Πρόσφατα (στις 26.11), η τρέχουσα κυβέρνηση υλοποίησε πανηγυρίζοντας τον σχεδιασμό της προηγούμενης κυβέρνησης για αποπληρωμή του «ακριβού» δανείου του ΔΝΤ. To ΔΝΤ είναι ένας διεθνής (ιμπεριαλιστικός) οργανισμός που υποτίθεται ότι βοηθάει χώρες που βρίσκονται σε κρίση, όταν αυτή εκδηλώνεται σε νομισματικό επίπεδο, δίνοντάς τους δάνεια με «ευνοϊκούς», σε σχέση με την «ελεύθερη» αγορά, όρους. Τα δάνεια αυτά έχουν σκοπό την επιτάχυνση της εξόδου από την κρίση και τη γρήγορη, άμεση ει δυνατόν, επαναφορά των ρυθμών ανάπτυξης, ώστε να αποφεύγονται φαινόμενα του παρελθόντος όπως βαθιές και μακροχρόνιες υφέσεις.
Το αν είναι «ευνοϊκά» τα δάνεια, το ξέρουμε στο πετσί μας. Το δάνειο το αποπληρώσαμε με άλλα δανεικά, χαμηλότερου όμως επιτοκίου. Το δάνειο του ΔΝΤ, ύψους 2.7 δισ. ευρώ, είχε επιτόκιο 4,91% (ούτε καν 5). Η αλήθεια είναι ότι, όταν το ελληνικό δημόσιο συνήψε τη δανειακή σύμβαση, κανείς από τους διεθνείς τραπεζίτες δεν μας δάνειζε. Το ΔΝΤ, με πρόσχημα αυτή την κατάσταση, βρήκε την ευκαιρία να μας δώσει ένα εκβιαστικό δάνειο με υψηλότατο επιτόκιο (το οποίο δεν έπρεπε να πάρουμε ούτως ή άλλως). Το να αποκαλεί κανείς τον τοκογλυφικό αυτό εκβιασμό «ευνοϊκούς όρους» είναι μια κάπως διασταλτική ερμηνεία των λέξεων.
Το ταμείο (λέει ότι) κρατάει γενικά «ουδέτερη» στάση ως προς την πολιτική κατάσταση σε αυτές τις χώρες που πέφτουν στην ανάγκη του. Μέσα στην τεχνοκρατική μεγαλοψυχία του, το ταμείο ενδιαφέρεται για την καλή λειτουργία μιας εθνικής οικονομίας (καλή λειτουργία η οποία εννοείται ότι οδηγεί αυτομάτως στην ευζωία και την ευτυχία των υπηκόων του έθνους-κράτους που δέχεται την ανυστερόβουλη βοήθειά του) και όχι για το είδος της κυβέρνησης αυτής της χώρας.
Αν η κυβέρνηση είναι μια ευνομούμενη αστική δημοκρατία, τόσο το καλύτερο. Αν πάλι είναι λ.χ. στυγνή δικτατορία, τι να κάνουμε, κανείς δεν είναι τέλειος, η ελεύθερη οικονομία στο τέλος θα ρίξει όλα τα τείχη. Το σημαντικό είναι η κυβέρνηση αυτή να ομολογεί το Δόγμα της Παγκόσμιας Πίστης «Πιστεύω εις μίαν Αγίαν Ελεύθερη Παγκόσμια Αγορά και εις τις Τράπεζές της» ⎼ από αυτές τις τελευταίες εξάλλου προέρχεται και ο όρος «πίστη». Τα υπόλοιπα θα τα βρούμε, εφόσον είμαστε έτσι κι αλλιώς ταμένοι στην υπηρεσία της ευτυχίας των υπηκόων μας. Αδιάφορο που αυτοί ποτέ δεν τη θέλουν αυτή την ευτυχία και που πάντα αντιδρούν. Δεν πειράζει, εμείς βάζουμε κάτω τις γνώσεις μας και τα τεχνοκρατικά μοντέλα μας που προβλέπουν με ακρίβεια το μέλλον, αδιαφορώντας γι’ αυτά τα παιδιαρίσματα. Εμείς ξέρουμε καλύτερα, γιατί γνωρίζουμε την οικονομική πραγματικότητα, δηλαδή την Αλήθεια.
