Το γενικό πλαίσιο
Οι πρόσφατες εξελίξεις στην ΕΡΤ δεν ήταν παρά αποτέλεσμα της όξυνσης της συνολικής κρίσης που διέπει τον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό από το 2010. Η ρητορεία του greek success story γρήγορα έφτασε στα όριά της επιβεβαιώνοντας αυτό που λέει ο λαός μας πως «το ψέμα έχει κοντά ποδάρια». Σε αντίθεση με τις θριαμβολογίες των κυβερνητικών κέντρων και των υποτακτικών τους στα ΜΜΕ, η ελληνική οικονομία μόνο σε φάση ανάκαμψης δε βρίσκεται. Η ανεργία από 22,6% στο πρώτο τρίμηνο του 2012 έφτασε στο 27,4% στο αντίστοιχο πρώτο τρίμηνο του 2013, το ΑΕΠ έχει υποστεί μείωση κατά 5,6% στο πρώτο τρίμηνο του 2013. Πρόκειται έτσι για τη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τη μεγαλύτερη μείωση του ΑΕΠ και των μισθών, σε ποσοστά διπλάσια από αυτήν που την ακολουθεί, δηλαδή την Πορτογαλία. Σε ό,τι αφορά δε τους ρυθμούς μεταβολής του ΑΕΠ σε παγκόσμια κλίμακα, για το έτος 2011, η χώρα μας βρισκόταν στη θέση 214 (με μείωση του ΑΕΠ κατά 6,9%), δηλαδή μπροστά μόνον από την Ανγκουίλα (μείωση κατά 8,5%) και την Υεμένη (μείωση κατά 10,5%). [1] Μεγάλο ρόλο στη γενική εικόνα παίζει και η πτώση των δημοσίων εσόδων: Ο Φόρος Εισοδήματος Νομικών Προσώπων στο πεντάμηνο Ιανουαρίου–Μαΐου 2013 υστέρησε κατά 71,5%, οι άμεσοι φόροι κατά 10,6%, ο Φ.Π.Α. κατά 245 εκατ. ευρώ, ο Ε.Φ.Κ. ενεργειακών προϊόντων κατά 86 εκατ. ευρώ, τα λοιπά μη φορολογικά έσοδα κατά 139 εκατ. ευρώ, οι έμμεσοι φόροι κατανάλωσης (π.χ. καπνού), κατά 30 εκατ. ευρώ. Σε όλα αυτά θα πρέπει να προστεθεί και η αποτυχία της ιδιωτικοποίησης όχι μόνο της ΔΕΠΑ αλλά ακόμα και του ΟΠΑΠ. Αν όλα αυτά συνεχιστούν, που η γενική τάση αυτό προοιωνίζει, η φετινή τρύπα στα έσοδα θα φτάσει τα 10 δισ. και φυσικά θα χρειαστούν καινούρια μέτρα.
Κατά συνέπεια βουλιάζει όλη η εναλλακτική αφήγηση που είχαν εκπονήσει τα αστικά επιτελεία η οποία συμπυκνωνόταν στην κατεύθυνση πως θα υπάρξει μια βραχυμεσοπρόθεσμη σταθεροποίηση της λιτότητας και στη συνέχεια η οικονομία, απαλλαγμένη από τα βάρη του παρελθόντος, θα ακολουθούσε μια σταθερή αναπτυξιακή πορεία. Θα πραγματοποιούνταν δηλαδή μια εξυγίανση που θα έβαζε την ελληνική οικονομία σε νέα και συμπαγή θεμέλια. Με αυτό τον τρόπο θα κυριαρχούσε μια αντίληψη πως κάποια στιγμή τα πράγματα θα βελτιωθούν, μια αντίληψη που πάνω στην οποία θα μπορούσε να οικοδομηθεί μια νέα κοινωνική συναίνεση.
Σε πλήρη αντίθεση με όλα αυτά, τα στοιχεία που παραθέσαμε φανέρωσαν το σαθρό της κυβερνητικής επιχειρηματολογίας και έκαναν ορατό το ενδεχόμενο η ανάδειξη αυτών των αντιφάσεων να λειτουργούσε ενισχυτικά στην ανάπτυξη των κοινωνικών αντιστάσεων. Η κυβέρνηση το γνώριζε αυτό και καταλάβαινε πως ο πολιτικός της χρόνος έφθινε ώστε πολύ σύντομα θα ήταν αντιμέτωπη με τη διαχείριση της επιδείνωσης των οικονομικών δεικτών.
