Η ανάπτυξη των μορφών λαϊκής αλληλεγγύης, διεκδίκησης και αυτοδιοίκησης αποτέλεσε ένα εξαιρετικά περίπλοκο σύμπλεγμα πρακτικών δράσης του λαού με από κοινού πειθαρχία και ξεκάθαρους στόχους, το οποίο απηχούσε έναν κώδικα «ηθικής οικονομίας» των φτωχών πληθυσμών της πόλης και της υπαίθρου.
Αν θα θέλαμε να ορίσουμε ένα πλαίσιο της συζήτησης για τον φασισμό, δεν θα μπορούσαμε να αγνοήσουμε την περίφημη υπόδειξη του Μαξ Χορκχάιμερ: «Όποιος δεν θέλει να μιλήσει για τον καπιταλισμό, καλά θα κάνει να σωπαίνει και για τον φασισμό».
Οι μήνες του υπερπληθωρισμού σήμαναν την οριστική μετάβαση ευρύτατων μικροαστικών στρωμάτων προς εθνικιστικές, μοναρχικές και ακροδεξιές ιδεολογικές τοποθετήσεις, αφού τον υπερπληθωρισμό τον χρεώθηκε το μπλοκ της Βαϊμάρης.
Η διάρρηξη των σχέσεων εκπροσώπησης και η κατάρρευση του πολιτικού αναγκάζουν τα κύρια δεξιά κόμματα να ακολουθήσουν την αντικειμενική φορά των πραγμάτων ώστε να την εκμεταλλευτούν οπορτουνιστικά, υιοθετώντας την ακροδεξιά ατζέντα για να «χαϊδέψουν αυτιά». Το πρόβλημα εδώ είναι ότι τα αυτιά αυτά ήδη έχουν φτάσει σε κατάσταση ώστε να χρειάζονται χάϊδεμα.
Ενώ οι απανωτές ήττες στη Γερμανία και την Αυστρία υποχρεώνουν την Κ.Δ. να εγκαταλείψει την πολιτική «τάξη εναντίον τάξης» και να προσανατολιστεί στην ανάγκη συγκρότησης αντιφασιστικών μετώπων, η Σοσιαλιστική Διεθνής απορρίπτει πρόταση αντιφασιστικής συνεργασίας, ακόμα και το φθινόπωρο του 1934.
Αν ένα κόμμα θέλει να είναι επαναστατικό, την ίδια στιγμή που συμμετέχει στον πολιτικό ΙΜΚ, οφείλει αφενός να μη φετιχοποιεί τη νομιμότητα και αφετέρου να στρέφει τη δράση του στους τόπους όπου ριζώνει η ταξική πάλη
Δεν χρειαζόμαστε μια μεταφυσική σύλληψη του κόμματος ως του εγγυητή της αλήθειας, αλλά μια σύλληψη του αριστερού πολιτικού μετώπου όχι ως αθροίσματος ρευμάτων, αλλά ως διαδικασίας ανάδυσης και επίλυσης αντιθέσεων
Παρά τις υποσχέσεις, το βιοτικό επίπεδο των εργαζόμενων λαών στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης δέχτηκε τρομερά πλήγματα σε τομείς όπως η κοινωνική πρόνοια και τα πολιτικά και δημοκρατικά δικαιώματα.