Βέβαια, το ταμείο ούτε προέβλεψε ούτε επιχείρησε να βοηθήσει να μετριαστεί η διεθνής κρίση. Οι εκτιμήσεις του στις ετήσιες εκθέσεις του ποτέ δεν κατάφεραν να προβλέψουν σωστά την εξέλιξη στα κυριότερα θύματά του (ειδικά στην Αργεντινή).1 Όχι μόνο δεν προέβλεψε τη γιγάντωση του χρέους στις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες αλλά αντίθετα βόηθησε στη δημιουργία του. Στην ασιατική κρίση της δεκαετίας του ’90, η μόνη χώρα της οποίας ο καπιταλισμός δεν μπήκε σε βαθιά κρίση ήταν η χώρα που αρνήθηκε να ενταχθεί σε πρόγραμμα του ΔΝΤ, η Μαλαισία.2
Και δεν χρειάζεται να υπενθυμίσουμε εδώ τα τεράστια «λάθη» που έκανε στην κατάρτιση του δικού μας μνημονίου (βλ. υπόθεση του «πολλαπλασιαστή» του Blanchard και την τεράστια απόκλιση επί τα χείρω που σήμανε για την ελληνική κρίση3). Για την ακρίβεια, το ταμείο, με βάση τεχνοκρατικά κριτήρια αριστείας, απέτυχε οικτρά σε καθεμιά από τις αποστολές που ανέλαβε για τον εαυτό του τα τελευταία τριάντα χρόνια τουλάχιστον. Κι όμως τίποτε δεν φαίνεται να αμαυρώνει την τεχνοκρατική φήμη του ταμείου.
Αυτός που πρώτος θα έπρεπε να παραδεχτεί ότι οι μέθοδοί του δεν δουλεύουν προς επίτευξη των ρητών σκοπών του είναι το ίδιο το ταμείο. Αν οι μέθοδοί του κάνουν κακό στον καπιταλισμό, όπως λένε οι καλόπιστοι κριτές του, δεν θα έπρεπε να αλλάξει τις μεθόδους του; Ωστόσο, πρόσφατα ο υπεύθυνος για το ελληνικό μνημόνιο Πόουλ Τόμσεν, σε διάλεξή του στο London School of Economics για τους «Μύθους και τις πραγματικότητες» της σχέσης του ΔΝΤ με τη χώρα μας, επέδειξε αρρωστημένη αλαζονεία, γαϊδουρινή αναισθησία (ας μας συγχωρήσουν την έκφραση τα γαϊδούρια και οι αντισπισιστές/ριες) και προσβλητικά αποικιοκρατική νοοτροπία, υποστηρίζοντας ότι τα λάθη ήταν όλα δικά μας, δηλαδή ελληνικά, συλλήβδην ελληνικά, αφού όλες μαζί τα φάγαμε εξάλλου.
Βέβαια παραδέχεται ότι οι προβλέψεις του ΔΝΤ για την ανάπτυξη υπήρξαν υπερβολικά αισιόδοξες. Το πρώτο διάγραμμα που έδειξε (και που αναπαράγουμε αμέσως παρακάτω) συγκρίνει την τροχιά του πραγματικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ με το προ κρίσης μέγιστο, για διάφορες περιπτώσεις κρίσης στην ιστορία, μαζί με τις προβλέψεις του ταμείου για την Ελλάδα το 2010. Είναι σαφές ότι η δική μας κρίση (η κόκκινη γραμμή στο διάγραμμα) είναι η χειρότερη κρίση στην ιστορία του αναπτυγμένου καπιταλισμού. Εξίσου βαθιά με την αμερικανική κρίση του ’29, είναι όμως αδόκητα μεγαλύτερης διάρκειας, τρεις ή τέσσερις φορές. Το ΑΕΠ, μετά την κορύφωσή του το 2008 (τότε ακόμα λεφτά υπήρχαν...), βυθίστηκε κατά 1/4 το 2014, και σήμερα, έντεκα χρόνια μετά την έναρξη της κρίσης, βρίσκεται 23% χαμηλότερα από την κορυφή. Έντεκα χρόνια μετά! Πρόκειται για μια μοναδική καταστροφή στην οικονομική ιστορία η οποία συνεχίζεται και σήμερα, επί μητσοτακικής κανονικότητας.
