...Από την άλλη, υπάρχει και το ίντερνετ. Κι έτσι, πολλοί μόνοι τους μπορούν να βρουν πολλούς άλλους μόνους τους σ’ όλο τον κόσμο. Από αυτό μπορεί να προκύψει συσσώρευση μοναξιάς και αντικατάστασή της από μια ψευτοφιλική κοινότητα. Μπορεί όμως και να προκύψει ένα ενδιαφέρον πάρε-δώσε εμπειριών, απόψεων και προσωπικών σχέσεων. Είναι θέμα χρήσης.
Λένος Χρηστίδης [1]
Η διάδοση των ψηφιακών μέσων κοινωνικής δικτύωσης στις χώρες του αναπτυσσόμενου και αναπτυγμένου κόσμου αποτελεί γεγονός εδώ και καιρό. Από τα πρώιμα blogs αρκετά υποβαθμισμένης αισθητικής και με έμφαση περισσότερο στην ευκολία ανάρτησης κειμένου έως την επικοινωνιακή τομή του Twitter δεν έχουν περάσει παρά λίγα χρόνια. Αυτό δείχνει τη δυναμική που αναπτύσσει η υπόθεση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης τόσο από άποψη αριθμού χρηστών και αναγνωστών όσο και από την άποψη μιας αγοράς αντίστοιχων υπηρεσιών. Η δυναμική αυτή, μιας και έχει να κάνει με διαπροσωπικές σχέσεις, διαμορφώνεται από τις εκάστοτε κοινωνικές συνθήκες και από τη μορφή που έχουν οι κοινωνικές σχέσεις, αλλά πολύ εύκολα επιδρά και σε αυτές και τις διαμορφώνει με τη σειρά της. Έχει αξία, για να κατανοήσουμε την ευρεία αποδοχή των μέσων αυτών, να αποκτήσουμε μια εικόνα της Θεωρίας Κοινωνικών Δικτύων που βρίσκεται στο φόντο της ανάπτυξης του Facebook και κατ’ επέκταση (και διά της αόρατης χειρός της αγοράς) όλων των σύγχρονων ψηφιακών πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης (π.χ. Twitter, Tumblr, Google+, Linkedin κ.λπ.).
Στοιχεία της Θεωρίας Κοινωνικών Δικτύων (Social Network Theory)
Στις μεταπολεμικές δεκαετίες, και ειδικότερα στις δεκαετίες του ’60 και του ’70, μια σειρά από ριζοσπαστικές θεωρήσεις εμφανίστηκαν στο χώρο της κοινωνιολογίας προσπαθώντας να αμφισβητήσουν τις παραδοσιακές αρχές του κλάδου αυτού. Τόσο από τα αριστερά όσο και από τα δεξιά έγιναν αντίστοιχες προσπάθειες που πολλές φορές τέμνονταν στην επιδίωξη να ενταχθούν εργαλεία από το χώρο των θετικών επιστημών στο χώρο της κοινωνιολογίας, και ειδικότερα να γενικευτεί η χρήση του πειράματος. Τα πειράματα στην κοινωνιολογία βέβαια δεν μπορούν να είναι καταστροφικά, όπως π.χ. τα χημικά πειράματα σε ένα πανεπιστημιακό εργαστήριο, γι’ αυτό και έπρεπε εξαρχής να καταφεύγουν σε μια λογική εξομοίωσης μιας κοινωνικής κατάστασης και σε στατιστική καταγραφή και μελέτη των αποτελεσμάτων. Χωρίς να εμβαθύνουμε, θα αναφερθούμε σε ένα πείραμα που άνοιξε την έρευνα στην περιοχή που μετέπειτα ονομάστηκε «Θεωρία Κοινωνικών Δικτύων» (Social Network Theory).
