Από την αδικία της νομιμότητας στη δικαιοσύνη της παρανομίας, από την αγχώδη, επαναλαμβανόμενη κανονικότητα στην ακανόνιστη, εκρηκτική ζωή, από τις καλά υπολογισμένες φούγκες στον ρυθμό του παθιασμένου καντόμπε σε κάποια παραλία του Μοντεβιδέο.
Αυτό είναι περίπου το ταξίδι των ηρώων μας, μέσα στην τεράστια χοάνη της ιστορίας, όπου κάθε κίνηση, μικρή ή μεγάλη, μπορεί να χαθεί ή να πολλαπλασιαστεί και μάλιστα εκθετικά. Όπερ και συμβαίνει στη δική μας περίπτωση. Κι έτσι, ένα λαχανιασμένο παγκόσμιο καθεστώς κυνηγά κάποιους ρομαντικούς και επαναστάτες φαρσέρ, που τάραξαν τα ελώδη νερά του.
Από τη μία ο Τζο Σάμερς, ο εξουσιαστικός αρχηγός της αντιτρομοκρατικής, που δεν αφήνει ατιμώρητη καμία ήττα και καμία ταπείνωση, ένα πρόσωπο που συμπυκνώνει τη μηδενική ανοχή του συστήματος απέναντι στην όποια μορφή αντίστασης. Από την άλλη ο Μαρκ και η Μάγια, τα πρόσωπα που στέκονται αντί των τόσων εκατομμυρίων που τολμούν να βγάζουν τη γλώσσα μπροστά στον κάθε Τζο Σάμερς, αντί των πολύμορφων και πολυποίκιλων αγώνων των από κάτω. Είτε συνειδητά, όπως ο Μαρκ, είτε σε αναζήτηση μιας ταυτότητας ασχημάτιστης ακόμη, όπως η Μάγια, αλλά σίγουρα μέχρι το τέλος.
«Δεν είναι λίγο, καθόλου λίγο, να πιάνεις το παγκόσμιο καθεστώς στον ύπνο και να το παρατηρείς να τρέχει πανικόβλητο να βρει τα γυαλιά πρεσβυωπίας του και τη μασέλα του, μπας και καταλάβει τι το χτύπησε. Αντιθέτως, μπαίνεις στον πειρασμό να του βάλεις και μια τρικλοποδιά εκεί που τρέχει, να σωριαστεί στο πάτωμα, να σηκώσεις τη ρόμπα του και να ρίξεις δυο σκαμπίλια στον γέρικο πισινό του.»
Η πλοκή εξελίσσεται όπως η δημιουργία ενός πίνακα. Καθετί προστίθεται αριστοτεχνικά στον καμβά, όπου και όποτε πρέπει. Και καθετί είναι ζωτικής σημασίας. Τίποτα που να λείπει, τίποτα που να περισσεύει. Αλέγρες πινελιές χιούμορ επιστρατεύονται ανά τακτά και άτακτα διαστήματα για να φωτίσουν με μοναδικό τρόπο τον καμβά. Απ’ όλον τον κόσμο μουσικές και στίχοι, τόποι, εικόνες και χρώματα, υφές, γεύσεις και αρώματα, πρόσωπα (ακόμα κι εκείνα τα δευτερεύοντα, που δεν καθορίζουν την πλοκή) εναλλάσσονται περιγεγραμμένα τόσο γλαφυρά που τείνουν να υπερβαίνουν τις δυο διαστάσεις του βιβλίου και να ζωντανεύουν μπροστά μας άλλες χρονικότητες και χωρικότητες. Και το τέλος έρχεται ως λύση μετά από μια καθυστέρηση, όπως σε ένα κομμάτι μουσικής, που οι παύσεις κάνουν όλη τη δουλειά.
«Η Αριζόνα είναι η μόνη πολιτεία που σου χαρίζει απλόχερα εικόνες του τέλους, αλλά και της απαρχής των πάντων. Πού αλλού άλλωστε θα μπορούσε να βρίσκεται ο Κρατήρας του Διαβόλου, αυτή η βαθιά λεκάνη που δημιουργήθηκε από την πτώση ενός μετεωρίτη και μοιάζει σαν το καθρεφτάκι της Σελήνης όταν ετοιμάζεται τα πρωινά;».
