικομμουνισμό, κάποια χρόνια πριν την πρόσφατη επίσημη κομματική αποκατάστασή του. Στην ίδια μπροσούρα έγινε μια σχετικά τολμηρή αλλαγή, με παραδοχή ότι το ΚΚ Κίνας είχε κάποιο δίκιο στην αντιπαράθεση με τη ρεβιζιονιστική γραμμή του ΚΚΣΕ μετά το 20ό Συνέδριο.

[2] Με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα το πρόσφατο βιβλίο του Βασίλη Λιόση «Ιμπεριαλισμός και εξάρτηση», που αποτελεί απόπειρα θεωρητικής τεκμηρίωσης της ισχύος της θεωρίας της εξάρτησης, κριτική στη γραμμή του ΚΚΕ όπως κλιμακώθηκε μετά από το 17ο Συνέδριο και ρητή αναφορά στην ανάγκη συγκρότησης του ΑΑΔΜ, στη βάση ενός μεταβατικού πλαισίου ενάντια στον ιμπεριαλιστικό βραχνά του χρέους και της ΕΕ. Παρόμοιες τοποθετήσεις υπάρχουν και σε διάφορους ιστοτόπους που δημιουργήθηκαν τα τελευταία δυο χρόνια.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ

ΕΚΤΟΣ ΥΛΗΣ|
30/05/2023 - 12:10

Η Απάντηση στον Τζων Λιούις συνιστά πριν απ’ όλα μια εξαιρετική εισαγωγή στον μαρξισμό του Αλτουσέρ, ένα αλτουσεριανό μανιφέστο.

ΕΚΤΟΣ ΥΛΗΣ|
17/01/2023 - 17:34

Ο Φεμινισμός για το 99%, από τα πιο σημαίνοντα κείμενα του ρεύματος της κοινωνικής αναπαραγωγής, είναι γέννημα-θρέμμα της Παγκόσμιας Φεμινιστικής Απεργίας.

ΘΕΩΡΙΑ|
16/12/2021 - 14:44

Τον Νοέμβριο του 1977, από το βήμα του συνεδρίου που διοργάνωσε στη Βενετία η εφημερίδα Il Manifesto, ο Αλτουσέρ αναφωνεί «Επιτέλους, η κρίση του μαρξισμού!».

ΚΟΙΝΩΝΙΑ/ΚΙΝΗΜΑΤΑ|
09/02/2021 - 16:16

Ένα κίνημα για δημόσιο, δωρεάν και δημοκρατικό πανεπιστήμιο, είναι πρώτα απ’ όλα ένα κίνημα για ανοιχτό πανεπιστήμιο.