Παρακολουθώντας την ταινία και διαβάζοντας αρκετές από τις κριτικές που έχουν γραφτεί για το πολιτικό της μήνυμα, νομίζω ότι από όλες διαφεύγει η προσπάθεια του σκηνοθέτη να πλησιάσει την ταινία με τα μάτια της «σωματοποιημένης ιστορίας».
Η ιστορία δεν είναι μόνο συμφωνίες και πολιτικές διακηρύξεις. Εμφύλιος δεν είναι μόνο το (αδύνατο να πραγματοποιηθεί, όπως άλλωστε και αποδείχθηκε) Σχέδιο Λίμνες της ηγεσίας του ΚΚΕ. Εμφύλιος δεν είναι μόνο οι εκατέρωθεν διακηρύξεις. Εμφύλιος είναι –κυρίως– η εμπλοκή των ζωντανών ανθρώπων στα πεδία των μαχών, η ζωή τους στον σκοτεινό κόσμο του 1946-49, οι προσδοκίες τους, οι ματαιώσεις τους, η καθημερινότητά τους, τα αισθήματα τους, το «παραμύθιασμα» τους, οι φόβοι και οι ελπίδες τους, ο πόνος και οι ταλαιπωρίες τους. Φυσικά, όλα αυτά συμπυκνώνουν και εν τέλει καθορίζονται από τους συγκεκριμένους πολιτικούς και κοινωνικούς συσχετισμούς, διαφορετικά η ιστορία καταλήγει ψυχογράφημα ή ψυχανάλυση.
Μάλιστα, η άγνοια τόσο του αντικειμενικού παράγοντα (συσχετισμοί δύναμης) όσο και του υποκειμενικού (ότι ο Εμφύλιος αφορούσε «ζωντανούς ανθρώπους» και όχι αποσωματοποιημένους μπλε ή κόκκινους μαχητές) έχει οδηγήσει άλλοτε στην παραδοσιακή ιστοριογραφία των μαχών, ηρώων και ημερομηνιών με τη μεγαλοποίηση γεγονότων και καταστάσεων (η μάχη της Κόνιτσας δεν είχε τις διαστάσεις που έλαβε στο συλλογικό φαντασιακό της Αριστεράς, κι αυτό είναι ένα μόνο από τα πλείστα παραδείγματα μεγαλοποίησης γεγονότων και από τις δύο πλευρές. Ανάλογα, το περίφημο νοσοκομείο 1.500 κλινών του ΔΣΕ στο Καταφύγι μόνο στη σφαίρα της φαντασίας μπορεί να υπάρξει αν αναλογιστεί κανείς τι σημαίνει κτηριακά ένα νοσοκομείο ανάλογο του Ευαγγελισμού σε κάποιο από τα έμπεδα του Γράμμου). Άλλοτε πάλι έχει οδηγήσει στη δικαιολόγηση της τάσης της τότε ηγεσίας του ΚΚΕ να αποδίδει τις όποιες επιχειρήσεις χωρίς αίσιο τέλος σε αμέλειες ή παραλείψεις στελεχών και όχι σε αντικειμενικές δυσκολίες (π.χ. η περίπτωση της εκτέλεσης του Γιαννούλη).
Πολλές είναι οι σκηνές στις οποίες μπορούμε να ψηλαφήσουμε την «σωματοποίηση» της ιστορίας. Άκρως συγκινητική και συνάμα αποκαλυπτική η σκηνή στα πρώτα λεπτά του έργου, όπου ο καπετάν Ντούλας αφηγείται στους αντάρτες τη συνάντησή του με τον Στάλιν σε μια κομματική σχολή της ΕΣΣΔ, όπου ο Στάλιν πήγε να τον βοηθήσει να καθαρίσουν ένα χώρο ως ισότιμός του. Οι αντάρτες μένουν με το στόμα ανοικτό και ρωτούν με θαυμασμό τον Ντούλα αν ξέρει «ρούσικα» ενώ ο Βλάσσης (ο πρωταγωνιστής) προτείνει «όταν τελειώσει ο πόλεμος να φωνάξουμε τον Στάλιν στο χωριό να του κάνει η μάνα μου λαχανόπιτα». Οράματα αθώων ανθρώπων που βρέθηκαν από την πλευρά του ΔΣΕ για πολλούς λόγους: ως θύματα του πογκρόμ που είχε εξαπολύσει η Δεξιά μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου κατά των αγωνιστών του ΕΛΑΣ, είτε επειδή βρέθηκαν στις κατεχόμενες από τον ΔΣΕ περιοχές, είτε λόγω της οικογένειας κ.λπ.
