1. Οι γενικότερες διεθνείς εξελίξεις επιβεβαιώνουν την εκτίμηση ότι πηγαίνουμε σε έναν κόσμο όλο και πιο περίπλοκο, όλο και πιο συγκρουσιακό, όλο και πιο αντιφατικό.Αυτό είναι το νόημα των αναφορών σε «πολυπολικό κόσμο».
Ο κύκλος που ορίστηκε από την αμερικανική απόπειρα για ηγεμονία μέσα από την «αλλαγή καθεστώτων», την ένοπλη εξαγωγή «δημοκρατίας και οικονομίας της αγοράς», τη διατήρηση υπέρμετρης στρατιωτικής ισχύος απέναντι σε κάθε άλλο πιθανό ανταγωνιστή,σήμερα δείχνει να κλείνει και την ίδια ώρα δεν είναι σαφές ποια είναι η νέα κατεύθυνση. Η αποτυχία της επέμβασης στο Ιράκ, οι συνεχιζόμενες πολεμικές συγκρούσεις στο Αφγανιστάν, η αποσταθεροποίηση που ακολούθησε την απόπειρα παρέμβασης στις αντιφάσεις της «Αραβικής Άνοιξης», η εμφάνιση νέων «παικτών» όπως ο ISIS που δημιουργούν επιπλέον προβλήματα στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς (ακόμη και όταν είναι το αποτέλεσμα προηγούμενων αλλά και σύγχρονων ιμπεριαλιστικών παρεμβάσεων) και διαμορφώνουν νέες συνθήκες «αστάθειας» (με την έννοια ότι δεν μπορούν οι ιμπεριαλιστές να παρουσιάσουν μια εικόνας «σταθεροποίησης» και επιστροφής στη «δημοκρατία» και την «αγορά»), όλα αυτά συντείνουν σε μια μεταβατική συνθήκη. Την ίδια στιγμή η Κίνα κάνει με διάφορους τρόπους σαφές ότι διεκδικεί αναβαθμισμένο οικονομικό αλλά και πολιτικό ρόλο και το ίδιο ισχύει και για άλλους περιφερειακούς πόλους ισχύος.
2. Οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή έδειξαν ότι μπορεί ακόμη η Παλαιστινιακή αντίστασηνα έχει αποτελέσματα έστω και εάν υποχρεώνεται σε οδυνηρούς συμβιβασμούς, ιδίως εάν αναλογιστούμε τον ιδιαίτερα αρνητικό ευρύτερο συσχετισμό (και την ιδιαίτερα αρνητική στάση που κρατάει το τρέχον Αιγυπτιακό καθεστώς). Γι’ αυτό και ήταν πολιτικά πολύ σημαντικό το γεγονός ότι μπόρεσε να υπάρξει και εδώ και διεθνώς ένα ιδιαίτερα πλατύ και μαχητικό κίνημα αλληλεγγύης και συμπαράστασης. Είναι, ωστόσο, ιδιαίτερα επικίνδυνη η συστράτευση όλων των ιμπεριαλιστικών κρατών με την πολιτική του κράτους του Ισραήλ και μάλιστα επεκτείνοντας αυτή την πολιτική στο εσωτερικό τους σε ένα νέο κύμα ισλαμοφοβίας. Συνολικά, η επιστροφή της Ισλαμοφοβίας πέραν του να ενισχύει αντικειμενικά την άκρα δεξιά ταυτόχρονα συγκαλύπτει ταξικές στρατηγικές απέναντι στους μεταναστευτικούς πληθυσμούς. Την ίδια στιγμή, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι σήμερα εξελίξεις όπως αυτές του «Ισλαμικού Κράτους/Χαλιφάτου» γίνεται προσπάθεια να αξιοποιηθούν για να νομιμοποιηθεί ένας νέος γύρος ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων, βομβαρδισμών, αποστολής στρατευμάτων. Σημαντική παράμετρος των εξελίξεων και ο τρόπος που η Τουρκία εμπλέκεται στις όλες εξελίξεις. Παρά τη σταθεροποίηση του Ερντογάν στο εσωτερικό, εντούτοις η εμπλοκή της στην ευρύτερη προσπάθεια αναδιάταξη στη Μέση Ανατολή (καταρχήν μέσα από την εμπλοκή της στη Συριακή κρίση, συμπεριλαμβανομένης και μιας έμμεσης στήριξης στον ISIS) έχει διαμορφώσει μια ιδιαίτερα αντιφατική κατάσταση, ιδίως σε σχέση με την ανάπτυξη δυναμικών στο Κουρδικό πέραν της προσπάθειας εσωτερικής εξομάλυνσης. Μένει να δούμε σε τι θα μεταφραστεί από την Τουρκική ηγεσία (με την αντιφατικότητα που ούτως ή άλλως διαπερνά σήμερα τον πυρήνα του κράτους) η αναμέτρηση με αυτή τη συγκυρία.
3. Μέσα σε μια συνθήκη οξυμμένων αντιφάσεων οι ΗΠΑ αναγκαστικά επιλέγουν μια τακτική που εναλλάσσει την αναζήτηση συμβιβασμών και τις επιθετικές ενέργειες.Αυτό μπορεί να εξηγήσει και τη σημασία που έχουν οι εξελίξεις στην Ουκρανία, καθώς είναι η πρώτη απόπειρα ιμπεριαλιστικής παρέμβασης που προσπαθεί με τόσο άμεσο τρόπο να πιέσει άμεσα στη Ρωσία και να ανατρέψει τις ισορροπίες που διαμορφώθηκαν μετά το 1991 μη διστάζοντας ακόμη και να χρησιμοποιήσει και φασιστικά πολιτικά στοιχεία. Με αυτή την έννοια είναι πολύ σημαντικό ότι υπάρχει αντίσταση στην Ουκρανία, ότι έχει στοιχεία αντιιμπεριαλιστικά, δημοκρατικά και προοδευτικά, παρά τις αντιφάσεις, ότι υπάρχει και διεθνής αλληλεγγύη. Είναι πολύ σημαντικό να συνεχιστεί η δουλειά πάνω στο θέμα και να στηριχτεί η σχετική πρωτοβουλία. Είναι ένα από τα πεδία όπου κρίνεται η διαχωριστική γραμμή από πού ορίζει ένα σύγχρονο αντιιμπεριαλισμό.
4. Σε όλο αυτό το φόντο το ενδεχόμενο των πολέμων γίνεται πιο άμεσο, και αυτό είναι με έναν τρόπο και το ανησυχητικό από τις εξελίξεις στην Ουκρανία. Η αναίρεση προηγούμενων ισορροπιών, η όξυνση αντιφάσεων, η διαδικασία επαναπροσδιορισμού της ηγεμονίας αντικειμενικά φορτίζει τις συγκρούσεις, ακόμη και στο βαθμό που επιτρέπει σε κάποιους πόλους να επενδύουν κυνικά στη «διαχείριση της αποσταθεροποίησης», όπως δείχνει και το παράδειγμα του Ισραήλ. Την ίδια στιγμή, όπως έχει φανεί και στο πρόσφατο παρελθόν, η ένταση των πολεμικών συγκρούσεων αξιοποιείται και στο εσωτερικό των καπιταλιστικών σχηματισμών ως μοχλός πειθάρχησης και αυταρχικοποίησης.Από την άλλη, όμως, η προοπτική παράτασης της εμπλοκής σε επεμβάσεις ή το ενδεχόμενο μιας νέας εμπλοκής μπορεί να πυροδοτήσει νέα κύματα αντιπολεμικής δράσης.
5. Απέναντι σε αυτό γίνεται ολοένα και πιο επίκαιρη η ανάγκη για έναν σύγχρονο μάχιμο αντιιμπεριαλισμό που να αντιστρατεύεται κάθε προσπάθεια άμεση και έμμεση να νομιμοποιηθούν οι επεμβάσεις, που θα υπενθυμίζει ότι οι επεμβάσεις είναι η αφετηρία των προβλημάτων, που θα υπερασπίζεται το δικαίωμα των λαών να ορίζουν μόνοι τους τις τύχες τους, που θα θυμίζει ότι αυτό που χρειάζεται είναι το πάντρεμα ανάμεσα σε εθνική, δημοκρατική και κοινωνική χειραφέτηση.
6. Σε αυτό το πλαίσιο η όλη συζήτηση για τα BRICS και το εάν κατά πόσο διαμορφώνεται ένας θετικότερος πόλος μέσα στο διεθνές σύστημα, παρότι εκφράζει και ευσεβείς πόθους από ορισμένες απόψεις (ότι υπάρχουν άλλοι «προοδευτικοί πόλοι» στο σύγχρονο κόσμο), ταυτόχρονα αποτυπώνει ότι υπάρχουν σημαντικές ανακατατάξεις στον σύγχρονο κόσμο, ότι νέοι πόλοι οικονομικής και πολιτικής εξουσίας αναδύονται
7. Υπόβαθρο αυτής της αστάθειας και του μεταβατικού χαρακτήρα της παγκόσμιας συγκυρίας και το γεγονός ότι είμαστε ακόμη μέσα στον κυκεώνα της οικονομικής κρίσης, όπου εξακολουθεί να μην έχει αναδυθεί ένα νέο ηγεμονικό οικονομικό και τεχνολογικό παράδειγμα που θα επιτρέψει τη μακροχρόνια αύξηση της παραγωγικότητας. Αυτό συντελεί στην ηγεμονική αστάθεια στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα Γι’ αυτό και βλέπουμε στην παγκόσμια οικονομία να μην έχουμε τάσεις μεγάλης ανάκαμψης και ειδικά στην Ευρώπη να διατηρούνται και υφεσιακές τάσεις. Οι όποιοιχειρισμοί γίνονται στο επίπεδο των νομισματικών πολιτικών, π.χ. οι διάφορες παραλλαγές «ποσοτικής χαλάρωσης», μπορεί να αποτρέπουν τις εκρηκτικές εκδηλώσεις της ύφεσης, αλλά δεν αντιστρέφουν τους δομικούς προσδιορισμούς της καπιταλιστικής κρίσης.
8. Ειδικά για την Ευρωζώνη πρέπει να τονίσουμε ότι εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τις επιπτώσεις της ίδιας της αρχιτεκτονικής της και του τρόπου που αυτή διαμορφώνει συνθήκες ενός φαύλου κύκλου ύφεσης – λιτότητας – ανεργίας. Οι όποιες προσπάθειες για πιο χαλαρή νομισματική πολιτική, κύρια μέσα από τις πρωτοβουλίες του Ντράγκι, μπορεί να αποτρέπουν κάποιες πλευρές της ύφεσης αλλά δεν αποτρέπουν τον εγκλωβισμό σε μια οικονομική στασιμότητα. Άλλωστε, η πολιτική αυτή ούτως ή άλλως συνδυάζεται με λιτότητα, ιδιωτικοποιήσεις και περικοπές, σε πείσμα της προσπάθειας του ΣΥΡΙΖΑ να παρουσιάσει τις επιλογές Ντράγκι ως «προοδευτική στροφή».Η αντίθεση ανάμεσα στον Ντράγκι και την Μέρκελ, που επιμένει σε ακόμη πιο περιοριστική πολιτική, σε κανένα βαθμό δεν αποτυπώνει διαφορές στρατηγικής αλλά μόνο τακτικής. Ούτε είναι τυχαίο ότι και στη Γαλλία και στην Ιταλία η κατεύθυνση είναι ακόμη περισσότερη λιτότητα και αυτό αποτυπώθηκε και σε όλη την σύγκρουση γύρω από τον ανασχηματισμό στη Γαλλία. Αλλά και στην Ιταλία το κοκτέιλ που προτείνει ο Ρέντσι απέναντι στη Γερμανική πολιτική είναι ουσιαστικά λιτότητα και εργασιακές αναδιαρθρώσεις μαζί με ποσοτική χαλάρωση και νομισματική επέκταση μήπως και μπορέσει να πάρει μπροστά ξανά η Ιταλική μεταποίηση. Την ίδια στιγμή η διαμόρφωση της νέας Κομισιόν φανερώνει ακόμη πιο αντιδραστική, νεοφιλελεύθερη και ατλαντιστική στροφή, με την παρουσία εκπροσώπων των επιχειρηματικών λόμπι αλλά και με την καταλυτική παρουσία εκπροσώπων των χωρών της διεύρυνσης με όλο το φορτίο επιθετικών νεοφιλελεύθερων και ευρωατλαντιστικών πολιτικών που έχουν. Στην πραγματικότητα, η όλη προσπάθεια να παρουσιαστεί μια εικόνα ότι όλα πάνε καλά αντανακλά μια προσπάθεια να αντιμετωπιστεί η βαθιά κρίση που περνάει σήμερα το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Η αδυναμία να διαμορφωθεί δυναμική ανάπτυξης, οι συνέπειες από τις περιοριστικές πολιτικές, οι προοπτικές πολιτικών λιτότητας που θα αναιρέσουν τους όποιους συμβιβασμούς μπορούσαν να αποτρέπουν τις κοινωνικές εκρήξεις, η ένταση του θεσμικού ρατσισμού, όλα αυτά συμπυκνώνουν αυτή την κρίση. Αυτό μπορεί να εξηγήσει και τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών, όπου και αποτυπώθηκε για πρώτη φορά σε τέτοια κλίμακα μια τόσο μεγάλη απονομιμοποίηση του «ευρωπαϊκού δρόμου», έστω και εάν δυστυχώς αυτό κυρίως πήρε τη μορφή της στροφής προς το δήθεν «ευρωσκεπτικισμό» της ακροδεξιάς, εξαιτίας και της βαθιάς κρίσης τόσο της ευρωαριστεράς όσο και των διαλυτικών τάσεων στην αντικαπιταλιστική Αριστερά που στις περισσότερες χώρες αρνείται πεισματικά να αναμετρηθεί με το ζήτημα της ρήξης με την ΕΕ. Σε αυτό το πλαίσιο, η όλη προσπάθεια με τη σύνθεση της Κομισιόν και το ξεκίνημα της νέας θητείας του Ευρωκοινοβουλίου μπορεί να βγάζει την εικόνα ότι συνεχίζουμε λίγο-πολύ στον ίδιο δρόμο, με τους απαραίτητους συμβιβασμούς (όχι και τόσο δύσκολους εάν αναλογιστούμε της συνθηκολόγηση της Γαλλικής κυβέρνησης στη Γερμανική εκδοχή λιτότητας), δεν μπορεί να συγκαλύψει τη βαθύτερη κρίση που ελλοχεύει.
9. Ενδεικτική της κρίσης του ευρωπαϊκού δρόμου και η ένταση των τάσεων απόσχισης τμημάτων κρατών. Οι εξελίξεις στην Σκωτία όπου στην πραγματικότητα το «ναι» στην ανεξαρτησία είχε μια σημαντική επιτυχία αν αναλογιστούμε ότι ξεκίνησε από πολύ χειρότερη θέση έρχονται να προστεθούν σε αυτές στην Καταλονία, αλλά και σε άλλες ανοιχτές πληγές όπως είναι η χώρα των Βάσκων ή η Β. Ιρλανδία. Αυτό αποτυπώνει μιαβαθύτερη κρίση νομιμοποίησης ως προς τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές και τη διάλυση των μηχανισμών κοινωνικής προστασίας. Σήμερα γύρω από τέτοια αιτήματα εθνικής αυτοδιάθεσης διαπλέκονται από τη μια υπολογισμοί μερίδων των αστικών τάξεων για την καλύτερη ένταξη στην παγκόσμια αγορά, αλλά και η επιθυμία των υποτελών τάξεων για απαλλαγή από τις επιπτώσεις των νεοφιλελεύθερων πολιτικών και για επανακατοχύρωση δημοκρατικών δικαιωμάτων. Γι’ αυτό και αυτά τα αιτήματα αυτοδιάθεσης / ανεξαρτησίας είναι κατά βάση προοδευτικά αιτήματα και οι συνασπισμοί γύρω τους, παρά τις αντιφάσεις τους είναι γενικά προοδευτικοί με συμμετοχή τμημάτων της Αριστεράς. Με αυτή την έννοια τυχόν προχώρημα αυτών των διαδικασιών θα είναι μια θετική εξέλιξη. Αυτό δεν σημαίνει μια γενική υποστήριξη κάθε αιτήματος αυτοδιάθεσης (στη γειτονιά μας υπήρξαν και αιτήματα αυτοδιάθεσης με αντιδραστικό περιεχόμενο, όπως π.χ. στο Κόσσοβο) αλλά στηρίζεται στησυγκεκριμένη ανάλυση των ταξικών συμμαχιών γύρω από τα συγκεκριμένα κινήματα.
