Σπάζοντας τα όρια της ανθρώπινης εκμετάλλευσης
«Είμαι της άποψης ότι πρέπει να επιτρέψουμε σε κάποιες περιφέρειες, κάποιες επιχειρήσεις, κάποιους εργάτες και αγρότες που εξαιτίας της σκληρής δουλειάς πέτυχαν καλά αποτελέσματα να επιβραβεύονται περισσότερο και να βελτιώσουν τις συνθήκες ζωής τους».[1] Όταν ο ηγέτης του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας Ντενγκ Ξιαοπίνγκ εκφωνούσε τα παραπάνω λόγια εν έτει 1978, εκκινούσε η διαδικασία ανοίγματος της κινεζικής οικονομίας στην ελεύθερη αγορά. Λίγους μήνες αργότερα, στις παραλιακές επαρχίες Γκουανγκντόνγκ και Φουτζιάν, στα σύνορα με το Χονγκ Κονγκ, θα υιοθετηθούν ειδικοί κανονισμοί για το διεθνές εμπόριο, ενώ το 1980 θα σχεδιαστούν σε αυτές τέσσερις ΕΟΖ. Δεν ήταν οι πρώτες, ωστόσο ο ταυτόχρονος σχεδιασμός από το κράτος και η τεράστια έκταση και εξάπλωσή τους αποτέλεσαν τομή.
Ιστορικά, κάποιος θα έπρεπε να ανατρέξει αρκετά πίσω για να βρει την προϊστορία των ελεύθερων ζωνών, αρχικά με τη μορφή του ελεύθερου εμπορίου, σε περιπτώσεις όπως της Τεργέστης ή του Γιβραλτάρ τον 18ο αιώνα, και αργότερα στη Σιγκαπούρη και το Χονγκ Κονγκ, στο λιμάνι του Αμβούργου, στην Ισπανία, στη Σανόν της Ιρλανδίας. Παρ’ όλα αυτά, η ραγδαία εξάπλωση και η μετατροπή τους σε παγκόσμιο πρότυπο ανάπτυξης και εκτεταμένης παραγωγής έχει τις βάσεις της στα χρόνια του ’70 και του ’80. Το 1970 λειτουργούσαν περίπου 80 ειδικές ζώνες, καμία εκ των οποίων ιδιωτική, που απασχολούσαν περί το 1 εκατ. εργαζομένους και είχαν εξαγωγές της τάξης των 6 δισ. δολαρίων. Σήμερα, λειτουργούν σε 130 χώρες πάνω από 5.000 ΕΟΖ, εκ των οποίων οι 1.300 είναι ιδιωτικές, απασχολούν πάνω από 52 εκατ. εργαζομένους και οι συνολικές εξαγωγές τους ξεπερνούν τα 700 δισ. δολάρια. Ένας ολόκληρος κόσμος, σκληρής εκμετάλλευσης και αμύθητου καπιταλιστικού κέρδους.
Με τη λέξη ΕΟΖ κάποιος μπορεί να φαντάζεται ένα περίφραχτο βιομηχανικό κτίριο μιας φοροδιαφεύγουσας πολυεθνικής, με εργάτες να δουλεύουν σε απάνθρωπες συνθήκες, κάποιος άλλος «το θαύμα της Σενζέν», μιας κοσμοπολίτικης πόλης, που από ένα μικρό παραθαλάσσιο χωρίο έφτασε στα 14 εκατ. κατοίκους, ενώ κάποιος τρίτος τα λιμάνια του Ντουμπάι και της Σιγκαπούρης. Και τα τρία σενάρια θα αποτελούσαν ακριβείς περιγραφές και για την Παγκόσμια Τράπεζα.[2]
