Συνέντευξη του Κωστή Καρπόζηλου στον Άκη Παλαιολόγο
Την πολιτική και κοινωνική δράση των ελληνοαμερικανικών κοινοτήτων στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα πραγματεύεται το ντοκιμαντέρΤαξισυνειδησία: η άγνωστη ιστορία του ελληνοαμερικανικού ριζοσπαστισμού. Με αφορμή την ολοκλήρωση του ντοκιμαντέρ, ο Κωστής Καρπόζηλος, ιστορικός, μεταδιδακτορικός ερευνητής του Πανεπιστημίου Κολούμπια, εμπνευστής και κινητήριος μοχλός της όλης προσπάθειας, αναφέρεται σε όψεις μιας σχετικά «αχαρτογράφητης» και ταυτόχρονα εξαιρετικά ενδιαφέρουσας πτυχής της ιστορίας του εργατικού κινήματος.
Ε. Γ.: Ποιο είναι το θέμα και οι βασικοί συντελεστές του ντοκιμαντέρ;
Κ. Κ.: To ντοκιμαντέρ αναδεικνύει τις πολιτικές και κοινωνικές διεργασίες στις ελληνοαμερικανικές κοινότητες, ξεκινώντας από τις σοσιαλιστικές οργανώσεις των αρχών του 20ού αιώνα και κλείνοντας στα χρόνια του Μακαρθισμού, τα οποία σήμαναν την παρακμή της μακράς παράδοσης του μεταναστευτικού πολιτικού και κοινωνικού ριζοσπαστισμού. Πρόκειται για μια φιλόδοξη παραγωγή που στηρίζεται σε πλούσιο οπτικοακουστικό υλικό από την ιστορία της αμερικανικής Αριστεράς και του εργατικού κινήματος, ενώ σημαντικό μέρος της έρευνας σχετίζεται με την ενασχόλησή μου με τα ζητήματα αυτά στο πλαίσιο της διδακτορικής μου διατριβής στο Πανεπιστήμιο της Κρήτης. Σκηνοθέτης του ντοκιμαντέρ είναι ο Κώστας Βάκκας, ένας άνθρωπος της Αριστεράς με παρουσία σε πολιτικοποιημένες κινηματογραφικές καταγραφές ιστορικών γεγονότων. Η Μη Κερδοσκοπική Εταιρεία «Αποστόλης Μπερδεμπές» εξασφάλισε τη χρηματοδότηση του όλου εγχειρήματος –η εταιρεία ιδρύθηκε από φίλους και φίλες του αγωνιστή του αντιδικτατορικού κινήματος στις ΗΠΑ, Αποστόλη Μπερδεμπέ, ο οποίος πέθανε πρώιμα το 1979. Οι άνθρωποι της εταιρείας είχαν γνωρίσει βετεράνους του κινήματος στις Ηνωμένες Πολιτείες τη δεκαετία του 1970 και προσανατολίζονταν στη δημιουργία ενός ντοκιμαντέρ για τη διαδρομή της ελληνοαμερικανικής Αριστεράς. Κατά συνέπεια, το ντοκιμαντέρ αυτό είναι προϊόν κοινών επιθυμιών, συλλογικής δουλειάς και ευτυχών συμπτώσεων.
