ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ


Henri Lefebvre

Η εισβολή του Μάη


ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΚΤΟΣ ΓΡΑΜΜΗΣ


«Παγκόσμιες ανισορροπίες» και εγχώριες ανισότητες (Κατανοώντας την παγκόσμια οικονομία)


Η βαθιά κρίση που βρίσκεται σε εξέλιξη στις μεγάλες καπιταλιστικές χώρες, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ, έχει ανοίξει μια συζήτηση μεταξύ πολιτικών, αρθρογράφων και οικονομολόγων σχετικά με τα αίτια, τις συνέπειές της και τις ενδεδειγμένες πολιτικές για την αντιμετώπισή της. Η συζήτηση έχει αποκαλύψει την ύπαρξη δύο πλευρών που διαφωνούν ριζικά σχετικά με τα αίτια και τους τρόπους αντιμετώπισης: από τη μία πλευρά βρίσκονται η Αγγλία, η Γαλλία και η Αμερική (ΑΓΑ) και από την άλλη η Ασία και η Γερμανία (ΑΓ).

Σε γενικές γραμμές οι εκπρόσωποι των ΑΓΑ θεωρούν ότι για την κρίση ευθύνονται εξωτερικοί παράγοντες. Συγκεκριμένα, αποδίδουν τις «ανισορροπίες» ή «αστάθειες» στην παγκόσμια οικονομία στα θετικά εμπορικά πλεονάσματα, στους δυναμικούς τομείς των εξαγωγών, στους υψηλούς δείκτες επενδύσεων σε παραγωγικούς τομείς και ταυτόχρονα στα χαμηλά επίπεδα κατανάλωσης στις ΑΓ . Αντίθετα, οι χώρες της ΑΓ απορρίπτουν αυτό το επιχείρημα. Δίνουν έμφαση στις «εσωτερικές» ανισορροπίες των ΑΓΑ, οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα την αποδυνάμωση της διεθνούς εμπορικής και χρηματοπιστωτικής τους θέσης.

Στο παρόν άρθρο θα υποστηρίξω ότι κινητήρια δύναμη των παγκόσμιων ανισορροπιών είναι τόσο η εσωτερική οικονομική πολιτική των ΑΓΑ όσο και η στρατηγική που ακολουθούν στο εξωτερικό με στόχο τη δημιουργία αυτοκρατοριών. Οι δομικές διαφορές μεταξύ των δύο περιοχών και οι διαφορές στην ταξική δομή και στην οικονομική διάρθρωση κάθε πλευράς αποκλείει κάθε εύκολη ή άμεση λύση. Αντίθετα, στο εγγύς μέλλον, είναι πιθανό να ενταθεί η σύγκρουση μεταξύ των δυναμικά αναδυόμενων εξαγωγικών δυνάμεων και της Δύσης που βρίσκεται σε ύφεση, οδηγώντας σε μεγαλύτερες εμπορικές και πιθανώς στρατιωτικές συγκρούσεις.

Στις κατηγορίες που εξαπολύουν ενάντια στην Κίνα για τις εμπορικές «ανισορροπίες» της, οι ΑΓΑ συγχέουν τις εμπορικές σχέσεις της με τη Δύση με τις σχέσεις του Πεκίνου με τον υπόλοιπο κόσμο. Η Κίνα έχει ισοσκελίσει το εμπορικό ισοζύγιο αλλά και τα εμπορικά ελλείμματά της με τις χώρες της Ασίας, της Αφρικής, της Μέσης Ανατολής και της Λατινικής Αμερικής. Επιπλέον, οι ΑΓΑ παρουσιάζουν εμπορικές ανισορροπίες με άλλες περιοχές, όπως η Μέση Ανατολή και η Γερμανία. Ακόμα και αν οι ΑΓΑ περιόριζαν τις εισαγωγές από την Κίνα, το πιθανότερο είναι ότι θα τις αντικαθιστούσαν άλλες ασιατικές χώρες, όπως το Βιετνάμ, η Νότια Κορέα, η Ταϊβάν, το Μπανγκλαντές και η Ινδία. Επομένως, τα ελλείμματα στα εμπορικά ισοζύγια των ΑΓΑ θα παρέμεναν περίπου τα ίδια.