Γιατί το βασικό χαρακτηριστικό των ΕΟΖ είναι η λογική που τις διέπει. Πρόκειται για εδάφη διαφορετικών μεγεθών, ειδικά προσδιορισμένα για να ευνοούν την απρόσκοπτη κερδοφορία του κεφαλαίου. Συνήθως είναι μεγάλες εκτάσεις που τα κράτη ουσιαστικά αφαιρούν από το έδαφός τους και τις παραχωρούν ως τόπους προσέλκυσης επενδύσεων. Συχνά αναλαμβάνουν τα ίδια και το κόστος των υποδομών, ενώ στα οφέλη για τις επενδύσεις συμπεριλαμβάνονται η αποφυγή της φορολόγησης τόσο στα έσοδα όσο και στα προϊόντα, η εξαίρεση από κάθε εργασιακή νομοθεσία, η παράκαμψη όλων των περιορισμών για τη σύσταση και τη λειτουργία επιχειρήσεων, η άμεση πρόσβαση σε πόρους και συνολικά η πλήρης ελευθερία. Συνήθως σχεδιάζονται σε σημεία που εξυπηρετούν τις ανάγκες μεταφοράς εμπορευμάτων και σύνδεσης με διεθνή διαμετακομιστικά δίκτυα. Το πιο καθοριστικό, ωστόσο, είναι η υπερεκμετάλλευση της εργατικής τάξης, ο παροξυσμός της απόσπασης απόλυτης υπεραξίας, που κάνει τους μελετητές να παραδέχονται πως «οι Ειδικές Οικονομικές Ζώνες της Γκουανγκντόνγκ και της Σαγκάης θυμίζουν αλλόκοτα το Μάντσεστερ και τη Γλασκόβη της δεκαετίας του 1840».[3] Ένα μόνο παράδειγμα: στη Σενζέν, το 1998, κάθε μέρα 13 εργάτες ή –συνηθέστερα– εργάτριες ακρωτηριάζονταν σε εργατικό ατύχημα.[4]
Στην Ινδία, το μοντέλο των μεγάλων επιχειρηματικών συμπλεγμάτων κρίθηκε ανεπαρκές και από το 1981 δημιουργήθηκαν οι Μονάδες Εξαγωγικού Προσανατολισμού, μίνι ΕΟΖ, που προσέλκυσαν το μεγαλύτερο μέρος των επενδύσεων. Ο βαθμός ελευθερίας είναι μεγαλύτερος και μπορεί κάθε εργοστάσιο, ακόμα και μια μεσαία εγχώρια επιχείρηση, να αιτηθεί για τη μετατροπή της. Ένα διαφορετικό μοντέλο εφαρμόζεται από το 1980 στο Μαυρίκιο. Ολόκληρη η χώρα είναι ουσιαστικά ΕΟΖ, καθώς η έννοια των ζωνών δεν περιλαμβάνει εδάφη αλλά σχεδόν όλους τους σημαντικούς οικονομικούς τομείς. Με την πάροδο των χρόνων, το μοντέλο των ΕΟΖ επεκτάθηκε σε όλο και μεγαλύτερα κομμάτια της Ασίας, της Βόρειας Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής. Ιδιαίτερα πρόσφορο έδαφος δημιούργησε η πτώση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και πολλές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, είδαν στο έδαφος τους τη δημιουργία τέτοιων ζωνών.
Θα μας σώσει η Ε.Ε. από τις ΕΟΖ;
Η ειδική συνθήκη της κρίσης στην Ελλάδα και τον ευρωπαϊκό νότο φέρνει τέτοιες προτάσεις όλο και πιο κοντά μας. Ο πρώτος που έκανε αναφορά στις ΕΟΖ ήταν πιθανότατα ο τότε Γερμανός υφυπουργός Οικονομικών Στέφαν Κάπφερερ, το καλοκαίρι του 2011, για να ακολουθήσουν παρόμοιες δηλώσεις από τον Όλι Ρεν και τον Μάρτιν Σουλτζ. Εντός του 2012 η συζήτηση εντάθηκε, με τον υπουργό Ανάπτυξης Κωστής Χατζηδάκη να προτείνει «ζώνες με ειδικά φορολογικά και διοικητικού χαρακτήρα κίνητρα». Νωρίτερα, ο Πέτρος Τατούλης πρότεινε να γίνει ολόκληρη η Πελοπόννησος, της οποίας είναι περιφερειάρχης, μια ΕΟΖ.
