ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ


Henri Lefebvre

Η εισβολή του Μάη


ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΚΤΟΣ ΓΡΑΜΜΗΣ


Νέα κυβέρνηση, παλιές συνταγές


Σε πείσμα όλων όσοι προσπάθησαν να περιορίσουν τις πρόσφατες εκλογές στο ερώτημα ποιος είναι εκείνος που θα διαχειριστεί καλύτερα τα «οδυνηρά αλλά αναγκαία μέτρα» που απαιτεί η έξοδος από την κρίση, ο ταξικός ανταγωνισμός έκανε αισθητή την παρουσία του. Όμως, η υπαρκτή κρίση της Αριστεράς έκανε τη συσσωρευμένη οργή και αγανάκτηση να εκφραστεί κύρια ως τιμωρητική ψήφος προς τη ΝΔ και όχι ως συνολική απόρριψη της κυρίαρχης πολιτικής και αναζήτηση μιας αντικαπιταλιστική διεξόδου. Η αντικαπιταλιστική αριστερά καλείται να αναμετρηθεί με αυτή την πρόκληση.

ΝΔ: Η ώρα της απόσυρσης

Ο εθισμός στη διαχείριση του επιφαινόμενου οδήγησε τα δελτία των 8 να ασχολούνται με το (υποτίθεται) τακτικό ατόπημα του Κ. Καραμανλή να προχωρήσει σε πρόωρες εκλογές. Ήταν ένας τρόπος να μην συζητηθούν οι πραγματικές αιτίες που οδήγησαν στη συντριβή της ΝΔ. Η συσσωρευμένη δυσαρέσκεια και ανασφάλεια ευρύτερων κοινωνικών στρωμάτων, όχι μόνο λαϊκών αλλά και μικροαστικών, από τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης, την αύξηση της ανεργίας, την υπερχρέωση, τις οικολογικές καταστροφές, τη γενικότερη αίσθηση διαφθοράς, ήταν εμφανής ήδη αρκετό καιρό πριν. Το τελευταίο διάστημα εμφανής ήταν όμως και η απόσυρση της εμπιστοσύνης βασικών κέντρων εξουσίας προς την κυβέρνηση Καραμανλή, με την επίμονη προβολή της ανάγκης για «ισχυρή κυβέρνηση». Σε αυτό το φόντο, η επιλογή της ηγεσίας της ΝΔ να προχωρήσει σε πρόωρες εκλογές με μια επιθετική δεξιά ατζέντα αναδιαρθρώσεων και «επώδυνων μέτρων», προσπαθώντας να μετατοπίσει προς τα δεξιά την πολιτική συζήτηση, τελικά επέτεινε την μαζική αποστοίχιση ψηφοφόρων από τη ΝΔ.

Έστω και τεθλασμένα ή αντιφατικά, η ταξική πάλη και οι μεγάλες κοινωνικές συγκρούσεις επηρέασαν τις πολιτικές εξελίξεις. Όσο αφελές και σχηματικό θα ήταν να πούμε ότι η κυβέρνηση της ΝΔ «έπεσε από τους αγώνες» άλλο τόσο ηττοπαθές και μηχανιστικό θα ήταν να πούμε ότι αυτό που βλέπουμε είναι απλώς μια «δικομματική εναλλαγή». Πόσο μάλλον που, παρά τη διαφορά των 10 μονάδων, οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ σε απόλυτο αριθμό λίγο αυξήθηκαν από τις εκλογές του 2004.

