Με την προσοχή της κοινής γνώμης να είναι στραμμένη ως επί το πλείστον στην κυβερνητική κρίση γύρω απο την ΕΡΤ και δευτερευόντως στις αναταραχές που συγκλονίζουν τη γειτονική Τουρκία, μια ιδιαίτερα σημαντική είδηση για τις εξελίξεις στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, αυτή των ιρανικών εκλογών, πέρασε μάλλον απαρατήρητη.
Οι προεδρικές εκλογές της 15ης Ιουνίου ανέδειξαν νικητή, από τον πρώτο γύρο μάλιστα, τον μετριοπαθή κληρικό Χασάν Ροχανί. Η εξέλιξη αυτή ερμηνεύτηκε από σειρά Δυτικών μέσων και κυβερνήσεων ως τομή με την έως τώρα σκληροπυρηνική γραμμή που ακολουθούσε το καθεστώς, συνέχεια του μεταρρυθμιστικού (πράσινου) κινήματος του Μουσαβί και προάγγελο ομαλοποίησης των σχέσεων της Ισλαμικής Δημοκρατίας με τη Δύση. Όπως όμως επισημαίνεται από έγκυρους αναλυτές η κατάσταση είναι μάλλον πιο πολύπλοκη.
Το γεγονός ότι ο Ροχανί δέχτηκε την ανοιχτή στήριξη τόσο των υποστηρικτών του Μουσαβί όσο και των μεταρρυθμιστών πρώην προέδρων Χαταμί και Ραφσατζανί δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να οδηγεί γραμμικά στο συμπέρασμα ότι ο ίδιος θα έρθει σε ρήξη με τον πυρήνα του καθεστώτος που συγκροτείται γύρω από τον ανώτατο ηγέτη, Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ και το Συμβούλιο των Φρουρών. Όπως σωστά επισημαίνει η γερμανική Frankfurter Allgemeine Zeitung, ο νέος πρόεδρος του Ιράν μπορεί να είναι πιο δυναμική προσωπικότητα από τον μετριοπαθή προκάτοχο του Αχμαντινετζάντ, Μοχάμαντ Χαταμί, αλλά σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί κίνδυνο για το ιρανικό κατεστημένο, όπως ο Ραφσατζανί του οποίου η υποψηφιότητα αποκλείστηκε.
Στο πλαίσιο αυτό, το παρατσούκλι του «σεΐχης της διπλωματίας» είναι μάλλον πολύ πιο αποκαλυπτικό τόσο του χαρακτήρα του και της πολιτικής του στάσης όσο και του ρόλου που έρχεται να επιτελέσει. Ο Ροχανί, όντας σημαντική φιγούρα της ιρανικής πολιτικής σκηνής ήδη από τη δεκαετία του ’80, έχει στελεχώσει σημαντικές θέσεις του καθεστώτος, ενώ διατηρεί καλές σχέσεις με τον Χαμενεΐ και τους συντηρητικούς κύκλους, έχοντας περισσότερο το στίγμα του πραγματιστή παρά εκείνο του μεταρρυθμιστή. Αυτό φαίνεται και από τη σύνθεση του εκλογικού ακροατηρίου του, που ξεπερνά κατά πολύ το μεταρρυθμιστικό στρατόπεδο εγκολπώνοντας ένα ιδιαίτερα ευρύ φάσμα κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων.
Δεδομένης της μέχρι τώρα πορείας του, φαίνεται ότι βασική στόχευσή του θα είναι η αποκατάσταση των σχέσεων μεταξύ θρησκευτικής ηγεσίας και κοινωνικής βάσης που διαταράχθηκαν μετά τη βίαιη καταστολή του μεταρρυθμιστικού κινήματος το 2009, αλλά και η διατήρηση της κοινωνικής και πολιτικής ομαλότητας που υποσκάπτεται από τη συνεχώς επιδεινούμενη κατάσταση της οικονομίας.
Οι διεθνείς κυρώσεις για το πυρηνικό πρόγραμμά του και η αδυναμία των μεταρρυθμίσεων του Αχμαντινετζάντ να απορροφήσουν τους κραδασμούς της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης έχουν οδηγήσει σε ραγδαία επιδείνωση των βασικών οικονομικών δεικτών και σε μεγάλες δυσκολίες στην εισαγωγή φαρμάκων και άλλων βασικών προϊόντων. Σύμφωνα με την Κεντρική Τράπεζα του Ιράν, ο πληθωρισμός στην περίοδο μέχρι τα τέλη Μαρτίου ξεπερνούσε το 35% και η επίσημη ανεργία το 13%, ενώ σύμφωνα με το ΔΝΤ, το ιρανικό ΑΕΠ μειώθηκε κατά περίπου 1,2% το πρώτο τρίμηνο του 2013, ακολουθώντας τη μείωση της τάξης του 2% το 2012.
Τούτων δοθέντων επιβεβαιώνονται οι εκτιμήσεις Δυτικών παρατηρητών ότι η έντονα υφεσιακή τάση της ιρανικής οικονομίας και η ανάγκη άρσης των κυρώσεων που την προκαλούν έπαιξε κομβικό ρόλο στην επιλογή του βαθέως καθεστώτος όχι μόνο να αποδεχτεί τη λύση Ροχανί, αλλά κατά μία έννοια να την υποβοηθήσει τόσο μέσω της ουδετερότητας που τήρησε ο Χαμενεΐ κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας όσο και με την απουσία πιέσεων για ενιαία εκπροσώπηση του συντηρητικού ρεύματος από έναν υποψήφιο (πιθανόν τον δήμαρχο της Τεχεράνης, Μ. Καλιμπάφ, που ήρθε δεύτερος) αντί για έξι.
Η οικονομική διάσταση, αν και σίγουρα καθοριστικής σημασίας, δεν είναι παρ’ όλα αυτά επαρκής για να εξηγήσει σε όλη της την πληρότητα τη δυναμική της υποψηφιότητας Ροχανί. Καταλυτικό παράγοντα αποτέλεσε και το κύμα των κοινωνικών εξεγέρσεων που σάρωσε την ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής και οδήγησε στην ανατροπή σειράς αντιδραστικών καθεστώτων. Η θρησκευτική ηγεσία δεν φοβήθηκε τόσο τις καθαυτές οικονομικές κυρώσεις όσο το συνδυασμό οικονομικής καχεξίας και ενδεχόμενης πολιτικής αφύπνισης και κινητοποίησης των μαζών, ειδικά στα αστικά κέντρα, απέναντι σε ένα προκλητικά δυσκίνητο και ανελεύθερο καθεστώς.
Μπορεί η δημοκρατία των Αγιατολάχ να μη μοιάζει με το καθεστώς Μουμπάρακ και να χαίρει γνήσιας και ισχυρής υποστήριξης ιδιαίτερα στα συντηρητικά κοινωνικά ακροατήρια της υπαίθρου, αυτό όμως δεν αρκεί για να περάσει αλώβητη η ιρανική θεοκρατία τον άνεμο εκδημοκρατισμού και κοινωνικών διεκδικήσεων που κουβαλούν τα λαϊκά κινήματα από το Μπαχρέιν μέχρι και την Τουρκία, χώρες όχι και τόσο μακρινές από την Ισλαμική Δημοκρατία. Yπό αυτό το πρίσμα, η εκλογή Ροχανί φαίνεται να αποτυπώνει πολύ περισσότερο την προσπάθεια του καθεστώτος να αντεπεξέλθει στις νέες προκλήσεις και πολύ λιγότερο μια κίνηση εις βάθος μεταρρύθμισης.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