ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ


Henri Lefebvre

Η εισβολή του Μάη


ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΚΤΟΣ ΓΡΑΜΜΗΣ


ΠΟΛΙΤΙΚΗ |
Πέμ, 07/07/2016 - 12:15

Το συμβάν «ΟΧΙ»: Η έκρηξη και η αντιφατικότητά του


Το κείμενο που ακολουθεί γράφτηκε στο μεγαλύτερο μέρος του λίγο καιρό μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015. Αντλεί ως εκ τούτου από προβληματισμούς και ερωτήματα για τη φύση και τη δυναμική του ΟΧΙ που αναπτύχθηκαν στο έδαφος των εκλογικών αποτελεσμάτων, αλλά και συνολικά σε μια περίοδο που ο απόηχος του δημοψηφίσματος παρέμενε ακόμη νωπός. Επιλέγουμε τη δημοσίευσή του σήμερα, με την απόσταση ενός χρόνου κι ενώ η συζήτηση για το δημοψήφισμα και την αποτίμηση της σημασίας του ξανανοίγει, καθώς θεωρούμε ότι τα βασικά στοιχεία εκτίμησης και ανάλυσής του εξακολουθούν να διατηρούν την επικαιρότητά τους, μιας που παραμένουμε μέσα στις πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες που διαμορφώθηκαν την περίοδο εκείνη.

 

Μια επαναπροσέγγιση του συμβάντος «ΟΧΙ», με ματιά νηφάλια αν και αναγκαστικά επικαθορισμένη από τους μήνες που μεσολάβησαν, είναι απαραίτητη. Όχι τόσο επειδή εν πολλοίς καθόρισε τις πολιτικές εξελίξεις έκτοτε ούτε επειδή η συγκυρία βρίσκει όλες τις εκδοχές της ελληνικής αριστεράς σε βαθιά ήττα ενώ, σύμφωνα με τις περισσότερες αναγνώσεις, το ΟΧΙ είχε εγγεγραμμένη εντός του μια ριζικά διαφορετική προοπτική. Κυρίως μια τέτοια επαναπροσέγγιση χρειάζεται για να φωτιστούν τα πραγματικά προβλήματα στη σύγχρονη διαμόρφωση πολιτικών και κοινωνικών υποκειμένων, το νούμερο ένα πρόβλημα της σημερινής αριστερής σκέψης. Τα ερωτήματα που έχουν τεθεί στον διάλογο είναι πολλά και σημαντικά. Γιατί η κοινωνική δυναμική που φαινόταν να εκφράζεται από το συντριπτικό 61,3% του ΟΧΙ, δεν αντέδρασε στη στροφή 180 μοιρών του επιτελείου Τσίπρα ήδη από την επόμενη μέρα; Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να κερδίσει κάθε ονομαστικό στόχο που έβαλε στην εκλογική μάχη η οποία ακολούθησε, κάτι που δεν μπορεί παρά να σημαίνει ότι πήρε μαζί του και αρκετό από εκείνον τον κόσμο του ΟΧΙ; Ήταν λανθασμένη ή υπερβολική η ανάγνωση των περισσότερων εκδοχών της αριστεράς για τη ριζοσπαστικότητα που ενείχε το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος; Μήπως τελικά η αφήγηση ΣΥΡΙΖΑ για ένα ΟΧΙ που δεν μεταφράζεται σε ρήξη έπεισε ως τέτοια;

Ένα βήμα πριν, οφείλουμε να επιχειρήσουμε κάποιες αρχικές παραδοχές μεθοδολογίας. Ένα συμβάν πρέπει να αναλύεται εντός της ιστορικής κίνησης στην οποία είναι εγγεγραμμένο. Δεν μπορούμε να το εξετάσουμε αποτελεσματικά χωρίς να συνυπολογίσουμε τις προϋπάρχουσες τάσεις που οδήγησαν στην εμφάνισή του και τις δυναμικές που απελευθερώθηκαν σε επόμενη φάση εξαιτίας του. Διαφορετικά, μπορεί να υποπέσουμε σε σφάλμα ανάλυσης που να οδηγήσει και σε στρεβλά συμπεράσματα: να συγχέουμε τη δυνατότητα, τη δυναμική (potentia) που το εκάστοτε συμβάν μπορεί να εμπεριέχει, με το τι μπορεί πραγματικά να εκφραστεί υλικά υπό τις εκάστοτε συνθήκες.

