Έγραψε πρόσφατα ο Ηλίας Ιωακείμογλου μια πολύ ενδιαφέρουσα τοποθέτηση για την ανάγκη να τονιστεί ο σοσιαλιστικός χαρακτήρας του μεταβατικού προγράμματος.
Κατά τον Ιωακείμογλου είναι ανάγκη να δούμε το σοσιαλισμό σαν υπαρκτή τάση που αποτυπώνεται στις πρακτικές όπου «θίγονται οι σχέσεις καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, εκεί που αναπτύσσονται δομές αλληλεγγύης χτισμένες πάνω στις αξίες του σοσιαλισμού, εκεί που εμφανίζονται μη καπιταλιστικές μορφές παραγωγής, εκεί που αμφισβητείται η αστική ιδεολογία». Υποστηρίζει ότι είναι λανθασμένη η επιδίωξη πρώτα οικονομικής ανασυγκρότησης και μετά μετασχηματισμού ή να αντιμετωπίσουμε την οικονομική ανασυγκρότηση ως ένα διακριτό ιστορικό στάδιο. Καταλήγει, όμως, στη θέση ότι σε ένα αριστερό αντιμνημονιακό μέτωπο η συζήτηση αυτή, που παραπέμπει περισσότερο σε πρόγραμμα κόμματος, δεν μπορεί να ολοκληρωθεί και άρα προτείνει οι συμφωνίες να μην πάνε σε τέτοιο βάθος. Παρότι συμφωνώ με αρκετές από τις παρατηρήσεις του σ. Ιωακείμογλου πάνω στο χαρακτήρα του μεταβατικού προγράμματος, δεν συμφωνώ με τη λογική του μετώπου που συμφωνεί απλώς στους γενικούς στόχους, καθώς θεωρώ ότι σε μια περίοδο ανασύνθεσης της Αριστεράς ως δύναμης ανατροπής, τα μέτωπα είναι στην πραγματικότητα οι δυνάμει «νέοι Ηγεμόνες». Με αυτή την έννοια, συμφωνώ ως προς αυτό με τηναπάντηση του σ. Παπακωνσταντίνου ότι τα μέτωπα μπορούν να έχουν πρόγραμμα, έστω και εάν διαφωνώ με το πώς προσπαθεί να υπερασπιστεί μια έννοια ανασυγκρότησης που προηγείται του μετασχηματισμού.
Νομίζω ότι χρειάζεται να πάμε την κουβέντα ένα βήμα παρακάτω. Δεν έχει νόημα να βρεθούμε σε μια κουβέντα όπου από τη μια θα έχουμε την επικέντρωση στην ανάκτηση της νομισματικής κυριαρχίας, τη λελογισμένη υποτίμηση και την αύξηση της δημόσιας δαπάνης ως μοχλό εξόδου από την ύφεση, αύξησης της ρευστότητας και παραγωγικής ανασυγκρότησης και από την άλλη την επικέντρωση εξαρχής στις παραγωγικές σχέσεις.
Ο λόγος είναι ότι στην πραγματικότητα –και αυτή είναι η πρόκληση– η ανασυγκρότηση του παραγωγικού ιστού, η αύξηση της απασχόλησης, η βελτίωση της θέσης των εργαζομένων και ο σοσιαλιστικός χαρακτήρας των επιλογών (δημόσια ιδιοκτησία, δημοκρατικός σχεδιασμός, εργατικός έλεγχος άρα αμφισβήτηση των κυρίαρχων παραγωγικών σχέσεων), είναι αλληλένδετες πλευρές της ίδιας διαδικασίας.