Στη δεκαετία του 1960, ο Στάνλεϊ Μίλγκραμ (Stanley Milgram) και η ομάδα του ξεκίνησαν, με αρχικό ποσό τα 680 δολάρια, να εκτελέσουν ένα πείραμα [2] βασισμένο στη διαίσθηση ότι «ζούμε σε έναν μικρό κόσμο». Επιδίωξη της ομάδας αυτής ήταν να δείξει ότι άνθρωποι άγνωστοι μεταξύ τους δεν απέχουν και τόσο πολύ τελικά, αλλά μέσω γνωστών των γνωστών τους βρίσκονται μόνο λίγα «βήματα» μακριά. Για να το δείξουν αυτό, επέλεξαν τυχαία 296 αποστολείς γραμμάτων από τους οποίους ζήτησαν να στείλουν ένα γράμμα σε κάποιον χρηματιστή στη Βοστώνη που οι αποστολείς δε γνώριζαν. Συγκεκριμένα, τους ζητήθηκε να στείλουν το γράμμα αυτό σε κάποιο γνωστό τους που θεωρούσαν πιθανό να βρίσκεται «πιο κοντά» στον χρηματιστή από τη Βοστώνη, με ρητές εντολές στον γνωστό τους να πράξει αναλόγως, σημειώνοντας παράλληλα από πόσα χέρια έχει περάσει το κάθε γράμμα. Το πείραμα αυτό κατέληξε σε ένα ενδιαφέρον αποτέλεσμα: Κανένα γράμμα δεν χρειάστηκε, για να φτάσει στον υποτιθέμενο χρηματιστή από τη Βοστώνη, πάνω από έξι «βήματα» ή αλλιώς πάνω από έξι αλλαγές χεριού.
Το φαινόμενο αυτό ονομάστηκε «φαινόμενο του μικρού κόσμου» (small world phenomenon) και αποτελεί κεντρική διαίσθηση πάνω στην οποία βασίζεται η ανάπτυξη των σύγχρονων ψηφιακών μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Επί της ουσίας, το φαινόμενο αυτό εγγυάται ότι πολύ σύντομα θα καταφέρεις να συνδεθείς με ανθρώπους που ξέρεις, και ότι ταυτόχρονα θα μπορείς με μόνο έξι «βήματα» κοινωνικής απόστασης να βρεις οποιονδήποτε στο εν λόγω δίκτυο. Αυτό είναι κάτι που δίνει τρομερή ισχύ και δυναμική σε μια εφαρμογή όπως το Facebook, το οποίο μπορεί να κοκορεύεται στους χρήστες του ότι είναι σε θέση να συνδέσει οποιαδήποτε άτομα έχουν λογαριασμό. Απλώς αφήνει τη δυναμική του κοινωνικού δικτύου να εξελιχθεί.
Για να γίνει πιο κατανοητή η ορολογία «δίκτυο» και «κοινωνικό δίκτυο» [3] θα αναφερθούμε εδώ σε κάποια στοιχεία δανεισμένα από τα μαθηματικά. Ένα δίκτυο αποτελείται από κόμβους (σημεία) και ακμές (γραμμές) που ενώνουν δύο κόμβους. Κάθε κόμβος και κάθε ακμή μπορεί να είναι σημαδεμένα με κάποια ταμπέλα που συνήθως έχει αριθμητικό περιεχόμενο ή πληροφορίες για το τι αναπαριστά ο κόμβος ή η ακμή. Όταν δύο κόμβοι σχετίζονται, τότε υπάρχει ακμή που τους ενώνει (έτσι δηλαδή αναπαρίσταται η σχέση), αλλιώς οι κόμβοι είναι μεταξύ τους απομονωμένοι. Με τον όρο «κοινωνικό δίκτυο» εννοούμε ένα δίκτυο στο οποίο οι κόμβοι είναι κοινωνικά υποκείμενα –π.χ. άτομα, επιχειρήσεις, ομάδες, οργανώσεις, θεσμοί– και οι ακμές αναπαριστούν τις μεταξύ τους σχέσεις. Θα μπορούσε, για παράδειγμα, να φτιαχτεί ένα κοινωνικό δίκτυο που να αναπαριστά την κατοχή μετοχικών πακέτων μεταξύ διαφορετικών εταιρειών (εξάλλου, αυτό δεν είναι τυχαίο παράδειγμα αλλά πείραμα με πολύ ενδιαφέροντα αποτελέσματα). [4]
