Περιοδικό Εκτός Γραμμής, Τεύχος 24 / Νοέμβριος 2009
Οι πρόσφατες βουλευτικές εκλογές και η προεκλογική περίοδος είχαν όλα τα στοιχεία μιας καλογυρισμένης κινηματογραφικής ταινίας. Με τη συμμετοχή όλου του θιάσου των καθεστωτικών μέσων μαζικής ενημέρωσης, με τον αποκλεισμό από το κάστινγκ παλιών ηθοποιών (Σημίτης), με τον Καραμανλή (επάξια) στο ρόλο του «κακού», με το αρχηγικό επιτελείο του ΠΑΣΟΚ άρτια στημένο από σκηνοθετική άποψη και με την ανάδειξη υψηλών αξιών (αξιοκρατία, κοινωνική ευαισθησία), τα αστικά επιτελεία αναγνώρισαν επιτέλους στο φιλοθεάμον εκλογικό κοινό ότι δικαιούται να έχει υψηλότερες απαιτήσεις. Πάντα βέβαια σε επίπεδο θεάματος...
Η καπιταλιστική κρίση και η υπερεικοσαετής πλέον πολιτική της αφαίμαξης των εργαζομένων έχει πλέον απογυμνώσει την αστική στρατηγική από τα πολύχρωμα ρούχα του εκσυγχρονισμού και του νεοφιλελευθερισμού. Η λαϊκή δυσαρέσκεια διαρκώς διογκώνεται και η ωμή ρητορεία της ΝΔ για «δυσάρεστα αλλά αναγκαία μέτρα» κινδύνευε να προκαλέσει σοβαρή κρίση στο πολιτικό σκηνικό. Απέναντι σ’ αυτόν τον κίνδυνο η «παιδική χαρά» του Γιωργάκη πέρασε από ταχύτατο λίφτινγκ και μεταμορφώθηκε σε μια δύναμη θεσμικής αναδιοργάνωσης και κοινωνικής ευαισθησίας. Βέβαια, το σενάριο της πραγματικής αναδιανομής του κοινωνικού πλούτου υπέρ των δυνάμεων της εργασίας έμεινε σφραγισμένο στο φάκελό του.
Ειδικό ρόλο στο νέο σενάριο διακυβέρνησης έμελλε να παίξει η «αναδιοργάνωση των θεσμών», βάσει ενός υποτιθέμενου προτύπου αξιοκρατίας, ορθολογικότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης. Ήδη από την ίδια τη συγκρότηση του κυβερνητικού σχήματος: σε συνέχεια της εκλογής προέδρου από τη βάση του κόμματος, που λάνσαρε ο σημερινός πρωθυπουργός, η κυβέρνηση αποτελεί το επιτελείο προσωπικών συνεργατών του πρωθυπουργού, πολύ συχνά εξωκοινοβουλευτικών και μ’ έναν αέρα επιστήμονα-τεχνοκράτη. (Εξαιρείται ο πολύς κος Πάγκαλος, που προφανώς η επιλογή του βασίστηκε –αξιοκρατικά πάντα– στην πολύχρονη προσφορά του στη νύχτα των Ιμίων, στην παράδοση του Οτσαλάν, στην παραγωγή ευφάνταστης λάσπης για τον ανεμιστήρα κ.λπ.).
Με το τρικ της «ανοιχτής» διαδικασίας για την επιλογή των Γενικών και Ειδικών Γραμματέων των Υπουργείων και των Περιφερειών, η νέα κυβέρνηση κατόρθωσε να προτάξει χωρίς κόστος την «αξιοκρατία» (οι εν λόγω θέσεις είναι ούτως ή άλλως πολιτικές και οι ως τώρα επιλογές είναι καθαρά κομματικές) και ταυτόχρονα να περάσει την επιλογή των στενών συνεργατών των υπουργών απευθείας από το γραφείο του πρωθυπουργού! Οι βλέψεις για αναμόρφωση του κράτους φτάνουν αφενός μέχρι την αλλαγή του εκλογικού νόμου με την εισαγωγή του γερμανικού μοντέλου εκλογής του κοινοβουλίου κατά το ήμισυ με μονοεδρικές περιφέρειες και κατά το άλλο ήμισυ με ενιαίες κομματικές λίστες (επιλεγμένες από τον αρχηγό του κόμματος, φυσικά), αφετέρου μέχρι τον περιορισμό των δήμων και την αντικατάσταση των αιρετών Νομαρχών από τους αιρετούς Περιφερειάρχες (Καποδίστριας ΙΙ).
