Αριστερή Ανασύνθεση
Πανελλαδικό Γραφείο
Για τα προβλήματα στο ξεδίπλωμα της πολιτικής παρέμβασης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ
Το τελευταίο διάστημα η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αλλά και συνολικά ο χώρος της ριζοσπαστικής Αριστεράς βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σημείο, όπου την ίδια ώρα που πολλαπλασιάζονται οι πολιτικές δυνατότητες για μια αποφασιστική παρέμβαση μέσα στη συγκυρία και τις δυναμικές, οξύνονται και οι εσωτερικές αντιθέσεις και προβλήματα.
Οι εξελίξεις σε σχέση με τη μετωπική συμπόρευση, η «άνω τελεία» που φαίνεται να μπαίνει στην όλη συζήτηση, η διαφαινόμενη προοπτική να υπάρχουν δύο αριστερά αντι-ΕΕ ψηφοδέλτια στο χώρο πέραν του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ κανέναν μας δεν μπορούν να γεμίσουν με αισιοδοξία.
Ιδίως όταν αναλογιστούμε ότι αυτό δεν οφείλεται μόνο, ούτε και κυρίως στην όποια ταλάντευση του Σχεδίου Β να αποδεχτεί την κατοχυρωμένη θέση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ως προς την ανάγκη άμεσης αποδέσμευσης από την ΕΕ. Μέτρησε πολύ και ο συνδυασμός ανάμεσα σε μια λογική εκ των προτέρων άρνησης από τάσεις που προκρίνουν τον αντικαπιταλιστικό απομονωτισμό και στην διαρκή ταλάντευση ως προς το εάν σήμερα χρειαζόμαστε «αντικαπιταλιστικό πόλο» ή ένα μάχιμο και πρωτοπόρο αριστερό ριζοσπαστικό μέτωπο που, στη βάση του αναγκαίου μεταβατικού προγράμματος, με κεντρική αιχμή τη ρήξη με τον «ευρωπαϊκό δρόμο», να αναμετριέται με το ερώτημα της εξουσίας, της ηγεμονίας, σε τελική ανάλυση μιας σύγχρονης επαναστατικής στρατηγικής.
Εμείς από την αρχή ξεκαθαρίσαμε ότι σήμερα η μετωπική πολιτική της ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν έχει σχέση με την «ποσοτική» διάσταση των συμμαχιών μας, αλλά με την ποιοτική τομή που θα αντιπροσώπευε, πρώτα από όλα στα μάτια των λαϊκών στρωμάτων, η έξοδος από τα στενά όρια της ιστορικής επαναστατικής Αριστεράς και η συμπόρευση με τμήματα που διαφοροποιούνται προς τα αριστερά από τον κορμό της ρεφορμιστικής Αριστερά.
Την ίδια στιγμή προφανώς και το θέμα δεν ήταν απλώς ζήτημα συμμαχιών. Πάνω από όλα ήταν πολιτικής και προγραμματική κατεύθυνσης, εάν δηλαδή θα κάναμε τη μετάβαση από τον αντικαπιταλιστικό βερμπαλισμό και τη λογική της απλής αριστερής αντιπολίτευσης σε εκείνο το βάθος πολιτικής και προγραμματικής επεξεργασίας που θα έκανε το λόγο και την απεύθυνση της συμπόρευσης μια πρόταση για το τι θα πρέπει να κάνει το σύνολο της Αριστεράς για να μην χαθεί η ιστορική ευκαιρία που άνοιξε ο πανεργατικός και παλλαϊκός ξεσηκωμός ενάντια στην Τρόικα και τα Μνημόνια και η βαθιά κρίση ηγεμονίας των αστικών δυνάμεων.
Σήμερα η παλινωδία γύρω από τη συμπόρευση αντικειμενικά υπονομεύει τη δυνατότητα να ξεδιπλωθεί αυτή η κατεύθυνση και θα επιτείνει αισθήματα δυσπιστίας και απογοήτευσης σε ένα σημαντικό κομμάτι αγωνιστών. Γι’ αυτό και ως ΑΡΑΝ σε όλα τα επίπεδα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ υπερασπιστήκαμε μέχρι τέλος την ανάγκη να υπάρξουν, έστω και τώρα, πρακτικές που να ξεμπλοκάρουν την συμπόρευση, με πνεύμα συντροφικό να αποτυπώνουν την πραγματική συμφωνία που κατά τη γνώμη μας υπάρχει και να δίνουν ένα μήνυμα ελπίδας. Δυστυχώς, η πλειοψηφία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, σε μια σύμπραξη αντιφατική που περιλάμβανε τόσο το «μέτωπο της άρνησης» των οργανώσεων που αρνούνταν εξαρχής τη συμπόρευση όσο και τάσεις που ταλαντεύονταν, δεν είχε την ωριμότητα και την ευθύνη που οι περιστάσεις απαιτούσαν. Εμείς θα συνεχίσουμε, έστω και στο δύσβατο έδαφος που διαμόρφωσαν αυτές οι επιλογές να αγωνιζόμαστε για τη συμπόρευση, θεωρώντας το αναγκαίο βήμα για να μπορέσουν να αλλάξουν συνολικά οι συσχετισμοί μέσα στο κίνημα και την Αριστερά.