Υπάρχουν κάποια άλλα δομικά και κοινωνικά θεωρήματα –αποτελέσματα που σχετίζονται με τη δομή την οποία εμφανίζουν τα κοινωνικά δίκτυα και τη συμπεριφορά των κοινωνικών υποκειμένων– τα οποία παίζουν επίσης κεντρικό ρόλο στην κατανόηση της μηχανικής των κοινωνικών δικτύων. Ένα πρώτο θεώρημα/αποτέλεσμα ονομάζεται «τριαδικό κλείσιμο» (triadic closure). Το θεώρημα αυτό λέει: «Αν δύο άτομα σε ένα κοινωνικό δίκτυο έχουν ένα φίλο από κοινού, τότε υπάρχει αυξημένη πιθανότητα να γίνουν φίλοι μεταξύ τους κάποια στιγμή στο μέλλον». [5]
Σε αυτό το θεώρημα, η φράση «να γίνουν φίλοι» είναι ορθότερο να κατανοηθεί ως «να αποκτήσουν κάποια σχέση», ούτως ώστε να ξεφύγουμε από την εύκολη καθημερινότητα των διαπροσωπικών φιλικών σχέσεων και να καταλάβουμε ότι αντίστοιχα συμπεράσματα ισχύουν και για άλλου τύπου κοινωνικές σχέσεις. Το επόμενο ενδιαφέρον αποτέλεσμα έχει να κάνει με αυτά που ονομάζονται «ισχυροί ή ασθενείς κοινωνικοί δεσμοί». Μπορούμε να χαρακτηρίσουμε τους κοινωνικούς δεσμούς (τις σχέσεις μεταξύ δύο υποκειμένων) ως ασθενείς ή ισχυρούς, σκεπτόμενοι ως εξής: «Αν αφαιρέσω την ακμή μεταξύ δύο κόμβων (τη σχέση μεταξύ δύο υποκειμένων), τότε αυτοί οι δύο κόμβοι μένουν πλήρως απομονωμένοι ή υπάρχει κάποια σύντομη διαδρομή, μέσω άλλων κόμβων, που να μπορώ να φτάσω από τον έναν στον άλλο;»
Τα παραπάνω δύο αποτελέσματα, τα οποία έχουν παίξει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της λογικής των ψηφιακών μέσων κοινωνικής δικτύωσης, είναι βασισμένα σε δομικά χαρακτηριστικά των δικτύων. Δηλαδή, τα αποτελέσματα αυτά έχουν να κάνουν μόνο με το ότι υπάρχουν κόμβοι που εμφανίζουν κάποια σχέση και όχι με το τι αναπαριστούν αυτοί οι κόμβοι ούτε με το ποιου τύπου είναι η κοινωνική σχέση μεταξύ τους.
Σε αυτό το σημείο θα παρουσιάσουμε και ένα σημαντικό αποτέλεσμα που βασίζεται σε κοινωνικά χαρακτηριστικά. Το αποτέλεσμα αυτό ονομάζεται «ομοφιλία» και σε γενικές γραμμές μάς λέει ότι άτομα με παρόμοια χαρακτηριστικά μοιάζει να ομαδοποιούνται σε μια μεριά του δικτύου, συνάπτοντας σχέσεις μεταξύ τους και μάλιστα ισχυρές. Για να μιλήσουμε με ορολογία κοινωνικών δικτύων, κόμβοι που παρουσιάζουν παρόμοιες αριθμητικές τιμές για κάποια ποσότητα εμφανίζονται να έχουν ακμές μεταξύ τους, να καταγράφουν τριαδικά κλεισίματα μεταξύ τους και να έχουν ισχυρούς δεσμούς (δηλαδή να είναι συνδεδεμένοι με όλους τους παρόμοιους κόμβους). Τα ευρήματα αυτά είναι επαληθευμένα και σήμερα χρησιμοποιούνται για να εξομοιώσουν φαινόμενα όπως η διάδοση μικροβίων σε πληθυσμούς (π.χ. μιας γρίπης σε ένα σχολείο) ή η δράση του οργανωμένου εγκλήματος στην κοινωνία.
