Βρισκόμαστε μόλις λίγες μέρες μακριά από τις φοιτητικές εκλογές και είναι πλέον σαφές ότι στο διάστημα που μεσολάβησε από τις φοιτητικές εκλογές του 2015 μέχρι σήμερα οι εξελίξεις τόσο σε κοινωνικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο ήταν ραγδαίες. Αν κάτι χρωμάτισε έντονα το τέλος της προηγούμενης ακαδημαϊκής χρονιάς αλλά και τη συλλογική συνείδηση του ελληνικού λαού και ιδιαίτερα της νεολαίας, αυτό δεν ήταν άλλο από το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου. Το ιστορικό ΟΧΙ και τα συντριπτικά ποσοστά που κατέγραψε στη νεολαία παρά τη λυσσαλέα προσπάθεια και τους συνεχείς εκβιασμούς του εγχώριου και διεθνούς κατεστημένου και των καθεστωτικών ΜΜΕ σήμαναν άλλη μια στιγμή μέσα στα χρόνια του μνημονίου όπου εργαζόμενοι/ες και νέοι/ες ορθώσαμε το ανάστημά μας και αναμετρηθήκαμε ακόμα και με τη δυνατότητα να ανοιχτεί άλλος δρόμος μακριά από τον υποτιθέμενο μονόδρομο της συνεχούς λιτότητας και εξαθλίωσης που επιβάλλουν τα αλλεπάλληλα μνημόνια και η συνολική πολιτική της Ε.Ε. και του ΔΝΤ. Η επιλογή της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. να μετατρέψει την ετυμηγορία του ελληνικού λαού σε έναν επίσης ιστορικό συμβιβασμό με τους δανειστές αποκρυσταλλώνεται πλέον στο τρίτο μνημόνιο και στα πρώτα του μέτρα, που έχουν ήδη θεσμοθετηθεί. Η ψήφιση του ασφαλιστικού και φορολογικού νομοσχεδίου σε συνδυασμό με τη συμφωνία στο Eurogroup της 9ης Μαΐου σήμαναν μια άνευ προηγουμένου επίθεση στον ελληνικό λαό. Πρακτικά, το νομοσχέδιο αυτό έρχεται να ολοκληρώσει μια συνθήκη εργασιακού μεσαίωνα και να αλλάξει πλήρως τον χαρακτήρα της κοινωνικής ασφάλισης, ενώ η συμφωνία του Eurogroup καταλύει και τα τελευταία ψήγματα εθνικής κυριαρχίας θεσπίζοντας επί της ουσίας ένα διαρκές μνημόνιο που δεν θα χρειάζεται καν την έγκριση του κοινοβουλίου. Τα παραπάνω, αν και έχουν προκαλέσει, όπως είναι λογικό, τη δυσαρέσκεια και την αποδοκιμασία του λαϊκού παράγοντα, ωστόσο δεν έχουν μετουσιωθεί σε ένα μαζικό κίνημα αντίστασης και διαμαρτυρίας, όπως συμβαίνει αυτή τη στιγμή στη Γαλλία. Ταυτόχρονα, η ίδια η νεολαία, της οποίας το παρόν και το μέλλον διακυβεύεται περισσότερο από κάθε άλλου, δεν φαίνεται να συμμετέχει με οργανωμένο τρόπο στις κινητοποιήσεις. Πέρα από τις ευθύνες που μπορούν να αποδοθούν στην αποσυγκρότηση του εργατικού κινήματος και των παραδοσιακών συνδικαλιστικών οργανώσεων και διαδικασιών, είναι προφανές ότι η κατάσταση αυτή εντός του κινήματος συντηρείται τόσο λόγω της γενικευμένης απογοήτευσης όσο όμως και της ανεπάρκειας της αριστεράς, που δεν επέστρεψε μετά την ήττα του καλοκαιριού με ένα πρόγραμμα διεξόδου από το σπιράλ των μνημονίων, ένα πρόγραμμα το οποίο με ορίζοντά του τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό θα θέτει ως πρώτους στόχους όσα αναδείχτηκαν αναγκαία, μέσα και από την περσινή δραματική πορεία του ΣΥΡΙΖΑ: τη ρήξη και την έξοδο από την ευρωζώνη και την Ε.