ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ


Henri Lefebvre

Η εισβολή του Μάη


ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΚΤΟΣ ΓΡΑΜΜΗΣ


Οι σεισμοί που μέλλονται για να'ρθουν


Περιοδικό Εκτός Γραμμής, Τεύχος 26 / Δεκέμβριος 2010

 

Όσοι βιάστηκαν να μιλήσουν για την «ελληνική εξαίρεση» σήμερα διαψεύδονται οικτρά. Οι εξελίξεις στην Ιρλανδία με την προσφυγή στον Ευρωπαϊκό μηχανισμό «διάσωσης», αλλά και στην Πορτογαλία, δείχνουν ότι υπάρχει συνολική κρίση της Ευρωζώνης, του ευρώ και της ΟΝΕ. Η Ιρλανδία ήταν το χαϊδεμένο παιδί των αγορών, ο «Κέλτικος Τίγρης» που για να προσελκύσει επενδύσεις απορρύθμισε πλήρως την αγορά εργασίας και τώρα εφαρμόζει τα μέτρα που περιλαμβάνει το δικό μας Μνημόνιο, χωρίς να έχει αποφύγει την κρίση. Με πρωτοβουλία της Γερμανίας, που διεκδικεί με κάθε τρόπο να επικυρώσει την ηγετική θέση της μέσα στην EE , ανοίγει ο δρόμος για μια EE πολλών ταχυτήτων, με τους μη ηγεμονικούς σχηματισμούς να δέχονται την πίεση για εξοντωτικά προγράμματα λιτότητας, απορρύθμισης και εσωτερικής υποτίμησης, ενώ ανοιχτό μένει το ενδεχόμενο εξόδου κάποιων εξ αυτών από το ευρώ, με απρόβλεπτες πολιτικές εξελίξεις.

 

Εν πάση περιπτώσει, οι προτάσεις για υποχρεωτική προέγκριση των προϋπολογισμών από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οι προτάσεις για δυσβάστακτα πρόστιμα σε όσες χώρες έχουν υπερβολικά ελλείμματα και οι μηχανισμοί επιτήρησης σημαίνουν συνειδητή απεμπόληση από τη μεριά των ευρωπαϊκών αστικών τάξεων όσων στοιχείων εθνικής κυριαρχίας θα επέτρεπαν στις λαϊκές τάξεις να διεκδικούν παραχωρήσεις. Αυτό εκφράζεται σε μια κατεύθυνση «φυγής προς τα εμπρός» και «αγώνα προς τα κάτω», μια μόνιμη κατάσταση «έκτακτης οικονομικής ανάγκης» που θα δικαιολογεί αλλεπάλληλες τομές σε βάρος των εργαζομένων και συνεχείς κύκλους νέων μέτρων. Ουσιαστικά, τείνουμε σε μια ιδιότυπη μετα-δημοκρατική και μετα-ηγεμονική εκδοχή άσκησης της αστικής εξουσίας, όπου το κύριο χαρακτηριστικό είναι η συνεχής αναίρεση κατακτήσεων, η βίαιη αλλαγή των όρων του παιχνιδιού και η εμπέδωση της λογικής ότι οι αντιδραστικές ανατροπές αποτελούν αναπόδραστους μονόδρομους.