10. Απέναντι σε αυτές τις εξελίξεις είναι ιδιαίτερα προβληματική η κατάσταση πολλών τάσεων της Αριστεράς, ιδίως στην Ευρώπη. Κρίση της μεταρρυθμιστικής Αριστεράς που παλινωδεί ξανά προς σχέδια συνεργασίας με τους σοσιαλδημοκράτες (Γαλλία) ή που αδυνατεί να δώσει προοπτική (Ιταλία) αλλά και κρίση της επαναστατικής Αριστεράς που παίρνει αποδιαρθρωτικές μορφές (διάλυση του ΝPA, κρίση του SWP).Ακόμη και ελπιδοφόρα εγχειρήματα ως προς τη δημοκρατική διαδικασία και το άνοιγμα στην κοινωνία όπως το PODEMOS κάνουν σημαντικές υποχωρήσεις σε σχέση με το πρόγραμμα. Συνολικά, ο ευρωπαϊσμός και ο κοσμοπολιτισμός δεν επιτρέπουν την αναγκαία αντιιμπεριαλιστική τοποθέτηση και την ίδια στιγμή δεν επιτρέπουν και την αναγκαία αμφισβήτηση του ευρωπαϊκού δρόμου. Το αποτέλεσμα είναι να μην μπορούν να απαντήσουν ούτε στις κυρίαρχες τάξεις και τη στρατηγική τους (ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, βάθεμα της ολοκλήρωσης, θεσμικός ρατσισμός) ούτε στην ακροδεξιά (δεξιός «ευρωσκεπτικισμός», ισλαμοφοβία, κατά περιπτώσεις στήριξη των BRICSως εναλλακτικού πόλου).
11. Μια τέτοια εποχή κρίσης και μετάβασης, μια εποχή στην οποία γκρεμίζονται προηγούμενες βεβαιότητες και μεγάλες μάζες υφίστανται ριζικές ανατροπές στη ζωή τους, που ακυρώνονται προηγούμενοι συμβιβασμοί, ακόμη και άνισοι, είναι και μια εποχή που σωρεύει εκρηκτικά υλικά. Γι’ αυτό και μιλάμε για μια πρωτόγνωρη εποχή εξεγέρσεων, που με προανάκρουσμα το δικό μας Δεκέμβρη του 2008, εκείνη την εκρηκτική «εικόνα από το μέλλον» που συγκλόνισε τον κόσμο, αλλά και μετά με τις Πλατείες, τοOccupy, τους Ισπανούς Αγανακτισμένου, την Αραβική Άνοιξη – με όλη την τραγικότητά της –, το Πάρκο Γκέζι, τις διαδηλώσεις στη Βραζιλία, τα νέα φοιτητικά κινήματα, όλα αυτάαποτυπώνουν μια βαθύτερη ιστορική τάση, που στον πυρήνα της έχει την εξέγερση της σύγχρονης εργατικής δύναμης, τόσο της ενεργής όσο και της δυνάμει, στο βαθμό που διαρκώς οξύνεται η αντίφαση ανάμεσα στον αυξημένο αλφαβητισμό και την μεγαλύτερη παρά ποτέ εκμετάλλευση, καταπίεση και επισφάλεια που υφίσταται. Δεν είναι έτσι τυχαίο ότι στις ΗΠΑ ένα συμβάν που λαμβάνει χώρα σχεδόν κάθε 28 ώρες (δολοφονία μαύρου από «όργανο της τάξης») αυτή τη φορά στο Φέργκιουσον έγινε κεντρικό θέμα, προκάλεσε τόσο μεγάλες κινητοποιήσεις και ήταν στο κέντρο του εθνικού και διεθνούς ενδιαφέροντος. Ότι αυτή η εξεγερσιακή διάθεση βγαίνει, πέραν φυσικά του αναγκαίου και αναπόφευκτου επικαθορισμού της από εθνικές τάσεις και δυναμικές, με ένα αίτημα κατά βάση δημοκρατικού αυτοκαθορισμού, εξ ου και η συμβολική βαρύτητα της επανοικειοποίησης του δημόσιου χώρου και δυνητικά της δημόσιας σφαίρας, δεν ακυρώνει τη «γείωση» αυτών των τάσεων στις δυναμικές και τις εκρηκτικές αντιφάσεις που διαπερνούν τη σύγχρονη «οντολογία της εργασίας».
12. Όμως, η εποχή μας είναι και εποχή τεράτων. Και είναι εποχή τεράτων, ακριβώς γιατί, όταν καταρρέουν προηγούμενοι συμβιβασμοί, έστω και αυτοί της εποχής του «υπαρκτού νεοφιλελευθερισμού», τότε εμφανίζονται επίσης η βία, ο κυνισμός, ο φασισμός. Εμφανίζονται ως η στρέβλωση, η παρονομασία της εξέγερσης, μέσα σε ένα πλαίσιο στην πραγματικότητα ενδοσυστημικό. Είναι η επίφαση εξέγερσης που τελικά διεκδικεί μια κυνική, αυταρχική, πατερναλιστική και σε ορισμένες πλευρές κανιβαλική εκδοχή του υπάρχοντος. Ας θυμηθούμε ότι ο φασισμός ήταν ούτως ή άλλως γέννημα της ίδιας βαθιάς περιόδου κρίσης και μετάβασης που γέννησε και την πρώτη επαναστατική έφοδο στο ουρανό. Αυτό μπορεί να εξηγήσει την επιστροφή του φασισμού στην Ευρώπη, έστω και με τη μορφή μιας ξενοφοβικής, ευρωσκεπτικιστικής Δεξιάς, που εκμεταλλεύεται τον καταναγκαστικό φιλοευρωπαϊσμό της Αριστεράς, αλλά και την ανάδυση ιδιαίτερα βίαιων αυταρχικά και βαθιά συντηρητικών εκδοχών ένοπλου τζιχαντισμού, που υποκαθιστούν το κενό άλλων μορφών αντίστασης σε αρκετές περιπτώσεις. Απέναντι στην ανάδυση των «τεράτων» η μόνη απάντηση δεν μπορεί να είναι η συμπόρευση με τις συστημικές δυνάμεις που ούτως ή άλλως, ακόμη και όταν μιλάνε τη γλώσσα των δικαιωμάτων, έχουν ενισχύει τη μεταδημοκρατική στροφή, αλλά η επαναθεμελίωση στην πραγματικότητα του προτάγματος της κοινωνικής χειραφέτησης, του σοσιαλισμού του 21ου αιώνα, με τρόπο που να αναδεικνύει όλο το δημοκρατικό και κοινωνικό βάθος αλλά την ικανότητά του να μπορεί να εξασφαλίσει το δημοκρατικό και κοινωνικό χαρακτήρα των αιτημάτων εθνικής ανεξαρτησίας.
13. Όλα αυτά μας φέρνουν αντιμέτωπους με το γενικότερο ερώτημα: σε ποια εποχή ζούμε λέμε ότι είναι μια εποχή κρίσης, εποχή εξεγέρσεων αλλά και τεράτων. Ζούμε σε μια περίοδο «αλλαγής παραδείγματος» και μετάβασης σε νέα ιστορική περίοδο, τόσο ως προς τις αντικειμενικές τάσεις, όσο και ως προς το εργατικό κίνημα και την Αριστερά.Είμαστε στο τέλος μιας εποχής και στην ανατολή μιας νέας, χωρίς να είναι σαφές ακόμη πώς θα διαμορφωθούν στο τέλος τα πράγματα. Η μεγάλη καπιταλιστική κρίση που ξεκίνησε το 2007-8 δεν σηματοδότησε απλώς την έκφραση των εγγενών αντιφάσεων και του βαθύτερου ανορθολογισμού του κεφαλαιοκρατικού συστήματος. Η μεγαλύτερη και βαθύτερη καπιταλιστική κρίση από τη δεκαετία του 1970 και μετά – κρίση του μοντέλου απόσπασης υπεραξίας, κρίση του ηγεμονικού νεοφιλελεύθερου προτάγματος, κρίση της υπερδιόγκωσης του χρηματοπιστωτικού τομέα – ήρθε να συνδυαστεί, ιδίως τα τελευταία χρόνια, με την κρίση του σημερινού υ ιμπεριαλισμού και των ιεραρχιών του,με την εμφάνιση εντονότερων παρά ποτέ ανταγωνισμών στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα, με τις νέες δυναμικές αστάθειας, με τις νέες μορφές κλιμάκωσης των συγκρούσεων
14. Τι σημαίνει, όμως, ότι ζούμε μια εποχής κρίσης και μετάβασης σε ένα νέο κοινωνικό και πολιτικό «παράδειγμα», αλλά και σε μια νέα αρχιτεκτονική του διεθνούς συστήματος; Το νέο κοινωνικό «παράδειγμα» οι κυρίαρχες δυνάμεις το φαντάζονται ακόμη με όρους μιας ακραίας νεοφιλελεύθερης «φυγής προς τα εμπρός», με μια προσπάθεια ακόμη μεγαλύτερης συντριβής των αντιστάσεων της εργατικής δύναμης, με πολύ μεγαλύτερη αξιοποίηση των πειθαρχικών διατάσεων της κρίσης, με εντονότερη προσπάθεια για καθολική εκμετάλλευση κάθε διάστασης της εργασίας, της διανοητικότητας, ακόμη και του ελεύθερου χρόνου του συλλογικού εργαζομένου. Το νέο πολιτικό παράδειγμα το φαντάζονται με όρους μιας αυταρχικής μεταδημοκρατίας, με τεράστια εκχώρηση ουσιαστικών δικαιωμάτων απόφασης στις αγορές, εγχώριες και διεθνείς, με ενίσχυση και τελειοποίηση των πρακτικών επιτήρησης και καταστολής, με άρση του διαχωρισμού αστυνομικών και στρατιωτικών επιχειρήσεων, με ένταση των «βιοπολιτικών» πρακτικών και παρεμβάσεων (βλ. τη διαχείριση των διάφορων «πανικών» για απειλές κατά της υγείας). Η νέα αρχιτεκτονική του διεθνούς συστήματος είναι πολύ περισσότερο ανταγωνιστική. Η ηγεμονία μεσοπρόθεσμα θα παραμένει ένα διακύβευμα και έτσι οι επεμβάσεις θα γίνονται όλο και πιο βίαιες, όλο και πιο κυνικές (το επικοινωνιακό μπαράζ γύρω από τα όσα συμβαίνουν στην Ουκρανία είναι ενδεικτικό, όπως και ο εντυπωσιακός κυνισμός της «διεθνούς κοινότητας» στην στήριξη των εγκλημάτων της ισραηλινής κυβέρνησης), αλλά και όλο πιο ανίκανες να φέρουν την επιδιωκόμενη «σταθερότητα». Το κόστος της αντίστασης αυξάνει, κάτι που η μαρτυρική Παλαιστίνη το αποδεικνύει κάθε μέρα, αλλά την ίδια στιγμή οι κυρίαρχες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις αδυνατούν να επιβάλλουν συνθήκη πλήρους καθυπόταξης των λαϊκών κινημάτων.
Σε αυτό το φόντο είναι που καλούμαστε να δούμε και τις εξελίξεις στην ελληνική κοινωνία
Β. Για τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα
15. Η ελληνική οικονομία παραμένει ένα τοπίο καταστροφής. Η σωρευτική ύφεση κοντά στο 25%, η μείωση πραγματικών μισθών πάνω από 35%, η ανεργία σταθερά πάνω από 27%. Τα δημοσιονομικά παραμένουν σε κακή κατάσταση και είναι ήδη συνομολογημένο ότι υπάρχει δημοσιονομικό κενό που θα απαιτήσει νέα δανειακή σύμβαση και επομένως νέο μνημόνιο. Ακόμη και τα περιβόητα πλεονάσματα φτιάχνονται μέσα από την στάση πληρωμών του δημοσίου και την τεράστια καθυστέρηση στις επιστροφές φόρου. Ακόμη και το ενδεχόμενο αναδιάρθρωσης του χρέους – εάν γίνει γιατί αυτή τη φορά το κόστος – σε αντίθεση με το PSI – θα το επωμιστούν τα κράτη-δανειστές – πάλι θα συνδυαστεί με την επιβολή μέτρων λιτότητας και την ακόμη μεγαλύτερη επιτήρηση. Τα όποια εργαλεία στα οποία επένδυσε η κυβέρνηση για να φέρει «ανάπτυξη» όπως το ΕΣΠΑ μπορεί να αποτελούν ένα Ελντοράντο για τους επιχειρηματίες που θα τα μοιραστούν αλλά δεν μπορούν να φέρουν αλλαγή της οικονομικής επιχείρησης.
16. Στην πραγματικότητα, η ελληνική οικονομία είναι σε ένα φαύλο κύκλο καταστροφής παραγωγικών δυνάμεων, στασιμότητας και μειωμένων προσδοκιών. Οι αστικές δυνάμεις έχουν προσαρμοστεί σε αυτή τη συνθήκη και θέλουν να διατηρήσουν τα πλεονεκτήματα που φέρνει η τροποποίηση του ταξικούς συσχετισμού δύναμης και τα αυξημένα περιθώρια κέρδους, έστω και εάν θα πρέπει να συμβιβαστούν με μια χαμηλότερη αφετηρία. Αυτό εξηγεί τη συστράτευσή τους στην τωρινή κατάσταση και πολιτική. Με αυτή την έννοια ακόμη και εάν υπάρξει ονομαστική έξοδος από την ύφεση μέσα στους επόμενους μήνες, αυτό δεν θα σημαίνει και την έξοδο από μια κρισιακή συνθήκη. Το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία θα παραμείνει σε συνθήκη στασιμότητας, με μειωμένη χρήση των συνολικών παραγωγικών δυνατοτήτων δεν αναιρεί ότι υπάρχουν μερίδες του κεφαλαίου που στηρίζουν αυτή τη στρατηγική.Αυτό περιλαμβάνει τόσο τις μερίδες που εξαρτώνται από τη διαχείριση της κρατικής και ευρωπαϊκής δαπάνης (από το κατασκευαστικό κεφάλαιο μέχρι όλες τις παραλλαγές υπεργολαβιών στην καθαριότητα, τη φύλαξη, λειτουργίες διοίκησης κ.λπ.), μερίδες που στηρίζονται ιδιαίτερα στο χαμηλό κόστος εργασίας, όπως είναι ο τουρισμός και συνολικά οι υπηρεσίες έντασης εργασίας, κλάδους που μπορούν να ευνοηθούν από τα νέα κύματα ιδιωτικοποιήσεων, όπως είναι οι μεταφορές ή η ενέργεια. Την ίδια στιγμή, ο εφοπλισμός εξακολουθεί να βρίσκεται ενισχυμένος, όχι μόνο σε σχέση με τη διατήρηση φορολογικής ασυλίας, αλλά και με τον τρόπο που μπορεί να εκβιάζει για προνομιακούς όρους επένδυσης τμήματος του κεφαλαίου του. Από την άλλη, οι αλλαγές στο τραπεζικό σύστημα, η υπερχρέωση αλλά και η παρατεταμένη ύφεση πλήττει αρκετές μερίδες ή μεμονωμένα κεφάλαια, ιδίως όσα εξαρτώνται από τις δυναμικές της εσωτερικής αγοράς· όμως αυτές οι αντιφάσεις δεν παίρνουν τη μορφή ρηγμάτων στο συνασπισμό εξουσίας. Ωστόσο, αυτή η συστράτευση μερίδων του κεφαλαίου δεν αναιρεί ότι είναι συστράτευση σε μια στρατηγική ταξικής ενίσχυσης και όχι ηγεμονικού οράματοςπου να μπορεί να συγκροτήσει ευρύτερο μπλοκ. Για να το πούμε διαφορετικά η αντικειμενική ενίσχυση τμήματος των αστικών τάξεων δεν μεταφράζεται σε ανάλογη ικανότητά τους να ηγούνται ολόκληρης της κοινωνίας, σε αντίθεση με άλλες περιόδους όπου οράματα αστικού εκσυγχρονισμού ή / και ανάπτυξης επέτρεπαν τέτοιες δυναμικές.Είναι και αυτό υλικό υπόβαθρο της πολιτικής κρίσης της περιόδου.