Στην περίπτωση του δημοψηφίσματος θα πρέπει να εξετάσουμε ποιες συνθήκες οδήγησαν στη συγκρότηση της κοινωνικής συμμαχίας του ΟΧΙ και επομένως ποια ήταν η εσωτερική σύνθεση αυτής της συμμαχίας. Οι εσωτερικές τάσεις της διαμορφώθηκαν καθ’ όλη την περίοδο της μνημονιακής επίθεσης, ιδιαίτερα κατά το διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ του κινήματος των Πλατειών μέχρι και το δημοψήφισμα. Το κίνημα των Πλατειών ήταν το προηγούμενο μεγάλο συμβάν, καθώς αποτέλεσε στιγμή πραγματικής εισβολής κοινωνικών διεκδικήσεων απευθείας στο πολιτικό επίπεδο. Η ήττα του, την οποία ακολούθησαν πολλές άλλες στο κοινωνικό πεδίο, άφησε βαθύ χνάρι στη μετέπειτα διαμόρφωση του κοινωνικού υποκειμένου, τόσο από την πλευρά της κινηματικής παρακαταθήκης όσο όμως και από την πλευρά της φθοράς και του περιορισμού των προσδοκιών για αποτελέσματα. Ακολούθησε μια τριετής περίοδος πολιτικής αστάθειας και ολοένα φθίνουσας κοινωνικής συναίνεσης, που αντιμετωπιζόταν με αυταρχική θωράκιση και κατασταλτική σκλήρυνση απέναντι στις διεκδικήσεις. Κατά τη διάρκεια αυτής, ο ΣΥΡΙΖΑ με τη βοήθεια πολλαπλών μέσων και πρακτικών, που είχαν ως σημείο συνάντησης και στρατηγικής τη διεκδίκηση της κυβερνητικής εξουσίας, διαμόρφωνε ταυτόχρονα τον εαυτό του και το κοινωνικό μπλοκ που θα εγγυόταν αυτή την κατεύθυνση. Το εν λόγω κοινωνικό μπλοκ, ή καλύτερα το μπλοκ συναίνεσης γύρω από την πολιτική πρόταση ΣΥΡΙΖΑ, ενοποίησε δύο αντίρροπες τάσεις γύρω από τον κοινό αυτόν στόχο: την τάση ριζοσπαστικοποίησης ενός παραδοσιακά συντηρητικότερου δυναμικού και την τάση φθοράς και προσαρμογής ενός δυναμικού που είχε δώσει δυναμικότερο «παρών» κατά τη διάρκεια των προηγούμενων κινηματικών εξάρσεων. Αυτή η ιδιαίτερη ισορροπία ήταν και το πρόπλασμα της κοινωνικής συμμαχίας γύρω από το ΟΧΙ κατά το δημοψήφισμα, υπό και τη μετασχηματιστική ισχύ που της ασκήθηκε αντικειμενικά από την παρουσία πλέον του ΣΥΡΙΖΑ στον κορμό της κυβέρνησης και τη φαινομενικά επίπονη προσπάθεια διαπραγματεύσεων κατά το διάστημα που προηγήθηκε του δημοψηφίσματος.

Στο σημείο αυτό πρέπει να κάνουμε μια δεύτερη παραδοχή, που αφορά τη σχέση κοινωνικού υποκειμένου και πολιτικής στρατηγικής. Δεν υπάρχει κοινωνική συμμαχία που να συγκροτείται με όρους μπλοκ, όπως αυτή που εμφανίστηκε στη διαδικασία του δημοψηφίσματος, η οποία να μην εγγράφεται ώς έναν βαθμό σε πραγματικές πολιτικές στρατηγικές. Φτάνουμε λοιπόν στο δημοψήφισμα: μια συμπύκνωση, ένα ερώτημα που, όπως εμπεριείχε διαφορετικά ερωτήματα στην απλούστευσή του, έτσι εμπεριείχε και όλες τις εκφάνσεις των απαντήσεων. Η προηγούμενη διαδικασία μετασχηματισμού είχε καταλήξει στη σύμπραξη σε ενιαία ενότητα, αυτή γύρω από το ΟΧΙ, δύο κατά κύριο λόγο, ήδη διαμορφωμένων, τάσεων-οπτικών.