Έτσι, η ανάγκη ανταπόκρισης στις απαιτήσεις της Τρόικας σε συνδυασμό με την πεποίθηση πως μόνο με μια κατεύθυνση «νόμου και τάξης» θα μπορούσαν να περάσουν οι αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις για όλο το δημόσιο τομέα (κλείσιμο οργανισμών, νοσοκομείων και σχολείων, ιδιωτικοποίηση ΔΕΚΟ) οδήγησαν την κυβέρνηση στην απόφαση για την ΕΡΤ, μια απόφαση που είχε τρεις διαστάσεις: α) την απόδειξη της αποφασιστικότητας του κυβερνητικού κέντρου να προχωρήσει χωρίς να λογαριάζει τις συνέπειες, β) την εστίαση σε έναν φορέα η λειτουργία του οποίου είχε γίνει αντικείμενο σφοδρής κριτικής στο πρόσφατο παρελθόν, γ) την έναρξη μαζικών απολύσεων στο δημόσιο τομέα.
Ωστόσο αυτό που δεν υπολόγισε η κυβέρνηση ήταν πως κάθε μία από αυτές τις παραμέτρους θα δημιουργούσε αντίστοιχες αντιδράσεις: το κλείσιμο μιας τόσο μεγάλης ΔΕΚΟ θύμισε σε μεγάλο τμήμα της κοινής γνώμης πως η μνημονιακή πολιτική ήταν πάντα παρούσα και νέα δεινά θα έπεφταν στις πλάτες του λαού. αν σε μια μέρα έκλεινε μια ιστορική επιχείρηση με 2700 υπαλλήλους, αντίστοιχη μεταχείριση θα υπήρχε και για άλλους φορείς και οργανισμούς. Ταυτόχρονα η ενέργεια αυτή ανέδειξε το εύρος του κρατικού αυταρχισμού, ανέσυρε μνήμες από το ιστορικό παρελθόν της συλλογικής συνείδησης, έκανε σαφές πως η αέναη λιτότητα πάει χέρι χέρι με τον κρατικό αυταρχισμό.
Το αποτέλεσμα ήταν να εκτυλιχθεί όλο αυτό το πρωτοφανές κίνημα υποστήριξης και η κυβέρνηση να βρεθεί σε πολύ δυσχερή θέση. Έτσι αντί να σφυρηλατηθούν στοιχεία κοινωνικής συναίνεσης γύρω από το greek success story έγινε το ακριβώς αντίθετο: βάθυνε η κρίση ηγεμονικής στρατηγικής. Έγινε σαφές πως τα πράγματα θα συνεχίσουν να χειροτερεύουν για το λαό με το πέρασμα του χρόνου.
Η διάταξη των πολιτικών δυνάμεων
Στην περίπτωση της Δημοκρατικής Αριστεράς ήταν τα ζητήματα της δημοκρατίας και των απολύσεων που την οδήγησαν εκτός του κυβερνητικού σχήματος. Δεδομένου του γεγονότος της έμφασης που έδινε η ευρωκομμουνιστική αριστερά από την αρχή της συγκρότησής της στα θέματα της δημοκρατικής λειτουργίας αλλά και τη σύνδεση πολλών στελεχών της με τις κορυφές της γραφειοκρατίας της δημόσιας διοίκησης, το κόμμα αυτό βρέθηκε αντιμέτωπο με ένα υλικό όριο το οποίο δεν ήταν εύκολο να υπερβεί. Σε αυτό θα πρέπει να προστεθεί και η δυναμική της πολιτικής της επιβίωσης απέναντι στην προοπτική επιβολής και νέων δημοσιονομικών μέτρων.
Αντίθετα το ΠΑΣΟΚ επέλεξε να συνεχίσει να λειτουργεί ως κόμμα του κράτους πλήρως ευθυγραμμιζόμενο με τα κελεύσματα της ελληνικής αστικής τάξης και των ιμπεριαλιστικών κέντρων ευελπιστώντας πως η πλήρης συμμετοχή του στα κυβερνητικά πόστα, σε συνδυασμό με μια πιθανή (;) ανάταξη της οικονομίας σε δεύτερο χρόνο μπορεί να λειτουργήσουν ανασχετικά στη καθοδική του πορεία. Για την επίτευξη αυτού του στόχου η ηγεσία του κόμματος πιστεύει πως θα έχει και σημαντική βοήθεια από τα ΜΜΕ, που ήδη άρχισαν να θέτουν στο επίκεντρο της κριτικής τους την ΔΗΜΑΡ.