Η επίθεση συνεχίζεται

Στην Ελλάδα η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, παρά την εντυπωσιακή αποδοκιμασία της στις πρόσφατες αυτοδιοικητικές εκλογές, προχωρά με το αναθεωρημένο Μνημόνιο σε νέα επίθεση στα λαϊκά στρώματα. Ο προϋπολογισμός περιλαμβάνει τρομακτικές περικοπές στην Παιδεία και την Υγεία, την ίδια ώρα που η αύξηση του ΦΠΑ συρρικνώνει ακόμη περισσότερο το λαϊκό εισόδημα. Μεθοδεύεται η διάλυση των συλλογικών συμβάσεων και η εκτεταμένη μείωση αποδοχών στον ιδιωτικό τομέα. Οι εργαζόμενοι στις ΔΕΚΟ θα αντιμετωπίσουν μεγάλες μειώσεις αποδοχών, ανατροπές στις συνθήκες εργασίας, υποχρεωτικές μετατάξεις, ενώ την ίδια ώρα επιταχύνονται διαδικασίες ιδιωτικοποίησης. Το νέο μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων θα σημάνει ριζική μισθολογική υποβάθμιση και η λογική της εξίσωσης με τον ιδιωτικό τομέα θα οδηγήσει συνολικά σε μεγάλη υποτίμηση της εργατικής δύναμης. Χιλιάδες συμβασιούχοι, ακόμη και αορίστου χρόνου, μπαίνουν σε τροχιά απόλυσης. Η απελπισμένη προσπάθεια προσέλκυσης επενδύσεων οδηγεί στο fast track και την κατάργηση κάθε περιβαλλοντικού ή αρχαιολογικού περιορισμού. Οι προτάσεις Διαμαντοπούλου εξαγγέλλουν το τέλος του δημόσιου πανεπιστημίου, την αποστείρωση από κάθε κινηματική δράση, την υπονόμευση του εργασιακού μέλλοντος των φοιτητών. Στα σχολεία η πλήρης ρευστοποίηση των προγραμμάτων σπουδών, η διαγραφή της ιστορικής συνείδησης, η υποβάθμιση σημαντικών επιστημών προς όφελος των άμεσα εφαρμόσιμων δεξιοτήτων αποτελούν βίαιη προσπάθεια προσαρμογής στις απαιτήσεις των αναδιαρθρώσεων. Την ίδια στιγμή ξεδιπλώνονται οι αποδιαρθρωτικές και πειθαρχικές πλευρές της ύφεσης και της κρίσης. Η ανεργία εκτινάσσεται σε ποσοστά που είχαμε να δούμε από τα πρώτα μετεμφυλιακά χρόνια πριν από τη μαζική μετανάστευση, υπονομεύει αντιστάσεις, διαμορφώνει γενικευμένη ανασφάλεια, αποδιαρθρώνει συλλογικές αναγνωρίσεις.

Το βάθος του τούνελ παραμένει σκοτεινό

Παρά τις δηλώσεις των αρμοδίων για «θυσίες που αποδίδουν», οι αντιφάσεις της ελληνικής οικονομίας έχουν οξυνθεί από την εφαρμογή των μέτρων. Η συμπίεση προς τα κάτω των μισθών και των προοπτικών, η εξατομίκευση και η διάλυση αντιστάσεων δεν συνιστούν από μόνες τους συνθήκη μακρόχρονης ανάκαμψης της καπιταλιστικής κερδοφορίας. Πόσω μάλλον που η περιστολή των δημόσιων επενδύσεων και της συνολικής ζήτησης οδηγούν σε παρατεταμένη ύφεση και δεν μπορούν –ακόμη κι αν έρθουν οι περιβόητες «επενδύσεις από το Κατάρ»– να αποτελέσουν αφετηρίες ενός νέου κύκλου οικονομικής ανάπτυξης που να στηρίζεται σε ενδογενείς δυναμικές, τομές στην παραγωγικότητα, ανάδειξη κλάδων υψηλής προστιθέμενης αξίας. Ουσιαστικά, το ταξικό ένστικτο των δυνάμεων του κεφαλαίου τις ωθεί στο να επενδύσουν στην εξαθλίωση και εξαχρείωση της κοινωνίας και σε ένα διαρκές κοινωνικό «αρνητικό σπιράλ» που θα πιέζει ακατάπαυστα προς την κοινωνική συντριβή των λαϊκών στρωμάτων. Όσο για το ενδεχόμενο χρεοκοπίας κάθε άλλο παρά απομακρύνεται. Ήδη έχει προαναγγελθεί η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των χρεών και η παράταση των έκτακτων μέτρων, ενώ πολύ πιθανή παραμένει η ελεγχόμενη πτώχευση σε συνδυασμό με ακόμη πιο σκληρά μέτρα.