Ε. Γ.: Το θέμα του ντοκιμαντέρ είναι σχετικά άγνωστο τόσο για την ελληνική ιστοριογραφία όσο και για την ελληνική Αριστερά. Ποια ήταν τα κίνητρα και ποιοι είναι οι στόχοι της όλης προσπάθειας;
Κ. Κ.: Σωστή παρατήρηση. Η ελληνοαμερικανική ιστοριογραφία έχει υπέρμετρα εστιάσει στις παραδειγματικές περιπτώσεις οικονομικής επιτυχίας των μεταναστών, ενώ συχνά ακόμη και ριζοσπαστικές προσεγγίσεις αδυνατούν να συνδέσουν τις μεταναστευτικές κοινότητες με την ευρύτερη κοινωνική, πολιτική και οικονομική πραγματικότητα των Ηνωμένων Πολιτειών, εμφανίζοντας έτσι τους μετανάστες σε μια ιδιόμορφη «ελληνική» γυάλα. Το ντοκιμαντέρ προτείνει μια εναλλακτική αφήγηση, καταδεικνύοντας τα πολλαπλά νήματα που συνδέουν τους εθνοτικούς προβληματισμούς με τις εκδοχές του πολιτικού και κοινωνικού ριζοσπαστισμού. Πρόκειται εντέλει για την ανάδειξη των ρωγμών, των εσωτερικών αντιθέσεων του ελληνοαμερικανικού κόσμου, αλλά και ταυτόχρονα για την επιστροφή στη συζήτηση του αμερικανικού εργατικού κινήματος γύρω από το ερώτημα της ενοποίησης της εργατικής τάξης, την «ταξισυνειδησία» που λέγαν και οι Ελληνοαμερικανοί, μέσα από την ενσωμάτωση της εθνοτικής διαφοράς. Αυτή η συζήτηση είναι άγνωστη στην ελληνική Αριστερά, η οποία ορισμένες φορές σχηματικά αναπαράγει στερεότυπες αναγνώσεις των Ηνωμένων Πολιτειών, ενώ παραγνωρίζει τις ριζοσπαστικές παραδόσεις των μεταναστευτικών κοινοτήτων και την ίδια τη διαδρομή της ελληνοαμερικανικής Αριστεράς.
Ε. Γ.: Σε μεγάλο βαθμό το ντοκιμαντέρ συνδέεται με τη διατριβή σου. Πόσο δύσκολη ήταν η μετάβαση από την επιστημονική έρευνα στο οπτικοακουστικό υλικό;
Κ. Κ.: Η διαδικασία αυτή υπήρξε απαιτητική, καθώς φέρνει νομίζω τον ερευνητή μπροστά στις εγγενείς αδυναμίες του και ειδικότερα στο αιτούμενο της συμπύκνωσης εκείνης που δεν θα οδηγήσει στην υπεραπλούστευση. Για μένα υπήρξε μια πολύ χρήσιμη εμπειρία, που μου επιτρέπει σήμερα να αναθεωρήσω ριζικά τη διατριβή στην κατεύθυνση της έκδοσής της. Ταυτόχρονα όμως ο μετασχηματισμός ενός επιστημονικού ερωτήματος σε «σενάριο» αναδεικνύει ένα σημαντικό ζήτημα: Το αμερικανικό εργατικό και επαναστατικό κίνημα έχει επιδείξει μια αξιοσημείωτη φροντίδα στη διατήρηση της ιστορικής του διαδρομής, επιτρέποντας σε μας για, παράδειγμα, να χρησιμοποιήσουμε σήμερα καταπληκτικές σκηνές από τις πρωτομαγιάτικες διαδηλώσεις στη Νέα Υόρκη του 1937 ή πλάνα από εργατικές διεκδικήσεις του Μεσοπολέμου. Αυτές οι γενναιόδωρες αρχειακές διαθεσιμότητες υπογραμμίζουν τις υστερήσεις τού, φαινομενικά πιο προωθημένου, ελληνικού εργατικού κινήματος, το οποίο με αξιοσημείωτες εξαιρέσεις αδιαφορεί για την αυτοδύναμη και παραγωγική διάσωση των αρχειακών του καταλοίπων. Η αμερικανική λοιπόν τεχνογνωσία, τα αρχεία του Κομμουνιστικού Κόμματος των Ηνωμένων Πολιτειών, τα κάθε λογής «επίκαιρα», τα έντυπα της ελληνοαμερικανικής Αριστεράς μάς επέτρεψαν να έχουμε ένα άρτιο αισθητικά αποτέλεσμα και να υπερβούμε την εγγενή κούραση της ιστορικής αφήγησης!