Από την πλευρά της η ΝΔ θα συνεχίσει τη φυγή προς τα εμπρός με ολοένα και μεγαλύτερη σκλήρυνση του αυταρχισμού και υλοποίηση των αντιδραστικών μέτρων ελπίζοντας αφενός πως κάποια στιγμή θα εμφανιστούν ορισμένα θετικά αποτελέσματα και αφετέρου πως η επίδειξη πυγμής θα περιορίσει τις κοινωνικές αντιδράσεις αυξάνοντας την εμβέλεια της στο ακροατήριο της Χρυσής Αυγής.
Σε ό,τι αφορά την κοινοβουλευτική Αριστερά (ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ) παρά το γεγονός της αναμφισβήτητης συμπαράστασής της στον αγώνα των εργαζομένων της ΕΡΤ η όλη της στάση έμεινε εκεί. Το ΚΚΕ ήταν αμήχανο από το γεγονός της χρήσης της μετάδοσης του σήματος της ΕΡΤ από τον 902 αλλά και από την συνεύρεση με την υπόλοιπη Αριστερά στο προαύλιο της ΕΡΤ. Έμοιαζε σαν όλη του η στάση να είναι μετέωρη με αποτέλεσμα στη συνέχεια να περιοριστεί η παρουσία του ενώ στην πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ για κοινή κινηματική δράση όλης της Αριστεράς απάντησε αρνητικά. Υπό άλλες συνθήκες θα χαιρέτιζε κανείς την –έστω και δειλή– ενωτική στάση, ως απαρχή μιας νέας πολιτικής συμπεριφοράς. Ωστόσο ο πολιτικός χρόνος τρέχει πάρα πολύ γρήγορα κι όλα αυτά είναι αναντίστοιχα των απαιτήσεων της πραγματικότητας. Από την άλλη ο ΣΥΡΙΖΑ ίσως να είναι η μόνη πολιτική δύναμη της χώρας που το κίνημα της ΕΡΤ θα την αφήσει ανεπηρέαστη. Ο σχεδιασμός για το συνέδριο μένει αναλλοίωτος και αυτό που θα συζητηθεί εκεί θα είναι η ύπαρξη ή όχι των συνιστωσών! Γνώμη μας: η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να σχεδιάσει κανενός είδους κινηματική πρακτική, έχει αποφασίσει να κινηθεί εντός της αντιπολιτευτικής λογικής του ώριμου φρούτου και όταν γίνει κυβέρνηση σκοπεύει να ακολουθήσει μια πολιτική ήπιας διαχείρισης της λιτότητας.
Τα πράγματα φυσικά θα μπορούσαν να είχαν εξελιχθεί διαφορετικά. Υπήρχε η πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ για κοινή δράση της Αριστεράς: αυτό θα μπορούσε να εξειδικευτεί στη συμφωνία γύρω από ένα κείμενο υποστήριξης της ΕΡΤ και καλέσματος σε γενική απεργία με σκοπό την πτώση της κυβέρνησης. Κάτι τέτοιο όμως θα σήμαινε προσπάθεια κήρυξης απεργίας σε κλάδους που οι συσχετισμοί το ευνοούσαν, συντονισμό των ΔΕΚΟ και των οργανισμών που απειλούνται να κλείσουν, συστηματικές παρεμβάσεις σε όλες τις γειτονιές της χώρας και ανάδειξη της σημασίας του ζητήματος της ΕΡΤ καθώς και πραγματοποίηση εκδηλώσεων γύρω από το θέμα αυτό. Αν δεν υιοθετήθηκαν τέτοιου είδους πρακτικές, είναι γιατί η κοινοβουλευτική αριστερά δεν εμφανίζεται διατεθειμένη να συμμετάσχει συντονισμένα και μεθοδικά σε μια διαδικασία κινηματικής πτώσης της κυβέρνησης. Κι αυτό γιατί το μεν ΚΚΕ δεν θέλει με κανένα τρόπο να τεθεί μπροστά στο ζήτημα της πολιτικής εξουσίας ο δε ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει τη σταδιακή φθορά της κυβέρνησης έτσι ώστε να μη χρειαστεί να κυβερνήσει κάτω από τη δυναμική ενός κινήματος που θα έχει ρίξει μια κυβέρνηση.