17. Οι κρισιακές αυτές τάσεις δεν αναιρούν ότι σήμερα τόσο η Τρόικα όσο και οι ηγετικές μερίδες του κεφαλαίου πιέζουν για ακόμη μεγαλύτερη επιτάχυνση κρίσιμων αναδιαρθρώσεων που απειλούν να αλλάξουν ακόμη περισσότερο το κοινωνικό τοπίο και περιλαμβάνουν:
- τις ανατροπές στη συνδικαλιστική νομοθεσία με την κατάργηση ουσιαστικά της δυνατότητας κήρυξης απεργίας από αντιπροσωπευτικά όργανα παράλληλα με την καθιέρωση ξανά μετά από 32 χρόνια του λοκ άουτ. Ήδη η πρωτοφανής νομική επίθεση στην ΑΔΕΔΥ γύρω από την απεργία της είναι ενδεικτική καθώς ουσιαστικά ξαναγράφεται το Σύνταγμα και η εργατική νομοθεσία σε σχέση με το δικαίωμα στην απεργία.
- τις αλλαγές στο ασφαλιστικό, τόσο αυτές που έχουν ήδη δρομολογηθεί όσο και αυτές που θα προταθούν με βάση και τη χρηματοδοτική κατάρρευση των ταμείων.
- τη μεγάλη αντιπαράθεση γύρω από τις αλλαγές στον πτωχευτικό κώδικα και συνολικά το ερώτημα των κατασχέσεων
- το ζήτημα των ιδιωτικοποιήσεων που θα μπαίνει όλο και πιο έντονα στο προσκήνιο (Αιγιαλοί, ΤΑΙΠΕΔ κ.λπ.)
18. Την ίδια στιγμή στο κοινωνικό τοπίο τα πράγματα είναι αντιφατικά. Σε ό,τι αφορά την κοινωνική κατάσταση είναι σαφές ότι υπάρχουν ενδείξεις ενός τοπίου καταστροφής. Ηεπίσημη ανεργία είναι σταθερά πάνω από το 27% και ο λόγος που δεν αυξάνεται είναι ότι μειώνεται ο πληθυσμός κύρια μέσα από τη μετανάστευση. Ακόμη και οι όποιες ελάχιστες νέες θέσεις δημιουργήθηκαν αφορούν είτε κακοπληρωμένες εποχιακές θέσεις στον τουρισμό και την εστίαση είτε την επισφάλεια των θέσεων τέτοιωνvoucher. Την ίδια στιγμή η συντριπτική πλειοψηφία όσων εργάζονται έχουν υποστεί πολύ μεγάλες μειώσεις μισθών, που φτάνουν, σε όρους πραγματικού μισθού το 35%. Αν σε αυτό προστεθούν οι μειώσεις στις συντάξεις αλλά και η υποχώρηση παράλληλων πηγών εισοδήματος όπως τα ενοίκια, μιλάμε για πολύ μεγάλη συρρίκνωση του συνολικού διαθέσιμου εισοδήματος. Όλα αυτά ήδη μεταφράζονται σε εκτίναξη της κοινωνικής ανισότητας, σε πολύ μεγάλα ποσοστά ανθρώπων κάτω από τα όρια της φτώχειας και σε εκτεταμένες αλλαγές καταναλωτικών συνηθειών και κοινωνικών πρακτικών εν γένει. Επιπλέον, ο συνδυασμός φτώχειας και αναδιαρθρώσεων και περικοπών στον κλάδο της υγείας έχουν διαμορφώσει και πραγματική υποχώρηση στο βαθμό υγειονομικής κάλυψης, σε υποχώρηση της κλίμακας στην οποία έχουν πρόσβαση σε περίθαλψη και φάρμακα μεγάλο μέρος του πληθυσμού, σε επιδείνωση της συνολικής υγειονομικής κάλυψης του πληθυσμού. Απέναντι σε όλο αυτό το τοπίο προφανώς καιαναπτύσσονται διάφορες τεχνικές επιβίωσης, από τον περιορισμό των διακοπών και των εξόδων μέχρι τη μετανάστευση, αλλά και αυτές έχουν τα όρια τους. Όλα αυτά αποτελούν και το υλικό υπόβαθρο του κοινωνικού κλίματος σήμερα. Από τη μια υπάρχειαυξημένη δυσαρέσκεια από την ανεργία, τη φτώχεια, τα απανωτά χτυπήματα όπως για παράδειγμα ο ΕΝΦΙΑ, την ίδια ώρα που εξαντλούνται οι παραδοσιακές μορφές αλληλεγγύης μέσα στην οικογένεια κ.λπ. Μόνο, που αυτή η δυσαρέσκεια μπορεί να εντείνεται αλλά δεν παίρνει πάντα συλλογικές μορφές, ούτε και οδηγείται σε εξεγερσιακές καταστάσεις. Σε αυτό συντελεί και η αναπόφευκτη κούραση από όλη την τετραετία που έχει προηγηθεί αλλά και το βάρος από τη μεγάλη ανασφάλεια που φέρνει μια τόσο παρατεταμένη υψηλή ανεργία. Αυτό δεν μειώνει τη σημασία των αγώνων που έχουν υπάρξει όλο το προηγούμενο διάστημα, του ηρωισμού τους σε ορισμένες περιπτώσεις, του τρόπου που έχουν κερδίσει αλληλεγγύη και συμπαράσταση:
- του ηρωικού αγώνα των καθαριστριών
- του αγώνα στις Σκουριές
- της πολύ μεγάλης κινητοποίησης σε όλο το δημόσιο τομέα ενάντια στην αξιολόγηση
- των αντιδράσεων – κινητοποιήσεων που υπήρξαν ενάντια στις διαγραφές φοιτητών(έστω και εάν δεν πήραν την κλίμακα που αναλογούσε σε μια τόσο μεγάλη πρόκληση)
- των κινητοποιήσεων στα Νοσοκομεία
- της ΕΡΤ
- τα πρώτα βήματα ανάκαμψης συνδικαλιστικών πρακτικών και στον ιδιωτικό τομέα με πιο χαρακτηριστική την κινητοποίηση το καλοκαίρι στην Cosco.
Ωστόσο απέχουμε πολύ από το να έχουμε εκείνη την αίσθηση ενός παρατεταμένου ξεσηκωμού που σφράγισε την προηγούμενη περίοδο.
19. Αυτό διαμορφώνει έναν φαύλο κύκλο ανάμεσα στην αδυναμία της Αριστεράς και του κινήματος να διαμορφώσει συνθήκη παρατεταμένου πολέμου, την προγραμματική υποχώρηση και τις όλο και πιο μειωμένες προσδοκίες του κόσμου.Επιπλέον, οι μειωμένες προσδοκίες, οι τεχνικές επιβίωσης, ο κυνισμός και η εξατομίκευσηενισχύουν εκλογικά τη ΧΑ ακόμη και εάν σήμερα δεν την κάνουν απαραίτητα κίνημα (με την έννοια ενός μαζικού ρεύματος πολιτικών πρακτικών και όχι απλώς εκλογικής τάσης). Τυχόν ξεμπέρδεμα της ηγεσίας με τα δικαστικά θα διαμορφώσει άλλη συνθήκη. Υπάρχει μεγάλος κίνδυνος εάν δεν υπάρξει αντίρροπη κίνηση από τα αριστερά, να αποτελέσει «κίνημα».
20. Η κυβέρνηση βρίσκεται σε συνθήκη κρίσης. Από τη μια έχει τη στήριξη ντόπιων και ξένων κέντρων και ΜΜΕ και επιχειρηματιών ώστε με κάθε τρόπο να αντέξει συμπεριλαμβανομένου και του κραδασμού της προεδρικής εκλογής. Σε αυτό το πλαίσιο καιη μαζική απόπειρα εξαγοράς βουλευτών που είναι σε εξέλιξη και η οποία αποτελεί ούτως ή άλλως αντιδημοκρατική εκτροπή και εν εξελίξει πραξικόπημα για την παράταση της ζωής μιας ακραίας αντιλαϊκής κυβέρνησης. Από την άλλη, η κυβέρνηση έχει συναντήσει πολύ σοβαρά προβλήματα στο να μπορέσει να ξεδιπλώσει μια κίνηση που θα μπορούσε να αποτρέψει τη συντριβή. Ο ΕΝΦΙΑ ακόμη και στην τροποποιημένη εκδοχή διαρρηγνύει δεσμούς με κοινωνικά στρώματα που αποτέλεσαν και στηρίγματα της κυρίαρχης πολιτικής.Η όλη φιέστα του Παρισίου δεν οδήγησε στο συμβολισμό της «αποχώρησης της τρόικας», αφού τελικά η ουσιαστική «αξιολόγηση» της ελληνικής κυβέρνησης θα γίνει σε ελληνικό έδαφος και με τον παραδοσιακό τρόπο. Η προσπάθεια να δρομολογηθεί αναδιάρθρωση του χρέους μέσα από παράταση της αποπληρωμής και μείωσης των δόσεων μάλλον μένει για πιο πίσω, καθώς δεν θα γίνει η σχετική διάσκεψη στο ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον το Νοέμβρη. Η εικόνα της κυβέρνησης με τις αντικαταστάσεις 9 βουλευτών στην ψηφοφορία για τον ΕΝΦΙΑ ήταν πάρα πολύ ενδεικτική του προβλήματος. Η παράταση των δημοσιονομικών προβλημάτων, που θα ενταθούν από την αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το δημόσιο, αντικειμενικά σημαίνει «δημοσιονομικό κενό», νέα δανειακή σύμβαση και νέο μνημόνιο. Όλα αυτά διαμορφώνουν μια συνθήκη κυβέρνησης σε κρίση που δεν μπορεί να ξεδιπλώσει μια κατεύθυνση που μπορεί να την κάνει να ανακτήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Αυτό δεν αναιρεί ότι εξακολουθεί να είναι επικίνδυνη, ιδιαίτερα αυταρχική, διατεθειμένη με κάθε τρόπο να «επιδείξει έργο» απέναντι στους δανειστές και τους «επενδυτές», με πολύ συγκεκριμένη στάση απέναντι σε κομμάτια στηρίγματα όπως οι δικαστές και οι ένστολοι, αλλά και – στο βαθμό που θα έχει τη συναίνεση των κυρίαρχων κύκλων - ακόμη και να δοκιμάσει την πραξικοπηματική παραμονή στην εξουσία ακόμη και με εξαγορά βουλευτών.
21. Κομμάτι αυτής της κρίσης και η αποδιαρθρωτική συνθήκη που επικρατεί στο ΠΑΣΟΚ με την μεγαλύτερη παρά ποτέ ένταση των εσωτερικών συγκρούσεων ανάμεσα σε αντιμαχόμενες φράξιες. Αλλά και στη ΝΔ δεν είναι τυχαίο ότι ολόκληρες μερίδες ήδη προσανατολίζονται στην αναμονή για την επόμενη μέρα. Στο ίδιο πλαίσιο και τα διάφορα σχέδια ανασύνθεσης του πολιτικού σκηνικού, είτε με την αναζήτηση νέων κεντρώων σχημάτων (όπως το Ποτάμι) είτε με τα σχέδια για νέα «θεσμικά» ακροδεξιά κόμματα που να μπορούν να ανακόψουν την εκλογική αιμορραγία προς τη Χρυσή Αυγή.
22. Η Χρυσή Αυγή εξακολουθεί να ενισχύεται εκλογικά και αυτό αποδεικνύει ότι μόνη η προσπάθεια ποινικής αντιμετώπισης δεν αρκεί. Ο λόγος είναι ότι εξακολουθεί να φαντάζει σε μάτια τμημάτων των λαϊκών τάξεων ως μια «αντισυστημική δύναμη» που την ίδιαστιγμή αναπαράγει οικείες πλευρές της κυρίαρχης ιδεολογίας: το σεξισμό, το ρατσισμό, τον αυταρχισμό, τον πατερναλισμό, τον εθνικισμό. Αυτό σημαίνει ότι η επιρροή της δεν αντιστρέφεται απλώς με την κατάδειξη της βίας, ιδίως από τη στιγμή που και αυτή είναι πλέον αποδεκτή από μερίδα του ακροατηρίου της. Με αυτή την έννοια θα είναι μια συνολικότερη κρίσιμη καμπή τα δικαστήρια, καθώς η ΧΑ θα προσπαθήσει να αξιοποιήσει το μεν ενδεχόμενο καταδίκης με μια λογική θυματοποίησης, το δε ενδεχόμενο αθώωσης ως δικαίωση. Ας μην ξεχνάμε ότι όσο βαθαίνει και η κρίση της ΝΔ και δεν εμφανίζεται άλλος ακροδεξιός πόλος, τόσο περισσότερο θα ενισχύεται η ΧΑ, ιδιαίτερα όταν η Αριστερά δεν μπορεί να διαμορφώσει όρους μιας άλλης ηγεμονίες σε κρίσιμα τμήματα τω λαϊκών τάξεων. Είναι και αυτό ένδειξη του βάθους της πολιτικής κρίσης και της διάρρηξης δεσμών εκπροσώπησης του πολιτικού συστήματος.
23. Απέναντι σε αυτή την πραγματικότητα ο ΣΥΡΙΖΑ προετοιμάζεται για την αναμέτρηση με το ερώτημα με την εξουσία με μια ολοένα και πιο έντονη δεξιά στροφή. Η παρουσία στο συνέδριο στο Κόμο έδειξε ότι αναζητούν διαύλους επικοινωνίας με μερίδες του ευρωπαϊκού κεφαλαίου. Οι εξαγγελίες στη ΔΕΘ επικύρωσαν αυτή τη δεξιά στροφή και τη λογική της διαπραγμάτευσης εντός των ασφυκτικών ορίων της ΕΕ και των δανειακών συμβάσεων. Το πρόβλημα με τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ότι δεν είναι πρόδηλα «επαναστατικές» – όντως σήμερα αυτό που προέχει είναι αποκατάσταση της απασχόλησης και η αντιστροφή της κοινωνικής καταστροφής. Το πρόβλημα είναιπροσπαθούν να αντιμετωπίσουν αυτό το πρόβλημα παραμένοντας μέσα στο έδαφος της λογικής του αντιπάλου. Ειδικότερα το πρόβλημα είναι ότι στηρίζονται την εντελώς αθεμελίωτη πεποίθηση ότι όλα αυτά θα μπορέσουν να γίνουν εντός της ΕΕ, εντός των δανειακών συμβάσεων, έστω και τροποποιημένων, και με τη χρηματοδότηση της ΕΕ. Ούτε είναι τυχαίο ότι και επισήμως προσυπογράφουν τη δέσμευση για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, δηλαδή τη δημοσιονομική πειθαρχία που επιβάλλει η ΕΕ. Ουσιαστικά,απομακρύνονται ακόμη και από κλασικούς σοσιαλδημοκρατικούς στόχους αναδιανομής. Ακόμη χειρότερα, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ρητά δηλώνει ότι όχι μόνο σκοπεύει να διαπραγματευτεί με τους ηγετικούς κύκλους της ΕΕ αλλά και ότι μπορεί να εκπροσωπήσει την «αλλαγή πνεύματος» που υποτίθεται ότι φέρνει ο Ντράγκι. Θεωρούν δηλ. ότι μπορεί να υπάρξει μια εναλλακτική «αναπτυξιακή» εκδοχή ευρωπαϊκής οικοδόμηση την οποία θα μπορούσαν να εκπροσωπήσουν. Αυτός είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος και αφορά και την πραγματική διαδικασία ενσωμάτωσης αλλά και το πολύ πραγματικό ενδεχόμενο τελικά τίποτα από όλα αυτά να μην βγει, να δεχτούν εκβιασμούς που θα τους οδηγήσουν σε μια ανοιχτή πολιτική λιτότητας, σε σύγκρουση με τις προσδοκίες ευρύτερων κοινωνικών κομματιών, σε κατάρρευση και τελικά σε μια αντιδραστική αναδιάρθρωση του πολιτικού σκηνικού. Γι’ αυτό και εμείς διαφωνούμε με μια τοποθέτηση που λέει ότι σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ήδη η εναλλακτική λύση του συστήματος, με την έννοια μιας επιλογής των δυνάμεων του κεφαλαίου και της ΕΕ να τους στηρίξουν ως εναλλακτική συστημική λύση. Ακόμη και εάν η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ θα ήθελε να παρουσιαστεί ως κάτι τέτοιο και να διεκδικήσει ένα τέτοιο «χρίσμα» εντούτοις οι αστικές δυνάμεις είναι προφανές ότι περισσότερο ανησυχούν για τις συλλογικές προσδοκίες που σήμερα συσσωρεύονται γύρω από το ΣΥΡΙΖΑ και αυτό σημαίνει είναι πολύ περισσότερο να επιλέξουν μια τακτική εκβιασμών και πιέσεων απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ.