Ωστόσο, η σημερινή κρίση της ΝΔ, όπως αποτυπώνεται και στις πολώσεις γύρω από την εκλογή νέου αρχηγού, δεν είναι κάτι που αφορά μόνο την κεντροδεξιά. Αποτελεί έκφραση ευρύτερων κρισιακών τάσεων μέσα στο αστικό πολιτικό σύστημα. Η οικονομική κρίση, η αδυναμία ηγεμονικής εμβέλειας του νεοφιλελευθερισμού, η ταυτόχρονη απουσία μιας εναλλακτικής αστικής ιδεολογικής πρότασης που να μπορεί να ενσωματώνει και πλευρές των λαϊκών αιτημάτων, η εμμονή σε μια τακτική «φυγής προς τα εμπρός» ως προς τις αντιλαϊκές πολιτικές, προκαλούν πραγματικά προβλήματα στον τρόπο με τον οποίο τα αστικά κόμματα ξεδιπλώνουν την πολιτική τους και οικοδομούν σχέσεις εκπροσώπησης. Οδηγούν στην αδυναμία άρθρωσης ηγεμονικών δεσμών με βάθος, στην επικέντρωση στο επιφαινόμενο της διαχείρισης, συχνά σε φαινόμενα κρίσης εμπιστοσύνης (βλ. και την αντίστοιχη, όχι και τόσο μακρινή, κρίση του ΠΑΣΟΚ στα τέλη του 2007) και σε μια εκλογική εναλλαγή όπου τα κόμματα ανέρχονται στην εξουσία πρωτίστως με το να εκμεταλλεύονται τη δυσαρέσκεια από την άσκηση της κυρίαρχης πολιτικής, παρά με τη θετικότητα του προγράμματός τους, για να εφαρμόσουν μετά περίπου την ίδια πολιτική. Η αφασία στην πολιτική αντιπαράθεση εντός της ΝΔ είναι σύμπτωμα ενός ευρύτερου προβλήματος άρθρωσης συνεκτικών ηγεμονικών προταγμάτων από τα αστικά κόμματα πέραν του καταναγκαστικού μηρυκασμού της ανάγκης «διαρθρωτικών αλλαγών».

ΠΑΣΟΚ: από τα λόγια, στα έργα

Το ΠΑΣΟΚ σε αυτές τις εκλογές περισσότερο εισέπραξε τη δυσαρέσκεια από την απαξίωση της ΝΔ, παρά την εμπιστοσύνη ή την απήχηση του δικού του προγράμματος. Άλλωστε, σε συνθήκες όπου σημαντικά τμήματα των λαϊκών τάξεων μετρούν σημαντικές ήττες και απώλειες από την κυρίαρχη πολιτική και όπου υπάρχει ένα έντονο κλίμα «επιβιωτισμού», είναι λογικό ακόμη και η απλή επίκληση λίγο περισσότερης «κοινωνικής δικαιοσύνης» και εξορθολογισμού της κρατικής λειτουργίας να αρκεί για να έχουμε πολιτικές μετακινήσεις –ειδικά όταν η Αριστερά αποτυγχάνει να πείσει ότι είναι εφικτές πραγματικές ανατροπές της κυρίαρχης πολιτικής.

Ακόμη κι αν αφήσουμε κατά μέρος τους συμβολισμούς (ο Πάγκαλος σε θέση επιτελικού λυκόσκυλου, ο αμερικανοστεφής Χρυσοχοΐδης στο οργουελικά μετονομασμένο Υπουργείο… Προστασίας του Πολίτη, η ανοιχτά σύμμαχος της Γιαννάκου στο Υπουργείο Παιδείας, συγχώνευση Πολιτισμού και… Τουρισμού) όλες οι μέχρι τώρα κινήσεις της κυβέρνησης παραπέμπουν σε ταχεία εγκατάλειψη του «κοινωνικού προσώπου» προς όφελος επιθετικών τομών. Οι μαζικές απολύσεις εργαζομένων στα stage αλλά και σταδιακά όλων των συμβασιούχων του δημοσίου προς όφελος της μαζικής εισόδου ιδιωτών και εργολάβων, συμπυκνώνουν μια στρατηγική επιλογή να πάψει το δημόσιο να λειτουργεί ως αντίβαρο στη γενικευμένη επισφάλεια του ιδιωτικού τομέα και ταυτόχρονα να γενικευτεί η επιχειρηματική μετάλλαξή του. Η πάση θυσία τήρηση της συμφωνίας με την COSCO αποτυπώνει και την επιμονή στη στρατηγική των ιδιωτικοποιήσεων. Παρά την προσπάθεια να βαφτιστεί «κοινωνική αναδιανομή» μια πολιτική ελεημοσύνης που δεν θίγει τις επιχειρήσεις, η αυξανόμενη τρομοκρατία περί της απειλής «επιτήρησης» από την ΕΕ λειτουργεί ως νομιμοποίηση πολιτικής παρατεταμένης λιτότητας. Η επιχείρηση αστυνομικής «ανακατάληψης» των Εξαρχείων, το ξαναζέσταμα της «αντιτρομοκρατικής» εκστρατείας, οι μαζικές προσαγωγές, η ποινικοποίηση απεργιών, δείχνουν την εμμονή και σε μια κατεύθυνση αστυνομικού αυταρχισμού. Το άνοιγμα του ασφαλιστικού, η δέσμευση της Διαμαντοπούλου για άμεση απόδοση επαγγελματικών δικαιωμάτων στους αποφοίτους των κολεγίων και πολλές παρόμοιες κινήσεις πολύ γρήγορα οδήγησαν στο να φαίνεται καθαρά ότι το ΠΑΣΟΚ ανέλαβε να συνεχίσει όσα η ΝΔ είχε ήδη εξαγγείλει!