Τι καθήκοντα προκύπτουν από όλα αυτά;
Το βασικό συμπέρασμα είναι πως η κρίση πολιτικής ηγεμονίας είναι πάντα ενεργή. Αυτό φαίνεται και από τον πανικό όλων των κατεστημένων δυνάμεων απέναντι στο ενδεχόμενο εκλογών υπό την πίεση του λαϊκού παράγοντα, το συγχρονισμό των κατηγοριών των ΜΜΕ απέναντι στην «παρασιτική» ΕΡΤ, την απαράδεκτη στάση Παπούλια, (ο οποίος φυσικά και μπορούσε να αναπέμψει τη συγκεκριμένη πράξη νομοθετικού περιεχομένου), από τη φοβική αντίδραση της ΝΔ με τις ψευδείς διαρροές των «δηλώσεων» του προέδρου του ΣΤΕ, από την έκτακτη σύγκληση του τμήματος αναστολών του ΣΤΕ, αλλά, κι αυτό είναι το βασικότερο, από τη ραγδαία μεταστροφή του κλίματος σε αντικυβερνητική και αντιμνημονιακή κατεύθυνση. Το τελικό αποτέλεσμα θα είναι η πτώση της τρικομματικής κυβέρνησης, που αν υπήρχε η στοιχειώδης τήρηση των συνταγματικών θεσμών θα έπρεπε να ξεκινήσει διαδικασία εντολών σχηματισμού κυβέρνησης στους πολιτικούς αρχηγούς από τον Παπούλια, αλλά εδώ έχουν γίνει τόσο και τόσα.
Από εδώ και πέρα θα έχουμε μια δικομματική κυβέρνηση του παλιού δικομματισμού που θα πρέπει να επισπεύσει την εφαρμογή των μέτρων που προβλέπει το δεύτερο μνημόνιο. Γνωρίζοντας πως το greek success story δε λειτουργεί, πως η λαϊκή αγανάκτηση θα κορυφώνεται και πως η οικονομία βαδίζει επί ξηρού ακμής η νέα κυβέρνηση δε θα έχει άλλη λύση παρά συνεχείς φυγές προς τα εμπρός, ελπίζοντας πως σε σύντομο χρονικό διάστημα είτε θα υπάρξει κούρεμα του χρέους είτε κάποια ανάκαμψη. Ωστόσο ούτε το ένα είναι εύκολο ούτε το άλλο. Κι αυτό γιατί το πρώτο κούρεμα το πλήρωσαν οι ελληνικές και οι κυπριακές τράπεζες, οι ιδιώτες ομολογιούχοι και οι δημόσιοι φορείς που είχαν στην κατοχή τους ομόλογα του ελληνικού δημοσίου. Τώρα θα πρέπει να πληρώσουν και οι ξένες τράπεζες ή/και οι ξένες κυβερνήσεις. Αυτό δεν μπορεί να γίνει εύκολα αποδεκτό ούτε διαχειρίσιμο, αλλά και αν ακόμα γίνει, τότε οι ρήτρες που θα απαιτηθούν από τις ξένες κυβερνήσεις θα κάνουν τα δύο προηγούμενα μνημόνια να μοιάζουν με φιλολαϊκούς παραδείσους!
Κατά συνέπεια η νέα κυβέρνηση έχει να βαδίσει πάνω σε ένα κακοτράχαλο έδαφος που κρύβει διαρκώς παγίδες/αντιφάσεις οι οποίες το πιο πιθανό είναι πως θα οδηγήσουν σε νέα κυβερνητική κρίση. Σε αντίθεση με απόψεις που υπήρχαν εντός της ριζοσπαστικής αριστεράς και που θεωρούσαν πως είχε παγιωθεί μια σταθερότητα στην ηγεμονία του κεφαλαίου, κατά συνέπεια η προτεραιότητα θα έπρεπε να δοθεί στην οικοδόμηση του επαναστατικού φορέα (όποια μορφή κι αν είχε αυτός) αλλά και σε αντιλήψεις που υποστήριζαν ότι υπάρχει διαρκής άνοδος των λαϊκών κινητοποιήσεων η εξέλιξη της ταξική πάλης δείχνει πως ο λαϊκός παρατεταμένος πόλεμος [2]συνεχίζεται με ανισόμετρο μεν τρόπο αλλά πάντα εντός ενός πλαισίου όπου τόσο η οικονομική όσο και η πολιτική κρίση είναι ενεργές.