24. Ακριβώς αυτό απαιτεί την ανάδειξη πραγματικά ενός «άλλου δρόμου» την προγραμματική επεξεργασία που ακριβώς να δείχνει γιατί σήμερα η ρήξη με το ευρώ και την ΕΕ είναι η αναγκαστική αφετηρία οποιασδήποτε φιλολαϊκής λύσης. Αυτός είναι και ο κύριος τόνος της κριτικής που πρέπει να ασκήσουμε αποφεύγοντας και τον εύκολο «μαξιμαλισμό» των αιτημάτων αλλά και μια γενικόλογη κριτική που στην πραγματικότητα δεν θα περιορίζει τη στροφή τμήματος των λαϊκών στρωμάτων προς το ΣΥΡΙΖΑ.
25 Με αυτή την έννοια ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο δεν κάνει κάτι για να αντιστρέψει τη συνθήκη μειωμένων προσδοκιών και σχετικής παθητικότητας των λαϊκών μαζών,αλλά αντίθετα τείνει να την αναπαράγει και να την επιτείνει, τόσο με την επιμονή σε ένα πρόγραμμα που δεν περιλαμβάνει τη ρήξη με τους βασικούς μηχανισμούς της καταστροφής συντηρώντας έτσι τη λογική των μειωμένων προσδοκιών. Με αυτό τον τρόπο όμως,κινδυνεύουμε να αφήσουμε να χαθούν υπαρκτές δυναμικές που υπάρχουν μέσα στην κοινωνία. Ακόμη και οι προσπάθειες που κάνει να αγκαλιάσει κινηματικές πρωτοβουλίες, να κεντρικοποιήσει επίδικα ή αναδείξει πεδία σύγκρουσης με την κυβέρνηση (π.χ. ΔΕΗ, αιγιαλοί κ.λπ.) περισσότερο έχουν το χαρακτήρα πολιτικής καμπάνιας με ορίζοντα τις εκλογές παρά με προσπάθεια να αναταχθεί η λαϊκή αυτοπεποίθηση και να δοκιμαστούν μορφές ενός παρατεταμένου λαϊκού πολέμου.
26. Την ίδια στιγμή οι αντιθέσεις στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ επικαθορίζονται από τη συστράτευση που επιβάλλει η προοπτική της εκλογικής νίκης. Η Αριστερή Πλατφόρμα αποδέχεται ένα ρόλο μειοψηφίας, διαπιστώνει τη δεξιά στροφή, αλλά δεν αμφισβητεί στην πράξη την κεντρική γραμμή. Από την άλλη, το κομμάτι της πλειοψηφούσας άποψης που αμφισβήτησε πλευρές του νέου αναδυόμενου «ήθους της εξουσίας» και την εγκατάλειψη των στόχων σοσιαλδημοκρατικής αναδιανομής, στην πραγματικότητα δεν αμφισβήτησε τις κεντρικές πολιτικές και προγραμματικές κατευθύνσεις. Προφανώς και δεν πρέπει να υποτιμούμε τις αντιθέσεις μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά θα ήταν λάθος σήμερα να θεωρήσουμε ότι οι βασικές αντιθέσεις παίζονται στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Αντίθετα, η ύπαρξη ενός άλλου αυτοτελούς πόλου, ενός άλλου πολιτικού σχεδίου για την Αριστερά, στα αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, που θα στηρίζεται πρωτίστως πάνω στην προγραμματική επεξεργασία του «άλλου δρόμου» και την αναμέτρηση με το ερώτημα της εξουσίας,μπορεί να ασκήσει πραγματικές πιέσεις και να διαμορφώσει όρους αλλαγής πολιτικών και ιδεολογικών συσχετισμών μέσα στην Αριστερά.
27. Σε αυτό το τοπίο είναι προφανές ότι παραμένουμε σε μια συνθήκη δομικής αστάθειας του πολιτικού συστήματος. Αυτό προκύπτει πρώτα και κύρια από το ίδιο τοβάθος της πολιτική κρίσης και των ρηγμάτων που υπάρχουν στις σχέσεις εκπροσώπησης, πιο σωστά των τεκτονικών ανακατατάξεων στις σχέσεις εκπροσώπησης. Αυτό είναι το υλικό βάθος της καταβαράθρωσης των συστημικών κομμάτων, της διάλυσης του ΠΑΣΟΚ, της διαρκούς κρίσης της ΝΔ, των προβλημάτων με τους βουλευτές κ.λπ. Εντούτοις, αυτό δεν σημαίνει και κατάρρευση της πολιτικής σκηνής ή αυτόματο ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών. Αυτή τη στιγμή είναι σαφές ότι παρότι η κυβέρνηση βρίσκεται σε κρισιακή συνθήκη και αδυνατεί να πάρει την πρωτοβουλία των κινήσεων, θα γίνουν και προσπάθειες να αποτραπούν οι πρόωρες εκλογές ακόμη και να μαζευτούν οι 180 βουλευτές. Από την άλλη, παρότι οι συστημικές δυνάμεις θα ήθελαν να αποφύγουν τους κραδασμούς, αυτό έχει όρια, οπότε είναι πιθανό να αναζητηθεί μια «έξοδος» από αυτά τα αδιέξοδα, με το μάτι βέβαια στραμμένο προς την επόμενη μέρα. Το τι τελικά θα γίνει θα εξαρτηθεί από τις δυναμικές της ταξικής πάλης, τις επιπτώσεις από κινήσεις τύπου ΕΝΦΙΑ, τις δυναμικές της πολιτικής κρίσης. Με αυτή την έννοια οι πρόωρες εκλογές είναι πραγματικό ενδεχόμενο αλλά όχι βεβαιότητα. Σε κάθε περίπτωση δεν δικαιολογείται λογική και τακτική εκλογικής αναμονής.
28. Την ίδια στιγμή η κατάσταση στην αντικαπιταλιστική και ριζοσπαστική Αριστερά είναι ιδιαίτερα προβληματική. Η αποτυχία να υπάρξει η μετωπική συμπόρευση στις ευρωεκλογές ήρθε να ολοκληρώσει έναν κύκλο πολιτικών αντιφάσεων και υποχωρήσεων καθώς και την αδυναμία να υπάρξει αναμέτρηση τόσο με το ερώτημα του προγράμματος όσο και με το ερώτημα της εξουσίας. Τα καλά αυτοδιοικητικά αποτελέσματα δεν μπορούν να αναιρέσουν το βαθύτερο στρατηγικό πρόβλημα του εγκλωβισμού σε έναν αμυντικό αριστερισμό που δεν επιτρέπει να αναμετρηθούμε αποτελεσματικά με την πίεση από την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ, στην στην ουσία, με τρόπο ανάλογο με αυτό του ΚΚΕ. Στην πραγματικότητα απλώς παραχωρεί κρίσιμο πολιτικό χώρο στο ΣΥΡΙΖΑ να φαντάζει ως θετική διέξοδος παρά τις τεράστιες πολιτικές και ιδεολογικές υποχωρήσεις του. Η επιλογή μιας τακτικής απλώς να καταγγέλλουμε προκαταβολικά το «νέο ΠΑΣΟΚ», πέραν του ανιστόρητου των ιστορικών αναλογιών, στην πραγματικότητα δεν συγκροτεί αριστερή κριτική, δεν εντοπίζει αντιφάσεις, δεν αντιπροτείνει έναν άλλο δρόμο.Ακόμη χειρότερα πλευρές αυτής της τοποθέτησης υποτιμούν τις πραγματικές δυνατότητες για μια επαναστατική πολιτική που σήμερα υπάρχουν και άρα την ανάγκη για μια ολοκληρωμένη πολιτική πρόταση που να περιλαμβάνει όχι μόνο το μεταβατικό πρόγραμμα αλλά και μια τοποθέτηση για το πώς σήμερα μια σύγχρονη επαναστατική στρατηγική θα μπορούσε να αναμετρηθεί με το ερώτημα και της κυβερνητικής εξουσίας, από τη σκοπιά της εκκίνησης μιας διαδικασίας μετασχηματισμού και όχι αυταπατών ομαλής και «ειρηνικής» διαχείρισης. Ιδιαίτερα προβληματική είναι και ηεπέκταση αυτού του αμυντικού αριστερισμού και στο επίπεδο της στάσης στο μαζικό κίνημα όπου μερίδα συντρόφων διατυπώνεται εσχάτως η θέση ότι «η ηγεμονία κρίνεται στο μαζικό κίνημα», θέση που τη μεταφράζουν σε μια μετατόπιση προς πιο σεχταριστικές απόψεις, σε αποφυγή συνεργασιών με συνδικαλιστές του ΣΥΡΙΖΑ, στην πρόκριση του χωροταξικού διαχωρισμού εκεί όπου είναι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή είναι για εμάς μια στάση μειοψηφικής απεύθυνσης, υποτίμησης της ανάγκης μαζικών αγώνων, διάσπασης του κινήματος. Για εμάς ηγεμονική γραμμή στο κίνημα είναι σήμερα να οικοδομείς αντιστάσεις, να εξασφαλίζεις ότι το πλαίσιο αναλογεί στα πραγματικά αιτήματα, να κλιμακώνεις, δεν είναι να διαμορφώνεις τεχνητούς παραταξιακούς διαχωρισμούς. Εμείς πιστεύουμε ότι σήμερα, περισσότερο παρά ποτέ χρειάζεται η πιο έντονη και ξεκάθαρη κριτική και πολεμική στη δεξιά στροφή του ΣΥΡΙΖΑ και ταυτόχρονα η προσπάθεια κοινών αγώνων με τη βάση του ΣΥΡΙΖΑ και δέσμευση του συνδικαλιστικού δυναμικού του στις αναγκαίες θέσεις του κινήματος και όχι στις όλο και πιο «ρεαλιστικές» θέσεις της ηγεσίας. Ταυτόχρονα, μια τέτοια ενιαομετωπική τακτική μέσα στο μαζικό κίνημα επιτρέπει και να διαμορφώνεται και εκείνη η εμπιστοσύνη και επικοινωνία που θα διευκολύνει να ζυμώσουμε τη δική μας στρατηγική του άλλου δρόμου απέναντι στον «ουτοπικό ρεαλισμό» της απαλλαγής από τη λιτότητα μέσα στα όρια της ΕΕ.
[…]
30. Εμείς εξακολουθούμε να επιμένουμε ότι χρειαζόμαστε έναν τρίτο πόλο της Αριστεράς, ένα άλλο πολιτικό σχέδιο για την Αριστερά, στα αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ (και στην πραγματικότητα και της ηττοπαθούς γραμμής του ΚΚΕ), ορισμένο γύρω από το μεταβατικό πρόγραμμα και το πώς μπορεί να κερδηθεί το στοίχημα της εξουσίας. Αυτός ο πόλος θα πρέπει να είναι πολιτικά αυτοτελής και ανεξάρτητος αλλά σε επικοινωνία με τις λαϊκές προσδοκίες άρα σε ρήξη και με τη λογική της κριτικής στήριξης στο ΣΥΡΙΖΑ και με το σεχταρισμό. Αυτός ο πόλος σε αυτή τη φάση δεν θα πρέπει να είναι προσανατολισμένος προς το εκλογικό αποτέλεσμα αλλά προς την επικοινωνία με τον κόσμο του αγώνα, τη διαμόρφωση πολιτικών, προγραμματικών, κινηματικών όρων για τις επόμενες καμπές που θα είναι σημαντικές. Γνώμη μας είναι πώς ο πολιτικός και κινηματικός κύκλος που άνοιξε με την οικονομική κρίση, τα μνημόνια, το λαϊκό ξεσηκωμό, την πολιτική κρίση, την άνοδο της Αριστεράς δεν θα τελειώσει απλώς με την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία με μια κυβέρνηση «εθνικής σωτηρίας». Αντίθετα, ακόμη και αυτό θα είναι μια καμπή, θα διαμορφωθούν νέες δυναμικές, ιδίως από τη στιγμή που ακόμη και το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ θα προσκρούει πάνω στην αντεπίθεση των δυνάμεων του κεφαλαίου και τον εκβιασμό των διεθνών οργανισμών, αλλά και από τη στιγμή που η όποια περίοδος χάριτος δοθεί αρχικά θα εξαντληθεί και θα υπάρχει πίεση από ευρύτερα τμήματα των λαϊκών τάξεων. Σε εκείνη τη συμπύκνωση αντιφάσεων θα μπορεί να παίξει καταλυτικό ρόλο μια Αριστερά που να μπορεί να δώσει τις απαντήσεις, που θα μπορεί να πει τι πρέπει να διεκδικήσει ο λαός, που θα προβάλλει τις αναγκαίες ρήξεις και ανατροπές με το ευρώ, την ΕΕ και τις αστικές δυνάμεις, που θα έχει μια συνολική αντιπρόταση. Σε αυτό το στόχο κατευθυνόμαστε, γι’ αυτό το στόχο δουλεύουμε, η τακτική μας μέσα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ και τη μετωπική συμπόρευση σε αυτό θέλει να βοηθήσει.
31. Σε αυτό το φόντο είναι που πρέπει να δούμε όλες τις κρίσιμες αναγκαιότητες για το επόμενο διάστημα. Εμείς αρνούμαστε να πούμε ότι η προοπτική ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβερνητική εξουσία μας υποχρεώνει να διαλέξουμε είτε ανάμεσα σε μια άνευ όρων (ή έστω και μετ’ επιφυλάξεων) προσχώρηση στην κριτική υποστήριξη της κυβέρνησης της Αριστεράς, είτε στην αναδίπλωση σε μια άμυνα για να αντέξουμε την άνοδο του νέου ΠΑΣΟΚ στην εξουσία. Εμείς λέμε ότι είμαστε μέσα στην εξέλιξη μιας πολιτικής κρίσης, που δεν έχει ακόμη προδιαγεγραμμένη πορεία και η οποία περιλαμβάνει ως επόμενη στιγμή την «πρόσκρουση» της Αριστεράς με το ερώτημα της εξουσίας. Για εμάς η πολιτική κρίση προσφέρει κοινωνικό και πολιτικό έδαφος και για μια άλλη πορεία. Αυτή η πρόσκρουση θα πάρει τη μορφή είτε μιας κυβέρνησης με συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ που θα φέρει στο προσκήνιο όλες τις αντιφάσεις και τα κενά της δεξιάς στροφής απέναντι στον ούτως ή άλλως εκβιασμό από τους δανειστές αλλά και απέναντι στις προσδοκίες των λαϊκών στρωμάτων, είτε της αποτυχίας ανόδου στην κυβερνητική εξουσία, που θα σημαίνει ταυτόχρονα τη συνέχιση της καταστροφικής πολιτικής αλλά και το βάθεμα της πολιτικής κρίσης. Μια τέτοια συγκυρία, στη μία ή την άλλη παραλλαγή της, και προφανώς με διαφορετικές αφετηρίες και δυσκολίες σε κάθε περίπτωση, θα διαμορφώσει αντικειμενικά νέα περιθώρια παρέμβασης, νέες αντιθέσεις, νέες δυναμικές, για μια Αριστερά που πραγματικά θέλει να αναμετρηθεί με τις ανατρεπτικές και προοπτικά επαναστατικές δυνατότητες της εποχής. Με αυτή την έννοια, για εμάς το δίλημμα δεν είναι εάν θα πάμε με μια γραμμή προσκόλλησης στο ΣΥΡΙΖΑ και απεμπόλησης όλων των κρίσιμων προγραμματικών οριοθετήσεων που η ίδια η δυναμική της συγκυρίας ανέδειξε, ούτε εάν θα προετοιμαστούμε από τώρα για μια μακρά περίοδο «εκμαυλισμού του λαού» από το «νέο ΠΑΣΟΚ» – εκτός των άλλων γιατί η ιστορία, συνήθως, δεν επαναλαμβάνεται – αλλά εάν θα μπορέσουμε να παρέμβουμε αποτελεσματικά μέσα σε μια πρωτότυπη συγκυρία, όπου η ελπίδα και η απογοήτευση θα συγκρούονται, όπου νέες προκλήσεις θα προκύπτουν και νέες προγραμματικές αλλά και κινηματικές απαντήσεις θα καθίστανται επιτακτικές. Είναι μια συγκυρία στην οποία μια μετωπική Αριστερά του άλλου δρόμου, μια Αριστερά της σύγχρονης σοσιαλιστικής προοπτικής θα μπορεί να αποτελέσει τον καταλύτη πολύ ευρύτερων εξελίξεων, όχι ως φορέας ενός «γενικού πολιτικού λόγου», ούτε ως απλή προεκλογική προπαγάνδα, αλλά μέσα από τη δράση της, από τώρα συνδυάζοντας συγκεκριμένες δράσεις, παρεμβάσεις και επεξεργασίες, με στρατηγικές πρωτοβουλίες και παρεμβάσεις. Προφανώς και δεν αντιπροτείνουμε μια γραμμή αναμονής ή αντοχής μέχρις ότου καταρρεύσει ο ΣΥΡΙΖΑ και επέλθει ακροδεξιά ανασύνθεση του σκηνικού. Προβάλλουμε από τώρα την αναγκαία προγραμματική κατεύθυνση, οργανώνουμε το λαό μέσα από ενωτικές κινηματικές πρωτοβουλίες, προβάλλουμε τις αναγκαίες διεκδικήσεις και το μεταβατικό πρόγραμμα,αντιστεκόμαστε στην τωρινή κυβέρνηση της καταστροφής αλλά και διαμορφώνουμε συνθήκη πίεσης από τώρα απέναντι σε τυχόν κυβέρνηση με συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ. Στόχος είναι η τόνωση της λαϊκής αυτοπεποίθησης στη δυνατότητα ενός άλλου δρόμου ώστε απέναντι στην όξυνση των αντιφάσεων που θα έχει η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ μέσα και από την καταλυτική παρέμβαση του λαϊκού παράγοντα να υπάρξουν εκτεταμένες ανακατατάξεις στην Αριστερά και μια άλλη ηγεμονία μέσα στο λαϊκό κίνημα μέσα σε συνθήκη που θα είναι αναγκαστικά πρωτότυπη. Όμως, χωρίς έναν ισχυρό πόλο, πολιτικά αυτοτελή, κοινωνικά γειωμένο, προγραμματικά συγκροτημένο στα αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να υπάρξει τίποτα από τα παραπάνω
32. Την ίδια στιγμή καθόλου δεν υποτιμούμε τη σημασία του κινήματος. Αντίθετα, δεν ξεχνάμε ότι ο καταλύτης που μετέτρεψε την κοινωνική κρίση σε μια βαθιά πολιτική κρίσηήταν ένας πρωτόγνωρος παλλαϊκός ξεσηκωμός. Επομένως, και σήμερα χρειάζονταιβήματα και πρωτοβουλίες για να μπορέσουμε να αντιστρέψουμε τη σημερινή κινηματική νηνεμία, να ανασυγκροτήσουμε συλλογικές πρακτικές, να διαμορφώσουμε ξανά μορφές ενός οργανωμένου και αγωνιζόμενου λαού. Αυτό είναι ο τρόπος να αντισταθούμε στις πολιτικές της τωρινής κυβέρνησης αλλά και για να διατηρήσουμε την αγωνιστικότητα και τη διεκδικητικότητα του λαού και απέναντι στην επόμενη κυβέρνηση.