Η θεωρία των κοινωνικών δικτύων έχει τα υπέρ και τα κατά οποιασδήποτε θεωρίας προσπαθεί να μοντελοποιήσει κοινωνικά φαινόμενα: Θυσιάζει τη λεπτομερή ανάλυση της πραγματικότητας και μοιάζει εξαιρετικά απλοποιητική για να κερδίσει σε προσαρμοστικότητα στην ερμηνεία διαφορετικών κοινωνικών φαινομένων και σε ευκολία στην αναπαράσταση. Ίσως θα αντιστοιχούσε να αντιμετωπιστεί ως ένα αδρό επίπεδο αφαίρεσης για διάφορες κοινωνικές καταστάσεις, με τη μεγάλη δυνατότητα όμως της οπτικοποίησης (μας επιτρέπει να δούμε τις κοινωνικές σχέσεις) και με κάποια δομικά εργαλεία και συμπεράσματα που μπορούν να μας βοηθήσουν να αναλύσουμε και να προβλέψουμε –με κάποια πιθανότητα– κοινωνικές συμπεριφορές. Έχει αρκετό ενδιαφέρον η επιμονή στις σχέσεις μεταξύ των ατόμων, και όχι στα άτομα τα ίδια, ως κυρίαρχες για τη συμπεριφορά όλου του δικτύου, που η συγκεκριμένη θεωρία προβάλλει. Άλλωστε, η ίδια η σύλληψη της συγκεκριμένης θεωρίας πηγάζει από την αντίληψη ότι ο άνθρωπος είναι ένα κοινωνικό ον, ότι ζει και δρα μέσα σε ένα πλούσιο φάσμα κοινωνικών δεσμών και μάλλον του «επιβάλλονται» κινήσεις και συμπεριφορές από τους ίδιους τους κοινωνικούς δεσμούς.
Ερωτήματα σχετικά με μια έρευνα για τα κοινωνικά δίκτυα και τα αντίστοιχα ψηφιακά μέσα
Αρχικό ερώτημα, σε συνεπαγωγή με τα παραπάνω, είναι το αν μπορεί να χρησιμοποιηθεί η θεωρία κοινωνικών δικτύων από την πλευρά των κοινωνικών κινημάτων και των πολιτικών δυνάμεων που τα στηρίζουν ως εργαλείο ανάλυσης της κοινωνικής πραγματικότητας. Προσπαθώντας να τροχιοδρομήσουμε μια απάντηση, πολλές φορές έχει νόημα να εξετάζουμε τι κάνει ο ταξικός αντίπαλος, καθώς εκεί τα πράγματα είναι διαφωτιστικά: Η ανάλυση των κοινωνικών δικτύων σε συνδυασμό με στοιχεία της θεωρίας παιγνίων χρησιμοποιούνται κατά κόρον από στρατηγικούς αναλυτές επιχειρηματικών ομίλων, συμβούλους πολιτικής υπουργείων, κυβερνήσεων και κομμάτων κ.ο.κ. Επιπλέον, ασυνείδητα και χωρίς γνώση της θεωρίας τα ίδια τα κοινωνικά κινήματα πρόσφατα έμαθαν, από την εμπειρία τους, τη δυναμική που έχουν τα κοινωνικά δίκτυα στη διάχυση πληροφοριών και στην εύκολη διασύνδεση ατόμων με κοινά ενδιαφέροντα (βλέπε τη χρήση του διαδικτύου από τις αραβικές εξεγέρσεις και το κίνημα Occupy). [6]
Βέβαια, υπάρχει ένα δεύτερο μεγάλο ερώτημα το οποίο χρήζει εξέτασης και απάντησης από τη μαρξιστική Αριστερά που ενδιαφέρεται για την τεχνολογική πρόοδο και την επίδρασή της στην οικονομία σε πρώτη φάση. Αναρωτιέται κανείς –και δικαίως– πώς εμφανίζουν τόσο κέρδος οι μεγάλες εταιρείες κοινωνικής δικτύωσης, τη στιγμή που τα προϊόντα τους –δηλαδή η υπηρεσία κοινωνικής δικτύωσης– δίνονται δωρεάν. Ποια είναι η φύση του προϊόντος τους; Τι αξία περιέχει [7]; Το Facebook είναι απλά ένα μεγάλο billboard για εξατομικευμένες διαφημίσεις ή οι υπάλληλοί του παράγουν αξία και αυτοί οι ίδιοι;