Το ΑΕΠ μεν ανεβαίνει τα τελευταία λίγα χρόνια με ρυθμούς αναιμικής χελώνας, η κατανάλωση όμως των νοικοκυριών συνεχίζει να πέφτει στο τρίτο τρίμηνο του 2019 (για το οποίο έχουμε στοιχεία)
με 0,7% ετησίως (δείχνοντας μειούμενο επίπεδο διαβίωσης), η βιομηχανική παραγωγή έπεσε κατά 2,1% στο έτος που τελειώνει τον Ιούλιο, ενώ παρά την αύξηση των εξαγωγών οι εισαγωγές αυξήθηκαν πιο γρήγορα χειροτερεύοντας το εμπορικό ισοζύγιο (η αντιστροφή του οποίου ήταν ο βασικός λόγος της εσωτερικής υποτίμησης). Τέλος, και αυτό είναι το πιο ενδεικτικό για το μέλλον, οι επενδύσεις (δημιουργία παγίων) έπεσαν κατά 5,5%. [Με το που έγιναν οι εκλογές, άλλαξε το κλίμα και άρχισαν να συρρέουν επενδυτές. Ναι, καλά. Ακόμα και από τα εύκολα φράγκα του Ελληνικού έφυγαν τρέχοντας οι Άραβες πετρελαιάδες...]
Οι επενδύσεις μετά την κρίση έπεσαν σωρευτικά κατά ένα απίστευτο 60%. Το κεφάλαιο συνεχίζει να φεύγει από τη χώρα απαξιώνοντάς την όλο και πιο πολύ. Η ανεργία, που έπιασε κάποια στιγμή το 27%, βρίσκεται στο σχεδόν εξίσου εφιαλτικό 16%, παρά την επικράτηση ανασφαλών σχέσεων εργασίας σε χαμηλής ειδίκευσης δουλειές και την «εσωτερική υποτίμηση» με το ριζικό κούρεμα του εργατικού κόστους που αυτή έφερε, με σκοπό ⎼υποτίθεται⎼ την αύξηση της απασχόλησης και των εξαγωγών.
Και το ποσοστό αυτό, το 16%, είναι πλασματικό αφού ο ενεργός πληθυσμός της χώρας έχει μειωθεί λόγω μετανάστευσης των πιο ενεργών, μορφωμένων και νεαρής ηλικίας εργαζομένων της. Αν όλοι όσοι έφυγαν (και τώρα έχουν υψηλής ειδίκευσης και σχετικά καλών αποδοχών δουλειές έξω) γύριζαν πίσω, θα ήταν και αυτοί άνεργοι, ανεβάζοντας το πραγματικό ποσοστό ανεργίας πολύ παραπάνω από το σημερινό πλασματικό ποσοστό. Με όλα αυτά καταλαβαίνουμε πόσο μακριά από την πραγματικότητα είναι τα μπουρδολογήματα περί ανάπτυξης της κυβέρνησης. Η πρόβλεψη του ΔΝΤ για επαναφορά του ΑΕΠ στα προ κρίσης επίπεδά του το 2031, είκοσι τέσσερα χρόνια μετά την έναρξη της κρίσης, τα λέει όλα. Μια ολόκληρη γενιά χαμένη.
Για την έξοδο από το ευρώ ξανά
Και τώρα μπορούμε φυσικά να δούμε το γιατί το ΔΝΤ συνέχισε να επιμένει σε πολιτικές που φαινομενικά απέτυχαν. Ο βασικός λόγος ύπαρξής του δεν είναι οικονομικός και τεχνοκρατικός (η γρήγορη «έξοδος από την κρίση») αλλά πολιτικός και μακροπρόθεσμος: η βαθιά πολιτική αλλαγή των κρισιακών κοινωνικών σχηματισμών να γίνεται όλο και πιο δύσκολη, όλο και πιο αδύνατη η ίδια η σκέψη της επαναστατικής αλλαγής.
Οι εγχώριοι «κανονικοί» θα πουν: Αν το ΔΝΤ έκανε ένα λάθος, αυτό δεν ήταν ο πολλαπλασιαστής, αλλά το ότι υποχώρησε μπροστά στην επιμονή τής τότε κυβέρνησης να μειώνει το έλλειμμα με οριζόντιες περικοπές και νέους φόρους αντί να συρρικνώσει το κράτος και να πετάξει έξω τις οργανωμένες συνδικαλιστικές μειοψηφίες, λάθος που συνέχισε ακόμα περισσότερο με τον ΣΥΡΙΖΑ. Το λάθος δεν ήταν οικονομικό αλλά πολιτικό, η έλλειψη πολιτικής πυγμής έναντι του ελληνικού πολιτικού προσωπικού. Και ο Πόουλσεν στην ομιλία του περίπου τα ίδια λέει, ότι τα κακά αποτελέσματα δεν ήταν λάθος του ταμείου αλλά της τότε κυβέρνησης, που αντί να εφαρμόσει τα μέτρα κωλυσιεργούσε. (Περίεργο: Για τον ΣΥΡΙΖΑ ο κ. Πόουλσεν στην ομιλία του δεν έχει να πει κάτι κακό: Θα είναι αριστερός και σοσιαλιστής φαίνεται...)