33. Ταυτόχρονα, όμως, δεν μπορούμε να υποτιμήσουμε την αξία του προγράμματος.Αυτό δεν έχει σχέση απλώς κάποια εμμονική επιμονή σε κάποιες θέσεις ή στην αναζήτηση διαχωριστικών γραμμών μέσα στην Αριστερά. Έχει σχέση με το ότι όσο δεν μπορούν ευρύτερα τμήματα της κοινωνίας να πιστέψουν ότι όντως υπάρχει ένας άλλος δρόμος, δύσκολος αλλά όχι ανέφικτος, τόσο θα συνεχίζεται η αντίφαση ανάμεσα στην οργή και τις μειωμένες προσδοκίες, και θα ενισχύεται εκείνη η δυσπιστία ότι μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα που ενισχύει την παθητικότητα και την εξατομίκευση. Γι’ αυτό το λόγο και επιμένουμε στην πρωτοβουλία που θέλουμε να πάρουμε για ένα φόρουμ συζήτησης και επεξεργασίας πάνω στο αναγκαίο πρόγραμμα του άλλου δρόμου.
34. Σε τι στηρίζεται, όμως, όλη αυτή η τοποθέτηση; Στηρίζεται σε μια εκτίμηση του βάθους της πολιτικής κρίσης αλλά και του παράθυρου πολιτικών ευκαιριών που διαμόρφωσε
Α) Είχαμε μια πρωτόγνωρη ανατροπή στις κοινωνικές συμμαχίες και τις σχέσεις εκπροσώπησης. Το μέγεθος της επίθεσης ήταν τέτοιο που όχι μόνο οδήγησε σε μια χωρίς προηγούμενο απαξίωση των εργατικών στρωμάτων αλλά και έπληξε τα μικροαστικά στρώματα, τόσο τα παραδοσιακά όσο και τα νέα, με έναν τρόπο που δεν είχαν πληγεί ποτέ στο παρελθόν. Στην πραγματικότητα, από την Κατοχή και μετά ποτέ δεν είχε υπάρξει μια τόσο βίαιη ανατροπή υλικών όρων και σε τόσο σύντομο διάστημα.
Β) Η πολιτική συμπύκνωση της επίθεσης, μέσα από το μηχανισμό της τροϊκανής επιτήρησης διαμόρφωσε μια συνθήκη αναίρεσης κάθε εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας που με εκρηκτικό τρόπο συνένωσε αντιστάσεις και διεκδικήσεις σε ένα κοινό αίτημα ταυτόχρονα δημοκρατίας και κοινωνικής δικαιοσύνης. Η ωμότητα της αστυνομικής βίας ιδίως το καλοκαίρι του 2011 επέτεινε αυτή την αίσθηση ακόμη περισσότερο.
Γ) Το ξεδίπλωμα των κινητοποιήσεων όχι μόνο πήρε μια πρωτόγνωρη διάσταση, κλίμακα και εξεγερσιακό χαρακτήρα, αλλά και ήταν κομβικό για τη διαμόρφωση μιας νέας ποιότητας, ανώτερης και πιο πολιτικής, λαϊκής ενότητας μέσα στον αγώνα και ταυτόχρονα διαμόρφωσε στοιχεία μιας εναλλακτικής δημόσιας σφαίρας με αφετηρία τις πλατείες, μιας νέας πολιτικοποίησης και στοιχεία μιας νέας συλλογικότητας.
Δ) Η τεράστια πολιτική κρίση αποτυπώθηκε και σε τεκτονικές αλλαγές στο πολιτικό σύστημα, με αφετηρία την αποδιάρθρωση του ΠΑΣΟΚ αλλά και σε μεγάλο βαθμό της ΝΔ και την πρωτόγνωρη εκλογική άνοδο της Αριστεράς (μαζί με το παράλληλο σύμπτωμα της πολιτικής κρίσης που είναι η άνοδος της Χρυσής Αυγής).
Ε) Η κοινωνική συμμαχία που διαμορφώθηκε μέσα από τη συνάντηση στους αγώνες,στην πραγματικότητα είχε στοιχεία όχι ενός αθροίσματος αιτημάτων, αλλά μιαςανασημοσιοδότησης του λαού ως συλλογικού υποκειμένου αυτοκαθορισμού και ως εν δυνάμει ιστορικού μπλοκ, ως μιας συμμαχίας των δυνάμεων της εργασίας, της γνώσης και του πολιτισμού. Κι αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα: ο λαός ως κεντρικό κοινωνικό υποκείμενο θέλει κεντρικό πολιτικό φορέα (για την ώρα έχει βρει το σύριζα) και πρόγραμμα εξόδου από την κρίση (αυτό είναι το ερώτημα/ πρόκληση της εποχής μας). Αν ο λαός είχε πειστεί πως υπήρχε ο πολιτικός φορέας που θα το έβγαζε ε αξιόπιστο τρόπο από την κρίση θα συνέχιζε να δίνει κεντρικού πολιτικού χαρακτήρα μάχες
35. Στην πραγματικότητα αυτή η εξέλιξη διαμόρφωνε την εξής πρωτοφανέρωτη κατάσταση:
- Για πρώτη φορά μετά τη δεκαετία του 1970 μια δυτικοευρωπαϊκή χώρα βρέθηκε σε μια συνθήκη ηγεμονικής κρίσης, σε μια συνθήκη κατάρρευσης κυβερνήσεων.
- Τα σημεία στα επικεντρώνονταν η οργή – το μνημόνιο και το χρέος και μέσω αυτών η διασύνδεση με το ευρώ και την αρχιτεκτονική της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης – στην πραγματικότητα επικέντρωναν στον πυρήνα της αστικής στρατηγικής, στον πυρήνα της αφήγησης της αστικής τάξης τα τελευταία 50 χρόνια.
- Η ίδια η δυναμική του ταξικού ανταγωνισμού, η σκλήρυνση των πολιτικών της τρόικας, η σκλήρυνση του ευρωπαϊκού κέντρου, σήμαιναν ότι παρά την τεράστια κοινωνική δυναμική δεν υπήρξε καμιά λογική συμβιβασμού ή συστημικής εναλλακτικής λύσης. Αυτό σήμαινε ότι αντικειμενικά πλάι στις παραλλαγές συνέχισης αυτής της πολιτικής έμπαινε και το ζήτημα της δυνατότητας μιας άλλης πολιτικής σε ρήξη με τη λογική και τη στρατηγική του «ευρωπαϊκού δρόμου».
- Η όξυνση της πολιτικής κρίσης, αλλά και η ταυτόχρονη σκλήρυνση του πολιτικού επιπέδου, η απουσία οποιασδήποτε προσπάθειας συμβιβασμού αλλά και το τεράστιο κενό που διαμορφωνόταν στους όρους πολιτικής εκπροσώπησης, αντικειμενικά διαμόρφωναν περιθώρια μεγάλα και για την εκλογική έκφραση της κρίσης εκπροσώπησης. Αυτό μπορεί να εξηγήσει το πώς μπόρεσε και ο ΣΥΡΙΖΑ να κάνει μια τέτοια εκλογική εκτίναξη, αλλά και πώς αντίστοιχα, στην πλευρά όχι της εξέγερσης αλλά των τεράτων, ανέβηκε εκλογικά και η Χρυσή Αυγή
36. Σε όλο αυτό το φόντο, είναι σαφές ότι στον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό, μέσα σε μια ειδική, συγκεκριμένη, μοναδική, επικαθορισμένη συγκυρία τέθηκε, και ως ένα βαθμό συνεχίζει να τίθεται, θέμα εξουσίας και θέμα ηγεμονίας. Γιατί διακυβεύονται οι όροι της ηγεμονίας, γιατί η πολιτική κρίση υπονόμευσε τη δυνατότητα των αστικών δυνάμεων να ελέγχουν τον πολιτικό ιδεολογικό μηχανισμό του κράτους, γιατί διαμορφώθηκαν δυνητικά ανταγωνιστικά κοινωνικά μπλοκ, γιατί σε ορισμένες στιγμές κορύφωσης του εξεγερσιακού κύκλου αναδείχτηκαν στοιχεία δυνάμει θεσμών δυαδικής εξουσίας. Προφανώς δεν τέθηκε θέμα κρίσης του κράτους και σε μεγάλο βαθμό η συνοχή των κατασταλτικών μηχανισμών διατηρήθηκε, όπως και η συνοχή των ελεγχόμενων από το ιδιωτικό κεφάλαιο ΙΜΚ, και αυτό εξηγεί και τη σημερινή ισορροπία δυνάμεων. Αυτό κάνει επιτακτικό το ερώτημα ποια μπορεί να είναι μια επαναστατική στρατηγική, μια στρατηγική που μέσα από την πολιτική εξουσία να ανοίγει μια ακολουθία επαναστατικού κοινωνικού μετασχηματισμού. Σε αυτό το πλαίσιο, της αναζήτησης μιας επαναστατικής στρατηγικής είναι που διατυπώνουμε την εκτίμηση ότι κάτω από συγκεκριμένες πολιτικές, κινηματικές, προγραμματικές προϋποθέσεις μπορεί να είναι αφετηρία (αλλά προφανώς όχι και ολοκλήρωση) μιας τέτοιας διαδικασίας η άνοδος μιας λαϊκής συμμαχίας στην κυβερνητική εξουσία, ακόμη και μέσα από την εκλογική διαδικασία. Όμως, αυτό θα ίσχυε στο βαθμό που αυτό δεν θα περιοριζόταν απλώς σε αλλαγές στο επίπεδο της πολιτικής σκηνής, θα συνοδευόταν από μια καταλυτική παρουσία του λαϊκού παράγοντα, θα εγκαινίαζε μια περίοδο ανειρήνευτων αγώνων με επίδικο όχι τη διαχείριση αλλά την επαναστατικοποίηση και το μετασχηματισμό. Αυτό δεν σημαίνει ότι η λύση είναι μια «κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας» ούτε απλώς μια «αριστερή κυβέρνηση» που θα αναλάβει να υλοποιήσει ένα πρόγραμμα σωτηρίας του λαού έτσι ώστε να έχουμε μια περισσότερο δίκαιη και εύρυθμη κοινωνία. Αυτό που μπαίνει ως πρόκληση είναι εάν μπορεί να υπάρξει μια αριστερή κυβέρνηση, ασταθής και διακυβευόμενη εκλεγμένη στη βάση του αναγκαίου μεταβατικού προγράμματος άρα και σε ρήξη με την ευρωπαϊκή ένωση και το μηχανισμό του χρέους, αποφασισμένη να προχωρήσει σε μια «Συντακτική Διαδικασία» και σε πραγματικές θεσμικές ανατροπές και σε επιβολή μορφών δημοκρατικού κοινωνικού ελέγχου και στην οικονομία και σε τμήματα του κράτους, σε διαλεκτική σύνδεση με ένα ρωμαλέο κίνημα που θα οικοδομεί – σε σύγκρουση και με τις αστικές δυνάμεις και τους κατασταλτικούς μηχανισμούς – θεσμούς και πρακτικές αυτοδιαχείρισης, εργατικού ελέγχου και λαϊκής εξουσίας. Για εμάς είναι δεδομένο ότι αυτή η διαδικασία ούτε ομαλή μπορεί να είναι ούτε και ειρηνική. Είναι αυτονόητο ότι θα υπάρξουν εκτεταμένες αντιδράσεις των αστικών στρωμάτων, του ιμπεριαλισμού και των στηριγμάτων τους μέσα στους κρατικούς μηχανισμούς και τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους. Αναπόφευκτα, στο όριο αυτό θα σημαίνει και τη σύγκρουση με καθόλου ειρηνικά μέσα, διαφορετικά θα υπάρξει παλινόρθωση της αστικής κυριαρχίας. Ο στόχος είναι σε αυτή τη βάση να περάσουμε σε ένα επίπεδο ανώτερο, τόσο ως προς την κλίμακα του πολιτικού και κοινωνικού μετασχηματισμού, όσο και ως τη σύγκρουση, που δεν θα είναι καθόλου «ειρηνική», με τις αστικές δυνάμεις και τα εκτεταμένα στηρίγματά τους μέσα στον κρατικό μηχανισμό, κάτι που θα σημαίνει και την ανάγκη πρακτικών «ένοπλου λαού». Ανώτερο επίπεδο ταξικού ανταγωνισμού σημαίνει αναγκαστικά και εκτεταμένη προσπάθεια αμφισβήτησης του πυρήνα των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, μια που χωρίς επαναστατικοποίηση του τρόπου παραγωγής και διανομής του κοινωνικού πλούτου, σοσιαλιστική μετάβαση δεν μπορεί να ξεκινήσει. Και αυτό σημαίνει συνεχή πειραματισμό, εμβάθυνση και διεύρυνση των ίδιων των «ιχνών του κομμουνισμού» στις σημερινές αντιστάσεις, στις πρακτικές αυτοδιαχείρισης, στην παραγωγή και διανομή αγαθών έξω από τον καταναγκασμό της αγοράς.
37. Μια τέτοια προσπάθεια αναγκαστικά θα είναι άνιση, θα πρέπει να περιλαμβάνει το συνδυασμό του πολέμου κινήσεων (προσπάθεια για πολιτικές τομές και ανατροπές πάνω στη κρίσιμη στιγμή) με τον πόλεμο θέσεων (οικοδόμηση της ηγεμονίας μέσα στην κοινωνία των πολιτών, πολιτιστική επανάσταση, μορφωτικό κίνημα). Και προφανώς θα είναι μια διαδικασία αντιφατική, με πιθανά πισωγυρίσματα, αλλά και ταυτόχρονα μια ανοιχτή διαδικασία κοινωνικού και πολιτικού πειραματισμού. Μια τέτοια προσπάθεια όχι μόνο θα πρέπει να έχει ως κρίσιμη αφετηρία τη ρήξη με κρίσιμες πλευρές του υπαρκτού ιμπεριαλισμού, ξεκινώντας από την αναγκαία ρήξη με την ΕΕ, αλλά και θα πρέπει να προετοιμάζει το λαό για αναπόφευκτες συγκρούσεις με τον ιμπεριαλιστικό παράγοντα, είτε με τη μορφή αντίστασης σε οικονομικούς εκβιασμούς, είτε με την αναγκαία άμυνα, αναγκαστικά και ένοπλη, απέναντι σε κάθε λογής ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, ανοιχτές και συγκαλυμμένες.
