Στο παρακάτω κείμενο, όσο κι αν είναι δύσκολο, θα προσπαθήσω να αποτιμήσω μια προσωπική αλλά και συλλογική εμπειρία γύρω από τον χώρο στέγασης προσφύγων City Plaza και την εμπειρία του κινήματος αλληλεγγύης αυτόν τον χρόνο. Είναι δύσκολη η διάκριση του προσωπικού από το συλλογικό «Εγώ» σε τέτοιες καταστάσεις. Αυτό είναι, για παράδειγμα, το πρώτο πράγμα που έμαθα από την εμπειρία του City Plaza και συμβαίνει γιατί αναγκαστικά μια τέτοια πράξη, η οργάνωση δηλαδή ενός χώρου μαζί με άλλους, οδηγεί σε προσωπικές σχέσεις και δεσμεύσεις. Δεν ξέρω τι θα γράψει ο «άγγελος της ιστορίας» για τον χώρο, και την ίδια ώρα που γράφω εγώ γράφεται η ιστορία του City Plaza κι από άλλες πλευρές και οπτικές.
Η πρώτη και ουσιαστικότερη αποτίμηση του City Plaza είναι η ανάδυσή του ως αποτελέσματος μιας κοινής τακτικής για το κίνημα αλληλεγγύης, η οποία δεν προϋπήρχε αλλά προέκυψε ως συνάντηση διαφόρων επιμέρους τακτικών: η ενεργητική εμπλοκή ενός κομματιού της αριστεράς και του υπόλοιπου αναρχικού/αναρχοσυνδικαλιστικού χώρου με τους πρόσφυγες στο Σύνταγμα ήδη από το 2014, η πρώτη μαζικά αυτοοργανωμένη κατασκήνωση στο Πεδίο του Άρεως το καλοκαίρι του 2015 και η εμπειρία από την Πέτρινη Αποθήκη και την πλατεία Βικτωρίας αλλά και το άνοιγμα της κατάληψης Νοταρά 26 και του 5ου Λυκείου. Σε πιο μαζικό επίπεδο, οι οργανώσεις αλληλεγγύης όπως τα κοινωνικά ιατρεία, το κίνημα χωρίς μεσάζοντες, οι τράπεζες χρόνου και όλα όσα έχουν αναδυθεί από την αρχή της κρίσης ήταν επίσης στα δομικά υλικά του City Plaza, και επειδή προϋπήρξαν μας έφεραν κοντά και μας έδωσαν τις ιδέες και τα εργαλεία για να πάμε ένα βήμα πιο μπροστά.
Από την άλλη, το City Plaza στήθηκε και σε μια συνθήκη άρνησης και ήττας. Στην υποχώρηση του κινήματος, στην άμπωτη από το καλοκαίρι του 2015 και την απίστευτη στάση του λαού απέναντι στους πρόσφυγες, σε μια εποχή διαψεύσεων και έντασης της καταστολής. Κυρίως το City Plaza στήθηκε όταν τα ελληνικά σύνορα σφραγίστηκαν, η Frontex πολλαπλασιάστηκε στην επιτήρησή τους και η έννοια του πρόσφυγα καταργήθηκε με τη συμφωνία Ε.Ε.-Τουρκίας.
Τα παραπάνω έδειξαν από την αρχή ότι μιλάμε για ένα εγχείρημα που θα αναμετριόταν σε κάθε του βήμα με μια σειρά δύσκολες έως δυσεπίλυτες αντιφάσεις του ίδιου και του εξωτερικού του περιβάλλοντος και που κάθε του βήμα θα άνοιγε μια σειρά νέα ερωτήματα. Το City Plaza είναι μια ζωντανή, πρωτότυπη πράξη. Αυτό το αποδεικνύει και η επιρροή του στον λεγόμενο πνευματικό κόσμο. Για παράδειγμα, το City Plaza έγινε θέμα στην ελληνική συμμετοχή στην Biennale της Βενετίας. Έγινε θέμα σε ακαδημαϊκούς κύκλους, πέρασαν τις πόρτες του φιλόσοφοι, καθηγητές, άνθρωποι της τέχνης και άνθρωποι του μόχθου. Μέσα σε έναν χρόνο φιλοξενήσαμε τον Αλαίν Μπαντιού, την Τζούντιθ Μπάτλερ, τον Σάντρο Μετζάντρα, αλλά και απεσταλμένους της CGT, απεσταλμένους συνδικάτων από την Ισπανία και την Ιταλία. Ήρθαν να μας δουν ομάδες αρχιτεκτόνων, πολιτιστικές ομάδες και σύλλογοι, άνθρωποι της μουσικής. Στον χώρο μας έμειναν και οι σύντροφοι Μικέλ Σουλοάγα και Μπεγόνια Ουάρτε, οι Βάσκοι ακτιβιστές που επιχείρησαν να περάσουν παράνομα πρόσφυγες μέσω Ηγουμενίτσας στη Χώρα των Βάσκων.