Τη μεγαλύτερη πίεση την άσκησε το ιδιωτικό «Οικονομικό Φόρουμ Θράκης», το οποίο ανέθεσε στη συμβουλευτική εταιρεία Capital Markets Experts να συντάξει έκθεση για τη δυνατότητα δημιουργίας ΕΟΖ στην περιοχή, που ολοκληρώθηκε το Φεβρουάριο του 2012. Τις αντιδράσεις προσπάθησε να κάμψει ο βουλευτής Έβρου Κυριάκος Γεροντόπουλος, δηλώνοντας με βεβαιότητα ότι οι ΕΟΖ θα λειτουργούν με «νόμους Ελλάδας, όχι Βουλγαρίας και Ρουμανίας». Μια δήλωση που φανερώνει είτε άγνοια είτε συνειδητή διαστρέβλωση.
Οι ειδικές ζώνες δεν είναι κάτι απολύτως καινούριο για την Ελλάδα. Οι ελεύθερες ζώνες στα λιμάνια υπάρχουν εδώ και δεκαετίες. Ως ελεύθερη ζώνη ορίζεται από το 2003 (χωρίς να έχει έως σήμερα προχωρήσει το έργο) και η Διασυνοριακή Ελεύθερη Βιομηχανική Ζώνη Οικονομικών Συναλλαγών (ΔΕΒΖΟΣ) στο Ορμένιο του Έβρου. Πρόκειται για μια έκταση 600 στρεμμάτων, κοντά στα σύνορα με τη Βουλγαρία και την Τουρκία, με βασικό στόχο την αποθήκευση εμπορευμάτων αλλά και την προσέλκυση επιχειρήσεων που σχετίζονται με τη μεταποίηση, τα logistics, την εμπορία και την παροχή υπηρεσιών. Όπως ορίζονται από το νόμο για τη «Βελτίωση του Επιχειρηματικού Περιβάλλοντος» (Απρίλιος 2012) «οι ελεύθερες ζώνες και οι ελεύθερες αποθήκες αποτελούν τμήματα του τελωνειακού εδάφους της χώρας, διακριτά από το υπόλοιπο τελωνειακό έδαφος, όπου εμπορεύματα τρίτων χωρών που αποτίθενται σε αυτές θεωρούνται ως προς την εφαρμογή των εισαγωγικών δασμών, φόρων και μέτρων εμπορικής πολιτικής ως μη ευρισκόμενα στο τελωνειακό έδαφος της χώρας».
Η σχετική στασιμότητα που έχει παρέλθει στη συζήτηση, οφειλόμενη πιθανότατα στον διεθνή ανταγωνισμό, δεν αναιρεί τη σημασία που έχουν οι προτάσεις που κατατίθενται. Είναι σαφές ότι στο μυαλό αρκετών ευρωπαϊκών και –λιγότερων– ελληνικών επιχειρηματικών κύκλων είναι η δημιουργία παραγωγικών και εξαγωγικών ζωνών στην ευρωπαϊκή περιφέρεια. Απέναντι σε αυτό τίθεται συχνά ως επιχείρημα ότι οι ΕΟΖ αντιβαίνουν τις ευρωπαϊκές νομοθεσίες περί ανταγωνισμού, και ότι δεν έχουν εφαρμοστεί σε καμιά άλλη χώρα της Ε.Ε. εκτός από την Πολωνία και τη Ρουμανία. Αυτό είναι σωστό, αλλά το επιχείρημα είναι ακριβώς το αντίθετο. Η Ε.Ε. προχώρησε σε ειδικές ρυθμίσεις για να υποδεχτεί στη νομοθεσία της τις ΕΟΖ που υπήρχαν στις πρόσφατα ενταγμένες χώρες. Και όπως το παράδειγμα της Ουκρανίας δείχνει ότι η Ε.Ε. δεν είναι καταφύγιο ενάντια στο φασισμό, έτσι όχι μόνο δεν οδήγησε στο ξεπέρασμα των μορφών σύγχρονης σκλαβιάς, αλλά τις χρησιμοποιεί ως πρότυπο ανάπτυξης για την ευρωπαϊκή περιφέρεια.