Οι ΑΓΑ κατηγορούν την Κίνα για το «υποτιμημένο» νόμισμά της και υποστηρίζουν ότι οι κρατικές αρχές ελέγχουν και κατευθύνουν τις ισοτιμίες συναλλάγματος για να υποτιμήσουν τις εξαγωγές και να βγάλουν από τη μέση τους ανταγωνιστές (δηλαδή τους παραγωγούς εντός των ΑΓΑ). Ωστόσο, το κινεζικό νόμισμα ανατιμάται σταθερά τα τελευταία πέντε χρόνια, με ρυθμό μεγαλύτερο του 20%, και παρ’ όλα αυτά οι ΑΓΑ εξακολουθούν να παρουσιάζουν έλλειμμα, υποστηρίζοντας ότι οι εγχώριοι παραγωγοί τους δεν έχουν ακόμα μπορέσει να ανταγωνιστούν τους Κινέζους κατασκευαστές . Πιο πρόσφατα, σχολιαστές στις ΑΓΑ διαμαρτυρήθηκαν για τα χαμηλά επιτόκια που θέσπισε η κινεζική κυβέρνηση ως «επιδότηση» τους εξαγωγείς της. Ωστόσο, τα επιτόκια στις ΑΓΑ είναι μηδενικά ή ακόμα και αρνητικά, χωρίς αποτέλεσμα. Συν τοις άλλοις, οι ΑΓΑ έδωσαν πάνω από 1,5 τρις σε επιδοτήσεις επιχειρήσεων για να μην καταρρεύσουν και πάνω από 1,3 δις σε κίνητρα κατανάλωσης –ποσό πενταπλάσιο από το αντίστοιχο πακέτο κινήτρων της Κίνας– χωρίς να βελτιώσουν το εμπορικό τους ισοζύγιο. Δεδομένης της διαφορετικής κατανομής κατά κλάδο, το γεγονός ότι η Κίνα έχει ανακάμψει πλήρως και μέχρι τα μέσα του 2009 σημείωσε ρυθμό ανάπτυξης 8%, ενώ οι ΑΓΑ εξακολουθούν να τσαλαβουτάνε σε δύσκολα νερά και να αυξάνουν τα εμπορικά τους ελλείμματα, είναι αποκαλυπτικό για τα πακέτα επιδοτήσεων, επιχορηγήσεων, κινήτρων κάθε καθεστώτος. Αναδεικνύεται έτσι ο κεντρικός ρόλος των εσωτερικών παραγόντων, δηλαδή των τομέων της οικονομίας που λαμβάνουν τις κρατικές επιδοτήσεις, πώς τις επενδύουν και πώς, κατά συνέπεια, οι αποφάσεις τους επηρεάζουν τα εμπορικά ισοζύγια.

Οι ΑΓΑ ισχυρίζονται ότι το χαμηλό εργατικό κόστος και η εκμετάλλευση των εργατών ευθύνονται για τις εμπορικές ανισορροπίες της Κίνας. Ωστόσο, αυξανόμενο ποσοστό των εξαγωγών της Κίνας βασίζεται στην τεχνολογική πρόοδο και όχι στη φτηνή εργασία. Και αυτό συμβαίνει γιατί στην Ασία εμφανίζονται ανταγωνιστές με ακόμα χαμηλότερο εργατικό κόστος.

Οι ΑΓΑ διαμαρτύρονται ότι η Κίνα δίνει υπερβολική έμφαση στη στρατηγική των «εξαγωγών» της εις βάρος της παραγωγής για την εγχώρια αγορά. Ωστόσο, σχεδόν οι μισές εξαγωγές της Κίνας στις ΗΠΑ γίνονται από πολυεθνικές συμφερόντων ΗΠΑ, οι οποίες έχουν κάνει επενδύσεις, έχουν συνάψει υπεργολαβίες και παράγουν από κοινού με Κινέζους εταίρους. Με άλλα λόγια, η εσωτερική πολιτική των ΗΠΑ, η απορύθμιση της κίνησης κεφαλαίων, έχει διευκολύνει την κίνηση των αμερικανικών βιομηχανιών στο εξωτερικό, η οποία οδηγεί σε πτώση της τοπικής παραγωγής, αύξηση των εισαγωγών και διόγκωση των εμπορικών ελλειμμάτων.