Το City Plaza είναι παράνομο: Το ξέρω και το υπερασπίζομαι γι’ αυτό
Το City Plaza είναι αυτό που λέει κι ο τίτλος του: Χώρος Στέγασης Προσφύγων. Ένα ξενοδοχείο που δεν είναι ξενοδοχείο αλλά σπίτι για ανθρώπους που είναι πρόσφυγες και μετανάστες, οι οποίοι ταυτόχρονα θέλουν να μείνουν αλλά κυρίως θέλουν να φύγουν. Είναι επίσης ένας τόπος συνάντησης πολιτικών συλλογικοτήτων και ακτιβιστών από την Ελλάδα και την Ευρώπη. Ένα πραγματικό πολύβουο, διεθνιστικό, ανοιχτό πολιτικό εργαστήριο. Είναι επίσης και μια αυτονόητα παράνομη πράξη. Είναι μια κατάληψη στέγης σε ένα ιδιωτικό κτίριο. Είναι μια ευθεία παραβίαση του δικαιώματος στη διαχείριση με καπιταλιστικούς όρους μιας επιχείρησης, ενός μέσου παραγωγής. Και αυτό έχει ανοίξει πολλά ερωτήματα στον κόσμο της αριστεράς και του κινήματος και τον έναν χρόνο που πέρασε υπήρξε το μεγάλο αγκάθι για πολλούς και πολλές. Αναρωτήθηκαν ανοιχτά: «Μα δεν υπήρχε ένα δημόσιο κτίριο, βρε αδερφέ;».
Η απάντηση σε αυτό είναι διπλή, από τακτική και στρατηγική σκοπιά. Η τακτική ήταν για εμάς τους εμπλεκόμενους στο εγχείρημα απλή από την αρχή: η στέγαση ανθρώπων οφείλει να γίνεται σε άδειους χώρους που είναι φτιαγμένοι για να στεγάζουν ανθρώπους και δεν χρειάζονται «μετατροπές» γι’ αυτό. Δεν θα έμενε κανείς από εμάς σε ένα πρώην κτίριο γραφείων, σε ένα πρώην σχολείο, σε ένα πρώην αμφιθέατρο, σε ένα πρώην υπουργείο: Γιατί να το θεωρούμε λύση για άλλους ανθρώπους; Χωρίς να υποτιμούμε όσους κατέλαβαν τέτοιους χώρους και δίνουν διπλό αγώνα για να γίνουν βιώσιμοι για τους πρόσφυγες, νομίζω ότι η εξίσωση στο μυαλό όλων μας είναι ότι τα κλειστά ξενοδοχεία και τα κλειστά σπίτια πρέπει να ανοίξουν για να στεγαστούν σήμερα πρόσφυγες, αύριο άστεγοι κ.ο.κ. Ο αντίποδας της κίνησης του κράτους για αρπαγή της λαϊκής κατοικίας, για δημιουργία αστέγων και μαζικής απονομιμοποίησης στο δικαίωμα της ιδιοκατοίκησης πρέπει να είναι η επανοικειοποίηση χώρων κατοικίας χωρίς ταμπού και προκαταλήψεις. Δεν αρκεί το κίνημα ενάντια στους πλειστηριασμούς. Δίπλα μας οι άνθρωποι που κοιμούνται στον δρόμο πολλαπλασιάζονται και πάλι είναι λιγότεροι από τα άδεια ξενοδοχεία και διαμερίσματα των πόλεων μας. Αυτό πρέπει να αντιστραφεί. Ο ένας χρόνος ύπαρξης του City Plaza και των άλλων καταλήψεων οδηγεί σε υπέρβαση αυτών των κοινωνικών ταμπού.