Eπομένως, είναι λογικό τα προγράμματα του ΔΝΤ να είναι σχεδιασμένα για να καταστρέψουν τις ήδη υπάρχουσες δομές και όχι για να φέρουν την ανάπτυξη. Τα μέτρα που ζητάει το ταμείο είναι πάντα πιο σκληρά απ’ όσο ισχυρίζεται ότι θα είναι, αφού σκοπός τους είναι η αποδιάρθρωση δομών και όχι η οικονομική διευκόλυνση μιας κάπως ατυχήσασας οικονομίας. Και αντιστρόφως: Οι προβλέψεις του για την εξέλιξη μιας οικονομίας, εάν δεν υποστεί τα μέτρα που προτείνει το ταμείο, πρέπει πάντα να είναι χειρότερες από την πραγματικότητα, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση της Μαλαισίας, που το ταμείο προέβλεπε λιμούς, σεισμούς και καταποντισμούς και η χώρα (αρνούμενη να πάρει τα δάνεια) απλώς βγήκε από την κρίση.
Σε αυτό το φως θα πρέπει να δούμε και τις προβλέψεις που είχε κάνει το ΔΝΤ για τη χώρα μας το μακρινό 2012 στην ετήσια αναφορά του IMF Country Report No. 12/57. Εκεί λοιπόν προβλέπει «a prolonged and deepening recession» (μια βαθιά και μακρά ύφεση). Αλλά με βάση όσα είπαμε παραπάνω, για το πώς το ταμείο κοιτάει να στρογγυλεύει τις κακές λέξεις, μια «βαθιά και μακρά ύφεση» θα πρέπει να διαβαστεί ως «σεισμός, λιμός και καταποντισμός». Τελικά δηλαδή και ευχαριστημένοι να είμαστε.
Είναι ενδιαφέρον όμως να δούμε και τι λέει αυτή η έκθεση για το ιδιαίτερα κακό σενάριο, το με-καμία-κυβέρνηση-ούτε-με-σφαίρες-να-πεθάνετε-ούλοι-την-κατάρα-μου-νάχετε-βρε σενάριο, το σενάριο της εξόδου από το ευρώ. Στη σελίδα 46 υπάρχει η ενότητα με τίτλο «Ελλάδα: Πιθανές οικονομικές επιπτώσεις της εξόδου από το ευρώ» («Greece: Potential Economic Impact of Euro Exit»), απ’ όπου και τα διαγράμματα που ακολουθούν.
Σε αυτά αποτυπώνονται η Πραγματική Ανηγμένη Συναλλαγματική Ισοτιμία (REER), ο αποπληθωριστής ΑΕΠ και το πραγματικό ΑΕΠ στις δύο περιπτώσεις, του βασικού σεναρίου (μνημόνιο και βούρδουλας), από τη μία, και της εξόδου από το ευρώ (την-κατάρα-μου-νάχετε) από την άλλη. Σημειώνουμε ότι η REER είναι ένα μέτρο της αξίας του νομίσματος ως προς τη διεθνή του αγοραστική δύναμη και έχει με λίγα λόγια να κάνει με το πόσο αγοραστικά «δυνατό» είναι το νόμισμα (στην περίπτωση παραμονής μετράει στην ουσία πόσα ευρώ υπάρχουν στις τσέπες των Ελλήνων καταναλωτών), ενώ ο αποπληθωριστής είναι, όπως λέει το όνομά του, μέτρο του πληθωρισμού.