38. Και εδώ πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι, όπως αναφέρει κατ’ επανάληψη και ο Γκράμσι, ένα νέο ιστορικό μπλοκ δεν είναι απλώς μια κοινωνική συμμαχία αλλά μια νέα διαλεκτική ενότητα βάσης και εποικοδομήματος, κοινωνικών δυνάμεων, πολιτικών πρακτικών και προγραμματικών κατευθύνσεων. Το νέο ιστορικό μπλοκ συνεπάγεται, σε κάθε περίπτωση μια πολιτική που δεν είναι συμμετρική προς την αστική πολιτική. Δεν είναι η προσχώρηση στην αστική πολιτική ή η εκμετάλλευση του αστικού κοινοβουλευτισμού, αλλά η προσπάθεια διεύρυνση του πεδίου της πολιτικής παρέμβασης, η όξυνση των αντιφάσεων σε κάθε επίπεδο, η προσπάθεια εκμετάλλευσης κάθε δυνατότητας, με ορίζοντα όμως μια άλλη πρακτική της πολιτικής και της δημοκρατίας των μαζών έξω και πέρα από τα όρια του κοινοβουλευτισμού. Γι’ αυτό καιδεν είναι μόνο μια εκλογική τακτική, δεν είναι καν μια πολιτική που αφορά αποκλειστικά και μόνο κεντρικές πολιτικές πρωτοβουλίες. Η στρατηγική του νέου ιστορικού μπλοκ είναι η επαναστατική στρατηγική εκείνη που συναρθρώνει τη διεκδίκηση της κυβέρνησης, με την κλιμάκωση του παρατεταμένου λαϊκού πολέμου στο κοινωνικό κίνημα, με τις νέες μορφές κινημάτων, με τις αναδυόμενες μορφές λαϊκής αντιεξουσίας, με την αυτοδιαχείριση και τον κοινωνικό πειραματισμό, με την ανάδυση μιας νέας μορφής δημόσιας σφαίρας, με πολιτικές συλλογικότητες και μέτωπα που θα είναι νέοι ηγεμόνες και εργαστήρια συλλογικής προγραμματικής επεξεργασίας και μαζικής πολιτικής διανοητικότητας. Αυτή είναι η αφετηρία πάνω στην οποία καλούνται σήμερα να τοποθετηθούν οι δυνάμεις που αναφέρονται στη σοσιαλιστική προοπτική. Επομένως πρέπει την επόμενη περίοδο να μπορούμε να ισορροπήσουμε ανάμεσα στις δυσκολίες που εμφανίζονται μέσα στο μαζικό κίνημα και τις αντικειμενικές δυνατότητες για μια σύγχρονη επαναστατική στρατηγική που συνεπάγεται η πολιτική κρίση.
39. Εμείς επιμένουμε σε αυτή τη στρατηγική γιατί θεωρούμε ότι το παράθυρο ευκαιρίας που άνοιξε η συγκυρία της κρίσης και του λαϊκού ξεσηκωμού απέχει πολύ από το να κλείσει. Μπορεί να έχουν υποχωρήσει δυναμικές αλλά η αστική ηγεμονία δεν έχει επουλώσει τα βαθιά τραύματά της. Από την άλλη, το ενδεχόμενο μιας πρωτότυπης επαναστατικής διαδικασίας δεν σημαίνει ότι αυτό εκπροσωπείται από την κυβέρνηση που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ. Κάθε άλλο, αφορά μια ανταγωνιστική στρατηγική, ένα άλλο προγραμματικό περιεχόμενο, μια άλλη ηγεμονία μέσα στην Αριστερά. Είναι μια άλλη κατεύθυνση, που επικοινωνεί με τις προσδοκίες του κόσμου που πάει στο ΣΥΡΙΖΑ, που μπορεί να δώσει απάντηση στα αδιέξοδα στα οποία θα προσκρούσει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και που ταυτόχρονα έχει πλήρη αυτοτέλεια απέναντι στη μεταρρυθμιστική εκδοχή προοδευτικής διακυβέρνησης που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ. Προφανώς και η πλήρη εκφορά της περιλαμβάνει, ως προς το μέρος του αναγκαίου αριστερού μετώπου που θα ηγείτο αυτής της διαδικασίας ένα κοινωνικό και πολιτικό δυναμικό που σήμερα βρίσκεται και μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί από την προσκόλληση στο ΣΥΡΙΖΑ ή την κριτική στήριξη. Απαιτείαυτοτελή πόλο της αριστεράς του άλλου δρόμου, με παράλληλη ενιαιομετωπική γραμμή μέσα στο κίνημα και προγραμματική επεξεργασία και προετοιμασία που να αγγίζει και κόσμο μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ. Για να υπάρχει η δυνατότητα, η προετοιμασία, οι κοινωνικοί και πολιτικοί δεσμοί που θα επιτρέψουν σε μια σύγχρονη επαναστατική στρατηγική να παίξουν καταλυτικό ρόλο. Αυτό κάνει επίκαιρο και αναγκαίο ένα μαζικό λαϊκό αριστερό αντι-ΕΕ μέτωπο, με πραγματικούς κοινωνικούς δεσμούς, πρωτοπόρα δράση στο λαϊκό κίνημα και προγραμματικό βάθος και όχι βέβαια απλώς ένα βερμπαλιστικό μέτωπο των συνεπών επαναστατών που απλώς θα αναμασά συνθήματα. Με αυτή την έννοια εμείς αντιλαμβανόμαστε τόσο την αυτοτέλεια της αντικαπιταλιστικής και αντι-ΕΕ Αριστεράς όσο και της στρατηγικής της μετωπικής συμπόρευσης.
Γ. Για τον πολιτικό μας σχεδιασμό.
Σε αυτό το πλαίσιο ο πολιτικός μας σχεδιασμός περνάει μέσα από τα ακόλουθα σημεία, στο πλαίσιο και των κατευθύνσεων που αποφασίσαμε στην ολομέλεια του καλοκαιριού
Α. Σε σχέση με το γενικό πολιτικό τόνο
40. Ο γενικός τόνος πρέπει να είναι αντικυβερνητικός με βασικό στόχο το να φύγει όσο πιο γρήγορα γίνεται η κυβέρνηση της καταστροφής και των πραξικοπημάτων, να φύγει η Τρόικα και να ανοίξει ένας άλλος δρόμος με αφετηρία την έξοδο από το ευρώ, τη διαγραφή του χρέους, τις εθνικοποιήσεις, την παραγωγική ανασυγκρότηση με κριτήριο τις πραγματικές κοινωνικές ανάγκες. Αυτό πρέπει να ενοποιεί όλες τις αντιστάσεις στις επιλογές που παίρνει τώρα η κυβέρνηση αλλά και την πολιτική τοποθέτηση απέναντι στο ενδεχόμενο πραξικοπηματικής διαμόρφωσης πλειοψηφίας 180 βουλευτών για εκλογή προέδρου. Ο γενικός τόνος πρέπει να συνδυάζεται με την θετική επιμονή ότι μπορεί να υπάρξει άλλος δρόμος για την ελληνική κοινωνία, αλλά και την υπεράσπιση της ανάγκης για μια Αριστερά που μαζί με το λαό θα οικοδομεί τον άλλο δρόμο έξω και πέρα από «ρεαλισμούς» και αυταπάτες ότι μπορεί να υπάρξει έξοδος από τη λιτότητα και την κοινωνική καταστροφή μέσα στο πλαίσιο της ευρωζώνης.
41. Ειδικά πάνω σε αυτά τα ερωτήματα – και με δεδομένη την ιδιαίτερα προβληματική θέση του ΣΥΡΙΖΑ για διαπραγμάτευση για αναδιάρθρωση του χρέους είναι ανάγκη να υπάρξει μια ευρύτερη πολιτική καμπάνια / πρωτοβουλία πάνω στο θέμα του χρέους, με μια προσπάθεια για ευρύτερη συσπείρωση δυνάμεων γύρω από το στόχο της παύσης πληρωμών / διαγραφής του χρέους – ρήξης με την ευρωζώνη και τις συνθήκες της ΕΕ, με συσπείρωση ευρύτερων δυνάμεων.
42. Στο ίδιο πλαίσιο του γενικού πολιτικού τόνου πρέπει να δούμε και την ανάγκη νακλιμακωθεί η αντιφασιστική πάλη. Μέχρι τώρα η προσπάθεια να περιοριστεί η επιρροή της Χρυσής Αυγής μέσα από την δικαστική δίωξη, όσο σημαντική και εάν είναι, δεν έχει να ανακόψει την αύξηση της επιρροής, ακόμη και εάν ανέκοψε τους ρυθμούς ανόδου της. Αυτό οφείλεται, όπως έχουμε τονίσει πολλές φορές, στο γεγονός ότι οι ρίζες της ΧΑ είναι βαθύτερες μέσα στη συνθήκη της πολιτικής κρίσης, έχει κατορθώσει να αποκτήσει πραγματική γείωση σε τμήμα των μικροαστικών και των εργατικών στρωμάτων αλλά και στη νεολαία και αυτό αντιστρέφεται σε τελική ανάλυση μόνο με την οικοδόμηση μιας άλλης ηγεμονίας. Προϋποθέτει, όμως, και την επίμονη και καθημερινή προσπάθεια να κερδίζονται άνθρωποι από την επιρροή της Χρυσή Αυγής, κάτι που σημαίνει το ολόπλευρο ξεδίπλωμα μιας άλλης πολιτικής γραμμής, της αφήγησης του άλλου δρόμου, της οικοδόμησης μορφών οργάνωσης του λαού, συνολικά την πάλη για μια άλλη ηγεμονία στα λαϊκά στρώματα. Σημαίνει, όμως, και την προσπάθεια να αντιπαλεύουμε τους φασίστες όπου βρίσκονται να εκδιώχνονται οι φασίστες από περιοχές ή χώρους, να παρεμποδίζεται η δράση τους. Αυτό με τη σειρά του αναδεικνύει και τη σημασία που έχει το θέμα της περιφρούρησης. Ο Αντιφασιστικός Συντονισμός, στηριζόμενος πάνω σε ενωτικές και ενιαιομετωπικές πρακτικές σε τοπικό επίπεδο, μπορεί να αποτελέσει φορέα για μεγάλες πανελλαδικές καμπάνιες και δράσεις, μπορεί και πρέπει να έχει πολύ πιο ενεργό και ουσιαστικό ρόλο ως ενωτικό κινηματικό σημείο αναφοράς.
Β. Σε σχέση με τα μέτωπα του κοινωνικού αγώνα
43. Η βασική μας κατεύθυνση πρέπει να είναι η αναζήτηση όρων ώστε να συνεχίζονται αντιστάσεις στο πλαίσιο μιας λογικής παρατεταμένου λαϊκού αγώνα και ανάπτυξης αντιστάσεων. Αυτό δεν πρέπει να έχει τη μορφή ενός γενικόλογου κινηματισμού, αλλά επικέντρωσης σε συγκεκριμένα μέτωπα και τις μορφές πάλης που μπορούν να έχουν τη μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα. Είναι πολύ σημαντικό να μη δοθεί η εικόνα «κενού αγώνα» στην επόμενη περίοδο, αντίθετα η κυβέρνηση πρέπει να είναι υπό συνεχή πίεση, να μην παίρνει πολιτικές ανάσες. Γι’ αυτό και χρειάζονται στους επόμενους μήνες και αγωνιστικά σημεία αναφοράς μέσα και από πανεργατικές κινητοποιήσεις.
44. Αυτό σημαίνει:
Στο εργατικό κίνημα
- Να στηριχτεί και να συνεχιστεί η ανυπακοή ενάντια στην αξιολόγηση στο δημόσιο, που μέχρι τώρα έχει σημαντικά αποτελέσματα
- Να επιμείνουμε στο μέτωπο των διαθεσιμοτήτων / απολύσεων να συγκροτούμε κινητοποιήσεις, να το διατηρούμε στο προσκήνιο, να καθυστερούμε – μπλοκάρουμε τη διαδικασία με κάθε τρόπο.
- Με ανάλογο τρόπο να στηρίξουμε όλα τα βήματα ανυπακοής στην αποστολή στοιχείων στο ΣΕΕΔ κ.λπ.
- Να στηρίξουμε τα βήματα ανασύνθεσης συνδικαλιστικών πρακτικών που γίνονται στον ιδιωτικό τομέα, με βάση τις δυνατότητες που έδειξαν και ο αγώνας στην COSCO και η καταρχάς πετυχημένη μάχη ενάντια στην κατάργηση της αργίας της Κυριακής. Να αναζητήσουμε νέους τρόπους συντονισμού και κοινής δράσης.
- Να δούμε με τι τρόπο μπορούμε να ξαναβάλουμε μπροστά το ζήτημα των συλλογικών συμβάσεων.
- Να αναδείξουμε το ζήτημα των διαλυτικών πολιτικών για τα δημόσια νοσοκομεία που προωθούνται.
Η γραμμή μας στο εργατικό κίνημα πρέπει να παραμείνει ενιαομετωπική. Αυτό σημαίνει πρωτοπόρο ρόλο των παρεμβάσεων – συσπειρώσεων και συνολικά των δυνάμεων του ταξικού συνδικαλισμού αλλά και ταυτόχρονα και προσπάθεια για συντονισμό και με άλλες δυνάμεις πάνω στην ανάγκη οικοδόμησης κινημάτων. Να συγκρουστούμε με τις λογικές των τεχνητών και χωροταξικών διαχωρισμών.
45. Στα ζητήματα των χαρατσιών
Εδώ θα πρέπει να εξετάσουμε τους όρους με τους οποίους μπορούμε να διαμορφώσουμε ένα ευρύτερο κίνημα ενάντια στον ΕΝΦΙΑ και με την προσπάθεια να συντονιστεί και ένα κίνημα ανυπακοής με συντονισμό και κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων.
46. Για τη νεολαία
Για τη νεολαία είναι πολύ σημαντικό να αναζητήσουμε όρους να βγει ξανά μπροστά το νεολαΐστικό κίνημα. Η νεολαία έχει βρεθεί στο στόχαστρο με κάθε δυνατό τρόπο: μαζική ανεργία, μετανάστευση, καταστολή, νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις. Όμως, παρά τη συμμετοχή νέων σε κινητοποιήσεις και τη σημαντική προσπάθεια που έγινε ενάντια στη μεταρρύθμιση Διαμαντοπούλου το 2011-2012, έχει λείψει ένα μεγάλο νεολαΐστικό κίνημα.Σε αυτή τη βάση χρειάζεται να επεξεργαστούμε ένα σχέδιο για την παρέμβαση στη νεολαία. Που να μην στηρίζεται αποκλειστικά στη λογική του φοιτητικού κινήματος κυρίως, χωρίς να υποτιμάμε καθόλου τους αγώνες του στην κοινωνική κατηγορία της νεολαίας. Που να μπορεί να ενοποιεί όλες τις κατηγορίες της νεολαίας. Που να αναμετριέται με όλες τα ανοιχτά ερωτήματα για τη νεολαία: τις επιπτώσεις της έκρηξης ανεργίας και επισφάλειας· τη μετανάστευση επιστημονικού αλλά και εργατικού δυναμικού· την επιτάχυνση του χρόνου λήψης των σπουδών και τις επιπτώσεις που έχει φοιτητικό συνδικαλισμό· την αντιμετώπιση της νεολαίας ως «χαμένης γενιάς». Που να οικοδομεί αντιστάσεις με γραμμή πλειοψηφικής απεύθυνσης αλλά και ταυτόχρονα να συνδέει μια σύγχρονη προγραμματική επεξεργασία των διεκδικήσεων της νεολαίας για την παιδεία, την εργασία, τον ελεύθερο χρόνο, τα κοινωνικά δικαιώματα, με το μεταβατικό πρόγραμμα, την παραγωγική ανασυγκρότηση και μια σύγχρονη σοσιαλιστική προοπτική.