Η στρατηγική απάντηση στο δικό μου μυαλό λογίζεται επίσης με απλά κριτήρια. Καλύτερα να λογιζόμαστε αριστεροί μέχρι εκεί που μπορούμε να μοιραστούμε την περιουσία μας, όση έχουμε και όση λογίζεται για περιουσία, αλλά και γενικώς τα αγαθά μας. Άμα δεν μπορούμε, να πάμε σε αναδίπλωση κι αναστοχασμό και να δούμε αν έχουμε καταλάβει καλά τι θα πουν οι λέξεις «αναδιανομή του πλούτου», «δικτατορία του προλεταριάτου» και άλλα συναφή. Να μην τα αφήνουμε σαν καταστάσεις που θα προκύψουν ως διά μαγείας από μια αιφνιδιαστική αλλαγή εξουσίας που θα μας επιβάλλει και θα μας βρει «σαν έτοιμους από καιρό, σαν θαρραλέους» να τη διαχειριστούμε σωστά.
Οι καταλήψεις για πρόσφυγες είναι η αιχμή του αντιιμπεριαλισμού στην Ελλάδα
Με πολιτικές ομάδες που δεν συμφωνούν στη σχέση εθνικού-διεθνικού αλλά και που ταυτίζονται και που –αν τα πράγματα ήταν πιο προχωρημένα στην ελληνική κοινωνία– ίσως να ήταν τάσεις στο ίδιο κόμμα, η συζήτηση για την προσφυγική κρίση και τον αντιιμπεριαλισμό μέσα στο City Plaza και τον ευρύτερο χώρο των καταλήψεων στέγης για πρόσφυγες είχε πολλαπλή ιδιαιτερότητα. Σε αυτόν τον έναν χρόνο καταλάβαμε απλά πράγματα. Οι πόλεμοι είναι πια πολύ πιο πολύπλοκοι από την άποψη των εμπλεκόμενων μερών, δεν υπάρχει εύκολος διαχωρισμός σε «δίκαιους και άδικους» και σίγουρα το τι είναι αντιιμπεριαλιστική και αντιπολεμική δράση σηκώνει συζήτηση. Εκεί που είδαμε την ελληνική αριστερά να παίρνει διάφορες προβληματικές θέσεις για το ζήτημα της Συρίας, αποφασίσαμε να δώσουμε τον λόγο και την πράξη στα ίδια τα υποκείμενα. Το City Plaza και οι καταλήψεις στέγης εξαρχής τάχθηκαν με το σταμάτημα του πολέμου στη Μέση Ανατολή και ταυτόχρονα με το άνοιγμα των συνόρων για να περάσουν οι πρόσφυγες. Η εξασφάλιση της κίνησης των προσφύγων, η άρση της κίνησης των κρατών για κλειστά σύνορα και παράλληλα η δημιουργία χώρων ένταξης ανθρώπων στις κοινωνίες είναι σήμερα οι πιο μάχιμες πράξεις αντιιμπεριαλισμού. Η επιτυχία της κοινής αντιφασιστικής πορείας στις 18 Μαρτίου 2017 (με καταλήψεις στέγης, πολιτικές και συνδικαλιστικές οργανώσεις κ.λπ.), που ξεπέρασε τα στεγανά προηγούμενων ετών, είναι μια επιπλέον απόδειξη της αποτελεσματικότητας που έχει για το αντιπολεμικό κι αντιιμπεριαλιστικό κίνημα των ημερών μας.
Επίσης, η προσωπική μου εμπειρία από ένοικο του Plaza που επικοινώνησε με τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης για να γυρίσει πίσω στην εμπόλεμη ζώνη, ως κίνηση απελπισίας αλλά και δικαίωσης, μου έχει εξηγήσει καλύτερα τον ιμπεριαλισμό απ’ ό,τι ο γνωστός τόμος του Λένιν: «Θέλω να γυρίσω να πολεμήσω γιατί ο ίδιος εχθρός μού κλείνει την πόρτα προς τη ζωή χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι που μου γκρέμισε». Ελπίζω να είναι ακόμα ζωντανός ο φίλος και να πολεμάει.
