«Η Ελλάδα δεν έχει πετρέλαιο, και αν έχει, είναι πολύ λίγο»
Γεώργιος Ανδρέα Παπανδρέου, Δεκέμβριος 2009
Πετρελαϊκός πρόλογος
Η απόσταση της δήλωσης αυτής από τις πρόσφατες εκτιμήσεις των Η. Κωνοφάγου, Α. Φώσκολου και Α. Bruneton είναι περίπου 2 δισ. βαρέλια αργού πετρελαίου και 3,5 τρισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου που βρίσκονται κάπου θαμμένα στο πλούσιο γεωλογικό υπέδαφος της Ελλάδας. Μια απόσταση που φαντάζει αρκετά μεγάλη, αλλά στην πραγματικότητα είναι πολύ μικρή: η φτωχή, χωρίς πλουτοπαραγωγικές δυνάμεις Ελλάδα πριν από την «αναγκαστική» υπαγωγή της στο ΔΝΤ με τη δυνάμει πλούσια Ελλάδα, την Ελλάδα της Ειδικής Οικονομικής Ζώνης ύστερα από τη συνθήκη λιτότητας και κοινωνικής καταστροφής. Εντός αυτού του πλαισίου, η Petroleum Geo-Services (νορβηγικών συμφερόντων) πραγματοποιεί σεισμικές έρευνες στο Ιόνιο και την Κρήτη με άγνωστους όρους και υποχρεώσεις, ενώ η Deutsche Bank ρίχνει το «σήμα» για την προσέλκυση ξένων επενδυτών, για να ακολουθήσει το Reuters και φυσικά ο εγχώριος Τύπος.
Φυσικά, στους αστερίσκους των διάφορων «εκθέσεων» φαίνονται απροσχημάτιστα οι πραγματικές προθέσεις: Η λύση της «αποπληρωμής του χρέους» συμπληρώνει την παρρησία της «αύξησης του βιοτικού επιπέδου», ενώ τα δικαιώματα του ελληνικού λαού πάνω στα πλούτη του υπεδάφους διακρίνονται στην κοστολόγηση όλων των «πιθανών» θέσεων: Νότια της Κρήτης, Θάσος, Πρίνος, Ιόνιο, Ήπειρος – η μισή επικράτεια τεμαχίζεται σε «οικόπεδα» προς πώληση και αξιοποίηση και η Ελλάδα μετατρέπεται σε Ελ Ντοράντο, χωρίς ωστόσο τον ολόχρυσο ομώνυμο ηγέτη: Στη συγκεκριμένη περίπτωση, θα κρατήσουμε μόνο τις ορδές των χρυσοθήρων-επενδυτών.
Ο πλούτος του υπεδάφους της χώρας άλλωστε δεν έγινε γνωστός χθες: Οι πετρελαϊκές έρευνες ξεκίνησαν στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, ενώ στο 1981 χρονολογείται η έναρξη της παραγωγής βαρελιών στην περιοχή του Πρίνου. Παρά τις ενδείξεις, τις γεωλογικές προϋποθέσεις και τις έρευνες που επί χρόνια τεκμηριώνουν τις ανάγκες έντασης των ερευνών στο ελληνικό υπέδαφος και σε σειρά περιοχών της Ελλάδας (από τα Διαπόντια έως το Καστελλόριζο), η κυρίαρχη πολιτική έχει επιλέξει μια εντελώς στοχευμένη στρατηγική. Ο δημόσιος φορέας για τους υδρογονάνθρακες απουσιάζει εδώ και αρκετά χρόνια, ύστερα από την ιδιωτικοποίηση της «Ελληνικά Πετρέλαια» σε εταιρείες συμφερόντων Λάτση (αυτή τη στιγμή έχει το 45%), που μεταξύ άλλων, μαζί τον όμιλο Βαρδινογιάννη, κατέχουν το 100% της διύλισης. Επίσης απουσιάζει οποιοδήποτε πλαίσιο περιβαλλοντικής νομοθεσίας και οποιαδήποτε στρατηγική αξιοποίησης. Παρ’ όλα αυτά, τα επίσημα κυβερνητικά χείλη δηλώνουν ότι οι έρευνες θα ολοκληρωθούν το 2013, χωρίς να περιγράφουν ούτε στο ελάχιστο τα πιθανά οφέλη του ελληνικού λαού. Η απάντηση φυσικά είναι ότι εντός της σημερινής συνθήκης του Μνημονίου, η συζήτηση για τους υδρογονάνθρακες δεν είναι τίποτα περισσότερο από την επίχρυση κορδέλα του πακέτου ξεπουλήματος της χώρας. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που η επίσημη γραμμή για την ελληνική ΑΟΖ δείχνει την ίδια χαμαιλεόντια μετατόπιση στο χρόνο και παραμένει μέχρι σήμερα επαμφοτερίζουσα.