Οι πολιτικοί σεισμοί που έρχονται

Το πολιτικό σύστημα και οι απολογητές του επέλεξαν την επαύριον των αυτοδιοικητικών εκλογών να παρουσιάσουν την όποια σχετική κατίσχυση του ΠΑΣΟΚ ενάντια σε μια ΝΔ που μόλις ανακάμπτει από το πολιτικό ναδίρ της ως νομιμοποίηση της πολιτικής του κυβερνητικού κέντρου. Τίποτα δεν απέχει περισσότερο από την πραγματικότητα. Οι απώλειες του ΠΑΣΟΚ στον πρώτο γύρο αντιστοιχούσαν σε κλίμακα πολιτικής συντριβής αποτυπώνοντας βαθιά ρήγματα στις σχέσεις εκπροσώπησης. Σε συνδυασμό με την έκρηξη της αποχής και των άκυρων-λευκών, με την ενίσχυση αριστερών ψηφοδελτίων, ιδίως αυτών που είχαν πιο σαφή αντισυστημική και αντι-ΕΕ κατεύθυνση και με την για πρώτη φορά τόσο εκτεταμένη εκλογική καταγραφή της ριζοσπαστικής Αριστεράς αποτυπώνεται μια βαθύτερη κρίση στους όρους άρθρωσης της ηγεμονίας αλλά και σημάδια ριζοσπαστικοποίησης. Σήμερα εκτεταμένα κοινωνικά κομμάτια αντιμετωπίζουν με αυξανόμενη εχθρότητα το Μνημόνιο, την πρόσδεση στην EE και τα κόμματα εξουσίας, έστω κι αν αυτή η αποξένωση από το πολιτικό σύστημα δεν παίρνει ακόμη τη μορφή της μαζικής συλλογικής δράσης. Σε αυτό το τοπίο, παραμένει ενεργή η πιθανότητα όχι μόνο μεγάλων κοινωνικών εκρήξεων αλλά και βαθύτερης αποσταθεροποίησης του πολιτικού σκηνικού. Αυτό ακριβώς αποτελεί και τη μεγάλη πολιτική πρόκληση της περιόδου. Σε πείσμα της προσπάθειας των κυρίαρχων δυνάμεων να περάσουν ένα κλίμα μονοδρόμου και συναίνεσης, ο συνδυασμός ενός παρατεταμένου πανεργατικού και παλλαϊκού ξεσηκωμού με μια κατεύθυνση πολιτικής αμφισβήτησης του πυρήνα της επίθεσης μπορεί να οδηγήσει όχι απλώς σε νικηφόρους αγώνες, αλλά σε συνολικότερες και ιστορικά πρωτότυπες, πολιτικές ανακατατάξεις και ανατροπές. Αυτό, όμως, απαιτεί από τη μεριά της Αριστεράς τόσο την πειστική υπόδειξη ενός άλλου πολιτικού δρόμου όσο και την πραγματική ανασύνθεση του κοινωνικού και πολιτικού υποκειμένου που θα δώσει αυτές τις μάχες.

Η ανάγκη εναλλακτικής πολιτικής λύσης

Σήμερα το απλό «όχι στο Μνημόνιο» δεν συνιστά απάντηση, απλώς κωδικοποιεί την αντίθεση. Το πρόβλημά μας δεν είναι να πείσουμε τον λαό ότι το Μνημόνιο είναι «κακό», αλλά ότι υπάρχει εναλλακτική πολιτική. Εάν σήμερα δεν κινητοποιούνται ευρύτερα κοινωνικά στρώματα, δεν είναι γιατί έχουν πειστεί για την αναγκαιότητα των μέτρων, αλλά γιατί δεν έχουν πειστεί για το εφικτό μιας άλλης πολιτικής. Περισσότερο παρά ποτέ, η προγραμματική ανασυγκρότηση της Αριστεράς περνά μέσα από τη διατύπωση συγκεκριμένων στόχων άμεσων, ευκρινών και οριακά εφικτών υπό την προϋπόθεση της τροποποίησης του συσχετισμού δύναμης: Παύση Πληρωμών στο Χρέος – Έξοδος από ΟΝΕ και ευρώ – Εθνικοποίηση Τραπεζών – Έλεγχοι στην κίνηση κεφαλαίων – Αναδιανομή εισοδήματος σε βάρος του κεφαλαίου. Οι στόχοι αυτοί δεν συνιστούν ούτε μεταρρυθμισμό, ούτε οικονομικό εθνικισμό, ούτε προστατευτισμό. Αποτελούν συγκεκριμένες μορφής ρήξης με την κυρίαρχη πολιτική, είναι η δυνατότητα για ευρύτερες ανατροπές, θέτουν το θέμα της εξουσίας, ανοίγουν με όρους πραγματικούς –και όχι ιδεοληπτικούς– το θέμα της εναλλακτικής σοσιαλιστικής προοπτικής.