Η... επιδρομή της αξιοκρατίας και της δικαιοσύνης μάς έδωσε δύο αντιπροσωπευτικά δείγματα γραφής στην περίπτωση των εργαζομένων stage και των μέτρων του Υπουργείου «Προστασίας του πολίτη». Στην περίπτωση των stage, ένα σμήνος κοράκων με πρωταγωνιστές της χυδαιότητας τον Πάγκαλο και τον (εκπρόσωπο των εργαζόμενων!) Παναγόπουλο, έσπευσαν να εξορκίσουν τις «πελατειακές σχέσεις», που εδώ και δεκαετίες έχουν κατακλύσει κάθε έκφανση του κράτους, στο πρόσωπο ανθρώπων που αμείβονταν με 450 ευρώ χωρίς ασφάλιση και να παρουσιάσουν το ΠΑΣΟΚ(!) ως σταυροφόρο της αξιοκρατίας. Στην αγωνιώδη προσπάθεια να αναδειχθούν τα κενά σημαινόμενα, εξαφανίστηκαν τα ουσιαστικά επίδικα: η εργασία αποκαλείται μαθητεία, με αποτέλεσμα να μη δημιουργεί ασφαλιστική υποχρέωση και να μην πληρώνεται αναγκαστικά αν η πρόσληψη θεωρηθεί παράνομη, τα 2 χρόνια «μαθητείας» δεν θεμελιώνουν δικαίωμα παραμονής στην εργασιακή θέση, τα λειτουργικά προβλήματα στις δημόσιες υπηρεσίες δεν μπορούν να προβάλλονται ως αντίλογος στην νέα επιχείρηση «Αρετή».
Στον νευραλγικό τομέα της καταστολής η νέα κυβέρνηση εκμεταλλεύτηκε πλήρως τις αμαρτίες και την απροκάλυπτη ροπή στο νεοσυντηρητισμό της προηγούμενης κυβέρνησης, η οποία κλήθηκε να διαχειριστεί την εξέγερση του Δεκέμβρη. Επί των ημερών της, η ηγεσία της αστυνομίας βγήκε αλώβητη από τη δολοφονία Γρηγορόπουλου (κάποιους μήνες μετά αρκετά στελέχη προήχθησαν μάλιστα), οι φασιστοειδείς νοοτροπίες επιβραβεύτηκαν με την τοποθέτηση ενός στελέχους της πολιτικής πτέρυγας του οργανωμένου εγκλήματος στην κεφαλή της Δημόσιας Τάξης και οι παρακρατικές δυνάμεις αφέθηκαν ελεύθερες στη δράση τους, όπως στον Άγιο Παντελεήμονα. Καλή παρακαταθήκη για να μπορέσει ο Χρυσοχοΐδης να υπερασπίζεται τον σοσιαλισμό, ενώ συνεχίζει τη βαρβαρότητα.
Πράγματι, η περίοδος Χρυσοχοΐδη εγκαινιάστηκε με την «πολιτισμένη πυγμή» της αστυνομικής εκστρατείας στα Εξάρχεια, με την αποπομπή του Τσιατούρα από την ηγεσία της ΕΛΑΣ και με τη διπλή επικήρυξη των δραστών της επίθεσης στην Κωνσταντίνα Κούνεβα και των «ληστών με τα μαύρα». Οι κρίσιμες όψεις όμως της κατασταλτικής πολιτικής και το δόγμα της «μηδενικής ανοχής» παραμένουν αλώβητα. Η τρομοκρατική παρουσία αστυνομίας στο κέντρο της Αθήνας είναι καθημερινή, η καταστολή των διαδηλώσεων και η αθρόα απαγγελία κατηγοριών σε διαδηλωτές παραμένει αναλλοίωτη και η ρητορεία περί «λαθρομετανάστευσης» δείχνει τα όρια της μεταναστευτικής πολιτικής. Η δε πολιτική της άτεγκτης νομιμότητας απέναντι σε οποιοδήποτε άκρο, «δεξιό» ή «αριστερό», ενέχει πολλούς και ίσως εξίσου σοβαρούς κινδύνους όσο η νεοσυντηρητική αντίληψη της Νέας Δημοκρατίας, ειδικά σε συνθήκες κοινωνικής και οικονομικής κρίσης.