Ε., τη διαγραφή του χρέους, την εθνικοποίηση βασικών πυλώνων της οικονομίας, την παραγωγική ανασυγκρότηση, τη γενικευμένη αυτοδιαχείριση και τον εργατικό έλεγχο, με σκοπό οι εργαζόμενοι και η νεολαία να εμπλακούν σε ένα κίνημα που θα αμφισβητεί στην πράξη το δόγμα ΤΙΝΑ και θα θέτει επί τάπητος την εναλλακτική ανοίγοντας δυνατότητες για την άσκηση εξουσίας από τους εργαζόμενους, από τον λαό και για τον λαό. Κι αν όλα τα παραπάνω φαίνονται εκ πρώτης όψεως «άσχετα» με την ίδια τη μάχη εντός των φοιτητικών συλλόγων και τις φετινές φοιτητικές εκλογές, η κατάσταση εντός των πανεπιστημίων αποδεικνύει μάλλον το αντίθετο. Η όξυνση του ατομικισμού και του επιβιωτισμού αλλά και η γενίκευση μιας τάσης αποστροφής προς ό,τι πολιτικό και συνεπώς και προς τις ίδιες τις συλλογικές διαδικασίες, ειδικά αν τα συνδυάσει κανείς και με την κατίσχυση ενός αισθήματος ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση για τη γενιά μας, οδήγησαν σε μια χρονιά όπου ήδη από την αρχή της ήταν φανερό ότι θα είναι πιο δύσκολη από κάθε προηγούμενη για τις δυνάμεις που παλεύουν για φοιτητικούς συλλόγους δυνατούς, με συλλογικές διαδικασίες μαζικές και ζωντανές και για ένα φοιτητικό κίνημα διεκδικητικό και πρωτοπόρο σε ένα ευρύτερο κίνημα νεολαίας. Επομένως, η αναβαθμισμένη αναγκαιότητα που διαφαινόταν εντός των φοιτητικών συλλόγων, η δυνατότητα την οποία άνοιξε η κατάρρευση της στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ και η απόσχιση από αυτόν κομματιών του με αριστερόστροφη (αυτο)κριτική, καθώς και η σαφής ανεπάρκεια και τα όρια των πολιτικών σχεδίων που ξεδιπλώθηκαν από την αριστερά εντός των σχολών τα προηγούμενα χρόνια δημιούργησαν ένα νέο, αχαρτογράφητο τοπίο στο οποίο όλες αυτές οι πολιτικές δυνάμεις, δηλαδή επί της ουσίας τα ΕΑΑΚ, η ΑΡ.ΕΝ. και το ΑΡΔΙΝ, κλήθηκαν να επανεγγραφούν. Για τα ΕΑΑΚ βέβαια η συζήτηση σχετικά με τη μετωπική πολιτική και την ανασύνθεση της αριστεράς δεν προέκυψε φέτος, καθώς υπάρχει και η περσινή εμπειρία της κοινής εκλογικής καθόδου κάποιων σχημάτων με το ΑΡΔΙΝ, κίνηση η οποία ελέω της κεντρικής πανελλαδικής καταγραφής δεν κατέστη δυνατό να γίνει με ενιαίο τρόπο, πράγμα που όχι μόνο πλήγωσε τη συνοχή του μορφώματος αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις λειτούργησε και ανασταλτικά για την