Έχει ειπωθεί πολλές φορές, αλλά αξίζει να το πούμε άλλη μία: αυτό που έχει συμβεί με την υπόθεση της αλληλεγγύης στους πρόσφυγες είναι ο βασικός λόγος αισιοδοξίας ότι υπάρχουν ακόμη μέσα στην κοινωνία τα αντανακλαστικά, οι πρακτικές, οι αντιλήψεις που δείχνουν ότι η ελπίδα παραμένει ζωντανή.
Οι άνθρωποι που ασχολήθηκαν και ασχολούνται με την αλληλεγγύη δεν πάνε εκεί «για να σώσουν την ψυχή τους» όπως λένε οι κάθε λογής καλοθελητές. Πάνε γιατί νιώθουν αυτό το θεμελιακό αίσθημα οργής για την αδικία, γιατί στη βαναυσότητα απέναντι στον άλλον νιώθουν την προσβολή και της δική τους αξιοπρέπειας, γιατί θέλουν να δράσουν συλλογικά και να κάνουν πράγματα μαζί.
Τα γράφω αυτά με αφορμή την κατάληψη του City Plaza στην Αθήνα. Γιατί και εκεί χτυπά η καρδιά της ελπίδας. Όπως χτυπά στο 5ο Γυμνάσιο. Όπως χτυπούσε αντιστεκόμενη στην Πέτρινη Αποθήκη στο λιμάνι του Πειραιά και στην Ειδομένη. Όπως χτυπά στις δεκάδες πρωτοβουλίες αλληλεγγύης σε όλη την Ελλάδα.
Γιατί χρειαζόμαστε τέτοιες καταλήψεις; Γιατί πολύ απλά είναι μία από τις βασικές απαντήσεις στη συμμόρφωση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με την Ευρώπη-φρούριο και το μνημείο κυνισμού που είναι η συμφωνία Ε.Ε. και Τουρκίας.
Δεν πρέπει να έχουμε καμιά αυταπάτη για τη στάση της κυβέρνησης. Αυτό που θέλει είναι να αδειάσει τους χώρους όπου οι πρόσφυγες είναι ορατοί και διαμορφώνουν εικόνα πίεσης προς τη διεθνή κοινότητα, όπως ήταν η Ειδομένη και ο Πειραιάς, να διασκορπίσει τους πρόσφυγες σε όλη την Ελλάδα σε στρατόπεδα που θα μπορούν να μετατραπούν σε χώρους κράτησης για να μεθοδευτούν οι μαζικές απελάσεις, που είναι ο πυρήνας της συμφωνίας.
Απέναντι σε αυτή την πραγματικότητα, το αίτημα του κινήματος ήταν και παραμένει, πλάι στη επίμονη διεκδίκηση της κατοχύρωσης του δικαιώματος του ασύλου και της ασφαλούς διέλευσης των προσφύγων ενάντια στα κλειστά σύνορα και τα συρματοπλέγματα, το να στεγαστούν σε ανοιχτούς χώρους φιλοξενίας, μέσα στις πόλεις, εκεί όπου θα μπορούν να είναι ορατοί, να διαμαρτύρονται, να διεκδικούν τα αυτονόητα δικαιώματα που η Ε.Ε. σήμερα τους στερεί με τη συνένοχη συναίνεση της ελληνικής κυβέρνησης.
Η ελληνική κυβέρνηση αρνήθηκε να κάνει οτιδήποτε σε αυτή την κατεύθυνση. Αντίθετα, εκείνο που βλέπουμε είναι μια προσπάθεια να στηθούν στρατόπεδα συγκέντρωσης και κλειστά κέντρα κράτησης που κατορθώνουν ταυτόχρονα να μην προσφέρουν τα στοιχειώδη αλλά και να συνοδεύονται από ένα πάρτι κονδυλίων. Στην πραγματικότητα, παρά της διάφορες ρητορικές δηλώσεις και την «εικονική πραγματικότητα» εκστρατειών όπως το «Καλώς τους», απλώς εφαρμόζει τις αντιπροσφυγικές πολιτικές της Ε.Ε.