Εσωτερικές αιτίες των εμπορικών ελλειμμάτων (και ανισορροπίες στην παγκόσμια οικονομία)

Η πλέον φανερή και εντυπωσιακή σχέση με την αύξηση των εμπορικών ανισορροπιών των ΑΓΑ είναι η άνοδος και κυριαρχία του χρηματοπιστωτικού τομέα . Η χρηματοοικονομοποίηση (financialization) των οικονομιών των ΑΓΑ και ο κυρίαρχος ρόλος των στελεχών της Γουόλ Στριτ στις στρατηγικές οικονομικές θέσεις του κράτους είναι σαφής. Τα εμπορικά ελλείμματα αυξήθηκαν ευθέως ανάλογα προς την αύξηση της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας του χρηματοπιστωτικού τομέα. Σε μεγάλο βαθμό αυτό οφείλεται στη μεταφορά κεφαλαίων από τη βιομηχανία στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, γεγονός που οδήγησε στη μείωση των επενδύσεων του βιομηχανικού τομέα σε καινοτομίες και σε ανταγωνιστικές διαχειριστικές στρατηγικές. Οι υψηλοί μισθοί, τα μπόνους και οι γρήγορες αποδόσεις του χρηματοπιστωτικού τομέα προσέλκυσαν την πλειονότητα όσων αυτοαποκαλούνται «οι καλύτεροι και οι εξυπνότεροι». Οι κάτοχοι μεταπτυχιακών τίτλων διοίκησης επιχειρήσεων αυξήθηκαν, ενώ μειώθηκαν οι απόφοιτοι πολυτεχνικών σχολών. Τα προγράμματα κατάρτισης ειδικευμένου προσωπικού εξαφανίστηκαν, ενώ αυξήθηκαν οι προσλήψεις ανειδίκευτου προσωπικού στις λιανικές πωλήσεις.

Το πρόβλημα ήταν ότι οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες δεν αντικατέστησαν (και δεν μπορούσαν να αντικαταστήσουν) τα κέρδη από το εξωτερικό τα οποία άλλοτε εισέρεαν στη χώρα μέσω των πωλήσεων βιομηχανικών προϊόντων, ιδίως στις υψηλά ελεγχόμενες χρηματοπιστωτικές αγορές της Κίνας, της Ιαπωνίας, της Ινδίας και της υπόλοιπης Ασίας, όπου ο τραπεζικός τομέας ήταν υποταγμένος στην επέκταση της βιομηχανίας –κυρίως χρηματοδοτώντας τομείς στους οποίους εστίαζαν οι κρατικοί αξιωματούχοι. Η κυριαρχία του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και των συναφών τομέων των ακινήτων και των ασφαλειών οδήγησε σε μια εξαιρετικά πολωμένη ταξική δομή: την κορυφή καταλάμβαναν δισεκατομμυριούχοι και εκατομμυριούχοι από επενδυτικές τράπεζες, ενώ τη βάση αποτελούσε μια στρατιά χαμηλόμισθων εργαζομένων στην παροχή υπηρεσιών (υπάλληλοι στο λιανικό εμπόριο, καθαριστές και οδοκαθαριστές κ.λπ.), μεταναστών και εργαζομένων εκτός συνδικάτων και συλλογικών συμβάσεων. Αυτή τη στιγμή οι εισοδηματικές ανισότητες στις ΗΠΑ είναι μεγαλύτερες απ’ ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη «αναπτυγμένη» καπιταλιστική χώρα. Οι ανισότητες στο Μανχάταν ξεπερνούν τις ανισότητες στη Γουατεμάλα. Η όλο και μεγαλύτερη συγκέντρωση πλούτου συνοδεύεται από μείωση των μέσων αποδοχών τα τελευταία τριάντα χρόνια. Το αποτέλεσμα είναι να ελαττώνεται η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων στις ΗΠΑ και κατά συνέπεια και η ζήτηση για εγχώρια προϊόντα ποιότητας, ενώ αυξάνονται οι πωλήσεις εισαγόμενων φτηνών υφασμάτων, παπουτσιών και άλλων αξεσουάρ. Συνεπακόλουθα, σημειώνεται μείωση των τοπικών καταθέσεων και των εγχώριων επενδύσεων στη βιομηχανία, που οδηγούν σε πτώση της ανταγωνιστικότητας. Επίσης, ο ανταγωνισμός μεταξύ των χρηματοπιστωτικών οργανισμών στον τομέα των δανείων αύξησε περαιτέρω τις καταναλωτικές δαπάνες και τον ατομικό δανεισμό σε μια φάση κατά την οποία οι βιομηχανικές εξαγωγές μειώνονταν, λόγω έλλειψης επενδύσεων.