κρίσιμη αλλαγή των συσχετισμών σε σχολές (βλ. Νομική ΑΠΘ). Ως Αριστερή Ανασύνθεση, αποτιμώντας και την περσινή κίνηση των σχημάτων της ΕΑΑΚ, θέσαμε ήδη από την αρχή της χρονιάς εντός των ΕΑΑΚ τόσο τα κριτήρια όσο και τη μεθοδολογία με την οποία θεωρούσαμε ότι μπορεί να ευοδωθεί μια ανασυνθετική διαδικασία με τα μάτια της στραμμένα στους συλλόγους. Προχωρήσαμε χωρίς δισταγμό σε κοινές διαδικασίες βάσης ανά σχολή, διαδικασίες που δεν αφορούσαν απλώς το οργανωμένο δυναμικό των παραπάνω δυνάμεων αλλά φιλοδοξούσαν να συσπειρώσουν και ευρύτερο κόσμο των φοιτητικών συλλόγων, εμπλέκοντάς τον οργανικά σε μια τέτοια διαδικασία. Ταυτόχρονα, εντείναμε τον κινηματικό μας συντονισμό με αυτές τις δυνάμεις ανοίγοντας από κοινού τα ζητήματα που ανέκυπταν ανά σύλλογο, ενώ προχωρήσαμε και σε κοινές πολιτικές εκδηλώσεις αλλά και στην έκδοση κοινών πολιτικών υλικών. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, με όρους δημοκρατικούς και ισότιμους και με διάθεση όχι απλώς κριτική αλλά και αυτοκριτική, αναγνωρίσαμε διαφωνίες και αντιφάσεις μα και κρίσιμα σημεία συμφωνίας με τις δυνάμεις αυτές τόσο γύρω από την κεντρική πολιτική συγκυρία όσο και σχετικά με τα ζητήματα που αφορούν το πανεπιστήμιο, τη φυσιογνωμία και τον τρόπο παρέμβασης εντός αυτού. Η πεποίθησή μας ότι σήμερα είναι πιο αναγκαίο από ποτέ να εκφραστεί με μαζικούς και πλειοψηφικούς όρους ένα ρεύμα αμφισβήτησης και ρήξης με την κυρίαρχη πολιτική εντός και εκτός των σχολών, αλλά και το γεγονός ότι αυτό προϋποθέτει τη μέγιστη δυνατή συσπείρωση δυνάμεων και αγωνιστών πάνω στην αναγκαία πολιτική κατεύθυνση καθώς και την εκ νέου ψηλάφιση των πρακτικών μας, σε συνδυασμό με τη διαπίστωση της πολιτικής συμφωνίας οδηγούν και στο κοινό εκλογικό κατέβασμα των τριών αυτών δυνάμεων στις φετινές φοιτητικές εκλογές στην πλειονότητα των σχολών πανελλαδικά. Με βασικούς μας στόχους λοιπόν τόσο την ανασυγκρότηση των φοιτητικών συλλόγων και των διαδικασιών τους πανελλαδικά, που θα δώσει ξανά φωνή στη γενιά μας, όσο και την επανίδρυση της αριστεράς, που (θα) είναι όχι μόνο αναγκαία αλλά και χρήσιμη και η οποία θα μπορεί να συμβάλει στην οικοδόμηση μαχητικών και νικηφόρων αγώνων, όπως εκείνοι που δίνουν σήμερα οι συνομήλικοί/ές μας στη Γαλλία, θα δώσουμε και τη μάχη των φοιτητικών εκλογών, μέσα από τα ενωτικά αγωνιστικά ψηφοδέλτια της αριστερής ανατρεπτικής συνεργασίας της ΕΑΑΚ, της ΑΡ.ΕΝ. και του ΑΡΔΙΝ πανελλαδικά ώστε οι φετινές φοιτητικές εκλογές να αποτελέσουν σημείο επανεκκίνησης, ώστε να δοθεί παντού το μήνυμα ότι η νεολαία δεν σιωπά και δεν υποτάσσεται. Αριστερή Ανασύνθεση |
ΔΙΑΒΑΣΤΕ