Από τη μία, ο κόσμος που ψήφισε ΟΧΙ υπό την προοπτική της ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση, πέραν του ότι ήταν περισσότερος απ’ όσο εκτιμούσαμε, στήριζε εκτός των άλλων μια οπτική του ΟΧΙ που ήταν φορέας της εκδοχής του όπως εκφραζόταν από το ΣΥΡΙΖΑ: ενός ΟΧΙ που εμπεριείχε τη στόχευση για μια καλύτερη συμφωνία, τη φοβικότητα απέναντι στο ενδεχόμενο ρήξης, τη θεσμική λογική διαπραγμάτευσης. Είναι σημαντικό να ξεκαθαριστεί ότι δεν εννοούμε εδώ ότι αυτός ο κόσμος ακολουθούσε και συνέχισε να ακολουθεί τυφλά ό,τι έβγαζε ως πολιτική γραμμή ο ΣΥΡΙΖΑ. Απλώς, ήταν ήδη διαμορφωμένος ως κοινωνική δυναμική εντός αυτών των ορίων διεκδίκησης και δεν υπήρξε παράγοντας που να διευρύνει και να σπάσει αυτά τα όρια. Από την άλλη, μια σημαντική μερίδα κόσμου που η συσσώρευση εμπειριών ανά τα χρόνια τον είχε οδηγήσει πέραν ενός κρίσιμου σημείου ανοχής στον πολιτικό εκβιασμό που δεχόταν, πεισμένη πλέον ότι η σκληρή μάχη είναι αναγκαιότητα και η ρήξη απαραίτητη. Στη συγκρότηση κοινωνικών υποκειμένων όμως δεν μιλάμε με όρους αθροίσματος: η τελική σύνθεση αυτής της κοινωνικής συμμαχίας του ΟΧΙ στο συμβάν του δημοψηφίσματος ήταν οπωσδήποτε κάτι ποιοτικά ανώτερο από το απλό άθροισμα αυτών των οπτικών.

Η υποτίμηση αυτών των εσωτερικών συνθηκών και η υπερεκτίμηση του συμβάντος ΟΧΙ οδήγησε τη ριζοσπαστική και αντικαπιταλιστική αριστερά στο να υποπέσει στο σφάλμα ανάλυσης που αναφέραμε παραπάνω. Μια τάση εντός της κοινωνικής συμμαχίας γύρω από το ΟΧΙ, η τάση του «ΟΧΙ μέχρι τέλους», που ήταν σημαντική αριθμητικά και ποιοτικά και είχε όντως την προοπτική να καταστεί ηγεμονική, έγινε δεκτή ως εάν να ήταν ήδη ηγεμονική. Αυτό δεν έγινε συνειδητά από πλευράς ανάλυσης, αλλά φάνηκε σαν αντίληψη στον τρόπο με τον οποίο παρενέβαιναν οι δυνάμεις εκείνες μέχρι και την προεκλογική περίοδο. Παρά τους επιμέρους χρωματισμούς ανάλογα τον πολιτικό χώρο, ήταν κοινή συνισταμένη όλων μια λογική στην οποία κάθε αριστερός σχηματισμός αυτοπαρουσιαζόταν ως εκείνος που θα εκπροσωπήσει στο κίνημα και στην κάλπη το «ΟΧΙ μέχρι τέλους». Για να είναι πραγματική αυτή η πολιτική γραμμή ωστόσο, θα ήταν απαραίτητο είτε αυτό το «ΟΧΙ μέχρι τέλους» να συνιστά συγκροτημένο υποκείμενο που να θέλει να εκπροσωπηθεί ως τέτοιο είτε να ακολουθηθεί μια πολιτική στρατηγική μετασχηματισμού της κοινωνικής συμμαχίας γύρω από το ΟΧΙ σε κατεύθυνση ενίσχυσης και επικράτησης της λογικής του «ΟΧΙ μέχρι τέλους». Τίποτα από τα δύο δεν υπήρχε. Αποτύχαμε να αναγνωρίσουμε την κοινωνική σύμπνοια γύρω από το ΟΧΙ ως πραγματικό πεδίο μετασχηματισμού στην κατεύθυνση εναλλακτικής πολιτικής στρατηγικής και κατ’ επέκταση αποτύχαμε και να διαμορφώσουμε μια εναλλακτική πολιτική στρατηγική. Οδηγηθήκαμε έτσι σε μια λογική στατικής εκπροσώπησης ενός ήδη πεισμένου δυναμικού, με τα γνωστά αποτελέσματα.