Οι περισσότερες παραγωγικές βιομηχανικές επιχειρήσεις μεταμορφώθηκαν σε χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, που διοχετεύουν επενδυτικά κεφάλαια σε τομείς που δεν αποφέρουν ξένο συνάλλαγμα. Το χειρότερο από όλα είναι ότι, κυνηγώντας μεγαλύτερα κέρδη, οι βιομηχανίες μετατράπηκαν σε εμπορικές επιχειρήσεις, κλείνοντας εργοστάσια, καθώς ανέθεσαν με υπεργολαβίες την παραγωγή στην Κίνα και σε άλλες ασιατικές χώρες και εισήγαγαν τα τελικά προϊόντα στις ΗΠΑ, προκαλώντας έτσι ανισορροπίες στο εμπορικό ισοζύγιο. Η μεγάλης κλίμακας μεταφορά πολλών αμερικανικών πολυεθνικών στο εξωτερικό επιδείνωσε περαιτέρω τις ανισορροπίες στο εμπορικό ισοζύγιο.

Η βασική ευθύνη του κράτους για τη δημιουργία εγχώριων ανισορροπιών που οδηγούν σε παγκόσμια αστάθεια είναι ότι ο χρηματοπιστωτικός τομέας πήρε τον έλεγχο του κράτους και απορρυθμίστηκαν οι χρηματοοικονομικές αγορές. Το αποτέλεσμα ήταν η μακροπρόθεσμη προώθηση μιας οικονομικής πολιτικής σύμφωνα με την οποία η κεντρική τράπεζα (η Federal Reserve) και το Υπουργείο Οικονομικών ενθάρρυναν την ανάπτυξη του χρηματοπιστωτικού τομέα, της αγοράς ακινήτων και των ασφαλειών εις βάρος της βιομηχανίας. Τη στρατηγική αυτή στήριξε μια στρατιά ακαδημαϊκών και αρθρογράφων που μιλούσαν για μια «μετα-βιομηχανική» οικονομία «υπηρεσιών» ή «της πληροφορίας», χαρακτηρίζοντάς την «ανώτερο στάδιο», αντί να βλέπουν μια διεστραμμένα ανισόρροπη, μη βιώσιμη, άδικη οικονομία.

Η επικράτηση του χρηματοπιστωτικού τομέα συνέπεσε με την αυξανόμενη στρατιωτικοποίηση της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ. Τα τελευταία τριάντα χρόνια η υπερπόντια οικονομική επέκταση των ΗΠΑ επισκιάστηκε σταδιακά από την όλο και μεγαλύτερη εξάρτηση από στρατιωτικές επεμβάσεις και την ανάπτυξη εκατοντάδων στρατιωτικών βάσεων. Καθώς η «χρηματιστικοποίηση» της οικονομίας εξασθενούσε την παραγωγική ικανότητα των εξαγωγικών αμερικανικών βιομηχανιών, αυξανόταν η εξάρτηση των φορέων χάραξης πολιτικής από τη στρατιωτική εξουσία στις ΗΠΑ. Η διοχέτευση δισεκατομμυρίων σε στρατιωτικές δαπάνες στερούσε πόρους από κάθε προσπάθεια αναβάθμισης της ανταγωνιστικότητας της πολιτικής (civilian) βιομηχανίας των ΗΠΑ, συντελώντας σημαντικά στη μείωση του μεριδίου των ΗΠΑ στις εξαγωγικές αγορές. Το τελικό αποτέλεσμα της στρατιωτικοποίησης ήταν η απώλεια κερδών από εξαγωγές και η αύξηση των εμπορικών ελλειμμάτων.