Η μεγάλη πρόκληση της ανασυγκρότησης του κινήματος

Είναι λάθος να πούμε ότι για την αντιφατική εξέλιξη των αγώνων μέχρι τώρα το πρόβλημα ήταν κυρίως ο ακολουθητισμός προς τη γραφειοκρατία ή οι αρνητικοί πολιτικοί συσχετισμοί. Το πρόβλημα αφορά την πραγματική ανισομέρεια του λαϊκού κινήματος. Το υπαρκτό εργατικό κίνημα αφήνει τεράστιο τμήμα των εργαζομένων και των ανέργων ακάλυπτο. Πολλά σωματεία του ιδιωτικού τομέα περιορίζονται στη διαμεσολάβηση όψεων της εργατικής νομοθεσίας και του κοινωνικού κράτους και όχι στην προετοιμασία για παρατεταμένες απεργιακές κινητοποιήσεις. Μεγάλο τμήμα του συνδικαλιστικού κινήματος είναι προσανατολισμένο στη συναλλαγή με τη Διοίκηση και την εργοδοσία και στην καταγραφή συσχετισμών. Σε αυτό το έδαφος έρχεται, επιδεινώνοντας τα πράγματα, η μετάλλαξη της ΓΣΕΕ σε ανοιχτά φιλοεργοδοτικό κυβερνητικό μηχανισμό. Σήμερα καλούμαστε να συζητήσουμε τι σημαίνει ανασυγκρότηση του κινήματος χωρίς να λέμε απλώς «εμπρός για ένα νέο 2006-2007» ή «εμπρός για ένα νέο Δεκέμβρη 2008» ή για έναν «εργατικό Δεκέμβρη» ή για ένα «νέο 2001». Μπροστά μας έχουμε μια καθεστωτική τομή που δεν μπορεί να ανατραπεί μόνο με μια μεγάλη κινητοποίηση, ακόμη και με μια 5η Μάη (χωρίς τα τραγικά περιστατικά της Marfin). Χρειαζόμαστε κάτι νέο και πρωτότυπο που να συνδυάζει τους παρατεταμένους, αποφασιστικούς κλαδικούς και διακλαδικούς αγώνες (πέρα από τη λογική της «μάχης για την τιμή των όπλων») με κινήσεις αλληλεγγύης, επιμέρους παρεμβάσεις, «μικρές μάχες» που να εξελίσσονται σε μεγάλα επίδικα (π.χ. ενάντια στο κλείσιμο επιχειρήσεων), την ανάδειξη εναλλακτικών αγωνιστικών σημείων αναφοράς (ξεκινώντας από το συντονισμό σωματείων και τη συστηματική προσπάθεια να διευρυνθεί με άλλα σωματεία, ομοσπονδίες, ακόμη και εργατικά κέντρα), αλλά και την παννεολαιίστικη εξέγερση ενάντια στις εκπαιδευτικές αναδιαρθρώσεις. Χρειαζόμαστε συνολικά τη διαμόρφωση εκείνου του αγωνιστικού κοινωνικού μετώπου, με τις δικές του μορφές αυτοοργάνωσης, αλληλεγγύης και συντονισμού, που θα επιτρέψουν στις λαϊκές δυνάμεις να αντέξουν την επίθεση, να οργανώσουν την αντίσταση, να πετύχουν την ανατροπή. Χρειάζεται, επίσης, μια πρωτότυπη σύλληψη της τακτικής μέσα στις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες μιας βίαιης εκδοχής «πολέμου κινήσεων» από τη μεριά του αντιπάλου, που στόχο έχει και την προληπτική κατάληψη των πιθανών χαρακωμάτων σε έναν «πόλεμο θέσεων» από τη μεριά του λαϊκού κινήματος. Απαιτείται μια μορφή αντιπαράθεσης που δεν θα είναι ούτε κοινωνικός ανταρτοπόλεμος, ούτε απλή εξέγερση, ούτε επένδυση σε ένα μελλοντικό χρονικό σημείο όπου όλα θα κριθούν. Πρέπει να συνδυάσουμε τον «παρατεταμένο λαϊκό αγώνα» ή τον «επιθετικό πόλεμο θέσεων» με τις κατά μέτωπο συγκρούσεις και την ικανότητα αντεπιθέσεων.