Ε. Γ.: Η ελληνοαμερικανική Αριστερά σε ποιο βαθμό εντάσσεται στις ευρύτερες διεργασίες και μεταβολές του εργατικού και αριστερού κινήματος των ΗΠΑ; Για παράδειγμα, πώς επηρέασε η εθνοτική διάσταση την πολιτική στράτευση και τις πρακτικές των Ελληνοαμερικανών εργατών;
Κ. Κ.: Θα το αντιστρέψω ελαφρά αυτό. Η αμερικανική Αριστερά του 20ού αιώνα υπήρξε σύμφυτη με την ανάπτυξη των μεταναστευτικών ριζοσπαστικών οργανώσεων• από τις γλωσσικές ομοσπονδίες του Σοσιαλιστικού και Κομμουνιστικού Κόμματος έως τις δεκάδες εκδόσεις στις γλώσσες των μεταναστευτικών κοινοτήτων, τις εργατικές λέσχες και τα εκδοτικά προγράμματα. Υπό την οπτική αυτή, η Φωνή του Εργάτου (1918-1923), το Εμπρός (1923-1939), το Ελληνοαμερικανικό Βήμα (1940-1955), οι Ελληνικοί Εργατικοί Εκπαιδευτικοί Σύνδεσμοι, το ελληνοαμερικανικό Εργατικό Βιβλιοπωλείο αποτελούν εκφάνσεις του ελληνοαμερικανικού ριζοσπαστισμού και ταυτόχρονα οργανικές εκδηλώσεις της ανάπτυξης του σοσιαλιστικού και κομμουνιστικού κινήματος στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο μεταναστευτικός ριζοσπαστισμός συνιστά ταυτόχρονα έναν δείκτη των μεταναστευτικών μετασχηματισμών: Στις αρχές του 20ού αιώνα οι σοσιαλιστικές ομαδοποιήσεις –και όχι προφανώς μόνο οι ελληνικές– συνδέονταν σε μεγάλο βαθμό με τις εξελίξεις στον «Παλιό Κόσμο». Από τη δεκαετία του 1920, όταν τελειώνει ο αιώνας της υπερατλαντικής μετανάστευσης, σταδιακά καταγράφεται μια μετατόπιση, καθώς λειτουργούν ως εθνικά τμήματα αμερικανικών πολιτικών κομμάτων. Στην ελληνική περίπτωση πρόκειται για μια παράδοση που ξεκινά από την έκδοση της εφημερίδας Οργάνωσις στο βιομηχανικό Σινσινάτι το 1916 ως όργανο των Ελλήνων φίλων του Socialist Labor Party και εξελίσσεται στη συνέχεια στο «ελληνικό γραφείο του ΚΚΗΠΑ» και των μετωπικών οργανώσεων γύρω από αυτό, όπως οι Ελληνικοί Εργατικοί Εκπαιδευτικοί Σύνδεσμοι.
Η εθνοτική διάσταση είναι προφανώς παρούσα στη διαδρομή αυτή. Το ζητούμενο είναι η ανίχνευση των προβληματισμών της αμερικανικής Αριστεράς γύρω από το πώς η εθνοτική διάσταση δεν θα λειτουργούσε ανασταλτικά στην πολιτική και κοινωνική ριζοσπαστικοποίηση, στην ενότητα των εργατών στους χώρους εργασίας. Από τις αμήχανες προσπάθειες του «προλεταριακού εξαμερικανισμού» της δεκαετίας του 1920, όπου στην ουσία επιχειρήθηκε η παραγνώριση της εθνοτικής διαφοράς, έως τις πιο παραγωγικές –αν και όχι πιο ριζοσπαστικές– της περιόδου του Λαϊκού Μετώπου, όπου η εθνοτική διαφορά εξυμνήθηκε ως στοιχείο δημοκρατικών παραδόσεων κ.λπ., καταγράφονται ποικίλες εκδοχές αυτής της διερεύνησης. Ταυτόχρονα όμως το καθοριστικό δεν είναι οι όποιες επεξεργασίες των επιτελείων, αλλά οι πολλαπλοί τρόποι με τους οποίους η εθνοτική διάσταση παράγει διαφορετικές κατά περίπτωση εκδοχές κοινωνικού ανταγωνισμού: από τις εσωτερικές συγκρούσεις στις τάξεις των κοινοτήτων –ενάντια για παράδειγμα στους «μπόσηδες»– και τους ενδοεργατικούς εμφυλίους έως τις νέες μορφές ενότητας και οργάνωσης, που αποκτούν ιδιαίτερη δυναμική τη δεκαετία του 1930 και στηρίζονται στην βιομηχανική οργάνωση όλων των μισθωτών ανεξαρτήτως εθνότητας, φυλής και ειδικότητας – τα συνδικάτα της Congress of Industrial Organizations.