Ο καπιταλισμός ως άθροισμα ειδικών ζωνών
Το ενδιαφέρον μας για τις ΕΟΖ δεν μπορεί να αρκείται στην πιθανή συγκεκριμένη οριοθέτησή τους. Στην πραγματικότητα, περισσότερο συντελείται μια διαδικασία ουσιαστικής μετατροπής ολόκληρης της χώρας σε ειδική ζώνη. Τα τελευταία χρόνια προχωρά με ταχύτατους ρυθμούς η απελευθέρωση κάθε περιορισμού για το ιδιωτικό κεφάλαιο. Αίρεται κάθε ρύθμιση του χώρου, ακυρώνονται οι εργατικές νομοθεσίες, διατίθεται προς πώληση η περιουσία του Δημοσίου. Και δεν είναι μόνο η COSCO που στον Πειραιά έχει μια θεσμοθετημένη ζώνη εξαίρεσης. Τα σχέδια για τις ΑΠΕ, οι ενεργειακοί αγωγοί, οι εξορυκτικές ζώνες, όπως στις Σκουριές, δεν είναι ουσιαστικά περιφραγμένα «άβατα» καπιταλιστικής κερδοφορίας;
Το μεγάλο ερώτημα είναι το αν οι εξελίξεις αυτές θα σηματοδοτήσουν την τομή που οι αστικοί κύκλοι σχεδιάζουν. Είναι σίγουρο ότι η «ανάπτυξη» του Σαμαρά δεν σηματοδοτεί τίποτα λιγότερο από την είσοδο επενδύσεων στη χώρα, αξιοποιώντας το φτήνεμα της εργατικής δύναμης, την τεράστια ανεργία, τους ανύπαρκτους περιβαλλοντικούς κανονισμούς και πάνω απ’ όλα το βαθύ πλήγμα στο εργατικό κίνημα. Το αν αυτές οι συνθήκες θα σηματοδοτήσουν την επαναφορά μεγάλων βιομηχανικών ζωνών με συνθήκες κάτεργου είναι ένα ερώτημα που θα απαντηθεί το μέλλον. Από τη μεριά μου θα είμαι σχετικά επιφυλακτικός. Αυτό που φαίνεται προς το παρόν ευκρινώς είναι η προσπάθεια υφαρπαγής της γης, των ενεργειακών πόρων, ακόμα και της λαϊκής περιουσίας.
Όλο και πιο έντονα προωθείται η υιοθέτηση ειδικών ζωνών εντός των μητροπόλεων του καπιταλισμού. Πρόσφατα ο Μπαράκ Ομπάμα εξήγγειλε τη δημιουργία τέτοιων ζωνών, με μια ρητορεία για τη διατήρηση της βιομηχανίας και των θέσεων εργασίας στη χώρα. Πριν από μερικούς μήνες, το Βέλγιο κατηγόρησε επίσημα τη Γερμανία και ειδικά τη βιομηχανία κρέατος, πυλώνα του «γερμανικού θαύματος», για τις συνθήκες εργασίας. Έρευνες στον κολοσσό των πουλερικών Wiesenhof αποκάλυψαν ολόκληρο κύκλωμα με ενοικιαζόμενους μετανάστες από την Ανατολική Ευρώπη, οι οποίοι δουλεύουν με 3 ευρώ τη μέρα και μένουν σε στάβλους και εγκαταλελειμμένα στρατόπεδα.
Αντιλαμβανόμαστε, επομένως, ότι διαμορφώνεται μια νέα κατάσταση, που διαφέρει από το σχήμα των χωρών του καπιταλιστικού πυρήνα που εισάγουν προϊόντα από τις εξαγωγικές χώρες της περιφέρειας στις οποίες επενδύουν οι επιχειρήσεις των ισχυρών κρατών. Έχουμε μια αναδιαμόρφωση και εκ νέου ενδυνάμωση της άνισης γεωγραφικά ανάπτυξης. Ο σύγχρονος καπιταλισμός φαίνεται σαν να διαμορφώνεται ως άθροισμα ειδικών ζωνών. Σαν να επιδιώκει τη χάραξη εδαφών, κόμβων και ροών όπου η κερδοφορία να γίνεται ανεμπόδιστη. Να παίρνει πόρους αποψιλώνοντας ολόκληρες ηπείρους, να παράγει σε ΕΟΖ, να μεταφέρει τα εμπορεύματα μέσα από ελεύθερες ζώνες εμπορίου και λιμάνια, και να στέλνει τα κέρδη σε φορολογικούς παραδείσους. Σε αυτό το πλαίσιο, χώρες, περιφέρειες και λαοί μπορούν να μετατραπούν εν μια νυκτί σε σκουπιδότοπους.