Η αντικειμενική ριζοσπαστική δυναμική αυτού του αντιφατικού συμβάντος δεν τελείωσε με τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015. Ενυπήρχε στα ταξικά χαρακτηριστικά που αποτύπωσε η κατανομή του αποτελέσματος, την πόλωση των στρωμάτων των εργαζομένων, των ανέργων και της νεολαίας προς το ΟΧΙ, συνεχίζει να αποτυπώνεται μέχρι και σήμερα στο πεδίο συνάντησης των ριζοσπαστικών συναντήσεων αγωνιστών, αγωνιστριών και ρευμάτων όλο το τελευταίο διάστημα. Μια ταξική πόλωση, ωστόσο, των πληττόμενων στρωμάτων έχει μεν τα αίτιά της στο οικονομικό επίπεδο, αποτελεί εκδήλωση της αυθόρμητης προάσπισης συμφέροντος, αλλά δεν μεταφράζεται γραμμικά σε συγκεκριμένη επιλογή στο πολιτικό πεδίο. Ο κόσμος του ΟΧΙ –πόσο μάλλον ο λαός ολόκληρος– δεν αποτελούσε και δεν αποτελεί ένα ήδη συγκροτημένο υποκείμενο σε αναζήτηση εκφραστή. Είναι μια αντιφατική συγκυριακή ενότητα που κινείται, δεν υποκινείται μόνο, και συναινεί στον έναν ή στον άλλο βαθμό σε πολιτικά σχέδια που ξεδιπλώνονται και παίζονται. Για σημαντική μερίδα αυτού του κόσμου, λοιπόν, η εκλογική επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ, παρότι σήμερα –με την παρέλευση σχεδόν ενός χρόνου διακυβέρνησής του- θα ήταν ίσως απαγορευτική, στη μεταδημοψηφιασματική συγκυρία είχε τα χαρακτηριστικά της στήριξης στο μόνο σχέδιο που φάνταζε εφικτό και το οποίο συνέχιζε να παίζεται, με άλλη μορφή, μετά την ήττα. Τα υπόλοιπα σχέδια φαίνονταν σαν εύκολα άδεια λόγια εξωτερικών παρατηρητών που μάλιστα απαιτούσαν και μια ολική πολιτική συμφωνία γύρω από πτυχές ενός σχεδίου που παρουσιαζόταν ως υπάρχον και άμεσα εφαρμόσιμο, ενώ δεν ήταν τίποτε από τα δύο.