Όσο για τις διάφορες «οικολογικής» χροιάς εξαγγελίες, είναι προφανές ότι δεν πρόκειται να αναιρεθεί ο κορμός των μεγάλων έργων, απλώς η αναπροσαρμογή τους επί το «περιβαλλοντικότερον» θα τα κάνει και πιο προσοδοφόρα για τους εργολάβους. Καλό θα ήταν να μη διαφύγει της προσοχής μας η σχεδιαζόμενη αναθεώρηση του εκλογικού νόμου επί το πλειοψηφικότερον, που θα συμβάλει όχι μόνο στον περιορισμό της εκπροσώπησης της Αριστεράς αλλά και στη «προσωποποίηση» (και συνεπώς αποπολιτικοποίηση) της εκπροσώπησης.

Τα όρια του μεταμοντέρνου λαϊκισμού

Βέβαια, υπάρχουν πολλές «επικοινωνιακές» κινήσεις ως προς τον συνολικό πολιτικό και ιδεολογικό τόνο που εκπέμπει η νέα κυβέρνηση. Η προβολή της «αξιοκρατίας» και της «διαφάνειας» και ο μεταμοντέρνος τεχνοκρατισμός, που ακούστηκαν ευχάριστα στα αυτιά του κόσμου, λειτουργούν ως μοχλοί αποπολιτικοποίησης και αποϊδεολογικοποίησης της πολιτικής συζήτησης και περιορισμού της πολιτικής αντιπαράθεσης απλώς και μόνο στην διαχείριση του υπάρχοντος συστήματος. Στην ίδια κατεύθυνση λειτουργεί και η διαρκής επίκληση των ελλειμμάτων και του δημοσίου χρέους που δικαιολογούν την «αναγκαστική» προσαρμογή στις κατευθύνσεις της ΟΝΕ και του Συμφώνου Σταθερότητας.

Επιπλέον, δεν μπορεί κανείς παρά να υπογραμμίσει και το ιδιαίτερα αυταρχικό ίχνος που αναπαράγεται στον πυρήνα της ΠΑΣΟΚικής διακυβέρνησης. Με αυτό δεν αναφερόμαστε τόσο στο αντικομμουνιστικό μένος του Πάγκαλου, όσο στην ίδια τη λογική της «δημοψηφισματικής» ή/και αξιοκρατικής ανάδειξης «ηγετών», την πρακτική των «ηγετικών ομάδων» που αποφασίζουν άνευ λογοδοσίας, την αντίληψη ότι τα κόμματα και οι κυβερνήσεις λειτουργούν όπως οι επιχειρήσεις με «μάνατζερ» που επιλέγονται βάσει «προσόντων» και παίρνουν «λευκή επιταγή» χωρίς να λογοδοτούν ούτε στην κοινωνία, ούτε στον ίδιο τον κομματικό τους μηχανισμό.

Όσο, όμως, και εάν αυτός ο μεταμοντέρνος αυταρχικός λαϊκισμός εκθειάζεται καθημερινά από τα ΜΜΕ (λίγες κυβερνήσεις έχουν απολαύσει τέτοιας στήριξης…), η κυβερνητική πορεία του ΠΑΣΟΚ έχει να αντιμετωπίσει κρίσιμες αντιφάσεις, πόσο μάλλον που η εκλογική του επιτυχία δεν αντιστοιχεί σε ανάλογη ηγεμονία του πολιτικού του λόγου. Η περίοδος χάριτος για τη νέα κυβέρνηση κάθε άλλο παρά δεδομένη είναι. Αντίθετα, όπως φαίνεται ήδη από τις πρώτες κινητοποιήσεις που ξεσπούν, εάν δοκιμάσει να προχωρήσει σε μεγάλες αναδιαρθρώσεις ή εάν αφήσει σε ισχύ κρίσιμες τομές της κυβέρνησης της ΝΔ, θα βρεθεί αντιμέτωπη με μεγάλες κινητοποιήσεις. Πόσο μάλλον που η συγκυρία της κρίσης οξύνει ευρύτερα κοινωνικά προβλήματα και σωρεύει εκρηκτικά υλικά.