Αν συνδυάσουμε τις τρεις μεγάλες εσωτερικές ανισορροπίες των οικονομικών των ΑΓΑ, και ειδικότερα των ΗΠΑ, δηλαδή τη «χρηματιστικοποίηση» της οικονομίας, την στρατιωτικοποίηση της εξωτερικής πολιτικής και τη συγκέντρωση πλούτου στην κορυφή, καταλαβαίνουμε καλύτερα γιατί το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ είναι τόσο μεγάλο και συνεχίζει να αυξάνεται.

Η στρατηγική της Κίνας: με προσανατολισμό τις εξαγωγές

Η Κίνα δίνει έμφαση σε μία στρατηγική προσανατολισμένη στις εξαγωγές? αυτό και οι συνεπακόλουθες ταξικές ανισότητες είναι σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα της ταξικής σύνθεσης και της κοινωνικής δομής του κράτους. Με άλλα λόγια, οι παράγοντες που ωθούν την Κίνα να επιδιώκει τα εμπορικά πλεονάσματα είναι εσωτερικοί. Η ειρωνεία είναι ότι οι επικριτές της Κίνας στις ΑΓΑ, που δικαίως εστιάζουν στις εσωτερικές της «ανισορροπίες», παραβλέπουν παρόμοια προβλήματα στη Δύση. Ειδικότερα, δεν γίνεται καμία αναφορά στην απουσία εθνικού συστήματος υγείας στις ΗΠΑ, στην αύξηση των ανισοτήτων και στη μειούμενη αγοραστική δύναμη των μαζών, την ίδια στιγμή που κατηγορούν την Κίνα για αυτές τις ανεπάρκειες. Οι Δυτικοί υπέρμαχοι της ανάγκης για ισχυρότερο κοινωνικό κράτος στην Κίνα δεν μιλούν για την εξουσία, τα προνόμια και τα κέρδη των καπιταλιστών που εμποδίζουν την αύξηση της μαζικής κατανάλωσης. Και βέβαια δεν μιλούν για την ταξική πάλη, που είναι η κινητήριος δύναμη για τη βελτίωση των συνθηκών ζωής της εργατικής τάξης και των αγροτών. Αντ’ αυτού βασίζονται σε τεχνοκρατικές εκκλήσεις προς τις κινεζικές ελίτ να αυξήσουν τις κοινωνικές δαπάνες.

Το κινεζικό κράτος έχει εξελιχθεί σε μια ισχυρή μηχανή παραγωγής αγαθών και δισεκατομμυριούχων. Η Κίνα παρουσιάζει σήμερα την υψηλότερη ανάπτυξη, το υψηλότερο ποσοστό εκμετάλλευσης και τις μεγαλύτερες ταξικές ανισότητες στην Ασία. Η αύξηση των μισθών με σκοπό να τονωθεί η τοπική κατανάλωση σημαίνει μείωση των κερδών, τον εφιάλτη κάθε καπιταλιστή, συμπεριλαμβανομένων των Κινέζων. Αύξηση των δημοσίων δαπανών για καθολική ιατροφαρμακευτική κάλυψη, ιδιαίτερα των 700 εκατομμυρίων ανασφάλιστων αγροτών και αγρεργατών, σημαίνει αύξηση της φορολογίας των πλουσίων, συμπεριλαμβανομένων των οικογενειών και των συνεργατών της κυβερνώσας ελίτ. Από την άλλη, η παραγωγή εξαγώγιμων προϊόντων δεν απαιτεί αύξηση της εγχώριας αγοραστικής δύναμης, αντιθέτως απαιτεί χαμηλότερους μισθούς.

Η στροφή από μια στρατηγική προσανατολισμένη στις εξαγωγές σε μια στρατηγική επικεντρωμένη στην εγχώρια αγορά δεν απαιτεί απλώς μια «αλλαγή πολιτικής» αλλά και μια βαθιά μεταβολή στον ταξικό συσχετισμό ανάμεσα στη σημερινή άρχουσα καπιταλιστική τάξη και τους υποστηρικτές της εντός του κράτους, από τη μια, και των εργατών και αγροτών από την άλλη. Προκειμένου να υλοποιηθεί ένα εκτεταμένο και μακροπρόθεσμο δημόσιο πρόγραμμα κοινωνικών παροχών για τους φτωχούς αγρότες και να αυξηθούν οι μισθοί των εκμεταλλευόμενων εργατών απαιτούνται επίμονες λαϊκές κινητοποιήσεις, εξεγέρσεις, απεργίες, ώστε να προστατευθούν τα ανεξάρτητα εργατικά συνδικάτα και οι αγροτικοί συνεταιρισμοί που είναι απαραίτητοι για να εγγυηθούν την αλλαγή προσανατολισμού των δημόσιων οικονομικών προς την ενίσχυση της εγχώριας κατανάλωσης.