Ε. Γ.: Πού αναπτύχθηκε η βασική επιρροή και οι σημαντικότερες δραστηριότητες της ελληνοαμερικανικής Αριστεράς; Επίσης, κατά πόσο οι Ελληνοαμερικανοί ριζοσπάστες επηρεάζονταν και τροφοδοτούνταν από τις εξελίξεις στον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό;
Κ. Κ.: Τα αστικά κέντρα, οι βιομηχανικές κωμοπόλεις και οι πολυεθνοτικές μητροπόλεις υπήρξαν τα κύρια κέντρα ανάπτυξης των δραστηριοτήτων της ελληνοαμερικανικής Αριστεράς. Το δίκτυο των Ελληνικών Εργατικών Εκπαιδευτικών Συνδέσμων από τη Νέα Υόρκη έως το Σαν Φρανσίσκο και από το Σικάγο έως τα βιομηχανικά κέντρα του Πίτσμπουργκ συνιστά μια αξιόπιστη ένδειξη αυτής της δυναμικής. Ταυτόχρονα, οι τόποι του μεταναστευτικού ριζοσπαστισμού διαπλέκονται με την ανάπτυξη των εργατικών διεκδικήσεων: Στη δεκαετία του 1930, στις μικρές βιομηχανικές πόλεις του εργοδοτικού φεουδαλισμού, οι βίαιοι και μαχητικοί εργατικοί αγώνες ανατροφοδότησαν την οργανωτική ανάπτυξη της ελληνοαμερικανικής Αριστεράς. Τέλος, τα βιομηχανικά συνδικάτα, οι νέες μορφές οργάνωσης στους κλάδους του επισιτισμού και κυρίως το «κόκκινο» συνδικάτο των εργατών στην κατεργασία γούνας, το περίφημο Ελληνικό Λόκαλ 70, αποτέλεσαν προπύργια της ελληνοαμερικανικής Αριστεράς. Άλλωστε δεν θα πρέπει να φανταστούμε τις οργανώσεις της ελληνοαμερικανικής Αριστεράς ως προϊόντα εγκεφαλικών συλλήψεων πέραν της εργατικής καθημερινότητας – το αντίθετο. Ο μεταναστευτικός ριζοσπαστισμός αναπαράγονταν κοινωνικά μέσα στην ίδια την εργατική καθημερινότητα. Το πρώτο φύλλο της Φωνής του Εργάτου διακήρυσσε ότι «είναι η εφημερίς των εργατών γιατί εργάται την βγάζουν, εργάται την γράφουν, εργάται την διαβάζουν, με χρήματα εργατών συντηρείται (…) Σε κανένα δεν θα υποταχθή, καμμίαν υποχρέωση δεν θα χρωστά σε κανένα, ούτε ηθική, ούτε υλική, εκτός μόνο σε κείνους στους οποίους ανήκει ολοκληρωτικά˙ στο ελληνικό προλεταριάτο της Αμερικής. Η Φωνή του Εργάτου είναι με λίγα λόγια εφημερίς των εργατών, που αποτείνεται προς τους εργάτας για τα συμφέροντα των εργατών».