Το επόμενο ζήτημα αφορά τον τρόπο με τον οποίο θα παρέμβει και οξύνει αυτή την κρίση μια ριζοσπαστική κομμουνιστική Αριστερά. Φυσικά υπάρχει και η υπόλοιπη Αριστερά (ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ) αλλά η μέχρι τώρα στάση τους δείχνει πως δεν σκοπεύουν να παρέμβουν ενεργά στην όλη κατάσταση. Άρα πέφτει ένα μεγάλο βάρος στην επαναστατική και ριζοσπαστική αριστερά δεδομένου δε πως δεν υπάρχει και άφθονος χρόνος. Τα σημάδια της οικονομικής κρίσης σύντομα θα ξαναβγούν στην επιφάνεια και η πολιτική κρίση θα οξυνθεί ακόμα περισσότερο. Ε, τότε καλό είναι να μην ειπωθεί ξανά πως αιφνιδιαστήκαμε...
Με αυτή την έννοια θα πρέπει να υπάρξει πολύ συγκεκριμένος σχεδιασμός σε όλα τα επίπεδα. Αυτό σημαίνει πως το πιθανό ενδεχόμενο είναι μέσα στο καλοκαίρι να έχουμε μια σειρά από επιμέρους μέτωπα (κλεισίματα νοσοκομείων, ιδιωτικοποιήσεις ΔΕΚΟ, μειώσεις σε συντάξεις κ.α.) και καλό είναι να υπάρχει μια ιεράρχηση σχετικά με το πού υπάρχουν δυνάμεις και μπορεί να τραβηχτεί ένας παρατεταμένος αγώνας με τις αντίστοιχες συμμαχίες. Δεν πρέπει να αποκλείεται η περίπτωση, χωρίς να είναι και το πιο πιθανό σενάριο, κάποια από αυτές τις κινητοποιήσεις να λειτουργήσει ως καταλύτης συνολικοποιώντας την όλη σύγκρουση. Στην αντίθετη περίπτωση όλα δείχνουν πως, μέχρι το τέλος της χρονιάς, η κυβέρνηση θα αναγκαστεί να συνάψει νέο μνημόνιο και εκεί είναι που θα πρέπει να υπάρχει σαφής σχεδιασμός και για την υλοποίηση των κινηματικών αντιδράσεων αλλά και για την προπαγάνδιση μιας συγκεκριμένης πολιτικής κατεύθυνσης.
Σε ό,τι αφορά το κινηματικό θα πρέπει να έχουν συζητηθεί ποιες μορφές κινητοποιήσεων επιλέγονται. Μια πρόταση θα μπορούσε να είναι: αρχικά απεργίες σε συγκεκριμένους κλάδους (και σε ποιους), στη συνέχεια συντονισμός ομοσπονδιών και στο τέλος πανελλαδική πολιτική απεργία ενώ θα πρέπει να εξεταστούν και πιθανότητες να υπάρχουν κινητοποιήσεις σε πλατείες αλλά και σε γειτονιές ώστε να κινητοποιηθεί όσο το δυνατόν περισσότερος κόσμος.