Ο βασιλιάς είναι γυμνός
Ξεφεύγοντας λίγο από το μάρκετινγκ της νέας Αλλαγής, θα πρέπει να παρατηρήσουμε τα εξής: Στο επίπεδο της ευρύτερης συγκυρίας κυριαρχεί η πλήρης αποσάθρωση του κρατικού μηχανισμού και των μεγάλων κομμάτων, για την οποία έχουν καταβληθεί συστηματικές προσπάθειες ήδη από την δεκαετία του ’80. Η λειτουργία των πολιτικών κομμάτων ως μέσων διοχέτευσης προς το κυβερνητικό κέντρο όχι της λαϊκής πίεσης αλλά του κοινωνικού συμβιβασμού και των πελατειακών σχέσεων, ο εκμαυλισμός της δημόσιας διοίκησης και της δικαιοσύνης με την πίεση για διαρκείς αυθαιρεσίες προς όφελος της αστικής πολιτικής και των υποστηρικτών της, η μετάλλαξη του συνδικαλισμού σε κοινωνικό εταίρο αντί για μαχητικό διεκδικητή και οι υπουργοί-εργολάβοι σε συνεργασία με αστυνομικούς-μπράβους είναι μια πραγματικότητα που διαμορφώθηκε από όλες τις τελευταίες κυβερνήσεις, επιταχύνθηκε στην περίοδο Σημίτη και απογυμνώθηκε με τις κυβερνήσεις της ΝΔ. Το ΠΑΣΟΚ αποτέλεσε τον βασικό μοχλό και συνεργάτη της αστικής τάξης σ’ αυτήν την μακρά πορεία δημιουργίας θεσμών που θα εξυπηρετούν το κεφάλαιο.
Το σημερινό ΠΑΣΟΚ του αλώβητου και συμπαθούς Γιωργάκη και των πολιτισμένων συνεργατών του δεν είναι παρά το ίδιο κόμμα, που επιδιώκει μια αναδιάταξη των ρόλων στο ίδιο κινηματογραφικό έργο. Επιχειρεί να πείσει ότι είναι κάτι διαφορετικό από το κρατικοδίαιτο μικροαστικό κόμμα του Αντρέα και από το εκσυγχρονιστικό κόμμα του Σημίτη. Σ’ αυτήν τη μάχη κερδίζει πόντους από την ομοψυχία των ΜΜΕ και από την απώλεια κάθε ηθικού ερείσματος προς άσκηση κριτικής διαφόρων αντιπολιτευομένων, όπως είναι η ΝΔ αφενός, αλλά και ο «ριγμένος» κομματικός μηχανισμός των χιλιάδων μελών που γράφονταν στο κόμμα μέχρι και την τελευταία στιγμή πριν τις εκλογές, μπας και βολευτούν τη υστεραία. Η καθοριστική όμως κοινωνική πολιτική ακολουθεί ακριβώς τους ίδιους άξονες της άνευ όρων παράδοσης στο κεφάλαιο, που μόνο αυτό πρέπει να βγει αλώβητο από την κρίση, θυσία των εργαζομένων. Σ’ αυτό το πλαίσιο πολιτικής οι θεσμοί θα συνεχίσουν δυστυχώς τον κατήφορο που θα τους φέρει σε θέση να υπερασπιστούν εκ νέου αυτήν την πολιτική. Το λίφτινγκ ηθικού κύρους δεν αρκεί για να κρυφτεί η πραγματική κοινωνική αδικία, που αποτελεί το μόνο «συνεχές» στη λειτουργία του κράτους.
Η Αριστερά οφείλει να μείνει έξω από τα κινηματογραφικά διλήμματα που μας προβάλλουν οι σκηνοθέτες τύπου Πρετεντέρη και να παλέψει για την πραγματική αναδιανομή του κοινωνικού πλούτου. Να συμβάλλει με όλες τις δυνάμεις της στην πάλη για την κοινωνική δικαιοσύνη ενάντια στις εφαρμοζόμενες από το κράτος πολιτικές και να αποτελέσει η ίδια το όχημα της αυθεντικής πολιτικής έκφρασης των εργαζομένων και της νεολαίας, πέρα από νοσταλγίες συμβιβαστικής διαμεσολάβησης με την πολιτική της αστικής τάξης που αποτέλεσε, μεταξύ άλλων, αιτιακή ρίζα της σημερινής απροκάλυπτα αντιλαϊκής πολιτικής.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