Αριστερά: όρια και δυναμικές

Οι εκλογές έδειξαν και τη δυναμική και την αντιφατικότητα του τοπίου της Αριστεράς.Το ΚΚΕ είχε μια σημαντική εκλογική επιτυχία καταδεικνύοντας ότι σήμερα ευρύτερα κοινωνικά στρώματα απαιτούν μια ξεκάθαρη αντισυστημική και αντι-EE τοποθέτηση.Δυστυχώς, το αποτέλεσμα ερμηνεύεται από την ηγετική ομάδα του ΚΚΕ ως δικαίωση ενός ακραίου σεχταρισμού, που αντικειμενικά συγκρούεται με τις προσδοκίες όσων περιμένουν να παίξει το κόμμα πρωταγωνιστικό ρόλο σε μια νικηφόρα μάχη ενάντια στο Μνημόνιο. Αυτό θα οξύνει αντιθέσεις ενεργές στο εσωτερικό του ΚΚΕ που σε μικρό μόνο βαθμό έχουν έρθει στο προσκήνιο. Ο χώρος του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε οριακή συνθήκη κρίσης. Η αποτυχία των επιλογών της ηγεσίας του ΣΥΝ δεν οδηγεί σε διόρθωση της δεξιόστροφης θολής κατεύθυνσης της «αντιμνημονιακής ενότητας». Εγκλωβισμένος στα όρια του ευρωπαϊσμού (αδυνατώντας να σκεφτεί ότι «υπάρχει ζωή και έξω από την EE») και του κυβερνητισμού («κάθε πρόταση πρέπει να έχει τη μορφή ρύθμισης έτοιμης προς ψήφιση»), έτοιμος να μιλήσει πιο εύκολα για τον…κομμουνισμό παρά για την πιθανότητα επιστροφής στη δραχμή, ο ΣΥΝ αναγορεύει σε πολιτικό σωσίβιο το ξαναζεσταμένο αντινεοφιλελεύθερο μετώπο με τον «σοσιαλιστικό χώρο». Την ίδια ώρα, το Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής είχε μια σημαντική πολιτική αποτυχία πληρώνοντας το τίμημα της προγραμματικής ασάφειας, της εύκολης μεγαλοστομίας, της υποκατάστασης της πολιτικής από την αισθητική αλλά και του αδιέξοδου τακτικισμού στον οποίο επιδόθηκαν τόσο η ΚΟΕ όσο και ο ίδιος ο Α.Αλαβάνος. Το τέλος ουσιαστικά του «σχεδίου ΣΥΡΙΖΑ» αποτυπώνει το ότι δεν μπορεί κανείς εύκολα να προσπερνά τα ερωτήματα που θέτει η ίδια η συγκυρία (π.χ. το ζήτημα της στάσης απέναντι στην ΕΕ ή το χρέος) και ότι ο κόσμος της Αριστεράς δεν συγχωρεί όσους προδίδουν την ελπίδα του. Απέναντι σε όλα αυτά, η εκλογική επιτυχία των ψηφοδελτίων που στήριξε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν είναι τυχαία. Αποτυπώνει την ύπαρξη ενός διακριτού, μαζικού, πανελλαδικού πολιτικού ρεύματος. Συμπυκνώνει την πρωτοπόρα δράσημέσα στους αγώνες και το γεγονός ότι η συνεπής παρέμβαση όλα αυτά τα χρόνια –και η πραγματική κινηματική ηθικότητα– έχει διαμορφώσει ένα ευρύτερο ακροατήριο. Δικαιώνεται η επιλογή για ένα λόγο μαζικό και μια προεκλογική απεύθυνση σαφή στις πολιτικές αιχμές. Απέναντι σε μια Αριστερά που δεν ξεκαθάριζε τι έλεγε για το κίνημα, το χρέος και το ευρώ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ υπήρξε ο μόνος χώρος που με σαφήνεια μιλούσε για το αναγκαίο μίνιμουμ πολιτικό προγραμματικό πλαίσιο που σήμερα ορίζει τη ρήξη με το Μνημόνιο και την κυρίαρχη πολιτική (με ιδιαίτερη επιμονή στο θέμα της παύσης πληρωμών στο χρέος και της εξόδου από την ΟΝΕ), που πρόβαλε την κλιμάκωση των αγώνων και την ενότητα των εργαζομένων, που στον ενδοαριστερό εμφύλιο αντιπρότεινε την αναγκαία ενωτική δράση της Αριστεράς. Για τον λόγο αυτόν μπόρεσε, παρά την πίεση από τα άλλα ψηφοδέλτια της Αριστεράς και την αποχή, να πείσει ένα ευρύτερο δυναμικό αγωνιστών, που απογοητεύονται από σεχταρισμό και τον απομονωτισμό του ΚΚΕ και από τη βαθιά κρίση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και να κερδίσει μέρος της ψήφου διαμαρτυρίας.