Η εργατική αυτή διάσταση διαπλέκεται με την προτεραιότητα της «μορφωτικής εργασίας» στις προσπάθειες των Ελληνοαμερικανών ριζοσπαστών να αφυπνίσουν την «ταξισυνειδησία» των ομοεθνών τους. Οι μεταφράσεις, μεταξύ αυτών η πρώτη ελληνική μετάφραση του έργου του ΛένινΚράτος και Επανάστασις, το εργατικό θέατρο, η ανάπτυξη ενός διακριτού εργατικού πολιτισμού συνιστούν εκφράσεις αυτών των δραστηριοτήτων. Ταυτόχρονα, η ελληνοαμερικανική Αριστερά, ιδίως στις δεκαετίες του Λαϊκού Μετώπου, λειτουργούσε ως σημείο συνάντησης ευρύτερων προοδευτικών και ριζοσπαστικών τάσεων γύρω από τις ελληνικές εξελίξεις: τη δικτατορία του Μεταξά, αλλά και την τριπλή Κατοχή. Οι επιτροπές στήριξης του ΕΑΜ, η εγκατάσταση στη Νέα Υόρκη της Ομοσπονδίας των Ελληνικών Ναυτεργατικών Οργανώσεων (ΟΕΝΟ), το παράνομο δίκτυο του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος που συνέδεε την Αθήνα με το Παρίσι, τη Νέα Υόρκη, το Λονδίνο και τη Μόσχα αποτελούν ενδιαφέρουσες εκδοχές του τρόπου με τον οποίο οι «ελληνικές» ή ευρωπαϊκές εξελίξεις διαπλέκονταν με τις ιεραρχήσεις των ελληνοαμερικανών κομμουνιστών. Εδώ θα πρέπει να είναι σαφές ότι δεν έχουμε να κάνουμε με υπερατλαντικές αποκρίσεις σε ένα «ευρωπαϊκό πρόβλημα», αλλά αποκρίσεις στην διεθνοποίηση της σύγκρουσης μεταξύ φασισμού και αντι-φασισμού. Οι περίπου 200 Ελληνοαμερικανοί εθελοντές στον Ισπανικό Εμφύλιο πόλεμο υπογραμμίζουν τις πολλαπλές συνδέσεις του αντιφασιστικού μετώπου: ενάντια στον Φράνκο στην Ισπανία, ενάντια στον Μεταξά στην Ελλάδα, ενάντια στον Φορντ –«ο φορντισμός είναι φασισμός» ήταν ένα δημοφιλές σύνθημα της εποχής– στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ε. Γ.: Με μια πρόχειρη περιοδολόγηση, πού τοποθετείται η ακμή και η υποχώρηση της ελληνοαμερικανικής Αριστεράς;
Κ. Κ.: Η ακμή της ελληνοαμερικανικής Αριστεράς εντοπίζεται στα χρόνια του Λαϊκού Μετώπου – όπως ακριβώς αυτή η περίοδος συνιστά το απόγειο της δυναμικής του αμερικανικού κομμουνιστικού κινήματος. Η πολιτική του Λαϊκού Μετώπου, που στην αμερικανική περίπτωση ισοδυναμούσε με την κριτική υποστήριξη του New Deal, παρείχε ασφαλώς το αναγκαίο πλαίσιο γι’ αυτή την εξέλιξη, αλλά θα ήταν απλουστευτικό να αναζητήσουμε εκεί αποκλειστικά το αίτιο. Νομίζω ότι μετά την κρίση του 1929 ο κοινωνικός αναπροσανατολισμός προς τις έννοιες της ενότητας και της οργάνωσης ως αναγκαίων αντίρροπων δυνάμεων προς την κοινωνική αποδιάρθρωση επέτρεψε στην αμερικανική Αριστερά να εμφανιστεί ως δυναμικός παράγοντας στη διαμόρφωση του εργατικού και προοδευτικού κινήματος. Η δυναμική αυτή, γύρω από τις ιδέες της ενότητας και της οργάνωσης, στα χρόνια του Πολέμου συμβάδισε με την ιδέα της πλατιάς αντιφασιστικής συνεργασίας και την προοπτική ενός μεταπολεμικού κόσμου όπου η ΕΣΣΔ και οι ΗΠΑ θα εγκαθίδρυαν μια νέα παγκόσμια τάξη η οποία θα αποζημίωνε τους λαούς και τις κοινωνίες για τα δεινά της καπιταλιστικής κρίσης και του πολέμου. Η προσδοκία αυτή, που οδήγησε το ΚΚΗΠΑ στην απόφαση της αυτοδιάλυσής του το 1943, επικοινωνούσε με την ακτινοβολία των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων της Ευρώπης: Είναι χαρακτηριστικό ότι στις επιτροπές στήριξης του ΕΑΜ στις ΗΠΑ συναντιούνταν αστοί πολιτικοί, διανοούμενοι, παράγοντες της ελληνοαμερικανικής ζωής, όπως ο εκδότης του Εθνικού Κήρυκα, Βάσος Βλαβιανός, συνδικαλιστές και φυσικά η ελληνοαμερικανική Αριστερά.