47. Σε αυτό το πλαίσιο είναι πολύ σημαντική η δουλειά στα σχολεία με βάση και την πολύ μεγάλη ένταση των αποκλεισμών που φέρνουν τα νέα μέτρα και ο νόμος για το «Νέο Λύκειο». Εάν μπορούσαμε εκεί να συμβάλουμε στο ξεδίπλωμα κινητοποιήσεων, αυτό θα μπορούσε να συμπαρασύρει και άλλα κομμάτια της νεολαίας και να διαμορφώσει όρους ενός συνολικού νεολαΐστικου ξεσηκωμού.
48. Ειδικά στους χώρους της φοιτητικής και σπουδαστικής νεολαίας θα πρέπει να δούμε με τι τρόπο θα συνεχιστεί η πάλη ενάντια στις διαγραφές, η αναγκαία σύγκρουση με τους νέους πρυτάνεις και τα Συμβούλια Ιδρύματος, η προετοιμασία για τυχόν νέο Σχέδιο Αθηνά. Παράλληλα, όμως, χρειάζεται και μια στροφή στην καθημερινότητα των φοιτητών και μια προσπάθεια τα σχήματα της ΕΑΑΚ να μην είναι απλώς ένας πολιτικός χώρος αλλά ένα μαζικό κοινωνικό ρεύμα. Κομβική και η γείωση στα μικρά έτη, με δεδομένη και την τάση περιορισμού της διάρκειας της φοιτητικής ζωής. Και εδώ πρέπει να αποφευχθούν οι πρακτικές μειοψηφικής απεύθυνσης και οι τεχνητοί διαχωρισμοί με άλλες αριστερές δυνάμεις, αλλά αντίθετα να προκριθούν πρακτικές κοινής δράσης και προσπάθεια για οικοδόμηση ευρύτερων συμμαχιών.
49. Τέλος, ειδική δουλειά πρέπει να γίνει στο χώρο της νεολαίας που στρέφεται στην εργασία, με όλα τα τεράστια προβλήματα επισφάλειας, υπερεκμετάλλευσης και απουσίας δικαιωμάτων που αντιμετωπίζει εκεί. Αντίστοιχα, χρειάζεται δουλειά στο χώρο της νεολαίας που αναγκάζεται να μεταναστεύει, είτε προσωρινή είτε πιο μόνιμα. Αυτό δεν πρέπει να περιοριστεί μόνο στην προβολή ενός ιδεολογικού στόχου ότι η νεολαία πρέπει να μείνει εδώ και να παλέψει, αλλά και στην προσπάθεια για διαμόρφωση ξανά κινήματος στις μεταναστευτικές κοινότητες, οικοδόμησης συλλογικότητας κ.λπ.
50. Για τα τοπικά κινήματα και την τοπική αυτοδιοίκηση
Εδώ υπάρχουν πολύ σημαντικά ζητήματα. Καταρχάς η κυβέρνηση και μέσα από τα μνημόνια και μέσα από το κύμα αναδιαρθρώσεων προχωρά σε μεγάλο κύμα ιδιωτικοποιήσεων αιγιαλών, εκτάσεων του δημοσίου, κτιρίων. Γύρω από αυτό πρέπει να προσπαθήσουμε να συγκροτήσουμε τις πιο πλατιές και κινηματικές συσπειρώσεις, με τον τρόπο που δείχνει π.χ. το STOP ΤΑΙΠΕΔ στην Θεσσαλονίκη ή οι κινητοποιήσεις στην Αργολίδα. Έπειτα έχουμε όλα τα κρίσιμα ζητήματα που θα απασχολήσουν τους ΟΤΑ, περιφέρειες και δήμους, όπως είναι τα απορρίμματα. Γύρω από αυτά θα δοθούν μεγάλες μάχες και έχει σημασία να στηρίζουμε τους σχετικούς συντονισμούς (π.χ. την επιτροπή αγώνα για τη Χιλή). Σε όλα αυτά προστίθεται και η τοπική διάσταση που έχουν ορισμένα κινήματα όπως για παράδειγμα το κίνημα ενάντια στα χαράτσια και τον ΕΝΦΙΑ. Το γεγονός ότι έχουμε την μεγαλύτερη παρουσία εκπροσώπων της αντικαπιταλιστικής αριστεράς παρά ποτέ, διαμορφώνει όρους ευθύνης και ανάγκη ειδικού σχεδιασμού. Αυτό αφορά και τα σχήματα που είναι σε θέση αντιπολίτευσης αλλά και το Χαλάνδρι όπου έχουμε την πρόκληση να αποτελέσει ένα παράδειγμα διαφορετικής όχι διαχείρισης αλλά μετασχηματισμού και συλλογικού πειραματισμού. Δεν είναι τυχαίο ότι ήδη έχουμε να αντιμετωπίσουμε την ιδιαίτερη στοχοποίηση που δέχεται η νέα δημοτική αρχή του Χαλάνδρίου. Μεγάλη σημασία έχει και η Περιφέρεια της Αττικής με το δεδομένο ότι εκεί θα δοκιμαστεί και πείραμα «διακυβέρνησης» από το ΣΥΡΙΖΑ.Όλα αυτά βάζουν μεγάλες ευθύνες στο ΣΤΑ αλλά και την ανάγκη πανελλαδικά να διαμορφώσουμε ομάδες που να ασχολούνται με τα αντίστοιχα όργανα. Αρκεί να αναλογιστούμε ότι έχουμε δύο περιφερειακούς συμβούλους, δύο δημοτικούς συμβούλους, και είμαστε σε ενδεχόμενο εναλλαγής σε μια σειρά περιφέρειες. Κατά συνέπεια χρειάζεται αναβάθμιση της δουλειάς μας σε αυτόν τον τομέα και σε αυτό πρέπει να προσανατολίσουμε τα τομεακά όργανα και τους τοπικούς πυρήνες.
Β. Σε σχέση με τις πολιτικές πρωτοβουλίες και την πάλη για την Αριστερά του άλλου δρόμου.
51. Η βασική μας κατεύθυνση είναι και παραμένει η διαμόρφωση ενός μαζικού τρίτου πόλου μέσα στην Αριστερά που να ορίζεται από την επιμονή στον άλλο δρόμο της ρήξης με χρέος, ευρώ και ΕΕ ως αφετηρία μιας φιλολαϊκής εξέλιξης, την αναμέτρηση με το ερώτημα της εξουσίας και της ηγεμονίας από τη σκοπιά μια σύγχρονης επαναστατικής στρατηγικής, την πραγματική οικοδόμηση όρων για έναν παρατεταμένο λαϊκό πόλεμο. Τα «υλικά» για μια τέτοια Αριστερά βρίσκονται στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, σε κομμάτια που αποστασιοποιήθηκαν από το ΣΥΡΙΖΑ όπως το Σχέδιο Β΄, σε ρεύματα που διαφοροποιούνται από το ΚΚΕ αλλά και σε ανθρώπους, σε άλλα ρεύματα της ριζοσπαστικής αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, στο αγωνιστικό δυναμικό που βγήκε στο προσκήνιο μέσα από τους αγώνες και αναζητά και μια πολιτική διέξοδο. Δεν ξεχνούμε επίσης ότι αγωνιστές που στην πραγματικότητα αγωνιούν για τον «άλλο δρόμο» βρίσκονται και μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ και μέσα στο ΚΚΕ αλλά και μέσα σε άλλα ρεύματα όπως το ΕΠΑΜ. Με αυτή την έννοια η διαμόρφωση της Αριστεράς του άλλου δρόμουαπαιτεί στρατηγικά μια διαδικασία μετωπικής συμπόρευσης. Για μας η μετωπική συμπόρευση δεν είναι μια αμυντική κίνηση για να αντισταθούμε στην πίεση από το ΣΥΡΙΖΑ. Είναι μια επιθετική και στρατηγική προσπάθεια για να μπορέσουμε να διαμορφώσουμε όρους για μια Αριστερά που μέσα στη συγκυρία της κοινωνικής και πολιτικής κρίσης και των μεγάλων αγώνων να συμβάλει αποφασιστικά ώστε να μην χαθεί η ευκαιρία που έχει ανοίξει.
52. Στη συγκυρία στην οποία συζητάμε η πάλη αυτή παίρνει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Σημαίνει την επιμονή να υπάρξουν πολιτικοί, προγραμματικοί, κινηματικοί, ιδεολογικοί όροι ώστε μέσα στη συγκυρία των αντιφάσεων που γεννά η προσέγγιση του ΣΥΡΙΖΑ στο ερώτημα της εξουσίας να υπάρχει ένας πόλος που να επιμένει και να δοκιμάζει τη δυνατότητα μιας εναλλακτικής κατεύθυνσης. Ξέρουμε καλά ότι αντικειμενικά θα δεχτούμε πίεση. Κατανοούμε τις προσδοκίες των αγωνιστών και των ρευμάτων που στρέφονται προς το ΣΥΡΙΖΑ αλλά δεν μπορούμε να ακυρώσουμε την αυτοτέλεια του άλλου δρόμου και της αριστερής ριζοσπαστικής εναλλακτικής στην οποία θέλουμε να συμβάλουμε. Γιατί ξέρουμε καλά πώς όταν οξυνθούν οι αντιφάσεις και τα αδιέξοδα γίνουν ολοφάνερα θα πρέπει να υπάρχει ένας άλλος πόλος της Αριστεράς, με μάχιμη γραμμή, με προγραμματικό βάθος, με κοινωνική γείωση.
53. Η διαμόρφωση αυτού του πόλου είναι για εμάς η μεγαλύτερη ευθύνη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.Κάνοντας έμπρακτη αυτοκριτική και για τα δικά της λάθη, τις ανεπάρκειες, την προγραμματική φτώχεια και το σεχταρισμό. Και παίρνοντας όλες τις πρωτοβουλίες για να μπορέσουν να υπάρξουν βήματα προς τη συμπόρευση και την ανασύνθεση της Αριστεράς του άλλου δρόμου. Με αυτή την έννοια για εμάς είναι κομβικό αυτή τη στιγμή να υπάρξει αλλαγή ρότας μέσα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ
- με επιμονή σε μια ενιαιομετωπική κατεύθυνση και πρακτική μέσα στο μαζικό χώρο
- με ενωτικές πρωτοβουλίες σε κρίσιμα μέτωπα όπως είναι αυτό της διαγραφής του χρέους
- με πρωτοβουλίες για τη μετωπική συμπόρευση, άνοιγμα του διαλόγου, προετοιμασία όρων για κοινή εκλογική παρουσία
- με άνοιγμα της προγραμματικής συζήτησης και της συζήτησης για το ερώτημα της εξουσίας και της διακυβέρνησης έξω και πέρα από αμυντικούς δογματισμούς και σχηματικότητες που υπονομεύουν τη δυνατότητα να κάνουμε όντως επαναστατική πολιτική.
Η Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ μπορεί να είναι συμβολή σε αυτή την κατεύθυνση. Από την άλλη, δεν έχει νόημα και μικρή πολιτική χρησιμότητα θα έχει μια συνδιάσκεψη ξεκαθαρίσματος λογαριασμών, απουσίας ουσιαστικής συζήτησης. […]
54. Την ίδια στιγμή, η Πρωτοβουλία για την Αριστερή Μετωπική Συμπόρευση, που συγκεντρώνει ένα δυναμικό που όντως ενδιαφέρεται για το ερώτημα της Αριστεράς του άλλου δρόμου, είναι επίσης ένα όχημα που μπορεί να συμβάλει σε αυτές τις προκλήσεις. Αρκεί, βέβαια, να ασχοληθεί με την συλλογική προγραμματική επεξεργασία, το συντονισμό τάσεων και αγωνιστών με διαφορετική προέλευση, την ανάληψη ενωτικών πολιτικών πρωτοβουλιών πάνω σε μεγάλα κοινωνικά και πολιτικά μέτωπα και να μην είναι απλώς μια μικρο-συσπείρωση δυνάμεων ή ένα μικρο-μέτωπο ή ένας «ενδιάμεσος χώρος».Με αυτούς τους όρους συμμετέχουμε ενεργά στην πρωτοβουλία αυτή.
[…]
56. Ούτως ή άλλως ως ΑΡΑΝ παραμένουμε στο πλαίσιο του στόχου της επαναστατικής ανανέωσης του κομμουνιστικού κινήματος, της ανασύνθεσης της Αριστεράς που θα επεξεργασεί σύγχρονη επαναστατική στρατηγική και θα αναμετρηθεί με το ερώτημα της εξουσίας και της ηγεμονίας. Ξέρουμε ότι μέρος του «υλικού» γι’ αυτή τη διεργασία βρίσκεται στις πολιτικές πρακτικές, τις κοινωνικές εκπροσωπήσεις, τις συλλογικές μορφές παρέμβασης του χώρου της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. Και αυτά τα στοιχεία δεν τα χαρίζουμε σε κανένα, αντίθετα πιστεύουμε ότι μόνο με μια γραμμή σαν τη δική μας μπορούν να αποκτήσουν ένα μάχιμο χαρακτήρα και να παίξουν το ρόλο που τους αναλογεί. Με βάση τα παραπάνω είναι ανάγκη ως ΑΡΑΝ να βγούμε επιθετικά για να απαντήσουμε στην κρίση και υποχώρηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και συνολικά της Αριστεράς του άλλου δρόμου:
- αναδεικνύοντας τα λάθη και τις ανεπάρκειες που μας έφεραν σε αυτή την κατάσταση
- προβάλλοντας την ανάγκη για μια μάχιμη παρέμβαση στα κοινωνικά και πολιτικά μέτωπα, με ενιαιομετωπική γραμμή μαζών
- επιμένοντας την ανάγκη για βάθεμα και εξειδίκευση του μεταβατικού προγράμματος και για αναμέτρηση με το ερώτημα της εξουσίας
- θέτοντας ως επιτακτική ανάγκη το να υπάρξει από τώρα πρωτοβουλία και δέσμευση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ για πολιτική και εκλογική συμπόρευση γύρω από το κατακτημένο κοινό πλαίσιο.
- κάνοντας σαφές πως μόνο μια τέτοια γραμμή μπορεί να μας κάνει να αντέξουμε την πίεση από το ΣΥΡΙΖΑ, να σταματήσει την πολιτική αιμορραγία του χώρου μας, να μας κάνει να έχουμε ουσιαστική συμβολή στα κοινωνικά και πολιτικά μέτωπα, να βοηθήσει ότι και τώρα αλλά και την επόμενη μέρα των εκλογών θα υπάρχει ένα μαχητικός αυτοτελής πόλος στα Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, με στοιχεία γραμμής μαζών και σύγχρονης κομμουνιστικής και εργατικής ηγεμονίας.
57. Και με αυτή την έννοια πρέπει να ξεκαθαρίσουμε και τη στάση μας απέναντι στην κυβερνητική πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ. Όπως τονίζαμε και το καλοκαίρι:
«Απέναντι στην προοπτική κυβέρνησης με τη συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ η θέση μας είναι η ακόλουθη
- Η κυβέρνηση που προτείνει σήμερα η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ είναι μια κυβέρνηση επαναδιαπραγμάτευσης της λιτότητας, αποδοχής των εκβιασμών της Τρόικας, αναζήτησης συμβιβασμών με την ΕΕ, το ΔΝΤ και τις δυνάμεις του κεφαλαίου. Ως τέτοια έχει τον κίνδυνο να διαψεύσει την ελπίδα του λαού, να καταρρεύσει υπό το βάρος των δικών της αντιφάσεων και να ανοίξει το δρόμο για ακόμη πιο αντιδραστική ανασύνθεση του πολιτικού συστήματος
- Εκτιμούμε ακόμη ότι σήμερα μια πραγματικά αριστερή κυβέρνηση θα μπορούσε να αποτελέσει τμήμα μιας φιλολαϊκής διεξόδου, μόνο εάν δοκίμαζε να υλοποιήσει, σε σύγκρουση με την ΕΕ και το κεφάλαιο, τις βασικές πλευρές του αναγκαίου μεταβατικού προγράμματος (άμεση έξοδος από ευρώ, ρήξη - αποδέσμευση από ΕΕ, παύση πληρωμών, εθνικοποιήσεις, γενναία αναδιανομή εισοδήματος κ.λπ.), εάν στηριζόταν σε ένα ισχυρό κίνημα «από τα κάτω» και εάν εντασσόταν σε μια σύγχρονη επαναστατική και σοσιαλιστική προοπτική.