Από το 1982, που υπογράφτηκε η Συνθήκη για το Ναυτικό Δίκαιο του ΟΗΕ και που όρισε την ΑΟΖ μιας χώρας στα 200 ν.μ. από την ακτογραμμή της, πέρασαν αρκετά διπλωματικά και γεωπολιτικά επεισόδια ανά τον κόσμο. Για την Ελλάδα η συζήτηση ξεκίνησε πρόσφατα, με μια εσκεμμένη προσπάθεια θολώματος των νερών ή αξιοποίησης του θέματος για προεκλογικούς και μόνο σκοπούς. Η μεγαλύτερη επένδυση φυσικά γίνεται στην εκ νέου ανάδυση της «προαιώνιας» έχθρας με την Τουρκία, αποκρύπτοντας έτσι τόσο τον ιδιαίτερο ρόλο της Ελλάδας στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά και τις εξίσου προαιώνιες αντιρρήσεις μερίδων του εγχώριου κεφαλαίου για την ενεργειακή αυτοτέλεια της χώρας. Απουσιάζει δε εντελώς οποιαδήποτε συζήτηση συνεργασίας, κοινής έρευνας ή και συνεκμετάλλευσης κοιτασμάτων, υπό όρους που δεν θα αμφισβητούν την κυριότητα της Ελλάδας στην ΑΟΖ της. Ωστόσο, η συζήτηση για την ΑΟΖ ξεπερνάει τη διαπραγμάτευση για το πιθανώς πλούσιο υπέδαφος σε υδρογονάνθρακες, έχοντας ένα μεγαλύτερο ιστορικό βάθος.
Ανατολική Μεσόγειος: γεωπολιτικό και ενεργειακό σταυροδρόμι
Η ήττα του ελληνικού ιμπεριαλιστικού ονείρου το 1922 αποτύπωσε μια νέα συνθήκη για το Αιγαίο, με την Ελλάδα να κατοχυρώνει το Ανατολικό τμήμα και μερικά χρόνια αργότερα (τυπικά, τον Μάρτιο του 1948) τα Δωδεκάνησα. Η Τουρκία αμφισβήτησε το νέο status quo από τις αρχές του 1950 κυρίως μέσα από τις επιλογές της στην Κύπρο, ενώ η πιο επιθετική της στάση φάνηκε μετά την Πετρελαϊκή κρίση και τη γεωπολιτική επανανοηματοδότηση της Μέσης Ανατολής στους ευρύτερους ιμπεριαλιστικούς υπολογισμούς, εντός των οποίων η Τουρκία διεκδικούσε καλύτερη θέση. Η Μεταπολίτευση και η προοπτική της Ελλάδας στην ΕΟΚ προκάλεσαν περαιτέρω όξυνση που κλιμακώθηκε το 1982, με την τούρκικη πλευρά να αμφισβητεί πιο ανοιχτά και τη Συνθήκη του Ναυτικού Δικαίου, οπότε και κηρύχθηκε το casus belli από πλευράς Τουρκίας (δεν έχει αναγνωρίσει την συνθήκη) και έκτοτε σημειώθηκαν και θερμά (υπόθεση Σισμίκ) ή λιγότερο θερμά επεισόδια. Η υπόθεση της υφαλοκρηπίδας και των «γκρίζων ζωνών» στο Αιγαίο, πριν από τη διεθνή διευθέτησή του 1982, αφορούσε τόσο τα ναυτικά μίλια της υφαλοκρηπίδας όσο και τον εναέριο χώρο (FIR) και τα «10 ν.μ. των αερομαχιών».