Η αναδίπλωση του εργατικού κινήματος, οι παράλληλες μεταπολεμικές εξελίξεις στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, ο Ελληνικός Εμφύλιος και ο νέος διπολικός κόσμος που διέψευσε τις λαϊκομετωπικές προσδοκίες καθόρισαν την κοινωνική και πολιτική περιθωριοποίηση της ελληνοαμερικανικής Αριστεράς. Στην εξέλιξη αυτή μπορεί κανείς να διακρίνει τη σύμπτωση της καταστολής –στις μακαρθικές διώξεις τα ηγετικά στελέχη του κινήματος απελάθηκαν και ζήτησαν πολιτικό άσυλο στην Πολωνία– αλλά και της ενσωμάτωσης. Η νέα δυναμική του «Αμερικανικού Ονείρου», τροφοδοτημένη από την εκθετική ανάπτυξη του μεταπολεμικού καπιταλισμού, ενσωμάτωσε τον κοινωνικό ριζοσπαστισμό της δεκαετίας του 1930 μετατρέποντας τους «ξεχασμένους ανθρώπους» της προηγούμενης μέρας σε εκπροσώπους του μεταπολεμικού αμερικανισμού – είναι η εποχή των προαστίων, του καταναλωτισμού, της αποστολής εμβασμάτων στους χειμαζόμενους συγγενείς στην Ευρώπη.
Ε. Γ.: Το όλο εγχείρημα πραγματεύεται τον μεταναστευτικό ριζοσπαστισμό, δίνοντας ιδιαίτερο βάρος στην περίοδο της Μεγάλης Ύφεσης. Ποια σημασία έχει η μελέτη του θέματος αυτού στη σημερινή εποχή, στο φόντο της οικονομικής κρίσης και της όξυνσης του μεταναστευτικού ζητήματος;
Κ. Κ.: Οι ιστορικές αναλογίες είναι της μοδός σήμερα και εγώ είμαι ιδιαίτερα επιφυλακτικός για τη χρησιμότητά τους. Αυτό που θα μπορούσε να είναι παραγωγικό για τις σημερινές αναζητήσεις μας είναι η έμφαση στην ενδεχομενικότητα της ιστορίας, δηλαδή η κατανόηση του απρόβλεπτου της εξέλιξής της σε περιόδους που το κοινωνικό ζήτημα βρίσκεται στο προσκήνιο, ανεξάρτητα από τις επιθυμίες ή τις φοβίες των ριζοσπαστών. Ταυτόχρονα, νομίζω ότι παρουσιάζει ενδιαφέρον η μεσοπολεμική –και κυρίως στα χρόνια της κρίσης– αναζήτηση μορφών οργάνωσης και δράσης που συχνά υπερέβαιναν παραδεδομένες πρακτικές και τρόπους σκέψης. Η δημιουργία των βιομηχανικών συνδικάτων, που ενσωμάτωνε φυσικά και παλιότερες αναζητήσεις, η ανάδυση των Επιτροπών Ανέργων, η κυκλοφορία των μεταναστευτικών εφημερίδων αντιστοιχούσαν σε κοινωνικές διεργασίες και προέκυπταν ως απαντήσεις στα πιεστικά προβλήματα της ίδιας της καθημερινότητας μη δίνοντας σημασία στις συμβουλές των κάθε λογής «γνωστικών». Αν και φοβάμαι ότι η υπόμνηση της μεταναστευτικής διαδρομής των Ελλήνων δεν μπορεί να συμβάλει στην αναστροφή του ρατσιστικού παροξυσμού, πιστεύω ότι η άγνωστη ιστορία του μεταναστευτικού ριζοσπαστισμού προσφέρεται για τον κλονισμό των δικών μας βεβαιοτήτων και ίσως μπορεί να χειραφετήσει τη φαντασία μας, γύρω από ερωτήματα αλλά και πρακτικές δράσεις για το πώς μπορούμε να υπερβούμε το αδιέξοδο που μας περιβάλλει.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