Το City Plaza και οι καταλήψεις στέγης κατακτούν και προσφέρουν στο λαϊκό κίνημα
Σε αυτό τον έναν χρόνο επίσης, τα παιδιά που στεγάζονται στο City Plaza και ήταν σε ηλικία να πάνε στο σχολείο ήταν τα πρώτα παιδιά που μπόρεσαν να γραφτούν σε σχολεία πριν κινηθεί η κυβέρνηση και στήσει τα απογευματινά μαθήματα για προσφυγόπουλα. Σε αυτό είχαμε εξαρχής αρωγούς συλλόγους εκπαιδευτικών και δασκάλους. Ομοίως και για το ζήτημα της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης: Ο Χώρος Στέγασης Προσφύγων City Plaza πρωτοστάτησε σε πορείες στο Υπουργείο Υγείας για να εξασφαλιστεί η απρόσκοπτη υγειονομική περίθαλψη των προσφύγων και ταυτόχρονα να σταματήσει η διάλυση της δημόσιας υγείας.
Με λίγα λόγια, σε αυτόν τον έναν χρόνο ζωής του City Plaza και στον συντονισμό μας με άλλες καταλήψεις στέγης, αντιληφθήκαμε την κίβδηλη διάκριση που αναπαράγεται μέσα σττην αριστερά και συμπυκνώνεται στο να παλεύει κανείς για «δικαιώματα συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων» (sic) ή να παλεύει για τη χειραφέτηση της εργατικής τάξης, να παλεύει συνδικαλιστικά για κατακτήσεις κ.ο.κ. Στην πράξη, οι αγώνες που έχουμε δώσει μέσα από το City Plaza μαζί με τις άλλες καταλήψεις έχουν ξεπεράσει εδώ και καιρό τα στενά όρια της «προσφοράς στους πρόσφυγες».
Το City Plaza και το μέλλον του: Μια ανοιχτή πρόκληση να ξεπεράσουμε τον εαυτό μας
Είναι όντως δύσκολη μια ισοσκελισμένη διεργασία αποτίμησης, όμως το City Plaza δεν είναι –ούτε θα μπορούσε να είναι– ένα τέλειο ή ολοκληρωμένο εγχείρημα, χωρίς αδυναμίες και αντιφάσεις. Ένας χρόνος τώρα δεν ήταν μόνο μια χαρούμενη πορεία αλληλεγγύης, και αυτό περιλαμβάνει και πιο πολλή συλλογική κι ατομική αυτοκριτική. Στην πράξη, η ενεργητική συμμετοχή των προσφύγων του City Plaza στην καθημερινότητα του κτιρίου παραμένει μέτρια και σίγουρα δεν είναι καθολική. Επίσης, το γεγονός ότι οι αλληλέγγυοι που συμμετέχουν σε αυτό οργανώνονται σε πολύωρες βάρδιες κάνει δύσκολη την ισορροπία ανάμεσα στην ανάγκη να είναι κανείς πλήρως αφοσιωμένος στο εγχείρημα και στο να είναι ταυτόχρονα πολυσήμαντος στη δράση και την καθημερινότητά του. Με απλά λόγια, θεωρώ ότι έναν χρόνο μετά, πρέπει να γίνει μια ειλικρινής αποτίμηση του τρόπου με τον οποίο δημιουργικά μπορεί να συνεισφέρει κάποιος σε ένα τέτοιο εγχείρημα, για να μπορέσουν να ξεπηδήσουν κι άλλα.
Αυτοκριτικά και σίγουρα με διάθεση να δούμε περισσότερες τέτοιες κινήσεις, θα πρότεινα την ανάδυση ενός νέου μοντέλου που να ενισχύει την κοινωνική συμμετοχή, δηλαδή το City Plaza να αφομοιωθεί σταδιακά από τη γειτονιά του, ως ένας τοπικός, ανοιχτός θεσμός, σε άμεση σύνδεση με την ευρύτερη περιοχή και τους κατοίκους της, που θα αναλάβουν σταδιακά πολλές λειτουργίες μαζί με τους πρόσφυγες. Μια πιο διευρυμένη κυψέλη δραστηριοτήτων, να μετατραπεί το City Plaza σε έναν ανοιχτό κοινωνικό χώρο κατοικίας του κέντρου της Αθήνας. Αυτή η πρόταση ξεκινά από το πώς βλέπω εγώ το στρατηγικό ζήτημα του κοινωνικού μετασχηματισμού, με κεντρικές έννοιες αυτές της συμμετοχής, του «πρωταγωνισμού» των λαϊκών τάξεων, και την πρωτοβουλία μιας κοινότητας να οργανώνεται και να διαχέει αυτό το ρεύμα και σε άλλες.