Η περίπτωση της νεολαίας έχει πολύ ειδικό βάρος σε αυτόν τον τομέα. Η νεολαία σήμερα είναι στην εξαιρετικά δύσκολη θέση να έχει μπροστά της ένα πλήρως αποδιαρθρωμένο πεδίο εργασιακής προοπτικής και ταυτόχρονα να βρίσκεται στο επίκεντρο της προσπάθειας διαμόρφωσης του εργασιακού υποκειμένου που αντιστοιχεί σε αυτή τη φάση της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης. Αυτή η νεολαία αδυνατεί να συγκροτήσει συλλογική ταυτότητα, ακριβώς γιατί η αποκέντρωση και η απομόνωση που έχει επιφέρει η εν λόγω διαδικασία στα επιμέρους στρώματά της (φοιτητές/φοιτήτριες, άνεργοι/άνεργες, επισφαλώς εργαζόμενοι/εργαζόμενες) συναντάται με την αδυναμία της αριστεράς να συγκροτήσει οργανική σχέση εκπροσώπησης και πεδίο διεκδικήσεων γι’ αυτήν. Είναι ταυτόχρονα ο μεγάλος παρών, όπως φάνηκε στη σύνθεση της πιο ριζοσπαστικής εκδοχής του ΟΧΙ, και ο μεγάλος απών, όπως φάνηκε στην ηχηρή απουσία της από την εξώστρεφη φυσιογνωμία των ριζοσπαστικών σχηματισμών της αριστεράς. Μένει να βρεθεί το πραγματικό πεδίο συνάντησης μαζί της, και αυτό αναγκαστικά προϋποθέτει αναβαθμισμένη δράση και συγκρότηση της υποτονικής τα τελευταία χρόνια αριστερής νεολαίας. Είναι πολλοί και πολλές όσοι ακόμα και σήμερα στρατεύονται στη δυνατότητα που το ΟΧΙ κυοφόρησε όσο βρισκόταν σε εξέλιξη οι κοινωνικοπολιτικές διεργασίες προ του δημοψηφίσματος που οδήγησαν στον θρίαμβό του παραμένοντας έτσι πιο αισιόδοξοι από άλλους για τη δυνατότητα ενός νέου μελλοντικού σεισμού, υποτιμώντας ενδεχομένως τα αποτυπώματα που αφήνει η έκβαση που είχαν τα πράγματα. Αυτό έχει τη θετική όψη της συνέχισης του δύσκολου ταξιδιού αλλά ενέχει και μια αρνητική όψη: αυτή της πλήρους εμπέδωσης της εκ νέου διολίσθησης στην αριστερά της αντίστασης. Δεν αρκεί πλέον σε κανέναν να αντισταθεί απέναντι στην κοινωνική καταστροφή. Το πέρασμα στην αριστερά της ηγεμονίας προϋποθέτει την πάλη για τη δημιουργία πραγματικών χώρων προώθησης του μετασχηματισμού της δυνατότητας σε διεκδίκηση. Πάντα μας άρεσε να αναφερόμαστε σε ιστορικά νήματα. Στην πραγματικότητα, τα μεγάλα συμβάντα όπως αυτό του ΟΧΙ είναι σημεία όπου τα ιστορικά νήματα, παραπάνω από μία κλωστές που ώς τότε ξετυλίγονταν παράλληλα, δημιουργούν ένα παράξενο κουβάρι, και η κύρια κλωστή που το κρατάει δεμένο είναι το διακύβευμα, γιατί αυτή θα συνεχίσει την πορεία του ξετυλίγματος. Αυτή η κλωστή, η ηγεμονική τάση, μένει –ακόμη– να δημιουργηθεί.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ

ΕΚΤΟΣ ΥΛΗΣ|
30/05/2023 - 12:10

Η Απάντηση στον Τζων Λιούις συνιστά πριν απ’ όλα μια εξαιρετική εισαγωγή στον μαρξισμό του Αλτουσέρ, ένα αλτουσεριανό μανιφέστο.

ΕΚΤΟΣ ΥΛΗΣ|
17/01/2023 - 17:34

Ο Φεμινισμός για το 99%, από τα πιο σημαίνοντα κείμενα του ρεύματος της κοινωνικής αναπαραγωγής, είναι γέννημα-θρέμμα της Παγκόσμιας Φεμινιστικής Απεργίας.

ΘΕΩΡΙΑ|
16/12/2021 - 14:44

Τον Νοέμβριο του 1977, από το βήμα του συνεδρίου που διοργάνωσε στη Βενετία η εφημερίδα Il Manifesto, ο Αλτουσέρ αναφωνεί «Επιτέλους, η κρίση του μαρξισμού!».

ΚΟΙΝΩΝΙΑ/ΚΙΝΗΜΑΤΑ|
09/02/2021 - 16:16

Ένα κίνημα για δημόσιο, δωρεάν και δημοκρατικό πανεπιστήμιο, είναι πρώτα απ’ όλα ένα κίνημα για ανοιχτό πανεπιστήμιο.