Οι «ανισορροπίες» της Κίνας είναι σε μεγάλο βαθμό «εσωτερικές», κοινωνικές και πολιτικές: ανισορροπία στην κοινωνική εξουσία ενός πανίσχυρου καπιταλιστικού κράτους και μιας καταπιεσμένης μάζας εργατών και χωρικών? ανισορροπία στα εισοδήματα μιας πάμπλουτης ελίτ δραστηριοποιούμενης στους τομείς των τραπεζών, των ακινήτων και της βιομηχανίας εξαγώγιμων προϊόντων, και μιας χαμηλόμισθης εργατικής τάξης και πενόμενης αγροτιάς? ανισορροπία ανάμεσα σε ένα καλά οργανωμένο κράτος το οποίο συνδέεται με την καπιταλιστική τάξη μέσω οικογενειακών, ιδεολογικών και οικονομικών συμφερόντων, και σε μια διάσπαρτη, κατακερματισμένη και απομονωμένη μάζα εργαζομένων.

Η άρχουσα τάξη της Κίνας, οι εξωτερικές επενδύσεις της αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων σε επιχειρήσεις της καπιταλιστικής Δύσης μέσω των κρατικών επενδυτικών ταμείων της, οι επενδύσεις της αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων σε μεταλλευτικές επιχειρήσεις του εξωτερικού, βασίζεται στη μεγάλη συσσώρευση κεφαλαίων που προέρχονται από την εντατική εκμετάλλευση της εργασίας και την κατάργηση της κρατικής χρηματοδότησης των συντάξεων, της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και της παιδείας. Ο ρόλος της Κίνας ως αναδυόμενης ιμπεριαλιστικής δύναμης βασίζεται στην ανισορροπία ανάμεσα στην παγκόσμια ισχύ και το μαρασμό του κράτους πρόνοιας. [...]

Το κλειδί για τη μείωση των ανισορροπιών στο παγκόσμιο εμπόριο είναι η μείωση των κοινωνικοοικονομικών ανισοτήτων σε κάθε περιοχή. Στις ΗΠΑ χρειάζεται μια μεγάλη στροφή από μια οικονομία ηγεμονευόμενη από το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο σε μια βιομηχανική οικονομία, όπου το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, η υψηλή τεχνολογία και η ανώτερη εκπαίδευση θα είναι προσανατολισμένες στη δημιουργία μιας ανταγωνιστικής, παραγωγικής οικονομίας βασιζόμενης στην ειδικευμένη εργασία. Οι δεσμοί κορυφής μεταξύ της Γουόλ Στριτ και του Πενταγώνου πρέπει να αντικατασταθούν από δεσμούς από τα κάτω ανάμεσα στην τάξη των βιομηχανικών εργατών, τους χαμηλόμισθους εργαζόμενους της παροχής υπηρεσιών και του δημόσιου τομέα και τους επαγγελματίες.

Ο δομικός μετασχηματισμός της αμερικανικής οικονομίας είναι αναγκαίος αλλά όχι ικανός. Αν συνεχιστούν οι αμερικανικές προσπάθειες για τη δημιουργία μιας στρατιωτικής αυτοκρατορίας, αυτό θα αποθαρρύνει τη διοχέτευση πόρων σε οικονομικές προτεραιότητες στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Οι αυτοκρατορίες στρατιωτικού χαρακτήρα αποθαρρύνουν τις εμπορικές συνεργασίες, έχουν υψηλό κόστος και χαμηλή απόδοση, απομονώνουν τους επενδυτές και τους εμπορευόμενους από παραγωγικές συνεργασίες και είναι καταστροφικές για τις μη στρατιωτικές παραγωγικές μονάδες τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό.