Από εκεί και πέρα υπάρχει το πολιτικό πεδίο. Τα μεγαλύτερο πρόσκομμα που είχε μέχρι σήμερα να αντιμετωπίσει το λαϊκό κίνημα ήταν η απουσία εναλλακτικής αφήγησης για το πώς μπορούν τα πράγματα να πάνε αλλιώς. Και εδώ δεν μιλάμε για μια απλή επιλογή μεταξύ αντιπαρατιθέμενων πολιτικών προγραμμάτων, όπως λανθασμένα αναφέρεται από ορισμένες πλευρές, αλλά για τη συγκρότηση ενός ηγεμονικού πολιτικού σχεδίου στη βάση του οποίου θα συγκροτηθεί ένα ιστορικό μπλοκ το οποίο θα διεκδικήσει την πολιτική εξουσία. Κάτι τέτοιο θα πρέπει να περιλαμβάνει μια σειρά από πολύ ουσιαστικές πολιτικές παραμέτρους: α) τη συγκρότηση ενός μετωπικού πολιτικού φορέα που θα θέσει το ζήτημα της εξουσίας και το οποίο θα χαρακτηρίζεται από μια βαθιά συμφωνία σε σχέση με την ανάγκη εξόδου της χώρας από την ΕΕ και την ΟΝΕ, τη διαγραφή του χρέους, την κοινωνικοποίηση των μεγαλύτερων παραγωγικών κλάδων, την οργάνωση της οικονομίας με λαϊκό έλεγχο, τη ριζική αναδιανομή του εισοδήματος, την αποχώρηση από το ΝΑΤΟ, β) το σχεδιασμό μιας συνολικής πλατφόρμας κινηματικών πρακτικών που θα ξεπερνούν κατά πολύ τις κοινωνικές διαμαρτυρίες απέναντι σε πιθανό νέο μνημόνιο και θα εκτείνονται στη δημιουργία θεσμών λαϊκής εξουσίας, δικτύων κοινωνικής αλληλεγγύης ακόμα και δομών συλλογικής αντιπαράθεσης απέναντι στον εντεινόμενο κοινωνικό αυταρχισμό, γ) την ύπαρξη ενός πειστικού μεταβατικού προγράμματος που θα απαντά στα συγκεκριμένα ερωτήματα που απολύτως δικαιολογημένα θέτει ο κόσμος: πώς θα είναι η οργάνωση της οικονομίας με λαϊκό και εργατικό έλεγχο, τι θα γίνει με τις καταθέσεις, από πού θα προμηθευόμαστε φάρμακα, ποια η απάντηση στο ζήτημα της ενέργειας, τι θα γίνει με τα τρόφιμα, ποια θα είναι η εξωτερική πολιτική της χώρας κ.α. Για την εκπόνηση αυτού του προγράμματος θα πρέπει να λειτουργήσει ένα εργαστήρι στο οποίο να συμμετέχουν από κοινού άνθρωποι του πνεύματος και της εργασίας ενώ σημαντικό θα είναι να ληφθούν υπόψη και οι όχι λίγες προσπάθειες που έχουν ήδη εκπονηθεί, δ) την κατανόηση πως για να μπορέσει να υλοποιηθεί αυτό το μεταβατικό πρόγραμμα θα πρέπει να υπάρξει η διαδικασία εκείνη που θα αναλάβει να το πραγματοποιήσει στο πλαίσιο της έναρξης μιας επαναστατικής πορείας. Σε αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν όλες εκείνες οι δομές που θα λειτουργήσουν ενισχυτικά: αριστερή κυβέρνηση που θα καθοδηγήσει την πραγματοποίηση του μεταβατικού προγράμματος, λαϊκές μορφές εξουσίας που θα συμβάλουν στην απονέκρωση του σκληρού πυρήνα του αστικού κράτους, δομές λαϊκής αυτοργάνωσης που θα αντιπαρατεθούν στις προσπάθειες της άρχουσας τάξης και των ιμπεριαλιστικών κέντρων να αναχαιτίσουν την επαναστατική διαδικασία.
Εν κατακλείδι, το καλοκαίρι αυτό θα πρέπει να αποτελέσει μια περίοδο γενικής και εντατικής προετοιμασίας για μια σύγχρονη ριζοσπαστική κομμουνιστική Αριστερά, για όλες εκείνες τις δυνάμεις που πιστεύουν πως η υπάρχουσα οικονομική και πολιτική κρίση μπορεί να οδηγήσει σε μια ανατρεπτική διαδικασία εκτός ΟΝΕ, ΕΕ και σχέσεων κοινωνικής εκμετάλλευσης.
Θα τολμήσουμε;
Ο Σπύρος Σακελλαρόπουλος είναι μέλος της ΠΣΕ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ
[1] Θόδωρος Μαριόλης, “Η Άλγεβρα της ανάγκης” (2013), στο http://tometopo.gr/home/ideas/1523-h---.html
[2] Στάθης Κουβελάκης, “Πρώτος γύρος ή Χαμένη Άνοιξη;” (2010) στοhttp://radicaldesire.blogspot.gr/2010/09/blog-post_85.html
ΔΙΑΒΑΣΤΕ