Μια τέτοια προοπτική πιθανώς να ταιριάζει με προσεγγίσεις σαν του Ντέιβιντ Χάρβεϊ [David Harvey] για τη «συσσώρευση μέσω της υφαρπαγής» ή και με την οπτική του Αλεν Μπαντιού [Alain Badiou],[5] για το «zonage», την κατάτμηση σε ζώνες, τον ιμπεριαλισμό της καταλήστευσης και της αποδιοργάνωσης παρά της αποικιοκρατίας.
Να μην ξεχνάμε την ταξική πάλη
Ίσως να αδικηθεί η ιστορία του κινεζικού κομμουνιστικού κινήματος, αν στο κείμενο αναφερθεί μόνο ο Ξιαοπίνγκ. Γι’ αυτό θα κλείσει με την παραπάνω προτροπή του μεγάλου τιμονιέρη. Όχι σαν αισιόδοξο άλλοθι, ούτε σαν κήρυγμα αισιοδοξίας, αλλά σαν απτή πραγματικότητα. Αν ο βασικός στόχος της ύπαρξης ΕΟΖ είναι η προσπάθεια για απεριόριστη και ανεμπόδιστη εκμετάλλευση, είναι και ο λόγος που δεν θα μπορέσει ποτέ να επιτευχθεί. Το δείχνει η δύσκολη, αιματοβαμμένη αλλά πραγματική, άνοδος της ταξικής πάλης σε όλο τον κόσμο, και ειδικά στις ειδικές ζώνες στην Κίνα και αλλού. Όπως περιέγραφε σε πρόσφατο άρθρο του ένας Αυστραλός ανταποκριτής στην Κίνα, η ταξική πάλη διεξάγεται σκληρά κάθε μέρα «κάπου στη χώρα, στους εργάτες στα εργοστάσια και στις κατασκευές, στους οδοκαθαριστές και τους οδηγούς λεωφορείων, στους δασκάλους» και συμπλήρωνε «είναι άλλο πράγμα να καταστέλλεις τις κραυγές για δημοκρατία των φοιτητών και των αντιφρονούντων στη δεκαετία του ’80, και τελείως άλλο να καταστέλλεις τις κραυγές για αξιοπρεπή ζωή από εκατοντάδες εκατομμύρια εργάτες τρεις δεκαετίες μετά».
Όλα αλλάζουν αν η Αραβική Άνοιξη, η πλατεία Ταξίμ, οι απεργοί του ευρωπαϊκού νότου, οι αποκλεισμένοι του Ντιτρόιτ, οι εξεγερμένοι στις φαβέλες του Ρίο, οι εργάτριες της Σενζέν, οι απεργοί στα ορυχεία της Αφρικής, οι προλετάριοι όλων των ΕΟΖ ενωθούν. Γιατί όσους περιορισμούς κι αν ακυρώνουν οι καπιταλιστές στις ειδικές τους ζώνες, από ένα περιορισμό δεν θα καταφέρουν να σωθούν ποτέ: την ταξική πάλη.
[1] Παρατίθεται στο Υue-man Yeung, Joanna Lee, και Gordon Kee, «China’s Special Economic Zones at 30», Eurasian Geography and Economics, τόμ. 50, τχ. 2, 2009, σ. 222-240.
[2] Thomas Farole και Gokhan Akinci (επιμ.), Special Economic Zones. Progress, Emerging Challenges and Future Directions, The World Bank, Ουάσινγκτον 2011.
[3] Παρατίθεται στο Terry Eagleton, Γιατί ο Μαρξ είχε δίκιο, μτφρ. Πέτρος Γεωργίου, Πατάκης, Αθήνα 2012, σ. 27.
[4] Ching Kwan Lee, Against the Law. Labor Protests in China’s Rustbelt and Sunbelt, University of California Press, Μπέρκλεϋ, Λος Άντζελες και Λονδίνο, 2007.
[5] Αλεν Μπαντιού, «Η Ελλάδα, οι νέες ιμπεριαλιστικές πρακτικές και η επανεπινόηση της πολιτικής», μτφρ. Βίκη Σκούμπη, Η Εποχή, 12.5.2013.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