Δημοσιεύτηκε στο unfollow.com στις 14/9/2015
Εάν κάτι οφείλει να στοιχειώνει τη σκέψη όσων αναφέρονται στην Αριστερά όχι ως ταυτότητα αλλά ως την πραγματική ιστορική κίνηση που μετασχηματίζει τον κόσμο, αυτό πρέπει να είναι η σημερινή εκρηκτική αναντιστοιχία ανάμεσα στο πολιτικό τοπίο και τα πραγματικά κοινωνικά και πολιτικά ρήγματα.
Μια εβδομάδα πριν από τις εκλογές, μικρή σημασία έχει να προσπαθήσει κανείς να γράψει κάτι, για να «πείσει» ψηφοφόρους να κάνουν τη σωστή επιλογή. Μεγάλα παιδιά είναι, μπορούν να κάνουν τις επιλογές. Όχι τίποτα άλλο, αλλά παρότι υποψήφιος σχεδόν σε όλες τις εκλογές μετά το 2009, αυτό το κουστούμι του «αριστερού πολιτευτή» δεν μου πολυπάει.
Άρα, λοιπόν, προτιμώ να μιλήσω για το «δέντρο που πληγώναμε», την Αριστερά και το πώς μπορεί να ανταποκριθεί στις συνθήκες μιας εποχής που σφραγίζεται από την ταλάντευση ανάμεσα στην ανάταση του ΟΧΙ και ένα μνημόνιο που πια έχει και αριστερή υπογραφή. Την Αριστερά όχι στις κάλπες, αλλά την Αριστερά στις πολιτικές και κοινωνικές μάχες που είναι μπροστά μας.
Εάν κάτι οφείλει να στοιχειώνει τη σκέψη όσων αναφέρονται στην Αριστερά όχι ως ταυτότητα αλλά ως την πραγματική ιστορική κίνηση που μετασχηματίζει τον κόσμο, αυτό πρέπει να είναι η σημερινή εκρηκτική αναντιστοιχία ανάμεσα στο πολιτικό τοπίο και τα πραγματικά κοινωνικά και πολιτικά ρήγματα.
Γιατί το δημοψήφισμα της 5ης Ιούλη ανέδειξε τη βαθιά ενότητα των υποτελών τάξεων αλλά και την επίσης βαθιά διαίρεση της ελληνικής κοινωνίας. Ήταν η πιο ταξικά πολωμένη πολιτική μάχη των τελευταίων δεκαετιών, καθώς το «ναι» και το «όχι» δεν ήταν πολιτικές επιλογές αλλά ταξικές τοποθετήσεις.
Στην πραγματικότητα η κοινωνική δημογραφία του λαϊκού, πληβειακού, εργατικού και νεανικού ΟΧΙ ήταν η αποτύπωση ενός «μεγάλου συνασπισμού των υποτελών τάξεων», ενός δυνάμει νέου «ιστορικού μπλοκ» των δυνάμεων της εργασίας, της γνώσης και του πολιτισμού. Ήταν η απόδειξη ότι υπάρχει η κοινωνική συμμαχία που μπορεί να διαλέξει έναν άλλο δρόμο. Ήταν η έμπρακτη κατάδειξη ότι συσχετισμός υπέρ μιας ρήξης υπήρχε.
Το κομματικό σκηνικό δείχνει έτσι εντυπωσιακά αναντίστοιχο με την κοινωνική διαίρεση που αποτυπώθηκε στο δημοψήφισμα. Είναι ως εάν παλαιά και νέα μνημονιακά κόμματα να διαγκωνίζονται για το 39% του «ΝΑΙ» και όχι για τον πλατύ «λαό του ΟΧΙ».
Φυσικά, η δυναμική των εκλογών, οι τεχνητές εντάσεις, οι κάθε λογής εκβιασμοί θα διαμορφώσουν μια άλλη εικόνα στο τέλος. Όμως, ο «λαός του ΟΧΙ», σε όλη την αντιφατικότητα αλλά και τη δυναμική του, θα παραμένει πολιτικά ορφανός.
Και αυτή είναι η πρόκληση για την Αριστερά. Όχι απλώς να «καταγραφούν» οι διαφορετικές τάσεις της. Αλλά να αναλάβει την ευθύνη να είναι η πολιτική ραχοκοκαλιά μιας αγωνιζόμενης κοινωνίας που διεκδικεί το δικό της αυτοκαθορισμό. Να μην αφήσει την οργή να γίνει απελπισία. Να την μπολιάσει με αφηγήσεις προγραμματικές αλλά και να μετασχηματίσει την εμπειρία των αγώνων σε πρόγραμμα μετασχηματισμού. Ένα πρόγραμμα που στην ελληνική περίπτωση δεν μπορεί παρά να σημαίνει τη ριζική αμφισβήτηση του «ευρωπαϊκού δρόμου».
Και η Λαϊκή Ενότητα που κολλάει σε όλα αυτά; Σίγουρα και δεν είναι το πλατύ, ενωτικό, παλλαϊκό μέτωπο που χρειαζόμαστε. Αλλά δεν είναι και απλώς μια διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ. Μπορεί και πρέπει να είναι η αφετηρία, ή έστω μια κρίσιμη συμβολή, στο αναγκαίο μέτωπο, γιατί έχει το χνάρι της αποφασιστικής ρήξης με τον ευρωπαϊσμό, μιας πρώτης αυτοκριτικής για τον κυβερνητισμό (που δεν γίνεται, όμως, αριστερός αναχωρητισμός) και πάνω από όλα της επιμονής στο «όχι μέχρι τέλους».
Όμως το στοίχημα είναι να μη μείνουμε απλώς σε αυτό που είναι σήμερα η Λαϊκή Ενότητα. Αυτό που χρειάζεται είναι μια νέα πολιτική σύνθεση, που να την ξεπερνά. Που να ακολουθεί τις πραγματικές ιστορικές διαιρετικές γραμμές. Που να μπορεί όχι απλώς να συγκεφαλαιώνει τις εμπειρίες τόσο από το ΣΥΡΙΖΑ ως μαζικό μέτωπο, όσο και από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ ως πλατύ αντικαπιταλιστικό μέτωπο, αλλά και να δοκιμάζει να είναι κάτι το ριζικά νέο. Που να είναι το μέτωπο – εργαστήρι των ίδιων των αγωνιστών και των εμπειριών τους και ένας διαφορετικός τρόπος πολιτικής.
Η μετεκλογική συγκυρία δεν θα σφραγιστεί μόνο από την όποια συγκυβέρνηση αναλάβει την εργολαβία των μνημονίων, αλλά και από τις μεγάλες κοινωνικές συγκρούσεις που ο νέος γύρος μνημονιακής προσαρμογής θα φέρει. Αυτές προσφέρουν και την καλύτερη συνθήκη να ανοίξει ξανά η κουβέντα για την Αριστερά.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