Όπως βλέπουμε λοιπόν, το ίδιο το ΔΝΤ προέβλεπε στην περίπτωση της εξόδου μια κορύφωση του πληθωρισμού σε δραχμή στο 35% που γρήγορα θα έπεφτε, και γύρω στο 2018 θα ήταν περίπου στο 2-3%, όχι πολύ παραπάνω από αυτό που έχουμε τώρα με ευρώ δηλαδή. Η REER πάλι, αφού θα έκανε μια βουτιά με τη δραχμή, γρήγορα θα ανέβαινε και μάλιστα σύντομα ξεπερνά την προβλεπόμενη REER με ευρώ. Με άλλα λόγια, ένας καταναλωτής με δραχμές το 2018 θα μπορούσε σύμφωνα με αυτό το σενάριο να αγοράσει περισσότερα εισαγόμενα καταναλωτικά προϊόντα από έναν καταναλωτή που έμεινε στο ευρώ. Τέλος, το ΑΕΠ, σύμφωνα με αυτές τις προβλέψεις, έπειτα από μια βουτιά, γρήγορα θα ανέκαμπτε σε επίπεδα περίπου ίδια με τα προβλεπόμενα με ευρώ.
Αν συνυπολογίσουμε το γεγονός ότι το ταμείο συστηματικά μεροληπτεί κατά της εξόδου και υπέρ της παραμονής, γίνεται προφανές ότι χωρίς αμφιβολία η χώρα (ή τουλάχιστον οι λαϊκές της τάξεις) θα ήταν καλύτερα αν είχαν κάνει το μεγάλο βήμα. (Και επίσης το επιχείρημα «δεν θα έχουμε πετρέλαιο και κινητά για χρόνια μετά» όσων πάλεψαν για την παραμονή, εκτός από ενδεικτικό μικρής σχέσης με οικονομική θεωρία,4 διαψεύδεται και από το ΔΝΤ. Πράγματι, όπως φαίνεται από την REER, οι προσομοιώσεις του προέβλεπαν ότι μέχρι το 2018 η αγοραστική δύναμη σε δραχμές θα ήταν σαφώς ανώτερη της προβλεπόμενης αγοραστικής δύναμης σε ευρώ – η οποία είναι πολύ μεγαλύτερη αυτής που τελικά έχουμε…)
Αβελτηρία και οξυδέρκεια
H καταγέλαστη τεχνοκρατική αβελτηρία του ΔΝΤ που περιγράψαμε συνοδεύεται πάντως από πολιτική οξυδέρκεια. Το ταμείο πόνταρε στην παραμονή της χώρας, εκφράζοντας την αντίστοιχη βούληση των εγχώριων όσο και των ευρωπαϊκών αστικών τάξεων (με τη μερική εξαίρεση της Γερμανίας, που, όπως ξέρουμε, ταλαντεύτηκε για ένα διάστημα με το ερώτημα της αποπομπής της Ελλάδας, θέσης που εκπροσώπησε για λίγο ο Σόιμπλε). Και συνοδεύεται από την πολιτική ανικανότητα του εγχώριου κινήματος να συμπυκνώσει έναν πειστικό λόγο, να συνασπίσει λαϊκά στρώματα γύρω από ένα κομβικό γι’ αυτά ερώτημα.
Η ήττα της γραμμής της εξόδου μπορεί να έχει συνέπειες στο μέλλον. Το ευρώ αναγκαστικά θα διαλυθεί κάποια στιγμή κάτω από το βάρος των εσωτερικών του αντιθέσεων, όταν το (γιγαντιαίο) κόστος της διάλυσης γίνει μικρότερο από το συσσωρευμένο κόστος της παραμονής. Το πρόβλημα είναι ότι, όπως έχει δείξει η ιστορία προηγούμενων νομισματικών ενοποιήσεων, όποιος φεύγει πρώτος χάνει τα λιγότερα, ενώ ο τελευταίος μαζεύει τον μουτζούρη. Με βάση όμως την πικρή πείρα της κωλοτούμπας και της καθολικής ανυποληψίας, στην οποία έχει πλέον πέσει η γραμμή της εξόδου, όταν έρθει ξανά η κατάλληλη στιγμή είναι πιθανό η χώρα μας αντί να βγει, να προσπαθήσει να μείνει πάση θυσία.
Για την ώρα πάντως υπάρχουν κάποια σημάδια αλλαγής στον διεθνή ορίζοντα, σημάδια τέλους εποχής, που ενδεχομένως να σηματοδοτήσουν μια διαφορετική πορεία στο μέλλον. Οι απόψεις των κεντρικών τραπεζιτών περί τέλους των νομισματικών «πυρομαχικών» (ποσοτική χαλάρωση και μείωση των επιτοκίων), οι όλο και πιο συχνές εκκλήσεις για αλλαγή στον τρόπο δράσης του ΔΝΤ, ένας ορισμένος, δειλός λόγος για επαναφορά κεϋνσιανών πολιτικών, είναι ίσως δείγματα ότι το τρέχον υπόδειγμα ανάπτυξης έχει φάει τα ψωμιά του και οι ταγοί του ψάχνουν να βρουν διεξόδους που δεν θα φουντώσουν περαιτέρω τη σιωπηλή οργή των κατώτερων τάξεων.