Η συζήτηση αυτή δεν γίνεται σε κενό αλλά πάνω στις αδυναμίες που έχει δείξει τον τελευταίο χρόνο η πολιτική αριστερά και το κίνημα γενικότερα. Παρόλο που το City Plaza είναι ένας πολυσυλλεκτικός χώρος, η πολιτική στήριξη από την αριστερά παραμένει μερική, αρκείται κυρίως στο επίπεδο των διατυπώσεων, ενώ στη συντονισμένη επίθεση συκοφάντησης του εγχειρήματος εξαρχής υπήρξαν πολιτικά στελέχη της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς τα οποία συνηγόρησαν υπέρ της αφήγησης που προβάλλει η ιδιοκτήτρια του ξενοδοχείου και ο κύκλος της περί «μπίζνας» και «απάτης εκατομμυρίων», και πρότειναν λύσεις διαιτησίας. Είναι σημαντική αδυναμία του κινήματος το 2017 να μην μπορεί να δεχτεί ως αυτονόητο το γεγονός ότι δεν στήνουμε «μπίζνες» στις πλάτες των προσφύγων.
Ο προσωπικός μου πόνος παραμένει να ακούω ότι «τα πιάνω», όντας ελαστικά εργαζόμενος σε ιδιαίτερα και αρθρογραφώντας τον τελευταίο χρόνο, έχοντας μετρημένα πέντε χρόνια πλήρους ανεργίας και όντας ανασφάλιστος το 2017, στηριζόμενος και εγώ στο κίνημα αλληλεγγύης συχνά. Και τέτοιοι είμαστε κι άλλοι στο City Plaza. Μεταξύ μας επίσης βρίσκονται πρώην πολιτικά στελέχη που βρέθηκαν πολύ κοντά στην κυβερνητική εξουσία, τη διανομή της πίτας και του «κύρους» της και έφυγαν, με σεμνότητα και αθόρυβα, προτιμώντας να ξυπνούν και να κοιμούνται με καθαρότερη συνείδηση γυρνώντας στη βάση και την καθημερινή πολιτική, ακτιβίστικη δουλειά. Αυτό έχει σφυρηλατήσει τις μεταξύ μας σχέσεις –με τις εντάσσεις και τις διαφωνίες της– και έχει δείξει ότι η πολιτική συμφωνία κατακτιέται όχι με την αντιπαραβολή προγραμμάτων αλλά με την πράξη.
Κλείνοντας, και μπροστά στον σχεδιασμό για τον επόμενο χρόνο ύπαρξης του City Plaza, προέχει η ολόπλευρη στήριξη του εγχειρήματος με λόγο και με έργα, σε μια στιγμή που η επίθεση εναντίον του οξύνεται σε όλα τα επίπεδα. Μέχρι τώρα καταφέραμε πολλά πάνω από τις αρχικές δυνάμεις και τον σχεδιασμό μας. Δώσαμε «στέγη και τροφή / μια ιδέα στεγανή που να μην μπάζει κρύο» σε εκατοντάδες ανθρώπους, δώσαμε ασφάλεια σε όνειρα, δουλειές και δυνατότητα μόρφωσης και καλλιτεχνικής έκφρασης, δώσαμε αγάπη και στήριξη και πήραμε άλλη τόση.
Τελικά δεν καλούμε μόνο σε γιορτή αλλά σε αγώνα. Δεν υπερασπιζόμαστε μόνο μια ιδέα ή μια πράξη αλληλεγγύης σε πρόσφυγες αλλά και μια στρατηγική. Έναν επιπλέον τρόπο να δούμε πώς όλοι μαζί θα βγούμε από αυτό το τούνελ. Έναν δρόμο δύσκολο, απερπάτητο, που περιλαμβάνει μεγάλα αποθέματα προσωπικού κόπου και υπερβάσεων. Τελικά μιλάμε για ένα όραμα, για έναν τόπο όπου ντόπιοι και ξένοι, άνθρωποι που βρέθηκαν εδώ ανεξάρτητα από την αρχική τους θέληση αλλά αποτελούν τις εργαζόμενες τάξεις του τόπου, θα ζήσουν και θα αγωνιστούν μαζί για να ξανακάνουν τον τόπο αυτό ένα όμορφο μέρος να αποκαλεί κανείς πατρίδα του.
Χρόνια μας πολλά, ξενοδοχειάρα!
* Ο στίχος του τίτλου είναι από το ποίημα του W.H. Auden «Refugee Blues».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