Σε αυτό το φόντο, όντως ο δρόμος των καταλήψεων ήταν μονόδρομος. Γιατί χρειαζόμαστε χώρους που να είναι αξιοπρεπείς, που να είναι μέσα στις πόλεις, που να μην αντιμετωπίζουν τους πρόσφυγες ως «κρατούμενους» αλλά ούτε και ως ενοχλητικούς «φιλοξενούμενους». Χώρους που να τους αντιμετωπίζουν ως ατομικά και συλλογικά υποκείμενα ικανά να διεκδικήσουν τη ζωή τους και να αρθρώσουν τις διεκδικήσεις τους. Ικανά να οργανώσουν την καθημερινότητά τους σε αυτοδιαχειριζόμενες δομές. Χώρους που να επιτρέπουν στους πρόσφυγες να υπάρξουν και ως συλλογικό κίνημα για το άσυλο, για το δικαίωμα ασφαλούς διέλευσης, για τον αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλισμό και τον πόλεμο.
Και χώροι για καταλήψεις υπάρχουν. Η συγκυρία της κρίσης διαμόρφωσε ένα αστικό τοπίο όπου υπάρχουν πλήθος εγκαταλελειμμένα κτίρια. Και επειδή λέγονται διάφορα, τα εγκαταλελειμμένα κτίρια πάντα έχουν πίσω τους σχέσεις ιδιοκτησίας. Αλλά και χρέη και δικαστικές διαμάχες που εγγυώνται ότι θα παραμείνουν κλειστά για πολύ καιρό. Όταν έχεις πρόσφυγες, όπως και όταν έχεις άστεγους, προέχει η ανάγκη αυτά τα κτίρια έστω και προσωρινά να αξιοποιηθούν. Να μην παραμείνουν κλειστά για χρόνια ή για δεκαετίες. Δεν είναι «καταπάτηση» αλλά ο τρόπος να δοθεί σε οικογένειες και παιδιά η αξιοπρέπεια που χρειάζονται μέσα στις δύσκολες στιγμές που ούτως ή άλλως περνούν.
Υπό κανονικές συνθήκες, αυτές τις σκέψεις και αυτές τις δυνατότητες να αξιοποιηθούν τέτοιοι χώροι για την προσωρινή και αξιοπρεπή στέγαση προσφύγων (αλλά και αστέγων) θα έπρεπε να τις έκανε οποιαδήποτε κυβέρνηση δεν θέλει να είναι απλώς τοποτηρητής μνημονίων. Δεν το έκανε και δεν θα το κάνει, άρα αναγκαστικά η ευθύνη είναι στο κίνημα.
Σημαίνει η ενεργητική ενασχόληση με τις καταλήψεις και γενικά την έμπρακτη αλληλεγγύη ότι σταματάμε τον αγώνα και τη διαμαρτυρία ενάντια στην άθλια κυβερνητική πολιτική; Κάθε άλλο! Κατοχυρώνοντας έμπρακτα παραδείγματα ότι τα πράγματα μπορούν να γίνουν και να οργανωθούν αλλιώς, δυναμώνουμε τον αγώνα για να ανατραπεί η κυβερνητική πολιτική και να αναγνωριστούν τα αυτονόητα δικαιώματα των προσφύγων. Αλλά και διαμορφώνουμε όρους για ένα πλατύ αντιπολεμικό και αντιιμπεριαλιστικό κίνημα για να σταματήσουν οι συνθήκες που γεννούν την προσφυγιά.
Ταυτόχρονα, όμως, οι καταλήψεις αυτές, όπως και συνολικά οι αυτόνομες δομές και πρακτικές αλληλεγγύης είναι μεγάλα σχολεία. Διδάσκουν με την πράξη ότι μπορούμε να οργανώσουμε αλλιώς τις ζωές μας. Αλλάζουν και τους πρόσφυγες και τους αλληλέγγυους. Διαμορφώνουν νέες κοινότητες, νέες συλλογικότητες, νέα βήματα, έστω και μικρά, για το λαό της χειραφέτησης. Υπενθυμίζουν ότι την αλφαβήτα του σοσιαλισμού δεν τη μαθαίνεις μόνο ούτε και κυρίως στις «πολιτικές διαδικασίες» αλλά στις μικρές και μεγάλες αποκοτιές που ανοίγουν νέους δρόμους ελπίδας, στις ψηφίδες μιας άλλης κοινωνικής οργάνωσης στηριγμένης στην αντίσταση, στη συλλογικότητα και την ανιδιοτέλεια.
Όποια/ος περνάει από τις καταλήψεις, όποια/ος θελήσει να συμμετέχει, όποια/ος βάλει πλάτη δεν μένει ίδια/ος. Και αυτό ήταν, είναι και θα είναι το χνάρι της πολιτικής που θα αλλάξει τον κόσμο.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