Αριστερά: η ανοιχτή κρίση

Η εκλογική υποχώρηση της ρεφορμιστικής αριστεράς σε αυτές τις εκλογές αποτελεί έκφραση της βαθύτερης πολιτικής, ιδεολογικής και στρατηγικής κρίσης της, ειδικά εάν αναλογιστούμε ότι συμβαίνει ύστερα από μια διετία έντασης κοινωνικών συγκρούσεων και σε ένα περιβάλλον υποχώρησης της ηγεμονικής απήχησης του νεοφιλελευθερισμού.

Το ΚΚΕ παρουσιάζει ως επιτυχία τη διατήρηση της τρίτης θέσης, όμως για δεύτερη συνεχόμενη αναμέτρηση υποχωρεί εκλογικά. Η επιμονή του σε μια ανοιχτά ηττοπαθή γραμμή που δεν μπορεί να εμπνεύσει ελπίδα στις λαϊκές τάξεις, η απροθυμία του να συμβάλει σε ενωτικές νικηφόρες κινητοποιήσεις, ο απομονωτισμός του μέσα στο κίνημα, η εχθρότητα που επέδειξε απέναντι σε μεγάλες κοινωνικές κινητοποιήσεις όπως το κίνημα της νεολαίας ή ο Δεκέμβρης, όλα αυτά περιορίζουν και την απήχησή του αλλά και συνολικά την απήχηση της Αριστεράς. Την ίδια στιγμή, η πλήρης αποπτώχευση της εσωτερικής συζήτησης και ο εγκεφαλικός αντικαπιταλισμός που δεν μετασχηματίζεται σε μαζική δράση, υπονομεύουν και οποιαδήποτε δυνατότητα διόρθωσης της πολιτικής κατεύθυνσης.

Παρά την προσπάθεια της ηγεσίας του Συνασπισμού, αλλά και τάσεων του ΣΥΡΙΖΑ να μιλήσουν για επιτυχές αποτέλεσμα, το αποτέλεσμα δεν είναι μόνο πραγματική υποχώρηση σε σχέση με το 2007, αλλά και είναι πολύ πίσω από τη δυναμική που αντικειμενικά έδειξε να έχει αυτός ο σχηματισμός και την ελπίδα που μπορεί να γέννησε σε ευρύτερα κομμάτια του «λαού της αριστεράς». Η επιστροφή σε μικρότερες πολιτικές κλίμακες συμπυκνώνει τα όρια μιας λογικής αριστερόστροφου αντινεοφιλελεύθερου μετώπου που δεν ξεκόβει από τον πυρήνα του αριστερού κυβερνητισμού, δεν στρατεύεται στη συστηματική οικοδόμηση πολιτικών αντιστάσεων και δεν συγκροτεί μια πολιτική διαδικασία στην οποία ένα ευρύτερο δυναμικό θα μπορεί να συνδιαμορφώσει την κατεύθυνση. Αντικειμενικά επίσης το αποτέλεσμα παγιώνει πολύ περισσότερο μια κατεύθυνση «ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ» ή ακόμη και «Συνασπισμός και σύμμαχες δυνάμεις», και ως προς την πολιτική κατεύθυνση και ως προς την οργανωτική λειτουργία, και προς αυτό φαίνεται η συμμαχία Αριστερού Ρεύματος και Ανανεωτικής Πτέρυγας να συγκλίνει και με τάσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Σε κάθε περίπτωση η μέχρι τώρα αντιπολιτευτική στάση του ΣΥΡΙΖΑ με την ακατάσχετη προτασιολογία της «προγραμματικής» αντιπολίτευσης, συχνά και σε ρήξη με τα αιτημάτων των ίδιων των κλάδων (π.χ. «μοριοδότηση» αντί για μονιμοποίηση των stage), αποδεικνύει έμπρακτα τα όρια της αντινεοφιλεύθερης αριστεράς.

Τα πράγματα μπορούν να πάνε αλλιώς...