Ένα εναλλακτικό ενδιαφέρον μοντέλο έχει να κάνει με την εμφάνιση της peer-to-peer παραγωγής. Βασισμένη στο μοντέλο παραγωγής λογισμικού ανοιχτού κώδικα, όπου μια ομάδα ομότιμων developers συνεισφέρουν από κοινού σε μια ενιαία εργασία, ο καθένας από τον τόπο του, η ιδέα της peer-to-peer παραγωγής θέλει να μεταφέρει το ίδιο μοντέλο στην παραγωγή «υλικών» αγαθών. Για παράδειγμα, υπάρχουν peer-to-peer επιχειρήσεις στις οποίες τα αντικείμενα σχεδιάζονται από κοινού σε δικτυακές κοινότητες και κατασκευάζονται από κοινά διαμοιρασμένους τρισδιάστατους εκτυπωτές. Αυτό συνιστά νέο τρόπο παραγωγής, όπως πιστεύουν κάποιοι [8]; Μπορεί να ειδωθεί ως ένα εναλλακτικό παραγωγικό μοντέλο, δεδομένου ότι στοχεύει στην εύκολη και γρήγορη παραγωγή αντικειμένων με βάση τις ατομικές ανάγκες και όχι ως μαζική αναπαραγωγή του ίδιου σχεδίου;
Τα κοινωνικά δίκτυα και οι αντίστοιχες ψηφιακές πλατφόρμες αναμφίβολα έχουν επηρεάσει τον τρόπο που διεξάγεται η πολιτική αντιπαράθεση και ο πολιτικός αγώνας. Η ενημέρωση, η προπαγάνδα, η δικτύωση, η κινητοποίηση έχουν αλλάξει, και τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια στροφή στα κοινωνικά δίκτυα, ακόμα και για την καθημερινή ενημέρωση. Πόσο διαφορετικός είναι ο κόσμος, και μαζί με αυτόν η πολιτική αντιπαράθεση σε πλανητικό επίπεδο, την εποχή που ο θάνατος του Μπιν Λάντεν στο Πακιστάν έγινε γνωστός στην Αμερική 40 δευτερόλεπτα αργότερα από ένα tweet στο Twitter, το οποίο γράφτηκε στο διπλανό σπίτι, από την εποχή που η είδηση ότι στήθηκαν γκιλοτίνες στο Παρίσι έγινε γνωστή σε μεριές της υπόλοιπης Γαλλίας κάποιους μήνες μετά, αλλά και από την εποχή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, που ο κόσμος ενημερωνόταν από τα Επίκαιρα στο σινεμά και από περιορισμένης κυκλοφορίας εφημερίδες οι οποίες απευθύνονταν σε ένα πολύ μικρό, αλφαβητισμένο, κοινό;
Τέλος, υψώνονται ερωτήματα ιδεολογικά και πολιτιστικά. Πώς αντιλαμβάνεται ο νέος χρήστης των ψηφιακών κοινωνικών δικτύων την πραγματικότητα και τις κοινωνικές σχέσεις; Τι εικόνα έχει για την ενημέρωση, την πολιτική, την αντιπαράθεση όπως διαμορφώνεται από μέσα που κυριαρχεί ο γραπτός λόγος, για παράδειγμα; Η οριακά απεριόριστη πρόσβαση στην πληροφορία και στη γνώση, που ισοδυναμεί με χιλιάδες φορές τη βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, πώς διαμορφώνει τα υποκείμενα; Αναβαθμίζεται η κριτική ικανότητα και η ικανότητα επιλογής μεταξύ αξιόπιστης ή μη πηγής περιεχομένου ή υποβαθμίζεται; Τι αντίληψη διαμορφώνουν οι χρήστες των ψηφιακών κοινωνικών δικτύων για το είναι τους και τη σχέση τους με τον κόσμο σε μια εποχή που επιβάλλει την υπερεπικοινωνία;