Σε πρώτο πλάνο, ένας μεγάλος έρωτας, όχι απ’ αυτούς τους λαμπερούς που βλέπουμε στο σινεμά, μα από εκείνους τους πραγματικούς, που σφραγίζουν δυο ανθρώπους, τους δένουν κόμπο και τους αφήνουν να μετεωρίζονται αέναα πάνω από την απόλυτη πλήρωση και την απόλυτη καταστροφή. Από εκείνους που οι μύστες τους ζουν από αυτούς και γι’ αυτούς.
«Αλλά ο έρωτας είναι πεισματάρης και επίμονος, είναι εκείνα τα πέντε λεπτά ακόμα ενώ η μέρα ξεκινάει και δε συγχωρεί την παραμικρή καθυστέρηση».
Όμως η ιστορία του Μαρκ και της Μάγιας, την οποία παρακολουθούμε καρέ καρέ, δεν είναι η πεμπτουσία αυτής της αναπάντεχης και παράδοξης διαδρομής που χαράσσεται στις σελίδες του βιβλίου και που άλλοτε διστακτικά, άλλοτε ορμητικά ακολουθεί κι ο αναγνώστης ώσπου να γίνει συμμέτοχος σ’ αυτή την εξαίσια συνωμοσία της βανίλιας. Γιατί ο Τσερόλας γράφει με τρόπο τέτοιο που σχεδόν μηδενίζει την απόσταση από την οποία παρακολουθούμε τους ήρωες. Μάλιστα, σε ένα κεφάλαιο σπάει τους αναγνωστικούς κανόνες και αφήνει στη δική μας τόλμη αν θα το διαβάσουμε στη σειρά με την οποία έχει τοποθετηθεί ή στο τέλος του βιβλίου, καλώντας μας να πάρουμε μέρος στη δημιουργία του. Και σας προτείνω να κάνετε το δεύτερο, καθώς το κεφάλαιο αυτό είναι σαν εκείνο το κομμάτι του παζλ που δεν σε αφήνει να συλλάβεις την εικόνα αν δεν μπει στη θέση του. Έτσι λοιπόν, όταν προστίθεται στο τέλος, είναι πραγματικά μια αποκάλυψη.
Η Συνωμοσία της βανίλιας είναι από εκείνα τα θραύσματα τέχνης που ζουν μέσα τους την εποχή τους, όσο κι αν την έχουν περιβάλει με τους διαθλαστικούς καθρέφτες της μυθοπλασίας. Η Συνωμοσία της βανίλιας λοιπόν είναι ακριβώς ένα ξυπνητήρι της συνείδησης, των βαθύτερων και καλά καταχωνιασμένων επιθυμιών, είναι μια προτροπή για υπέρβαση των προκαθορισμένων ορίων, ένα σπρώξιμο προς την προσωπική απελευθέρωση, που πάντοτε έρχεται μέσα από την αντίστοιχη κοινωνική. Είναι ένας σπόρος αμφισβήτησης και απόρριψης του άσχημου, παλιού κόσμου, του γεμάτου καταναγκασμούς, διαστροφές και επιλογές που προβλέπονται ή δεν προβλέπονται. Είναι ένας σπόρος αναζήτησης ενός νέου κόσμου, μιας ευτοπίας και όχι ουτοπίας, ενός ευ τόπου και όχι ενός μη τόπου. Και αυτή είναι η πεμπτουσία της.
Διαβάζοντάς τη γινόμαστε συμμέτοχοι. Θα γίνουμε και κοινωνοί;
«Όλα είναι ανάμνηση ενός παρελθόντος και πρόλογος ενός μέλλοντος. Κι ας είναι η ματιά σου εγκλωβισμένη σε ένα ατελείωτο παρόν, σε μια ρουτίνα που σε γερνάει και σε σκοτώνει μία μέρα τη φορά».
* Το βιβλίο του Πάνου Τσερόλα Η Συνωμοσία της βανίλιας κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