Στο φόντο αυτών των πισωγυρισμάτων και της αμηχανίας είναι που πρέπει να δούμε και τα ζητήματα που έχουν υπάρξει σχετικά με την παρουσία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στις αυτοδιοικητικές εκλογές, τους όρους συγκρότησης των ψηφοδελτίων, την επιλογή των συντροφισσών και των συντρόφων που θα έπρεπε να είναι επικεφαλής, σε μια εκλογική μάχη που είναι ιδιαίτερα κρίσιμη, τόσο γιατί υπάρχει η δυνατότητα να υπάρξουν καλά αποτελέσματα όσο όμως και γιατί οι αυτοδιοικητικές εκλογές επιτρέπουν έστω και σε χαμηλότερο επίπεδο να υλοποιηθεί η κατεύθυνση και η πρακτική της συμπόρευσης.
Δυστυχώς, όμως, έχουμε δει μέχρι τώρα σοβαρά προβλήματα: Διασπάσεις σχημάτων – και μάλιστα ιστορικών – στο όνομα μιας αντίληψης παρατάξεων ΑΝΤΑΡΣΥΑ που δεν έχει καμιά σχέση με την παράδοση της ριζοσπαστικής παρέμβασης στην αυτοδιοίκηση. Άρνηση στήριξης σημαντικών εγχειρημάτων στο επειδή δεν θεωρούνται αρκούντως «αντικαπιταλιστικά» ή επειδή –παρότι σαφώς ριζοσπαστικά, αντισυνδιαχειριστικά και κινηματικά– έχουν και στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ. Υποτίμηση της αναγκαίας, για μια μάχιμη Αριστερά, αντίληψης της εναλλαγής και της αποπροσωποποίησης των θέσεων σε θεσμικά όργανα και εμφάνιση μιας ιδιότυπης ιδιοκτησιακής λογικής ως προς την εκπροσώπηση. Απαξίωση υποψηφιοτήτων με κριτήρια προσωπικών επιθέσεων στα όρια της χυδαιότητας. Μεθοδεύσεις που οδηγούν σε μια εξαιρετικά άνιση εκπροσώπηση των αντιλήψεων και των ευαισθησιών μέσα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Επιμονή σε προηγούμενες γενιές και ηλικίες την ίδια ώρα που υπάρχουν σε κρίσιμες περιοχές νέοι αγωνιστές που έχουν πρωταγωνιστήσει σε μεγάλες συγκρούσεις. Απαράδεκτες μεθοδεύσει εξαγγελίας κομματικών σχημάτων και υποψηφίων χωρίς συνεννόηση και συνολικά λογική των «τετελεσμένων» γεγονότων.
Όλα αυτά συμπυκνώνουν σήμερα ένα σημαντικό πολιτικό πρόβλημα. Η απλή απόδοση στους ανταγωνισμούς μεταξύ των οργανώσεων δεν μπορεί να εντοπίσει το πραγματικό πρόβλημα που για εμάς είναι η για πρώτη φορά τόσο έντονη πολιτική αμηχανία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η αδυναμία της να μπορέσει να λειτουργήσει, παρά τη μεγάλη και καθοριστική συμβολή της στους αγώνες και τα κινήματα και παρά την ορθή επιμονή της σε πλευρές του αναγκαίου μεταβατικού προγράμματος, ως μια προωθητική δύναμη για να βγούμε από την εκρηκτική σήμερα αντίφαση ανάμεσα στις πραγματικές δυναμικές του λαϊκού παράγοντα και την ολοένα και πιο δεξιά μετατόπιση του ΣΥΡΙΖΑ (αλλά και την καταστροφική επένδυση στην ήττα και τη διάσπαση από την ηγεσία του ΚΚΕ). Σε τελική ανάλυση όλοι αντιλαμβανόμαστε πώς ο βαθμός στον οποίο οι «ποσοστώσεις» και οι «μεθοδεύσεις» αποκτούν βαρύτητα είναι αντιστρόφως ανάλογος του βαθμού προωθητικής πολιτικής συνοχής που έχει ένα πολιτικό εγχείρημα.