*Το παρόν κείμενο παρουσιάστηκε ως μία εκ των εισηγήσεων στη συζήτηση «Following politics on Twitter: Οι αλλαγές στη δημόσια σφαίρα μέσα από τη λειτουργία των μέσων κοινωνικής δικτύωσης», που διεξήχθη την Κυριακή 29 Ιούλη 2012 στο πλαίσιο του 9ου πολιτικού-πολιτιστικού κάμπινγκ του Τομέα Νεολαίας της Αριστερής Ανασύνθεσης, στο Γιαννιτσοχώρι Ηλείας
1. Λένος Χρηστίδης, «Γίναμε ρατσιστές γιατί πάντα ήμασταν», συνέντευξη στο tvxs.gr: http://tvxs.gr/news/egrapsan-eipan/giname-ratsistes-giati-panta-imastan-toy-lenoy-xristidi
2. Το πείραμα αυτό αναφέρεται σε πολλά σχετικά βιβλία και αποτελεί κλασικό σημείο αναφοράς για μια σειρά από ερμηνείες. Εδώ παρουσιάζεται βάσει ενός βιβλίου που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Κάτοπτρο και έγινε αρκετά δημοφιλές, του βιβλίου Συνδεδεμένοι των Nicholas Christakis και James Fowler. Αποτελεί μια εύκολη εισαγωγή στις βασικές αρχές της Θεωρίας Κοινωνικών Δικτύων με χρήση πειραματικών παραδειγμάτων.
3. Για την παρουσίαση των απλοποιημένων ορισμών των δικτύων και των βασικών θεωρημάτων που καταγράφονται εδώ χρησιμοποιήθηκε το βιβλίο των David Easley και John Kleinberg, Networks, Crowds, Markets.
4. Πιο ειδικά, το 2009 δημοσιεύτηκε μια έρευνα από το πανεπιστήμιο ETH της Ζυρίχης βασισμένη σε στοιχεία από μεγάλες ιδιωτικές βάσεις δεδομένων που καταγράφουν με ακρίβεια οικονομικά και χρηματιστικά στοιχεία. Η εν λόγω έρευνα χρησιμοποίησε τεχνικές ανάλυσης κοινωνικών δικτύων για να δείξει την διαπλοκή των μεγάλων χρηματοπιστωτικών ομίλων και μονοπωλιακών παραγωγικών τραστ. Καταλήγει σε αρκετά εντυπωσιακά αποτελέσματα, που δείχνουν ότι μια εκατοστή περίπου ισχυρά διασυνδεδεμένων χρηματοοικονομικών ομίλων ασκούν οικονομικό έλεγχο σε χιλιάδες μεγάλες παραγωγικές επιχειρήσεις και αυτές με τη σειρά τους σε εκατοντάδες χιλιάδες ή εκατομμύρια άλλες εταιρείες παγκοσμίως. Η έρευνα έχει τον τίτλο The network of global corporate control και μπορεί να βρεθεί ελεύθερα στο διαδίκτυο.
5. Anatole Rapoport, Spread of information through a population with socio-structural bias I: Assumption of transivity
6. Αναλυτικότερα για τα ερωτήματα που συζητιούνται επιγραμματικά σε αυτό το κείμενο, μπορεί κανείς να δει το άρθρο «Stop SOPA» στο τεύχος 7 του περιοδικού Εκ Νέου, καθώς το άρθρο με τίτλο «Πολιτική ελέγχου στο διαδίκτυο και ψηφιακές αντιστάσεις» στη διεύθυνση http://parallhlografos.wordpress.com/2012/01/24/πολιτική-ελέγχου-στο-διαδίκτυο-και-ψη/
7. Δείτε π.χ. το άρθρο «Το ερώτημα της αξίας του Facebook: Θα επιβιώσει ο καπιταλισμός εν μέσω “αφθονίας αξίας”;» του Michel Bauwens που βρίσκεται μεταφρασμένο στη διεύθυνση http://kokkinostupos.blogspot.gr/2012/03/facebook.html
8. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το άρθρο «Η Πολιτική Οικονομία της Ομότιμης Παραγωγής» του Michel Bauwens που υπάρχει μεταφρασμένο στη διεύθυνση http://p2pfoundation.net/
ΔΙΑΒΑΣΤΕ