Στην Ιστορία δεν υπάρχουν «διευκολύνσεις»

Ωστόσο, οι προκλήσεις είναι μπροστά μας. Σήμερα το λαϊκό κίνημα καλείται να δώσει τη μεγαλύτερη πολιτική του μάχη από εκείνη (που δεν έδωσε…) ενάντια στη Δικτατορία των συνταγματαρχών. Καλούμαστε όχι μόνο να δώσουμε τη μάχη αυτή αλλά και, ενόσω αυτή διαρκεί, να ανασυνθέσουμε το πολιτικό και κοινωνικό υποκείμενο που θα μπορέσει φέρει νικηφόρα αποτελέσματα. Είναι σαν να ξεκινούμε ένα υπερατλαντικό ταξίδι προσπαθώντας ταυτόχρονα να χτίσουμε το καράβι εν πλω. Αυτό επιβάλλει σε όλους μας μια πραγματική «αλλαγή παραδείγματος» για την Αριστερά. Η Αριστερά που είχε συνηθίσει μέχρι προχτές να έχει «ποσοστώσεις» στα ΑΕΙ, στους διορισμούς στα νοσοκομεία, στις θέσεις προϊσταμένων, στα Δ.Σ. των ομοσπονδιών, δεν μπορεί να δώσει νικηφόρες μάχες Το ίδιο και η Αριστερά που θεωρεί ότι μπορεί να πάει μπροστά με αλλεπάλληλες καμπάνιες ή με διαρκή κριτική όλων των άλλων ως δεξιών (ή σεχταριστών) ή με απλές αρπαχτές και κάθε είδους «σημαίες ευκαιρίας». Η λογική της αυθυπέρβασης αφορά πρώτα και κύρια όσους επιμένουν στην επαναστατική ανατροπή. Για να έχουν πολιτικό και στρατηγικό νεύρο οι διεργασίες αυτές, μέσα σε ένα τοπίο αναγκαστικά σύνθετο και αντιφατικό, χρειάζεται οι δυνάμεις που αναφέρονται στην επαναστατική ανανέωση της κομμουνιστικής στρατηγικής να υπερβούν τον κατακερματισμό τους και να συνδιαμορφώσουν τη σύγχρονη «κομμουνιστική συνιστώσα» ενός δυνάμει «ιστορικού μπλοκ» για τη σύγχρονη εργατική αντι-ηγεμονία.