Με αυτή την έννοια το πρόβλημα σήμερα για την ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν είναι απλώς να μπορέσει να διαχειριστεί τα υπαρκτά προβλήματα της προεκλογικής της παρουσίας, όση σημασία και εάν έχει προφανώς, έστω και τώρα, να υπάρξουν αναγκαίες κινήσεις που να εξασφαλίζουν την πολύ καλύτερη αντιπροσώπευση της πραγματικής δυναμικής της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, με υποψηφιότητες που να μπορούν να εγγυηθούν την ενωτική παρουσία, την αποτύπωση μεγάλων μαχών, τη συνέχεια της πάλης για τη συμπόρευση, επιλογές που σε τελική ανάλυση θα εξασφαλίζουν ότι το σύνολο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα αναγνωρίζει τον εαυτό του στην προεκλογική μάχη ώστε να μπορέσει να δώσει μια μεγάλη μάχη, που έχει τεράστιες απαιτήσεις σε ανθρώπινο δυναμικό, σε τρέξιμο, σε χρηματικό κόστος, έτσι που όντως κανείς να μην περισσεύει.
Το πρόβλημα σήμερα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι πολιτικό και στρατηγικό. Αφορά την εξάντληση προηγούμενων πολιτικών αφηγήσεων που εκπροσωπούν τη ριζοσπαστική Αριστερά της περιόδου της ήττας, όταν ο αναγκαστικά φοβικός, σε κάποιες εκφάνσεις του, αντικαπιταλισμός μπορεί και να ήταν η άμυνα απέναντι στον κίνδυνο να αναιρεθεί η αυτοτέλεια της επαναστατικής Αριστεράς.
Σήμερα, όμως, αυτές οι αφηγήσεις και αυτές οι αναγνώσεις της πραγματικότητας, αυτή η άρνηση αναμέτρησης με τα ερωτήματα της εξουσίας και της ηγεμονίας, αυτή η οχύρωση πίσω από απλές αρνήσεις («κάθε αριστερή κυβέρνηση σημαίνει ήττα και ενσωμάτωση») χωρίς επεξεργασία εναλλακτικών (η επίκληση της «επανάστασης» χωρίς συγκεκριμένη μέσα στη συγκυρία επαναστατική στρατηγική καταλήγει απλή συμβολική οριοθέτηση), αυτός ο εγκλωβισμός σε τρόπους πολιτικής που έρχονται από το παρελθόν, αντικειμενικά φαλκιδεύει τη δυνατότητα της επαναστατικής Αριστεράς να αναμετρηθεί με την ιστορική ευθύνη να προσφέρει στοιχεία μιας πρωτότυπης επαναστατικής στρατηγικής μέσα στη συγκυρία.
Σε αυτό το φόντο ως Αριστερή Ανασύνθεση εκτιμούμε ότι σήμερα περισσότερο παρά ποτέ χρειαζόμαστε μια πραγματική δημιουργική «ανατροπή» μέσα στο χώρο της ριζοσπαστικής Αριστεράς, μια αλλαγή παραδείγματος, ως προς το πώς κάνουμε πολιτική. Γιατί το κενό της Αριστεράς της ρήξης με τον ευρωπαϊκό δρόμο, το κενό της Αριστεράς που θα διεκδικήσει ξανά εθνική ανεξαρτησία, πραγματική λαϊκή κυριαρχία και μια σύγχρονη σοσιαλιστική προοπτική, ανανεώνοντας την κομμουνιστική προοπτική, παραμένει, όσο και εάν υπάρχουν διάσπαρτα τα αναγκαία υλικά, οι αγωνιστές, οι επεξεργασίες, οι συλλογικές εμπειρίες, μέσα και έξω από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Αυτός είναι ο πραγματικός πολιτικός συσχετισμός που πρέπει να ανατραπεί και όχι οι στενάχωρες αναλογίες ανάμεσα στις οργανώσεις. Εμείς σε αυτή τη μάχη στρατευόμαστε, γνωρίζοντας καλά ότι δεν είμαστε μόνοι. Συντροφικά και ενωτικά αλλά και με ευθύνη απέναντι στον κόσμο του αγώνα και της «αγωνίας αυτού του τόπου για ζωή», για να σταματήσει κάποτε ο φαύλος κύκλος των χαμένων ευκαιριών.
Αθήνα 17/03/2014
το πανελλαδικό γραφείο
της Αριστερής Ανασύνθεσης
ΔΙΑΒΑΣΤΕ