-Για εμάς οποιαδήποτε συζήτηση για «κριτική στήριξη» ή ανοχή σε κυβέρνηση εξαρτάται από το εάν και κατά πόσο ικανοποιείται η συνθήκη που περιγράψαμε. Διαφορετικά δεν μένει άλλος δρόμος από αυτόν μιας αναγκαίας εργατικής και αριστερής αντιπολίτευσης, που θα οργανώνει το λαό και το κίνημα, θα πιέζει διαρκώς για να υπάρξουν πραγματικά φιλολαϊκά μέτρα, ορθώνοντας ταυτόχρονα αγωνιστικό τείχος απέναντι σε κάθε υπαναχώρηση, παλινωδία ή προώθηση αναδιαρθρώσεων, θα ζυμώνει και θα προπαγανδίσει το μεταβατικό πρόγραμμα ως την απάντηση στα αδιέξοδα της διαπραγμάτευσης με την Τρόικα και τις δυνάμεις του κεφαλαίου, παλεύοντας για την αλλαγή συσχετισμών μέσα στο κίνημα και την Αριστερά.»
58. Με βάση τα παραπάνω εμείς αντιμετωπίζουμε και το ενδεχόμενο των εκλογών.Για εμάς η μάχη των εκλογών είναι μια πολιτική μάχη μόνο στο βαθμό που την δούμε ως παρέμβαση στις προκλήσεις που περιγράψαμε πιο πάνω. Εμείς ποτέ δεν είχαμε, ούτε και σκοπεύουμε να αποκτήσουμε, την αντίληψη ότι είναι αυτοσκοπός η συμμετοχή στις εκλογές για την αντικαπιταλιστική Αριστερά. Έχει νόημα η συμμετοχή όταν μπορεί πραγματικά να εκπροσωπήσει κοινωνικές και πολιτικές δυναμικές ή/και όταν αποτελεί η συμμετοχή στις εκλογές μια πραγματική πολιτική παρέμβαση που θα αποτελέσει επένδυση στις σχέσεις με ευρύτερα κοινωνικά κομμάτια και στη διαμόρφωση απόψεων και νοοτροπιών. Με αυτή την έννοια εμείς λέμε ότι έχει νόημα η κάθοδος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στις εκλογές, ιδίως εάν είναι πρόωρες και με δεδομένη την πολύ πραγματική εκλογική πίεση που θα δεχτούμε από το ΣΥΡΙΖΑ, μόνο εάν
- υπάρξει κατεύθυνση εκλογικής μετωπικής συμπόρευσης
- δοθεί έμφαση στην προβολή του προγράμματος και των βασικών κατευθύνσεων που ορίζουν σήμερα τη δυνατότητα του «άλλου δρόμου»
- αποφεύγει ανιστόρητες και αυτοϋπονομευτικές γραμμές του τύπου «ποτέ καμιά αριστερή κυβέρνηση»
- επιλεγεί μια γραμμή απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ που να αναδεικνύει τα όρια και τα αδιέξοδα της κυρίαρχης γραμμής του, χωρίς ταυτόχρονα να προσβάλει τις προσδοκίες των αγωνιστών θα στραφούν προς τα εκεί.
[…]
Γ. Για την πορεία προς τη συνδιάσκεψη
61. Όπως αποφασίσαμε και στην ολομέλεια του καλοκαιριού, η πραγματοποίηση της Ε΄ Συνδιάσκεψης της ΑΡΑΝ έχει αποκτήσει καθοριστική σημασία. Όχι μόνο για να μπορέσουμε να κάνουμε μια τομή στην προγραμματική μας επεξεργασία και να εξοπλιστούμε για τις μάχες που έχουμε να δώσουμε μπροστά μας, αλλά και για μπορέσουμε να έχουμε μια τομή στην πολιτικοποίησή μας. Γιατί πρέπει να παραδεχτούμε με πνεύμα αυτοκριτικό και με ευθύνη πρώτα και κύρια των καθοδηγητικών οργάνων ότι έχουμε μεγάλα ελλείμματα και στην πολιτικοποίησή μας και στη συντροφικότητά μας, ελλείμματα που αποτελούν και την αφετηρία πολλών προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε και στην προς τα έξω παρέμβασή μας και στην εσωτερική μας ζωή. Η ΑΡΑΝ σήμερα χρειάζεται ένα σοκ πολιτικοποίησης και συντροφικής δημοκρατίας, χωρίς άλλο προαπαιτούμενο από την ειλικρινή και συντροφική δέσμευση στη κοινή διαδικασία και συζήτηση. Χρειάζεται να κάνουμε πράξη, αυτοκριτικά και δημιουργικά αυτό που είπαμε στην ολομέλεια του καλοκαιριού:
«Όλα αυτά απαιτούν και τομές και στο εσωτερικό μας, με νέα οργανωτική διάταξη, νέα φυσιογνωμία και πολύ ουσιαστικό τρόπο πολιτικοποίησης και οργάνωσης της εσωτερικής συζήτησης. Όλα αυτά απαιτούν και τη διαπίστωση ότι χρειαζόμαστε μια τομή και στον τρόπο που εμείς σκεπτόμαστε και παρεμβαίνουμε Ένας τρόπος συγκρότησης παρέμβασης και οργάνωσης έφτασε στα όρια του. Η ΑΡΑΝ του 2014 δεν μπορεί να είναι ούτε η ΑΡΑΝ του 2005 ούτε η ΑΡΑΝ του 2010.Σε αυτό το επίπεδο θα πρέπει να δούμε και τα προχωρήματα που έχουμε κάνει αλλά και τις πραγματικές καθυστερήσεις. Αντίστοιχα, δεν έχουμε μπορέσει να αναμετρηθούμε με την πρόκληση που φέρνει η ίδια η αλλαγή των κοινωνικών όρων μέσα στους οποίους δρούμε, σε μια περίοδο κοινωνικής καταστροφής. Το γεγονός της ανεργίας, οι αρνητικές ανατροπές στον ιδιωτικό τομέα, η ανασφάλεια, σημαίνει ότι μεγάλο μέρος των στελεχών μας με προέλευση από το κίνημα της νεολαίας δεν μπορούν να βρεθούν σε οργανωμένες συνδικαλιστικές πρακτικές, κάτι που ούτως ή άλλως ισχύει για μεγάλο μέρος των λαϊκών στρωμάτων. Δεν μπορούμε πια να ταυτίζουμε τη φιγούρα του αγωνιστή με την φιγούρα του συνδικαλιστή. Χρειαζόμαστε και άλλες αγωνιστικές φιγούρες, νέες μορφές στράτευσης που αφορούν την ανεργία, την περιπλάνηση, την τοπική αντίσταση αλλά και τη συνεισφορά στο δημόσιο διάλογο. Χρειαζόμαστε, επιπλέον νέες μορφές δυνητικά οργανικών διανοουμένων και μια άλλη παρουσία μέσα στη δημόσια σφαίρα με πολύ περισσότερη και συχνότερη αρθρογραφία Χρειαζόμαστε μια άλλης ποιότητας πειθαρχία και στράτευση μέσα στην οργάνωση καθώς ολοένα και περισσότερο κρίσιμες πλευρές της πολιτικής παρέμβασης δεν μπορούν να διαμεσολαβηθούν από μια οργάνωση κατά βάση αγωνιστών σε χώρους και απαιτούν μια νέα εκδοχή «μηχανισμού» με την έννοια του αναγκαίου καταμερισμού εργασίας που θα εξασφαλίζει ότι θα έχουμε ανά πάση στιγμή όλους τους ανθρώπους που χρειαζόμαστε για να λειτουργεί το περιοδικό, για να αποκτήσουμε μια ιστοσελίδα με συνεχή ενημέρωση και συνδυασμό άποψης και ενημέρωσης, για να τρέχουν οι Λέσχες και οι εκδηλώσεις, για να έχουμε έγκαιρα όλα τα υλικά, για να μπορούμε να έχουμε καλύτερη οργανωτική παρουσία σε κινητοποιήσεις. Χρειαζόμαστε μια άλλη εξειδίκευση μέσα στο εσωτερικό μας και έναν καταμερισμό εργασίας ώστε να μπορούμε να ξεφεύγουμε από έναν ερασιτεχνισμό και, αντίθετα, να αξιοποιούμε τον πλούτο της εμπειρίας και της γνώσης των συντρόφων μας σε όλα τα επίπεδα, με ειδικές ομάδες για την παρακολούθησε κρίσιμων πλευρών της πραγματικότητας και για την επεξεργασία ειδικών θεμάτων (οικονομικά, διεθνή, ζητήματα θεσμών κ.λπ.). Χρειαζόμαστε πολύ περισσότερες ομάδες που να μπορούν να χρεώνονται την παρακολούθηση συγκεκριμένων μετώπων και κινημάτων. Χρειαζόμαστε αξιοποίηση όλων των διαφορετικών γενιών της οργάνωσης αλλά και μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στις δυνατότητες που έχουν οι νεώτεροι σύντροφοι. Χρειαζόμαστε τέλος πανελλαδικό πολιτικό νεύρο γιατί μόνο του το γραφείο δεν επαρκεί. Πραγματικά πανελλαδικό ΚΣΟ που να είναι σε διαρκή συνεδρίαση και να μπορεί να αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της οργάνωσης, να χειρίζεται ζητήματα, να επιμερίζει επιτροπές και ευθύνες, να μπορεί να κάνει συναντήσεις πιο συχνά και έχοντας μια συνέχεια χωρίς το σημερινό πρόβλημα ενός ορισμένου αμορφισμού που φέρνει η διατήρηση μιας σε μεγάλο βαθμό ομοσπονδιακής μορφής. Μια τέτοια τοποθέτηση, σε συνδυασμό με πραγματικές τομές στην κοινωνική γείωση και στην κοινωνική παρέμβαση και μια πραγματικά ζωντανή και μορφωτική εσωκομματική ζωή διαμορφώνει μια πολιτική και ιδεολογική ραχοκοκαλιά πάνω στην οποία πρέπει να οικοδομήσουμε αφενός την ΑΡΑΝ αφετέρου την στρατηγική και τακτική για την Αριστερά. Με όσο πιο μεγάλη σαφήνεια μπορούμε να κάνουμε αυτή την επεξεργασία και να την εκλαϊκεύσουμε τόσο πιο συνεκτική θα είναι η δική μας κατεύθυνση.»
62. Σε αυτή τη βάση εμείς θέλουμε μια συνδιάσκεψη που να μπορεί να είναι πραγματική τομή και στη δική μας συζήτηση και στο γενικότερο διάλογο της Αριστεράς. Σε αυτό το πλαίσιο:
- Εκλέγουμε επιτροπή Θέσεων στη βάση της πρότασης του γραφείου αλλά και με συμμετοχή όποιου άλλου σ. κρίνει το ΚΣΟ, το οποίο θα έχει την ευθύνη συγγραφής των θέσεων.
- Το πρώτο ντοκουμέντο που θα αφορά τη συνολική μας τοποθέτηση για την κατάσταση, την περίοδο, την προγραμματική μας κατεύθυνση θα πρέπει να έχει κατατεθεί στα όργανα μέσα στον Οκτώβρη ώστε μέχρι το τέλος του Νοέμβρη να έχει ολοκληρωθεί η συζήτηση και έγκριση του από το ΚΣΟ. Το προσχέδιο θα πρέπει να συζητηθεί και στους πυρήνες σε πρώτη φάση ώστε η έγκριση από το ΚΣΟ να αντανακλά τη συζήτηση στη οργάνωση.
- Εάν έχουμε ψηφισμένο από το ΚΣΟ κείμενο Θέσεων/προγραμματικό ντοκουμέντο μέχρι τα μέσα Νοέμβρη, αυτό μας αφήνει ένα περιθώριο για ουσιαστική συζήτηση και για ολοκλήρωση της συζήτησης μέχρι τη Συνδιάσκεψη που θα πρέπει να γίνει μέχρι το Φλεβάρη
- Οι περίπου 3 μήνες από την έκδοση των Θέσεων μέχρι τη Συνδιάσκεψη επιτρέπουν την ουσιαστική συζήτηση μέσα στους πυρήνες, τη συζήτηση με αγωνιστές εκτός ΑΡΑΝ, το άνοιγμα μεγάλης ανοιχτής συζήτησης συνολικά στην Αριστερά, την πραγματοποίηση και γραπτού προσυνεδριακού διαλόγου.
- Σε αυτό το πλαίσιο από τα μέσα Νοέμβρη και μέχρι το Γενάρη θα διοργανώσουμε σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας ανοιχτές εκδηλώσεις της ΑΡΑΝ με θέμα τις θέσεις και την πολιτική μας πρόταση για την Αριστερά του άλλου δρόμου.
- Τμήμα της προετοιμασίας θα είναι και η διοργάνωση μεγάλου πολιτικοθεωρητικού διημέρου με διεθνείς συμμετοχές το Δεκέμβρη ακριβώς για να αναδείξουμε και το στρατηγικό βάθος της πρότασής μας αλλά και για να συμβάλουμε στο άνοιγμα μιας στρατηγικής συζήτησης που έχει μείνει πίσω συνολικά στην Αριστερά στον τόπο μας.
- Εκτός από το ντοκουμέντο των Θέσεων το γραφείο θα επεξεργαστεί και θα καταθέσει στο ΚΣΟ κείμενο πολιτικού και οργανωτικού απολογισμού και προτάσεων για την αλλαγή του οργανωτικού πλαισίου
- Παράλληλα πρέπει να υπάρξει ειδική επεξεργασία κειμένων Θέσεων πάνω στο λαϊκό κίνημα και τη γραμμή που χρειάζεται εκεί, που πρέπει να εγκριθούν από τομεακές ολομέλειες και να αποτελέσουν και αυτά κείμενα θέσεων προς τη Συνδιάσκεψη
- Τέλος με βάση και την εξέλιξη της πολιτικής συζήτησης θα διαμορφώσουμε έγκαιρα και θα προτείνουμε και το σχέδιο πολιτικής απόφασης ώστε και αυτό να συζητηθεί στους πυρήνες.
63. Ως προς τη θεματική του κειμένου Θέσεων θέλουμε τα ακόλουθα και προς αυτή την κατεύθυνση ήδη δουλεύουμε:
- κείμενο μεστό, συμπερασματικό, εύληπτο και κατανοητό, που να καλύπτει με τρόπο επαρκή το ερώτημα σε ποια εποχή ζούμε, την ειδική ελληνική συγκυρία, τις απαιτήσεις που θέτει ως προς τη στρατηγική, το πρόγραμμά μας, την αντίληψή μας για τη σύγχρονη επαναστατική στρατηγική
- τα κείμενα επεξεργασιών της επιτροπής θέσεων θα πρέπει να αξιοποιηθούν στον προσυνδιασκεψιακό διάλογο
- οι επεξεργασίες για το λαϊκό κίνημα πρέπει να προσπαθούν να συμπεριλάβουν το χώνεμα της εμπειρίας των προηγούμενων ετών αλλά και το βάθεμα της επεξεργασίας του μεταβατικού προγράμματος.
- ο απολογισμός πρέπει να είναι συνολικός και πραγματικά να βλέπει όλη την πορεία μας από το 2010 και μετά, με τρόπο ειλικρινή και αυτοκριτικό.
64. Παρότι είναι προφανές πως η Συνδιάσκεψη θα συζητήσει και ζητήματα τακτικής της ΑΡΑΝ, εντούτοις είναι σαφές ότι δεν μπορούμε να κάνουμε μια συνδιάσκεψη αφιερωμένη σε ζητήματα τακτικής. Θέλουμε συνδιάσκεψη που να μας δώσει πολιτικά καύσιμα για τα επόμενα χρόνια και για προκλήσεις που θα είναι πρωτόγνωρες. Θέλουμε συνδιάσκεψη με βάθος συζήτησης που να μπορέσει να μας εξοπλίσει. Θέλουμε πραγματικά μια συνδιάσκεψη που θα βγάλει μια νέα ΑΡΑΝ, πολύ πιο συντροφική, πολύ πιο πολιτική, πολύ πιο δημοκρατική.
Σε τελική ανάλυση, είναι σαφές ότι στο σημερινό τοπίο της άλλης Αριστεράς χρειαζόμαστε περισσότερο παρά ποτέ συμβολές στο ερώτημα πώς μπορούμε να ορίσουμε σήμερα μια στρατηγική επαναστατικής ανανέωσης της κομμουνιστικής στρατηγικής με βάση τις νέες προκλήσεις που θέτει η νέα εποχή, των εξεγέρσεων αλλά και των τεράτων. Από το πώς απαντάμε σε αυτές τις προκλήσεις θα κριθούμε όλες και όλοι.
Αθήνα 27 Σεπτέμβρη 2014
Το ΚΣΟ της Αριστερής Ανασύνθεσης
ΔΙΑΒΑΣΤΕ