Η πρόκληση της ανασύνθεσης

Το αποτέλεσμα των εκλογών αλλά και οι προκλήσεις της συγκυρίας γεννούν στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ την ευθύνη να μιλήσει συνολικά για το πού πρέπει να πάνε τα πράγματα στο κίνημα και την Αριστερά και να βαθύνει ταυτόχρονα η ίδια την πολιτικοποίησή της, την εσωτερική δημοκρατική της συγκρότηση, τις σχέσεις εκπροσώπησης με ένα ευρύτερο δυναμικό που στρέφεται προς αυτήν. Η όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων δημιουργεί συνθήκη επιτάχυνσης των πολιτικών εξελίξεων και απαιτεί μιαν Αριστερά που να μη μένει μόνο στην κινηματική μαχητικότητα, αλλά να μπορεί να θέσει και το ζήτημα της εξουσίας. Η ανοιχτή κρίση του ΣΥΡΙΖΑ και οι αντιφάσεις του ΚΚΕ αντικειμενικά απελευθερώνουν δυνάμεις που αναζητούν την υπέρβαση της σημερινής κατάστασης της Αριστεράς. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ αντικειμενικά γίνεται σημείο αναφοράς για δυναμικές συνολικής ανασύνθεσης της Αριστεράς σε πιο ριζοσπαστική κατεύθυνση και δεν μπορεί να αυτοπεριορίζεται στο ρόλο της «αριστερής διαφωνίας» ή της «αντικαπιταλιστικής ευαισθησίας». Γι΄ αυτό και πρέπει να αναμετρηθεί με την προοπτική του αριστερού μετώπου σε ανατρεπτική αντικαπιταλιστική κατεύθυνση, σε ρήξη με την αστική πολιτική, τον ευρωπαϊσμό και τον κυβερνητισμό. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ σήμερα πρέπει να είναι πρωτοπόρα στον πανεργατικό και παλλαϊκό ξεσηκωμό ενάντια στο Μνημόνιο, επιμένοντας στην κοινή δράση της Αριστεράς. Πρέπει να γίνει εργαστήρι πολιτικοποίησης ξαναζωντανεύοντας τις τοπικές συνελεύσεις, κάνοντας ανοιχτό κάλεσμα για ένταξη στους αγωνιστές που την προσεγγίζουν, κατοχυρώνοντας πλήρως τη δημοκρατική αρχή «ένας σύντροφος – μία ψήφος», προγραμματίζοντας την πανελλαδική συνδιάσκεψή της. Χρειάζεται να επιμείνει, σε ρήξη και με το γενικόλογο αντιμνημονιακό λόγο και το γενικόλογο αντικαπιταλισμό, στο αναγκαίο σήμερα προγραμματικό πλαίσιο που ορίζει τη ρήξη με την κυρίαρχη πολιτική. Για να μην είναι το αποτέλεσμα της 7ης Νοέμβρη περαστικό στιγμιότυπο, αλλά αφετηρία συνολικότερων ανατροπών!

ΔΙΑΒΑΣΤΕ

ΕΚΤΟΣ ΥΛΗΣ|
30/05/2023 - 12:10

Η Απάντηση στον Τζων Λιούις συνιστά πριν απ’ όλα μια εξαιρετική εισαγωγή στον μαρξισμό του Αλτουσέρ, ένα αλτουσεριανό μανιφέστο.

ΕΚΤΟΣ ΥΛΗΣ|
17/01/2023 - 17:34

Ο Φεμινισμός για το 99%, από τα πιο σημαίνοντα κείμενα του ρεύματος της κοινωνικής αναπαραγωγής, είναι γέννημα-θρέμμα της Παγκόσμιας Φεμινιστικής Απεργίας.

ΘΕΩΡΙΑ|
16/12/2021 - 14:44

Τον Νοέμβριο του 1977, από το βήμα του συνεδρίου που διοργάνωσε στη Βενετία η εφημερίδα Il Manifesto, ο Αλτουσέρ αναφωνεί «Επιτέλους, η κρίση του μαρξισμού!».

ΚΟΙΝΩΝΙΑ/ΚΙΝΗΜΑΤΑ|
09/02/2021 - 16:16

Ένα κίνημα για δημόσιο, δωρεάν και δημοκρατικό πανεπιστήμιο, είναι πρώτα απ’ όλα ένα κίνημα για ανοιχτό πανεπιστήμιο.