Όμως, επειδή η ιστορία δεν είναι σχάσεις του γενικού σε ατομικές βουλήσεις και όνειρα ή στην αλήθεια του καθενός –όπως υποστηρίζουν οι μεταμοντέρνοι– όλοι επιδίωκαν μέσα από την ένταξη τους στον ΔΣΕ να ζήσουν μια καλύτερη ζωή στα χωριά τους, τα εγκαταλειμμένα από το κράτος, βουτηγμένα στη φτώχεια, την αγραμματοσύνη, την έλλειψη ιατρικοφαρμακευτικής περίθαλψης, σχολείων, δρόμων, με την επιβίωση να είναι καθημερινός αγώνας. Αυτή η καλύτερη ζωή συμπυκνώνονταν στη «Λαϊκή Δημοκρατία» του ΔΣΕ. Ο ιστορικός Γιώργος Μαργαρίτης, στο μνημειώδες πλέον έργο του για τον Εμφύλιο, επισημαίνει ότι ο εμφύλιος ήταν ένας πόλεμος της ελληνικής επαρχίας και για τις δύο πλευρές. Αυτό αποτυπώνεται ανάγλυφα στην ταινία.
Το ζουμ του Βούλγαρη στην ανθρώπινη πλευρά του Εμφυλίου δεν μπορεί να κριθεί με τα μάτια του σήμερα. Σήμερα ξέρουμε ότι ο ΔΣΕ έχασε. Οι μαχητές του, όμως, πίστευαν ότι στο τέλος αυτοί θα ήταν οι νικητές και θα έφτιαχναν μια «Λαϊκή Δημοκρατία» στην οποία θα ζούσαν μια καλύτερη ζωή. Αυτό το σημείο το αναδεικνύει έξοχα η ματιά του Βούλγαρη.
Φέρνει ενδεχομένως πικρία σε πολλούς ότι ο καπετάν Ντούλας στο τέλος της ταινίας αυτοκτονεί λέγοντας: «πάει τέλειωσε». Τέλειωσε η Αριστερά; λένε πολλοί. Εκεί το πάει ο Βούλγαρης; Δεν νομίζω ότι η ταινία επιχειρεί να απαντήσει στο ερώτημα αν τέλειωσε ή όχι η Αριστερά. Ο ΔΣΕ, όμως, του Ντούλα τέλειωσε και 40 χρόνια μετά την αυτοκτονία του Ντούλα, τέλειωσε και η ΕΣΣΔ. Και 60 χρόνια μετά η Αριστερά και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη δεν είναι στα πάνω της. Αν ως Αριστερά ορίζουμε ένα χώρο που έχει ένα όραμα για τον εδώ κόσμο και όχι μια μεταφυσική προσδοκία που θα υλοποιηθεί κάπου στο μέλλον, έξω από τα «σώματα» των οπαδών της –κάτι δηλαδή σαν θρησκεία– τότε ναι, η Αριστερά του καπετάν Ντούλα τέλειωσε, παρά τη δική μας συμπάθεια προς τον ΔΣΕ ή τους αγωνιστές του.
Τέλειωσε κυρίως επειδή οι νικητές προσπάθησαν να αφανίσουν ολοκληρωτικά μέσα από τις εκτελέσεις, την τρομοκρατία, τις φυλακίσεις, την αδυναμία επιβίωσης (άδειες ταξί, καταστημάτων, πρόσληψη στο δημόσιο, δίπλωμα οδήγησης απαιτούσαν δεξιά πολιτικά φρονήματα) κάθε τι αριστερό στην Ελλάδα.
Το ζητούμενο, λοιπόν, σήμερα είναι πώς θα υπάρξει μια Αριστερά των καιρών μας, με τα σύγχρονα υλικά και για τις σύγχρονες ανάγκες. Ο ΔΣΕ, τηρουμένων πολλών αναλογιών, ήταν η ριζοσπαστική αριστερά του καιρού του, που απαντούσε στα προβλήματα της εποχής του. Αυτό ας έχουμε κατά νου βλέποντας την ταινία, την οποία καλό είναι να την προτείνουμε και στους μαθητές και τις μαθήτριές μας, που δυστυχώς στην πλειονότητά τους –ζώντας στη χώρα των «Λωτοφάγων» που έφτιαξε ο ελληνικός καπιταλισμός– δεν γνωρίζουν καν ότι «κάπου», «κάποτε», «κάποιοι» (οι περισσότεροι παιδιά της ηλικίας τους) αγωνίσθηκαν στον Γράμμο με όραμα μια καλύτερη ζωή.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