Ο πραγματικός κοινωνικός συσχετισμός δεν αντιστοιχεί στη σχετική σταθερότητα που δείχνει να έχει το πολιτικό σκηνικό. Η οικονομική κρίση, οι απολύσεις, η επέλαση της ελαστικής εργασίας, η διαρκής αναίρεση προσδοκιών εγκυμονούν κοινωνικές εκρήξεις. Το ίδιο ισχύει και για το ενδεχόμενο συγκεκριμένα μέτωπα όπως το θέμα των συμβασιούχων, οι ιδιωτικοποιήσεις, η επιμονή στη νομιμοποίηση των ιδιωτικών ΑΕΙ να λειτουργήσουν ως θρυαλλίδες ευρύτερων συγκρούσεων. Όσο και εάν προσπαθούν για το αντίθετο τα ΜΜΕ, κάποια στιγμή η προσπάθεια να παρουσιαστεί μια μαγική εικόνα «αναδιανομής» θα βρεθεί αντιμέτωπη με την πραγματικότητα. Και τότε μπορούμε να δούμε ξανά μεγάλους αγώνες που θα μπορέσουν να αμφισβητήσουν κομβικές πλευρές της κυρίαρχης πολιτικής.

Όμως αυτό δεν θα προκύψει αυτόματα. Απαιτείται να υπάρξει εκείνη η παρέμβαση που την ανασφάλεια και την αγωνία για το μέλλον να την κάνει συλλογική διάθεση σύγκρουσης και όχι ατομικό σιχτίρισμα ή επιβιωτισμό. Γιατί μόνο σε ένα τέτοιο τοπίο συλλογικών διεκδικήσεων μπορεί να είναι αποτελεσματική οποιαδήποτε προσπάθεια η κρίση του νεοφιλελευθερισμού να μετασχηματιστεί σε όρους μιας νέας αριστερής ηγεμονίας.

Το θετικό αποτέλεσμα που κατέγραψε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ στις εκλογές, αλλά κυρίως η συσπείρωση ενός ευρύτερου δυναμικού, μπορούν να λειτουργήσουν πρωτίστως ως αφετηρίες. Για να πάμε παρακάτω, πρέπει να υπερβούμε τα όρια ενός εκλογικού μετώπου της αντικαπιταλιστικής αριστεράς και να μετεξελιχθεί η ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε έναν ιστορικά πρωτότυπο, ενωτικό, δημοκρατικό και πολυτασικό φορέα ικανό να λειτουργήσει ως χώρος αναφοράς ενός ευρύτερου δυναμικού αλλά και πεδίο δοκιμασίας μιας σύγχρονης κομμουνιστικής κατεύθυνσης. Η ολόπλευρη στροφή προς τα κοινωνικά μέτωπα, η στήριξη και συγκρότησης μαζικών μορφών παρέμβασης, η επεξεργασία ενός αριστερού προγράμματος πάλης, η κατοχύρωση μιας αυθεντικά δημοκρατικής λειτουργίας, αποτελούν τους αναγκαίους όρους μιας τέτοιας κατεύθυνσης.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ

ΕΚΤΟΣ ΥΛΗΣ|
30/05/2023 - 12:10

Η Απάντηση στον Τζων Λιούις συνιστά πριν απ’ όλα μια εξαιρετική εισαγωγή στον μαρξισμό του Αλτουσέρ, ένα αλτουσεριανό μανιφέστο.

ΕΚΤΟΣ ΥΛΗΣ|
17/01/2023 - 17:34

Ο Φεμινισμός για το 99%, από τα πιο σημαίνοντα κείμενα του ρεύματος της κοινωνικής αναπαραγωγής, είναι γέννημα-θρέμμα της Παγκόσμιας Φεμινιστικής Απεργίας.

ΘΕΩΡΙΑ|
16/12/2021 - 14:44

Τον Νοέμβριο του 1977, από το βήμα του συνεδρίου που διοργάνωσε στη Βενετία η εφημερίδα Il Manifesto, ο Αλτουσέρ αναφωνεί «Επιτέλους, η κρίση του μαρξισμού!».

ΚΟΙΝΩΝΙΑ/ΚΙΝΗΜΑΤΑ|
09/02/2021 - 16:16

Ένα κίνημα για δημόσιο, δωρεάν και δημοκρατικό πανεπιστήμιο, είναι πρώτα απ’ όλα ένα κίνημα για ανοιχτό πανεπιστήμιο.