Τα τελευταία χρόνια η Τουρκία ολοφάνερα βρίσκεται εν μέσω μιας διαρκούς αντίφασης: Αφενός το στοίχημα της περιφερειακής και εκτατικής ανάπτυξης παραμένει ενεργό, αφετέρου έρχεται σε αντιδιαστολή με το στόχο της ευρωπαϊκής προοπτικής της. Το 2002 η Τουρκία θα «δεσμευτεί» στην Ε.Ε. ότι δεν θα επιχειρήσει επιθετική/επεκτατική κίνηση έναντι της Ελλάδας, δέσμευση που ωστόσο δεν θα δώσει, κατ’ αναλογία, και στην Ελλάδα.
Η διαδικασία ανακήρυξης της ΑΟΖ μπορεί να είναι μονομερής, δηλαδή εσωτερική υπόθεση μιας χώρας, ωστόσο δεν είναι μια de facto συνθήκη, όπως είναι τα δικαιώματα στην υφαλοκρηπίδα μιας χώρας (η τελευταία ορίζεται ως η απόσταση από την ακτή μέχρι την ισοβαθή των 200 μ.). Η ΑΟΖ δεν αφορά μόνο τον πυθμένα και τα κυρίαρχα δικαιώματα στην εκμετάλλευσή του, αλλά και τη στήλη του νερού, κάτι που αφορά τόσο την αλιεία (βλ. και «Πόλεμο του Μπακαλιάρου» ανάμεσα σε Ισλανδία και Αγγλία) όσο και την παραγωγή ενέργειας. Κάθε παράκτια περιοχή έχει κυριαρχικά δικαιώματα στη λεγόμενη αιγιαλίτιδα ζώνη σε απόσταση 12 μιλίων από την ακτή. Τα δύσκολα έρχονται όταν δυο χώρες χωρίζει μικρότερη απόσταση από 200 ν.μ., οπότε και προβλέπεται ο διαχωρισμός με βάση τη μέση απόσταση. Στην περίπτωση της Ελλάδας, ο τεράστιος αριθμός νησιών σε γειτνίαση με την Τουρκία δημιουργεί από την αρχή ένα σύνθετο γεωγραφικό παζλ: Οι διμερείς επαφές μεταξύ δυο κρατών μπορούν να επιλύσουν τέτοιες ιδιαίτερες περιπτώσεις, αλλά σε περίπτωση διαφωνίας το λόγο έχει το δικαστήριο της Χάγης.
Το πολύπλοκο και μεγάλο αυτό γαϊτανάκι συμφερόντων, στο οποίο θα πρέπει να συνυπολογιστεί η Κύπρος, η Λιβύη, το Ισραήλ (που στηρίζει την ελληνική ΑΟΖ για το πέρασμά του στην Ευρώπη και εντός του ανταγωνισμού για τον κυριαρχικό ρόλο στην Ανατολή με την Τουρκία) και η Αίγυπτος (που από την άλλη παίρνει το μέρος της Τουρκίας και συζητά διμερώς για την οριοθέτηση των υδάτων τους), έχει ένα αναπάντεχα μικρό κέντρο της προσοχής: Ένα νησάκι 500 κατοίκων, περίπου 75 χλμ. μακριά από την Ρόδο και μόλις 2 χλμ. από την Τουρκία, το οποίο μάλιστα είχε και την τιμή να υποδεχθεί τον ΓΑΠ και τις δηλώσεις του κατά την είσοδο της Ελλάδας στο ΔΝΤ.