Και από την άλλη μεριά, η αναταραχή σε όλον τον πλανήτη φαίνεται να εξαπλώνεται με μια διαρκή αντιφατικότητα – αλλά και θετικά σημάδια. Οι αναφορές πολλών κινημάτων σε πολιτική, οικονομία, περιβάλλον δείχνουν ότι ίσως πλησιάζει μια νέα εποχή αμφισβήτησης του τρέχοντος καταστροφικού για τον πλανήτη και τις ζωές μας συστήματος οργάνωσης της κοινωνικής ζωής. Αλλά ακόμα και οι δεξιές «αντεπαναστάσεις» όπως της Βολιβίας δεν θα είχαν επιτευχθεί αν δεν υπήρχαν ευρύτερα λουμπενοποιημένα στρώματα να τις τροφοδοτήσουν. Οι κίνδυνοι φαίνονται μεγάλοι, αλλά και τα πιθανά κέρδη είναι και αυτά τεράστια. Το αν θα επιτευχθεί η μεγάλη ανατροπή, αυτό μένει να το δούμε ή, ακόμα καλύτερα, να το επιχειρήσουμε.
1. «The IMF and the Greek Crisis: Myths and Realities: Speech by Poul Thomsen, Director of the European Department of the International Monetary Fund, at the London School of Economics», imf.org, 30.9.2019. Αυτό λέει τουλάχιστον ο Ελ Εριάν, που διετέλεσε και αναπληρωτής διευθυντής του ΔΝΤ.
2. Ενδεικτικά: Ross P. Buckley και Sarala M. Fitzgerald, «Αn assessment of Malaysia’s Response to the IMF during the Asian Economic Crisis», Singapore Journal of Legal Studies, 2004, σ. 96-116.
3. Δεν μπαίνουμε σε λεπτομέρειες, ενδεικτικά ο Νίκος Χριστοδουλάκης ξεσπαθώνει με… δίκαιη αγανάκτηση κατά του λάθους, ενώ η Μιράντα Ξαφά, εξίσου αγανακτισμένη, υπερασπίζεται με τη σειρά της το ταμείο (τι περίεργο...). Βλ. και εδώ.
4. Όσες αγόρασαν τον φόβο της έλλειψης βασικών εισαγόμενων καταναλωτικών προϊόντων στην περίπτωση εξόδου βλέπουν το νόμισμα ως εμπόρευμα σε περιορισμένη προσφορά, ως χρυσό ας πούμε, του οποίου η έλλειψη όντως αποβαίνει καταστροφική για τις εισαγωγές. Το χρήμα όμως (επομένως και το νόμισμα) δεν είναι πλέον τέτοιο εμπόρευμα. Αυτός εξάλλου είναι ο λόγος που ο χρυσός καταργήθηκε οριστικά και αμετάκλητα ως διεθνές χρήμα (γιατί εθνικό ουδέποτε υπήρξε επί της ουσίας) όταν κατέρρευσαν οι συμφωνίες Bretton Woods. Tο χρήμα είναι ένα ειδικό εμπόρευμα χωρίς ανταλλακτική αξία, του οποίου η αξία χρήσης είναι ότι μετρά την ανταλλακτική αξία· επομένως μετράει και την αξία της εργατικής δύναμης: Η μέση κοινωνικά οριζόμενη αξία της εργατικής δύναμης στο πλαίσιο μιας χώρας μετριέται από το κρατικό νόμισμα αυτής της χώρας. Είτε με είτε χωρίς αλλαγή νομίσματος, εργατική αξία θα συνεχίσει να υφίσταται στη χώρα και θα συνεχίσει, σε καπιταλιστικό περιβάλλον, να πρέπει να μετριέται. Η αλλαγή νομίσματος, μετά τις γρήγορες αρχικές αναταραχές που αναμφισβήτητα θα συνέβαιναν, πολύ γρήγορα θα έβρισκε μια νέα ισορροπία επιτρέποντας εισαγωγές.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