Για να ξεπεραστούν οι μεγάλες ανισορροπίες πρέπει οι ΗΠΑ να προβούν σε εκτεταμένους και μακροπρόθεσμους δομικούς μετασχηματισμούς στο εσωτερικό τους, δηλαδή αποχρηματιστικοποίηση και αποστρατιωτικοποίηση. Όμως οι πολιτικές και οικονομικές δυνάμεις που ωφελούνται από την παρούσα κατάσταση έχουν ισχυρά ερείσματα, ελέγχουν και τα δύο μεγάλα κόμματα καθώς και τα ΜΜΕ. Εντούτοις, παρά τη βαθιά θεσμική εξουσία τους, έχουν ορισμένες αδυναμίες που μπορούν να αποβούν μοιραίες. Κατά πρώτον, έχουν δημιουργήσει παγκόσμιες μη βιώσιμες ανισορροπίες, οι οποίες αργά ή γρήγορα θα οδηγήσουν σε κατάρρευση του δολαρίου και σε καινούργιες, πιο επικίνδυνες και δαπανηρές οικονομικές φούσκες. Κατά δεύτερον, η ελεύθερη αγορά, που αποτελεί το κύριο ιδεολογικό έρεισμα της ελίτ της απορρυθμισμένης χρηματοοικονομικής εξουσίας, έχει χάσει πλήρως την αξιοπιστία της όπως αποδεικνύεται από τα μονοψήφια ποσοστά υποστήριξης και εμπιστοσύνης στη Γουόλ Στριτ. Κατά τρίτον, το οικοδόμημα της στρατιωτικής αυτοκρατορίας πνέει τα λοίσθια: ύστερα από εννέα χρόνια πολέμου στο Αφγανιστάν, η μεγάλη πλειονότητα των Αμερικανών έστειλε μήνυμα στους πολιτικούς, στον Λευκό Οίκο και στο Κογκρέσο ότι είναι πια καιρός να σταματήσουν να χρηματοδοτούν αποτυχημένες περιπετειών στο εξωτερικό και να στραφούν στην επίλυση των προβλημάτων του 20% των Αμερικανών (30 εκατομμύρια) που είναι άνεργοι και υποαπασχολούμενοι, καθώς και των 100 εκατομμυρίων Αμερικανών (33%) που δεν έχουν καμιά ιατροφαρμακευτική κάλυψη ή πληρώνουν πανάκριβα για ανεπαρκή προγράμματα. Όσο και να προσπαθήσουν τα ΜΜΕ και οι πολιτικοί να χρησιμοποιήσουν την Κίνα ως εξιλαστήριο θύμα για τις «ανισορροπίες» που οι ίδιοι έχουμε δημιουργήσει, δεν πρόκειται να αποσπάσουν την προσοχή της αμερικανικής κοινής γνώμης από τις δικές μας εσωτερικές ανισότητες και πολιτικές αποτυχίες.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ

ΕΚΤΟΣ ΥΛΗΣ|
30/05/2023 - 12:10

Η Απάντηση στον Τζων Λιούις συνιστά πριν απ’ όλα μια εξαιρετική εισαγωγή στον μαρξισμό του Αλτουσέρ, ένα αλτουσεριανό μανιφέστο.

ΕΚΤΟΣ ΥΛΗΣ|
17/01/2023 - 17:34

Ο Φεμινισμός για το 99%, από τα πιο σημαίνοντα κείμενα του ρεύματος της κοινωνικής αναπαραγωγής, είναι γέννημα-θρέμμα της Παγκόσμιας Φεμινιστικής Απεργίας.

ΘΕΩΡΙΑ|
16/12/2021 - 14:44

Τον Νοέμβριο του 1977, από το βήμα του συνεδρίου που διοργάνωσε στη Βενετία η εφημερίδα Il Manifesto, ο Αλτουσέρ αναφωνεί «Επιτέλους, η κρίση του μαρξισμού!».

ΚΟΙΝΩΝΙΑ/ΚΙΝΗΜΑΤΑ|
09/02/2021 - 16:16

Ένα κίνημα για δημόσιο, δωρεάν και δημοκρατικό πανεπιστήμιο, είναι πρώτα απ’ όλα ένα κίνημα για ανοιχτό πανεπιστήμιο.