Το Καστελλόριζο (ή Μεγίστη) είναι ένα νησί μόλις 9 τετ. χλμ. που αποτελεί ρυθμιστή έκτασης μεγαλύτερης των 100 τετ. χλμ. στην Ανατολική Μεσόγειο. Με ή χωρίς το Καστελλόριζο ο χάρτης της ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας αλλάζει σε τεράστιο βαθμό: Με το Καστελλόριζο η Ελλάδα αποκτά μια ΑΟΖ σχεδόν διπλάσια της χερσαίας της έκτασης, συνορεύει με την ΑΟΖ της Κύπρου (κατ’ επέκταση, η Ε.Ε. συνορεύει με την ΑΟΖ της Κύπρου χωρίς παρεμβολή της Τουρκίας), ενώ η Τουρκία χάνει τεράστιες εκτάσεις από αυτές που θα είχε στον χωρίς Καστελλόριζο χάρτη. Για αυτόν το λόγο έχει μάλιστα αρνηθεί να επικυρώσει τη συνθήκη του Ναυτικού Δικαίου για τις ΑΟΖ, όπως έχει πράξει και η Βενεζουέλα (που κοντά στις ακτές της βρίσκονται γαλλικά νησιά, όπως η Γουαδελούπη ή και ολόκληρα κρατίδια, όπως τα Μπαρμπέιντος). Από την άλλη πλευρά όμως και σε αντίθεση με όσες χώρες έχουν αντιδράσει στη συνθήκη, σε ό,τι αφορά τα δικαιώματά της στη Μαύρη Θάλασσα η Τουρκία έχει αναγνωρίσει κανονικότατα την ΑΟΖ της.
Η ανακήρυξη κατ’ επέκταση της ελληνικής ΑΟΖ αποτελεί ρυθμιστή για το status quo στην Ανατολική Μεσόγειο ενώ την ίδια στιγμή η Ελλάδα βρίσκεται στα σκοινιά σε οποιαδήποτε διαπραγμάτευση, έχοντας τον πλήρη οικονομικό και πολιτικό καταναγκασμό για οποιαδήποτε επιλογή από την Ε.Ε., ακόμα και αν αυτό σηματοδοτήσει την εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων στην περιοχή του Ανατολικού Αιγαίου.
Υπάρχει και άλλος δρόμος
Το ερώτημα παραμένει: Ποια η προοπτική αξιοποίησης του ορυκτού πλούτου και κατοχύρωσης των κυριαρχικών δικαιωμάτων; Σε τελική ανάλυση, οποιαδήποτε και αν είναι η απάντηση αυτού του κυβερνητικού κέντρου, δεν μπορεί παρά να είναι στη βάση της εξυπηρέτησης συγκεκριμένων συμφερόντων και ιμπεριαλιστικών στρατηγικών.
Μπροστά σε αυτούς τους κινδύνους, η Αριστερά μπορεί και πρέπει να σηκώσει το γάντι: Να υπερασπιστεί τα κυριαρχικά δικαιώματα και να διεκδικήσει την κατοχύρωση της ελληνικής ΑΟΖ. Η πολιτική ανατροπή να συνοδευτεί από το μπλοκάρισμα των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών στην Ανατολική Μεσόγειο με όπλο την αλληλεγγύη των λαών, με τη δημιουργία νέων συμμαχιών και συνεργατικών πολιτικών. Η έρευνα και αξιοποίηση των υδρογονανθράκων να περάσει στη λαϊκή κρίση και διαχείριση, μέσα από δημόσιους και διαφανείς οργανισμούς, περιβαλλοντικούς κανονισμούς και γνώμονα τα συμφέροντα των εργαζομένων. Μόνο σε ρήξη με το ευρωπαϊκό άρμα μπορούμε σήμερα να ανοίξουμε την κουβέντα για την ανασυγκρότηση της παραγωγής, για ένα άλλο πεδίο διεθνών σχέσεων, για την κατοχύρωση των κυριαρχικών δικαιωμάτων του ελληνικού λαού και για την εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου προς όφελος των κοινωνικών αναγκών. Σε μια τέτοια προοπτική, η ανάγκη ισορροπίας ανάμεσα στη διεκδίκηση και τον αναγκαίο συμβιβασμό (π.χ. απέναντι στην προοπτική ενός ασύμφορου για την ανασυγκρότηση της χώρας πολέμου) μπορεί να τεθεί ξανά με όρους λαϊκών συμφερόντων και σοσιαλιστικής στρατηγικής.
Περιοδικό Εκτός Γραμμής, Τεύχος 32 / Μάρτιος 2013
ΔΙΑΒΑΣΤΕ