Ας σταθούμε λίγο περισσότερο σε αυτό το σημείο: η ελληνική οικονομία όπως έχουν δείξει και ο ίδιος ο σ. Ιωακείμογλου αλλά και άλλοι, π.χ. ο Θόδωρος Μαριόλης ή ο Γιώργος Οικονομάκηςείναι σε μια αρνητική συνθήκη όχι απλώς ύφεσης, αλλά αποεπένδυσης, μειούμενης παραγωγικότητας και επικέντρωσης σε διεθνώς μη εμπορεύσιμα προϊόντα. Για να το πούμε διαφορετικά, έχει μια πραγματική αποδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού της ως αποτέλεσμα όχι μόνο των μνημονίων αλλά και της ίδιας της αρχιτεκτονικής της ευρωζώνης και συνολικά του «καταμερισμού εργασίας» μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τι σημαίνει αυτό: ότι τα πραγματικά και άμεσα αποτελέσματα που μπορεί να έχει η αύξηση της νομισματικής κυκλοφορίας, η υποτίμηση και παύση πληρωμών στο χρέος, σε μια οικονομία όπως η ελληνική, δεν θα έχουν την ίδια κλίμακα με άλλες οικονομίες. Θα έχουν αναμφίβολα άμεσα αποτελέσματα αλλά δεν θα αντιστρέψουν πλήρως την κατάσταση. Χωρίς επιπλέον τομές μπορεί να οδηγήσουν και σε νέα προβλήματα.
Αυτό όντως θέτει το ζήτημα της κλαδικής πολιτικής και της βιομηχανικής πολιτικής. Δηλαδή, να ενισχύσεις τους κλάδους που παράγουν προϊόντα που εισήγαγες ή και που θα μπορούσες να εξάγεις. Πρώτα και κύρια για να καλύψεις βασικές ανάγκες αλλά και να μην εξαρτάσαι στον ίδιο βαθμό από εισαγωγές. Αυτό δεν μπορεί να γίνει με τον κλασικό τρόπο των επιλεκτικών ενισχύσεων σε ιδιωτικές επιχειρήσεις ή με τη συνεργασία με ιδιωτικές επιχειρήσεις που θα εκμεταλλευτούν τη νέα μακροοικονομική συνθήκη. Όχι μόνο γιατί πολιτικά η αστική τάξη θα διαλέξει δρόμους επενδυτικής αποχής, αλλά και γιατί δεν έχει τη δυνατότητα να συμβάλει σε αυτό το υπόδειγμα ανάπτυξης όταν έχει μάθει στο προηγούμενο, ένα μοντέλο που κατεξοχήν στηριζόταν σε ιδιαίτερα αυταρχικές και εκμεταλλευτικές πρακτικές.
Άρα λοιπόν η κλαδική πολιτική, η πολιτική της παραγωγικής ανασυγκρότησης θα απαιτήσει εξαρχής παραγωγικό μετασχηματισμό, άλλη λογική και φιλοσοφία. Θα χρειαστεί βίαιη εθνικοποίηση στρατηγικών κλάδων, ανάπτυξη νέων δημόσιων βιομηχανιών και επιχειρήσεων και αξιοποίηση πρακτικών αυτοδιαχείρισης για το παραγωγικό δυναμικό που μένει αναξιοποίητο. Θα χρειαστούν πρακτικές εργατικού ελέγχου και δημοκρατικού συμμετοχικού σχεδιασμού. Θα απαιτηθεί αλλαγή καταναλωτικών προτύπων και πρακτικών. Θα υπάρξει αναγκαστικά (και αναγκαία) πλατύς πειραματισμός με νέες μορφές οργάνωσης της παραγωγής.
Επομένως, εξαρχής η έξοδος από την ύφεση και το «σπιράλ θανάτου» της ελληνικής οικονομίας θα απαιτήσει μετασχηματισμούς σε σοσιαλιστική κατεύθυνση και στην πραγματικότητα όξυνση των ταξικών συγκρούσεων με την «επιχειρηματικότητα». Σε αυτό πρέπει όντως να επικεντρώσουμε όλες τις δημιουργικές δυνάμεις σκέψης εάν πρόκειται να συνεισφέρουμε στην «αγωνία του τόπου για ζωή».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